Η επικαιρότητα του Ντοστογιέφσκι

Η επικαιρότητα του Ντοστογιέφσκι


Είδα χθες βράδυ το «Εγκλημα και Τιμωρία», που παίζεται για δυο ολόκληρα χρόνια στο Θέατρο Ανεσις. Οπως μου έλεγε ο φίλος μου Ιεροκλής Μιχαηλίδης, που δίνει ζωή σε ένα εξαιρετικό  ανακριτή Πορφύρη Πετρόβιτς, «θα μπορούσε εύκολα να παίζεται για δυο χρόνια ακόμα, αφού κοινό που ενδιαφέρεται υπάρχει». Δύσκολα, ωστόσο, θα συνεχιστεί αφού οι συντελεστές της παράστασης, ηθοποιοί ανήσυχοι όλοι τους, θα ψάξουν του χρόνου μια καινούργια θεατρική περιπέτεια – ίσως γιατί μετά από δυο χρόνια θέλουν να κάνουν και λίγη αποτοξίνωση από το βαρύ θεατρικό λόγο του Ντοστογιέφσκι που για μια διετία υπηρέτησαν, από όσο είδα, ο καθένας με τον τρόπο του και κυρίως με την ψυχή του.

Αδύνατο να το μεταφέρεις όλο

Η παράσταση βασίζεται στο σπουδαίο μυθιστόρημα χωρίς να το θεατροποιεί κατά γράμμα: θα ήταν άλλωστε αδύνατο, όπως αδύνατη είναι η μεταφορά και όλων των έργων του Ντοστογιέφσκι, μολονότι αυτά συγκινούν ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Η πυκνότητα του λόγου δεν μπορεί να μεταφερθεί, τα πρόσωπα στα βιβλία είναι πάντα πολλά και οι πράξεις τους συχνά αμέτρητες. Σεναρίστες και σκηνοθέτες θα μπορούσαν να στήσουν παραστάσεις πάνω σε ένα και μόνο από τα πολλά πρόσωπα που εμφανίζονται σε κάθε ένα από τα έργα του Ντοστογιέφσκι: το εύρος τους είναι τεράστιο. Στην προκειμένη περίπτωση η αρχική διασκευή του μυθιστορήματος από τον Γεωργιανό σκηνοθέτη Λεβάν Τσουλάτσε δημιούργησε μια παράσταση δέκα ωρών (!): η συντόμευσή της, ώστε να μπορεί να ανεβεί στο θέατρο έχοντας την τύχη να βρει κοινό, πρέπει να ήταν μια πολύ δύσκολη δουλειά – ο μελετητής του Ντοστογιέφσκι Τσουλάτσε πρέπει να προβληματίστηκε πολύ στο τι πρέπει να κρατήσει και τι πρέπει ν αφήσει.    

Ο Θεός και οι άνθρωποι

Το «Εγκλημα και Τιμωρία» το διάβασα στα δεκάξι μου, μετά από απαίτηση ενός καθηγητή μου να γνωρίσω τον Ντοστογιέφσκι. Το συμπυκνωμένο νόημα του βιβλίου είναι σταθερά επίκαιρο: ο πιο μεγάλος μας κριτής είναι πάντα η συνείδησή μας – είναι σχεδόν αδύνατο από δαύτην να γλυτώσεις. Ομολογώ ότι ο «Παίκτης», που δεν είναι τόσο βαρύς και κάθετος, μου άρεσε πιο πολύ, όμως το «Εγκλημα και Τιμωρία» παραμένει η απόλυτη περιπλάνηση στο σύμπαν του μεγάλου Ρώσσου συγγραφέα κι ας συγκινούν πολύ περισσότερο άλλα του έργα για την αφηγηματική τους πυκνότητα («ο Ηλίθιος»), τον πολιτική τους θέση («οι Δαιμονισμένοι»), την επική τους πολυπλοκότητα («Αδερφοί Καραμαζόφ»). Στο «Εγκλημα και Τιμωρία» αισθάνεσαι λέξη λέξη την πρωτοπορία του ίδιου του έργου και τη γιγάντια  χειρουργική συγγραφική ικανότητα του μεγάλου Ρώσσου: οολύ πριν το τελικό συμπέρασμα, για το οποίο δεν έχεις την παραμικρή αμφιβολία αφού το έχεις αποδεχτεί πριν τον καταραμένο ήρωα, έχεις περιπλανηθεί σε ένα σωρό άλλους προβληματισμούς του Ντοστογιέφσκι, σαν να βρίσκεσαι μέσα σε ένα ασανσέρ και να ανεβοκατεβαίνεις ορόφους. Υπάρχει κάμποση ψυχανάλυση, πριν καν την ορίσει ο Φρόιντ. Υπάρχει πολιτική – όχι με την έννοια της διακυβέρνησης, αλλά ως στάση ζωής, δηλαδή κρίση και απόφαση. Υπάρχει η νατουραλιστική σκληρότητα της περιγραφής ενός κόσμου που ζει την αποσύνθεση του και την ίδια στιγμή υπάρχει και κάμποσο μεταφυσικό, καθώς ερινύες και φαντάσματα αποδεικνύουν πως ακόμα κι αυτός ο άθλιος κόσμος μπορεί να γίνει χειρότερος. Υπάρχει η λογική, ως διαδικασία ερμηνείας των ανθρώπινων πράξεων και υπάρχει και κάμποση τρέλα, αφού ο κεντρικός ήρωας συχνά παραδίνεται στη δίνη της. Υπάρχει το μελό, που δίνει ζωή στους γυναικείους κυρίως χαρακτήρες, υπάρχουν αξίες έτσι ώστε να γίνεται κατανοητή η κατάπτωσή τους, υπάρχουν όρια. Υπάρχει φυσικά και μια μεγάλη ιστορία αστυνομικού χαρακτήρα, αξιοζήλευτη ακόμα και σήμερα: η αποκάλυψη ενός δολοφόνου δια μέσου της ίδιας του της ομολογίας είναι, μετά το «Εγκλημα και Τιμωρία», πάντα μια έξοχη λύση, που όμως προϋποθέτει πως ο συγγραφέας έχει εξαιρετικές αφηγηματικές ικανότητες.

Φυσικά το «Εγκλημα και Τιμωρία» παραμένει και η κορυφαία προσέγγιση του Ντοστογιέφσκι στο ζήτημα της ύπαρξης του Θεού: ως μεγάλος θεολόγος ο Ντοστιγιέφσκι μας λέει ότι πρέπει να πιστεύουμε σε ένα Θεό που όλα τα συγχωρεί, ένα Θεό πολύ ορθόδοξο που καμία σχέση δεν έχει με αυτόν που παρεμβαίνει, βοηθά, σώζει ή τιμωρεί. Όχι τυχαία η παράσταση του Τσουλάτσε ξεκινά με τους ήχους μια καμπάνας: ό,τι ακολουθεί συμβαίνει υπο το άγρυπνο βλέμμα ενός παντογνώστη Θεού, για τον οποίο ο συγγραφέας μιλάει, καταγγέλλοντάς τον δοξάζοντάς τον, αλλά πάντα χρησιμοποιώντας τους ανθρώπους ως πρόσχημα.  

Γενναία η πρόθεση

Δεν γίνεται να αναμετρηθείς με τον Ντοστογιέφσκι: έβρισκα πάντα γενναία την πρόθεση των σκηνοθετών και των θεατρανθρώπων να τα βάλουν μαζί του, με σεβασμό ή με κριτικό πνεύμα. Είναι σχεδόν αδύνατο να μην χαθείς στον ωκεανό των λέξεων του και να μην ναυαγήσεις: η ίδια η μετάφραση των βιβλίων του είναι απερίγραπτα δύσκολη και είμαστε τυχεροί στην Ελλάδα που τα γνωρίσαμε χάρη στον σπουδαίο Αρη Αλεξάνδρου. Ο,τι και ν ακουμπήσεις στο «Εγκλημα και Τιμωρία», αν το κάνεις παράσταση, αφήνει απείραχτο κάτι που στα μάτια όποιου έχει διαβάσει το βιβλίο μοιάζει σημαντικό. Ο Ντοστογιέφσκι δεν έχει σιωπές και δεν επιτρέπει περισυλλογές: κατευθύνει αριστοτεχνικά την σκέψη σου προς ένα στέρεο τελικό συμπέρασμα που σκοπό έχει να σε βοηθήσει να γίνεις ένας καλύτερος άνθρωπος. Οι ιδιότητες των ηρώων του έχουν μικρή σημασία γιατί οι πιο πολλοί από τους πρωταγωνιστές του δεν είχαν ποτέ το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης: πιο πολύ και από τους ανθρώπους μετράνε οι τελικές πράξεις. Εγκλημα σίγουρα υπάρχει, τιμωρία επίσης. Όλα τα υπόλοιπα, η ηθική, η φιλοδοξία, η επαναστατικότητα, η τήρηση ή η άρνηση των νόμων και των κανόνων, η κρίση, ακόμα και το καλό και το κακό, χρειάζονται περιεχόμενο και η μαστοριά του Ντοστογιέφσκι ήταν ότι αυτό το έδινε με τρόπους αφηγηματικούς που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή τους. Αυτή η διάθεση να βρεθεί ένας αφηγηματικός τρόπος, ήταν κατά την γνώμη μου και η μεγάλη επιτυχία της παράστασης στο θέατρο Ανεσης. Ο Τσουλάτσε έψαξε πολύ το σύμπαν του βιβλίου για να κρατήσει ό,τι ο ίδιος έκρινε απαραίτητο – άλλος πιθανότατα θα έκανε άλλες επιλογές. Κράτησε την αστυνομική πλοκή, θύμισε το θεολογικό περιτύλιγμα, κατέφυγε στην υπερβολή για να υπογραμμίσει το βάρος της αρχικής λογοτεχνικής αφήγησης, βρήκε και το κρυμμένο του χιούμορ. Κυρίως όμως έκανε για τον Ντοστογιέφσκι ό,τι ο Ντοστογιέφσκι κάνει για χάρη μας, δηλαδή δούλεψε τον τρόπο της αφήγησης κι ανέδειξε το δικό του συμπέρασμα. Δεν απέδωσε το βιβλίο, αλλά κατέθεσε αυτό που του έμεινε όταν μέσα του το απόσταξε. Το αποτέλεσμα δεν ήταν ούτε πρωτοποριακό, ούτε μεγαλοφυές, ούτε μπαρόκ: ήταν τίμιο κι αυτό είναι το σπουδαιότερο.

Πάντα επίκαιρος

Ο κόσμος βοήθησε την παράσταση να κάνει την μεγάλη επιτυχία που της άξιζε γιατί είδε μια εξαιρετική δουλειά. Αν από τους χιλιάδες που την παρακολούθησαν κάποιοι ένοιωσαν και την ανάγκη να διαβάσουν Ντοστογιέφσκι, η αποστολή των συντελεστών, που σκληρά δούλεψαν, έχει πετύχει. Η εξωπραγματική ικανότητα του συγγραφέα στην παρατήρηση της ανθρώπινης ψυχής τον καθιστά πάντα επίκαιρο…