Η ψυχή κι ο διάβολος...

Η ψυχή κι ο διάβολος...


Tα αποτελέσματα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο αγγλικό πρωτάθλημα δικαιολογούν την απόφασή της να διώξει τον Μουρίνιο – δεν χωρά αμφιβολία. Μετά την ήττα από την Λίβερπουλ, η Γιουνάιτεντ βρίσκεται 19 πόντους μακριά από την κορυφή μετά από 17 παιχνίδια και 11 πόντους πίσω από την τέταρτη Τσέλσι: για να παίξει του χρόνου στο Τσάμπιονς λιγκ πρέπει να το κερδίσει. Η ομάδα, με τον Πορτογάλο στο τιμόνι, έκανε φέτος το χειρότερό ξεκίνημα στο πρωτάθλημα εδώ και 28 χρόνια. Από την άλλη, αν μιλάμε για αποτελέσματα, πρέπει να μην τον αδικούμε: στις δυο του πρώτες σεζόν στον πάγκο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ο Μουρίνιο κέρδισε το Γιουρόπα λιγκ της σεζόν 2016-17, ενώ τη σεζόν 2017-18 τερμάτισε δεύτερος στην Πρέμιερ λιγκ κι έχασε στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας από την Τσέλσι στις λεπτομέρειες. Αλλά παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα τα αποτελέσματα δεν είναι το παν.

 

Ότι ο Μουρίνιο δεν θα ολοκλήρωνε την σεζόν στον πάγκο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν μια εύκολη πρόβλεψη: το είχα γράψει στις 7 Αυγούστου, όταν μετά από μια ήττα της ομάδας του σε ένα φιλικό ματς με την Μπάγερν στο Μόναχο, τον είχα ακούσει να επιτίθεται στη διοίκηση γιατί δεν του έδωσε άλλα 150 εκατ ευρώ για μεταγραφές. Όχι τυχαία ο Μουρίνιο είχε απολυθεί κι από την Τσέλσι πριν μερικά χρόνια τέτοιες μέρες: φαίνεται ότι η γκρίνια του είναι ανεκτή από τις διοικήσεις το πολύ για ένα τετράμηνο! Αλλά πέρα από στατιστικές και συμπτώσεις είναι ενδιαφέρον να προβληματιστεί κανείς για το τι του έχει συμβεί.

Ο Θεός που λέγεται ακριβό ρόστερ

Από χθες και στον ελληνικό και στο διεθνή Τύπο διαβάζω διάφορα  ενδιαφέροντα πράγματα: ο Μουρίνιο παραμένει μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα και ως εκ τούτου η απόλυσή του δημιουργεί τον πειρασμό για αναλύσεις. Επειδή δεν πιστεύω ότι ξέχασε την προπονητική κι επειδή δεν νομίζω ότι το ποδόσφαιρό του είναι ξεπερασμένο γιατί είναι δεκάδες οι ομάδες που παίζουν με τον τρόπο του, πιστεύω ότι τα αίτια της αποτυχίας του έχουν κυρίως σχέση με την ψυχοσύνθεση και το μυαλό του. Ο Μουρίνιο δεν κατάφερε να λειτουργήσει στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ως προπονητής, πιθανότατα γιατί μέσα στο μυαλό του έχει πιά την βεβαιότητα ότι η δουλειά του προπονητή είναι να αγοράζει τους καλύτερους παίκτες: προφανώς δεν πιστεύει ότι ο προπονητής μπορεί να είναι παιδαγωγός, ούτε πιστεύει πως μπορεί να κατασκευάσει μια δυνατή ομάδα χωρίς να τινάξει το μπάτζετ στον αέρα. Στο μυαλό του τίποτα δεν έχει αξία (ούτε η στρατηγική, ούτε η προετοιμασία του αγώνα, ούτε καν η βελτίωση των παικτών) αν το ρόστερ δεν είναι, όσο ακριβό ο ίδιος επιθυμεί.

Οι παράλογες βεβαιότητές του

Είναι φανερό ότι ξεκίνησε την εφετινή του σεζόν έχοντας την βεβαιότητα ότι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική γιατί δεν έχει τους παίκτες που εκείνος ήθελε: θυμίζω ότι το καλοκαίρι ζητούσε τον Βαράν, τον Βεράτι, τον Πέρισιτς, τον Κρος κτλ. Αυτή η βεβαιότητα είχε ως συνέπεια μια απόλυτη περιφρόνηση του υλικού που είχε στα χέρια του – περιφρόνηση που τον οδηγούσε σε ασταμάτητους καυγάδες με τους παίκτες (που για αυτόν κακώς υπήρχαν εκεί), αλλά και σε ένα οne man show, που γινόταν στις συνεντεύξεις Τύπου (και όχι μόνο) με μοναδικό σκοπό να κρατηθεί προσωπικά στην επικαιρότητα. Ο Μουρίνιο δεν εκτιμούσε το υλικό (και ποικιλοτρόπως το απαξίωνε) και είχε ως μόνιμο στόχο το πώς θα δημιουργήσει ειδήσεις για τον εαυτό του, ώστε να μην κρίνεται το ποδόσφαιρο που η ομάδα του (δεν) παίζει, αλλά ο ίδιος. Φέτος οι δηλώσεις του ήταν πιο θεαματικές από ποτέ, οι χειρονομίες του ασταμάτητες και τα καπρίτσια του τρομερά. Την περασμένη Κυριακή τρέλανε τον κόσμο λέγοντας ότι η ομάδα του είναι καλύτερη από την Λίβερπουλ στο αμυντικό τρανζίσιον (αυτό τη μάρανε…), λίγες μέρες πριν είχε κάνει χειρονομίες στους οπαδούς τους Γιούβε θυμίζοντας τους το τρεμπλ που κατέκτησε με την Ιντερ, και τρεις μήνες πριν είχε σηκώσει ένα κασκόλ της ομάδας του μπροστά στην εξέδρα των οργανωμένων της μετά από μια ήττα από την Τότεναμ με 0-3 μένοντας ακίνητος για μερικά λεπτά, για να δείξει πόσο τους αγαπάει. Όλες αυτές οι θεατρικές παραστάσεις έγιναν για να ασχολούνται οι πάντες με τον ίδιο. Μόνο που όσο μεγάλη προσωπικότητα κι αν έχει κάποιος, αυτό είναι αδύνατο: στο τέλος γίνεται πάντα ένας απολογισμός κι αυτός αφορά νίκες και ήττες και όχι δηλώσεις.

Ενας καταπληκτικός εμψυχωτής

Ο Μουρίνιο είχε ένα πρόβλημα ακόμα και τον καιρό που μεσουρανούσε: ήταν ένας σπουδαίος τεχνικός, που όμως δεν έφερε στο ποδόσφαιρο τίποτα καινούργιο. Οι καλύτερες και πιο επιτυχημένες ομάδες του ήταν ομάδες με παίκτες που έπαιζαν για αυτόν: υπήρξε (ίσως είναι ακόμα) ένας καταπληκτικός εμψυχωτής που κατά καιρούς έκανε ποδοσφαιριστές να ξεπεράσουν τον εαυτό τους και να δώσουν τα πάντα για το καλό της ομάδας παίζοντας σε θέσεις που δεν τους ταίριαζαν – η κάποτε χρησιμοποίηση του Ετό σε ρόλο αριστερού μπακ παραμένει μια υπέροχη απόδειξη για την ικανότητα του να ζητά το αδιανόητο.

 

Όμως το ποδόσφαιρο, που πάντοτε αγαπούσε, είχε κυρίως σκοπιμότητα κι αυτό με τον καιρό φανερά του δημιούργησε ένα πρόβλημα: μετά το πέρασμα από τη Ρεάλ ο Μουρίνιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ομάδα κάνεις μόνο με προικισμένους στρατιώτες, που υπάρχουν για να κερδίζουν για τον προπονητή – σχεδόν χωρίς καθοδήγηση. Οι ομάδες του δεν παίζουν ούτε καν καλή άμυνα – φέτος η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έχει δεχτεί σε 17 αγωνιστικές όσα γκολ είχε δεχτεί πέρυσι στο τέλος της σεζόν – γιατί και η άμυνα διδάσκεται, αλλά ο Μουρίνιο μοιάζει να έχει σταματήσει να διδάσκει: απλά απαιτεί. Κι ακριβώς επειδή η απαίτηση είναι το μόνο που έχει στο μυαλό του, εύκολα απορρίπτει. Αν δεν του έδωσαν πέρυσι το καλοκαίρι τα χρήματα που ήθελε για μεταγραφές (ενώ λίγους μήνες πριν του έκαναν ένα συμβόλαιο πολυτελείας που του εξασφαλίζει μια απίθανη αποζημίωση 27 εκατ ευρώ!) αυτό έγινε γιατί στην Μάντσεστερ  Γιουνάιτεντ δεν ήταν καθόλου βέβαιοι ότι θα σταματούσε να απαιτεί κι άλλους παίκτες! Όταν κάποιος απορρίπτει τους πάντες, πως μπορείς να είσαι βέβαιος ότι θα αξιοποιήσει όσους ζητά; Αυτό ήταν νομίζω το πιο μεγάλο του πρόβλημα: ποτέ δεν κέρδισε το δικαίωμα να χτυπά το χέρι στο τραπέζι. Όσο πιο πολύ το χτυπούσε, τόσο περισσότερο όλοι έβλεπαν ένα υστερικό.

Οι Αγγλοι πουλάνε ποδόσφαιρο

Η όλη ιστορία έχει και μια άλλη πλευρά: την πλευρά του συλλόγου. Νομίζω ότι στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ υποφέρουν τη σύγκριση του ποδοσφαίρου που παίζει η ομάδα με το ποδόσφαιρο που παίζει η Σίτυ, η Λιβερπουλ, η Τότεναμ, η Τσέλσι. Οι Άγγλοι πουλάνε ποδόσφαιρο και οι άνθρωποι της Γιουνάιτεντ υπέφεραν βλέποντας ότι αυτό που πουλάει ο Μουρίνιο δεν είναι ελκυστικό. Η ομάδα τους έπαιζε χειρότερα από όλους ακόμα κι όταν κέρδιζε κι αυτό ήταν πρόβλημα – για αυτό δεν έκαναν μαζί του υπομονή: η χρονιά είναι έτσι κι αλλιώς χαμένη. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ επένδυσε κάποτε στην προσωπικότητα του Ζοζέ, στο άστρο του, στην ακόρεστη δίψα του για τίτλους. Ότι αυτοί έρχονται χωρίς θεαματικές εμφανίσεις το ξέρανε, αλλά νόμιζαν ότι οι νίκες θα δημιουργήσουν ένα είδος ανοχής στην βαθμοθηρία του Πορτογάλου. Δεν συνέβη τίποτα τέτοιο: απλά επί των ημερών του μεγάλωσε η νοσταλγία για το ποδόσφαιρο του Σερ Αλεξ, το ποδόσφαιρο μιας αληθινής πρωταθλήτριας και μιας τεράστιας ομάδας.

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ θέλησε να πουλήσει την ψυχή της στο διάβολο που λέγεται σκοπιμότητα (όχι στον κόκκινο...) για να κερδίσει. Της πήρε χρόνο, αλλά κατάλαβε ότι το κόστος είναι τεράστιο. Ασε που σε αυτές τις αγοροπωλησίες δεν βγαίνεις κερδισμένος…