Ξύλο που θέλουν...

Ξύλο που θέλουν...


Δεν χάρηκα ιδιαίτερα με τα βιβλία που διάβασα το καλοκαίρι του 2012– όλα σχεδόν μου χάρισαν το είδος της απογοήτευσης που νοιώθεις όταν διαπιστώνεις ότι χάνεις το χρόνο σου . Τι θα κρατήσω ως ανάμνηση; Το πιθανόν χειρότερο από όλα, δηλαδή αυτό με όλες τις «Αποχρώσεις του Γκρι» που είναι ένα από τα best seller της χρονιάς. Γράφοντας κάτι στο twitter τον περασμένο Αύγουστο έκανα λίγο πλάκα με όσες κυρίες, που το διάβαζαν στις παραλίες. Αποτέλεσμα ήταν να μου το στείλει μια φίλη ως δώρο καλοκαιρινό εκτιμώντας τα σχετικά χωρατά.  Περιττό να πω ότι αφού το διάβασα η επιτυχία του μου δημιούργησε ακόμα μεγαλύτερο προβληματισμό καθώς ήταν περισσότερο γελοίο, ακόμα κι από αυτό που  νόμιζα. Φυσικά η επιτυχία δεν είναι ανεξήγητη: την ίδια θα έχει και η συνέχεια του που μόλις κυκλοφόρησε.

Είναι σοβαρά τα βίπερ Νόρα

Φίλοι και κυρίως φίλες χαρακτήρισαν το πόνημα ως βίπερ Νόρα με σκηνές πορνό: δεν συμφώνησα ποτέ. Πριν χρόνια, αν θυμάμαι καλά σε ηλικία 17-18 χρονών, ασθένησα καλοκαίρι ξαφνικά κι έχοντας ξεμείνει από βιβλία και κόμικς ανακάλυψα τον κόσμο των βίπερ Νόρα χάρη σε μια ξαδέρφη μου. Αυτά περιείχαν τρεις  διαφορετικές ιστορίες όλες κι όλες. Η μία ήταν το κλασικό love story: «κορίτσι γνωρίζει αγόρι, δεν το συμπαθεί αρχικά, ερωτεύονται αυτός ή αυτή παθαίνει καρκίνο» και στο τέλος η ξαδέρφη μου κλαίει. Η δεύτερη ήταν «κορίτσι γνωρίζει αγόρι αλλά αυτό έχει παιδί από πρώτο γάμο». Το παιδί δεν τη θέλει, γίνεται ένα ατύχημα και αυτή σώζει το παιδί του, που από τότε τη λατρεύει: η ξαδέρφη μου χαίρεται. Στην τρίτη εκδοχή προκύπτει αυτό που λέω εγώ «συναισθηματική παρτούζα»: δυο ζευγάρια γνωρίζονται, είναι μέσα στο πρόβλημα και γίνονται αλλαξοκωλιές, ώστε στο τέλος όλοι να είναι κάπως ευτυχισμένοι: η ξαδέρφη αναρωτιέται γιατί και στην ίδια δεν συμβαίνουν ανάλογα. Τα Βίπερ Νόρα ήταν γραμμένα για γυναίκες, αλλά δεν μπορεί κανείς να τα κατατάξει στην ερωτική ή πόσο μάλλον στην (ας μη φοβόμαστε τις λέξεις) πορνογραφική λογοτεχνία: ήταν αθώα και το σεξ ήταν όπως στα τούρκικα σήριαλ – κάπως γινόταν, αλλά δεν το έβλεπε κανείς. Ούτε η ξαδέρφη.

Η γλώσσα του Ιντερνετ

Η ερωτική λογοτεχνία – ή αν προτιμάται η λογοτεχνία του ερωτισμού – είναι κάτι άλλο. Σε αυτή υπάρχουν αριστουργήματα της μυθιστοριογραφίας όπως ο «Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι» ή «H ιστορία της Ω» ή η θεϊκή «Λολίτα» του Ναμπούκοφ, ένας ύμνος στην αντρική βουλιμία, που θεωρεί την ηθική optional. Μπορώ να αναφέρω δεκάδες συγγραφείς και δεκάδες τίτλους: στις αρχές του 1900, αλλά και μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, το είδος άνθισε. Αργότερα τα κόμικς έβαλαν το παιγνίδι σε μια νέα διάσταση: η εικόνα νίκησε την Τέχνη της περιγραφής του αισθησιασμού - αν και πάντα εμφανίζεται κάποιος μάστορας, που κάνει πάταγο γράφοντας προκλητικές ιστορίες. Υπάρχουν και μοντέρνοι έλληνες συγγραφείς που το κάνουν καλά, χωρίς πάντως την επιθετικότητα του Ανδρέα Εμπειρίκου που στο παιγνίδι της πρόκλησης ίσως δεν έχει αντίπαλο. Εχει καμιά σχέση με όλα αυτά το δημιούργημα της κυρίας Ε.Λ. Τζέιμς; Καμία απολύτως και - για να είμαστε δίκαιοι μαζί της - η ίδια τέτοιες συγκρίσεις ούτε τις θέλει, ούτε τις επεδίωξε: αμφιβάλω π.χ αν ξέρει την Ανι Ντεσκλός με την οποία κάποιοι για να την μειώσουν την σύγκριναν. Πέρα από την οποία λογοτεχνική ικανότητα υπάρχει μια πολύ βασική διαφορά: η λογοτεχνία του ερωτισμού απευθύνονταν κυρίως σε άνδρες – ο κύριος Γκρι αφορά τις γυναίκες. Ακόμα κι αν τα αριστουργήματα του ερωτισμού γράφονταν από γυναίκες ή αν ήταν οι γυναίκες που τα αγόραζαν και τα έκαναν εκδοτικές επιτυχίες, η στόχευση ήταν συνήθως ο άντρας αναγνώστης και η όποια πρόκλησή του: όχι τυχαία πολλά από τα χιτ της κατηγορίας αγαπήθηκαν από φεμινίστριες ακόμα και όταν περιείχαν ιστορίες υποταγής και μαζοχισμού. Ακριβώς επειδή ήταν κείμενα προκλητικά, αναστάτωναν τον καθωσπρέπη αστό της εποχής της κυκλοφορίας τους κυρίως γιατί αυτός – κακά τα ψέματα – υπάκουε πάντα σε νόρμες που διάφοροι υποκριτές αρσενικοί (παππάδες ή πολιτικοί, δάσκαλοι ή μαθητάδες) όριζαν. Οι «Πενήντα αποχρώσεις του Γκρι», όπως και άλλα συναφή best seller σαν το «Γυμνή μπροστά σου» κτλ, δεν προκαλούν κανένα και τίποτα: άλλωστε η δυτική μας κοινωνία τα έχει δει και τα έχει κάνει όλα. Τι είναι τα μυθιστορήματα αυτά; Σε ορισμένες περιπτώσεις εγχειρίδια γυναικείων φαντασιώσεων – πονήματα που στην απλότητά τους κολακεύουν μοντέρνες γυναικείες ανομολόγητες θελήσεις για σκανδαλιές. Ενας 28χρονος ωραίος, δισεκατομμυριούχος, που δέρνει κιόλας είναι για το γυναικείο life style το είδος της φαντασίωσης που μια γυναίκα δεν θα ζήσει ποτέ: δε βρίσκεις εύκολα τέτοιους. Ωστόσο τα δισεκατομμύρια δεν έχουν σημασία: σημασία έχουν οι αδυναμίες και τα ελαττώματά του. Αυτά είναι για τις γυναίκες το ζητούμενο, κυρίως για να μπορούν να τα συζητούν με φίλες: όλες χαίρονται την φιλενάδα που εξιστορεί τις ηδονικές λεπτομέρειες της γνωριμίας της με τον γκόμενο. Ενίοτε και τις διαστροφές του.

Νέος έπος του Ομήρου

Νομίζω αυτό είναι κυρίως το μυστικό της εκδοτικής επιτυχίας των Αποχρώσεων: οι επίπεδες, αλλά πιπεράτες περιγραφές, και οι απολύτως ρηχοί διάλογοι. Οι γυναίκες, λέγεται, ερωτεύονται με τα αυτιά συνήθως – δηλαδή τους αρέσει να ακούνε. Δεν ερωτεύονται όμως μόνο: τη βρίσκουν κιόλας! Μια ολόκληρη γενιά έχει μεγαλώσει στα chat και στα facebook και έχει μάθει να ηδονίζεται διαβάζοντας, όσα η κυρία Τζέιμς γράφει. Όπως υπάρχουν οι χούλιγκαν του πληκτρολογίου, υπάρχουν και οι ξαναμένες, αυτές που ψάχνουν τον συνομιλητή στο chat, που θα τις τρελάνει. Αυτός ο συνομιλητής έχει τρελάνει χιλιάδες γυναίκες, (για να μην πω όλες τουλάχιστον για ένα βράδυ) και χρησιμοποιεί τις ίδιες προσταγές σαν τον κύριο Γκρι – είναι το ίδιο παραμυθένιος. Η κυρία Τζέιμς κατάλαβε ότι υπάρχει πλέον μια γενιά θηλυκών, που έχουν γνωρίσει ηδονές διαβάζοντας πρόστυχες παροτρύνσεις στην οθόνη του υπολογιστή: όχι τυχαία το βιβλίο πούλησε περισσότερο σαν Ε book και η γλώσσα του είναι η γλώσσα του Ιντερνετ. H κυρία Τζέιμς πούλησε ένα kinky chat, διάρκειας πολλών ωρών σε ένα κοινό που το περίμενε: αν με κάποιο τρόπο μπορούσαν να δοθούν συμβουλές, με κάποιου τύπου διάδραση, στην ηρωίδα Αναστάζια από όσες ηρωϊδες το διάβαζαν, οι πωλήσεις του θα ήταν ακόμα μεγαλύτερες. Κι αν ο Μίστερ Γκρι υποσχόταν ένα ραντεβού σε όποια το μάθαινε απέξω, το βιβλίο θα γινόταν κάτι σαν ένα νέο έπος του Ομήρου, με χιλιάδες σαλεμένες να το απαγγέλουν στις παραλίες ή στο κρεβάτι τους με τα μάτια κλειστά και δαγκώνοντας το κάτω χείλος τους.       
Αν οι μανάδες μας περίμεναν τον Μπάρκουλη, τα κορίτσια τους περιμένουν τον Γκρι. Μου ρχεται να πω «ξύλο που θέλουν» αλλά δεν το λέω γιατί τα αγαπάω…