Μια βραδιά, μια ελληνική καρδιά...

Μια βραδιά, μια ελληνική καρδιά...


Ο Μιλουντίνοφ ήταν τραυματίας και εκτός ομάδας. Ο Παπανικολάου κι ο Μπόγρης ανέλαβαν την ευθύνη να παίξουν οι ίδιοι: οι γιατροί είπαν «όχι». Ο Πρίντεζης τις τελευταίες είκοσι μέρες είναι ζήτημα να έκανε δυο κανονικές προπονήσεις. Πριν το δεύτερο ματς με την Ζακγκίρις πιστεύεις ότι είναι η ώρα να δώσουν κάτι οι ξένοι του Ολυμπιακού: να γίνουν, ελλείψει άλλων, όλοι πρωταγωνιστές για ένα βράδυ γιατί ειδικά στην επίθεση τα μαθηματικά δεν βγαίνουν. Μετά το ματς κοιτάζεις τα νούμερα και λες ότι ο Μακ Λιν έκανε τη δουλειά του – αλλά είναι πάλι μόνος. Ο καταπονημένος Στρέλνιεκς χάρισε στη ομάδα δυο ανάσες στο πρώτο ημίχρονο – μετά χάθηκε κι αυτός. Ο Τόμσον ήταν εκτός δωδεκάδας. Ο Γουίλτζερ πέρασε και δεν ακούμπησε. Ο Τιλί δεν κατάλαβες πότε έκανε τα πέντε του φάουλ. Ο Μπόμπι Μπράουν φορούσε άσπρη κορδέλα. Ο Ρόμπερτς είχε την τέλεια στατιστική: μηδέν σε όλα. Από την άλλη σε μια βραδιά που χρειαζόταν πίστη κι αυταπάρνηση, τι θα μπορούσαν να κάνουν όλοι αυτοί, πέρα από το να χειροκροτούν Ελληνες ήρωες; Οι άνθρωποι είναι απλά επαγγελματίες: το ματς με την Ζαλγκίρις ήταν για κομάντος.       

 

Απόδειξη ότι όλα γίνονται

Οσοι μιλάμε όλο το χρόνο για τους ξένους της ομάδας μπάσκετ του Ολυμπιακού το κάνουμε κυρίως γιατί σεβόμαστε τους Ελληνες παίκτες του: είναι κρίμα που μοιάζουν αβοήθητοι. Το ματς με την Ζαλγκίρις είναι μια παντοτινή απόδειξη για το γιατί ο κόσμος του Ολυμπιακού πρέπει να νοιώθει ευτυχής που όλους αυτούς τους ωραίους τύπους τους είδε να παίζουν μαζί. Ο Κώστας Παπανικολάου έπαιξε με ένα πόδι, σχεδόν κουτσαίνοντας. Ενας Θεός ξέρει γιατί ενώ ήταν ανέτοιμος, έπρεπε να παίξει 31 λεπτά στο ασήμαντο ματς με τον Πανιώνιο. Ενας άλλος θα έμενε στην άκρη του πάγκου και θα σκεφτόταν την καριέρα του - αλλά τι είναι η καριέρα αν σε αυτή δεν μπορείς να βάλεις δυο σελίδες ηρωϊσμού και αυταπάρνησης; Το τρίποντο στο ξεκίνημα του τέταρτου δεκαλέπτου μπροστά στα υψωμένα χέρια του σπουδαίου Ντέιβις είναι το σάλπισμα της νίκης – το σημάδι που το γήπεδο περιμένει για να πιστέψει ότι η πληγωμένη ομάδα θα καταθέσει την ψυχή της, γιατί κάτι άλλο δεν της έχει μείνει. Ακολουθεί ένα δεύτερο τρίποντο από τον Βαγγέλη Μάντζαρη που δεν κρύβεται από την ευθύνη ακόμα και στις βραδιές που τίποτα δεν του πάει καλά. Εχω πάντα σε εκτίμηση τους παίκτες που βλέπουν μόνο μπροστά, που διαγράφουν στο μυαλό τους οτιδήποτε έχει προηγηθεί χωρίς να αυτομαστιγώνονται, που δεν παίζουν για τα νούμερα της στατιστικής τους αλλά για την ομάδα, που σου δείχνουν σε κάθε κακή βραδιά τους ότι κερδίζουν τα λεπτά της συμμετοχής τους γιατί έχουν καρδιά. Στο τέταρτο κρίσιμο δεκάλεπτο, όταν όλα έχουν αρχίσει από την αρχή, ο Γιώργος Πρίντεζης ξεχνά τους πόνους και τα επτά σερί χαμένα του σουτ και ξαφνικά σεληνιάζεται. Ξεκολλάει την ομάδα στην επίθεση με πέντε πόντους προσωπικούς του, που κανένα σύστημα δεν προβλέπει, αλλά κυρίως κάνει θραύση στην άμυνα παίρνοντας όλα σχεδόν τα ριμπάουντ, σαν να είναι γεννημένος φορ. Ακολουθεί το κρεσέντο των τριών, ο Ιωάννης Παπαπέτρου, που πρώτα ταπώνει τον Ντέιβις που μοιάζει να θέλει πάλι να κερδίσει το ματς μόνος τους και μετά με ένα κάρφωμα γεμάτο ψυχή και χαρακτήρα γράφει τον επίλογο ενός ματς που ο Ολυμπιακός χρωστούσε στην ιστορία του. Ο κόσμος γκρινιάζει με τον Παπαπέτρου, που συχνά δείχνει ανώριμος και ανολοκλήρωτος και σε κάνει να φοβάσαι πως θα χαραμίσει τα τεράστια προσόντα του: ας το πάρουν απόφαση όλοι πως μερικά παιδιά είναι πολύ τυχερά και δεν μεγαλώνουν ποτέ και ας τον έχουν όλοι στον μυαλό τους σαν τον αιώνιο εικοσάχρονο – είναι ο μόνος τρόπος για να τον καταλάβουν και να τον αγαπάνε.

 

Η σκληράδα και η δραματικότητα του ματς επιτρέπουν ακόμα και στον Γιώργο Μπόγρη να είναι αυτή τη φορά χρήσιμος: όλοι καταλαβαίνουν ότι η παρουσία του στο παρκέ είναι ο τρόπος του για να πει ένα ευχαριστώ στον Ολυμπιακό που τον εμπιστεύθηκε και ότι δεν παίζει για να σκοράρει ή για να προσφέρει στην άμυνα αλλά για να αποδείξει ότι όλα γίνονται. Σε μια τέτοια βραδιά, όπου ο ηρωϊσμός μετρά περισσότερο από το πλάνο και η πίστη είναι συνώνυμο της ενέργειας δεν θα μπορούσε να μην είναι πρωταγωνιστής και ο Βασίλης Σπανούλης που ζει για να κερδίζει παράσημα στο πεδίο της μάχης.

Ειδικότητα στα restart

Ο Σπανούλης αρχίζει το ματς με τρεις λάθος επιλογές στα πρώτα πέντε λεπτά. Χάνει ακόμα και βολές – του λείπει ο Μιλουντίνοφ κι αυτό φαίνεται. Τον κυνηγάνε οι πάντες και τον σημαδεύουν στην άμυνα. Γνωρίζουν ότι έχει παίξει 37 λεπτά στο προηγούμενο ματς και ότι το τελείωσε παίζοντας μόνος –  ο Γιασκεβίτσιους και οι παίκτες του ποντάρουν ότι θα είναι κουρασμένος. Αλλά δεν μιλάμε για κάποιον τυχαίο. Το restart στη διάρκεια του ματς ήταν, είναι και θα είναι η μεγάλη του ειδικότητα: ενώ άλλος θα κατέρρεε από το βάρος της ευθύνης, ο Σπανούλης επιστρέφει, όπως οι σούπερ ήρωες. Σουτάρει και σκοράρει από τα οκτώ μέτρα, οργανώνει και μοιράζει ασίστ που είναι για ανθολογία, έχει στο τέλος, όταν όλα κρίνονται, την απόλυτη ψυχραιμία για να μαζέψει τους Λιθουανούς πάνω του και να δημιουργήσει για τους υπόλοιπους. Στα 24 λεπτά της παρουσίας του ο Ολυμπιακός δεν φοβάται τίποτα: ο Σπανούλης διαλύει το μυαλό των αντιπάλων – κάνει δηλαδή αυτό που κάνει πάντα στις μεγάλες βραδιές του. Νομίζεις πως ανάμεσα σε δεκάδες αντιπάλους βρήκε και κέρδισε και τον χειρότερο: τον χρόνο, που παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα δεν είναι ένας ψεύτης κανονικός, αλλά λέει μόνο αλήθειες.  

Μπορείς μόνο να πεις ευχαριστώ 

Ο Ολυμπιακός θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντέξει στο Κάουνας. Δεν είναι πρόβλημα μόνο οι απουσίες του και τα προβλήματα του, είναι και η μικρή προσφορά των πιο πολλών ξένων του, τα ασταμάτητα σκαμπανεβάσματα τους, η δυσκολία τους να καταλάβουν τον ρόλο τους – αν υποθέσουμε πως ένας τέτοιος υπάρχει. Αλλά για μια ακόμα χρονιά από τους Ελληνες παίκτες του Ολυμπιακού δεν μπορείς να ζητήσεις τίποτα παραπάνω: μπορείς να πεις μόνο ευχαριστώ που υπάρχουν. Γιατί χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχαν ιστορίες να διηγηθείς και βραδιές να συγκινηθείς βλέποντας την καρδιά τους. Γιατί χωρίς αυτούς, θα είχες μπροστά σου μια νορμάλ ομάδα, άλλες φορές καλή κι άλλες φορές μέτρια. Ενώ τώρα, στις πιο δύσκολες στιγμές της, το ξέρεις ότι έχεις ένα ραντεβού μαζί της για να δεις κάτι που κάθε φορά σου μοιάζει με θαύμα: ακόμα κι αν η ομάδα δεν κερδίσει, σου αρκεί ότι κάνει ό,τι μπορεί. Και σου θυμίζει ότι δεν σε προδίδει ποτέ.