Που είναι το "4-4-fucking-2";

Που είναι το   "4-4-fucking-2";


Δεν ξέρω τι συμβαίνει με τις δικές σας, αλλά στις δικές μου παρέες ξαφνικά φέτος αρχίσαμε να μιλάμε για την Εθνική Αγγλίας με κολακευτικά λόγια λίγο πολύ όλοι – πράγμα σπάνιο αφού με τους Αγγλους, την έπαρσή τους και την αδυναμία τους να κερδίσουν κάτι σημαντικό, συνήθως κάνουμε πλάκα. Αν ξαφνικά αρχίσαμε να τους παίρνουμε στα σοβαρά είναι γιατί φέτος όλα σχεδόν τα ωραία και τα ποδοσφαιρικά αγαπησιάρικα μας ήρθαν από το νησί τους.

Και εγένετω το θαύμα της Λέστερ

Πρώτα από όλα η ιστορία της Λέστερ. Σε μια χρονιά που ο κανόνας στην Ευρώπη είναι πρωταθλητές να βγαίνουν οι πληρέστεροι, οι ακριβότεροι και οι ποιοτικότεροι (όχι τυχαία σε όλα σχεδόν τα μεγάλα πρωταθλήματα φέτος γίνανε νταμπλ – Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Πορτογαλία) οι Αγγλοι μας παρουσίασαν, ως δική τους θριαμβεύτρια, μια ομάδα – έκπληξη. Η Λέστερ και η απρόσμενη επιτυχία της έκανε πολύ κόσμο να αναπνεύσει από ανακούφιση: είναι μια ωραία απόδειξη ότι τα όνειρα γίνονται πραγματικότητα έστω κι αν η επιτυχία της είναι η απόλυτη εξαίρεση στην πραγματικότητα του καιρού μας. Το κύμα θαυμασμού για το αγγλικό ποδόσφαιρο το φούσκωσαν κι άλλες βρετανικές εφετινές ιστορίες: τα κατορθώματα του Βάρντι, αλλά και του Χάρι Κέιν, οι δυσκολίες του Φαν Γκααλ, που γιγάντωσαν στη Μάν Γιου τη νοσταλγία για το Σερ Αλεξ, η καλή πορεία της ακόμα πρωτάρας Σίτι στο Τσάμπιονς λιγκ, η μαγική ανατροπή της Λίβερπουλ κόντρα στην Μπορούσια στον προημιτελικό του Γιουρόπα, η καθιέρωση του πιτσιρίκου Ράσφορντ στη Μαν Γιου - όλα αυτά είναι πολύ βρετανικά σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης και ήρθαν να μας θυμίσουν ότι η Πρέμιερ λιγκ δεν είναι μόνο ιλουστρασιόν, αλλά προσφέρει και γενναίες δόσεις ποδοσφαιρικής συγκίνησης. Τον ούριο άνεμο στα πανιά της Εθνικής Αγγλίας, ωστόσο, τον προκαλούσαν κυρίως τα αποτελέσματα της ομάδας του Ρόι Χότσον, που έφτασε στη Γαλλία με δέκα σερί νίκες στα προκριματικά: δεν το χε ξανακάνει ποτέ – άλλωστε η Αγγλία οκτώ συμμετοχές σε τελικές φάσεις έχει όλες κι όλες.

 

Εμείς περιμέναμε αλλά…

Ο κόσμος πριν αρχίσει το τουρνουά έβλεπε τους Αγγλους πολύ σοβαρούς (αφού κράτησαν τον προπονητή παρά την αποτυχία στο μουντιάλ του 2014), φρέσκους (αφού κατέβασαν στη Γαλλία την ομάδα με το μικρότερο μέσο όρο ηλικίας), φιλόδοξους (αφού είναι ώρα να κερδίσουν κάτι). Κυρίως οι ουδέτεροι κι όσοι δεν τους παίρνουν στα σοβαρά, χαίρονταν αυτή τη φορά την βρετανικότητα τους, ανυπομονούσαν να δουν μια Αγγλία να παίζει το 4- 4- fucking-2,με Χάρι Κέιν και Βάρντι – για να θυμηθούμε και την κλασσική ανάγνωση σύνθεσης του Μάικ Μπάσετ. Μόνο που αυτά που βλέπει ο υπόλοιπος κόσμος  αμφιβάλω κατά πόσο τα βλέπουν στο νησί. Κι επίσης είμαι βέβαιος πως στο νησί υπάρχει πολύ μικρότερος θαυμασμός για τη βρετανικότητα από αυτόν που εμείς νοιώθουμε και πολύ μικρότερη εμπιστοσύνη στις ικανότητες της ομάδας από αυτή που θα πρεπε.

 Λένε ότι οι Αγγλοι αγαπάνε το δράμα και την αποτυχία στις μεγάλες διοργανώσεις την περιμένουν, ώστε να μπορέσουν να στήσουν δικαστήρια για ενόχους. Πιο πολύ από το δράμα, η εντύπωσή μου είναι ότι στον καιρό του Internet οι Αγγλοι ανακάλυψαν την ποδοσφαιροκουβέντα μεταφέροντας στα Social Media τους προβληματισμούς της παμπ. Αν παλιότερα οι ομάδες τους αποδεικνύονταν κατώτερες των προσδοκιών τους στα μεγάλα τουρνουά, (συνήθως γιατί απλά ήταν χειρότερες από αυτό που οι ίδιοι πίστευαν), σήμερα η Εθνική Αγγλίας είναι όμηρος απερίγραπτα διαβρωτικών συζητήσεων. Για χρόνια οι Αγγλοι συζητούσαν για προπονητές ανίκανους να βοηθήσουν τους Τζέραρντ και Λάμπαρντ να συνυπάρξουν: σήμερα συζητάνε αν χωράνε ο Ρούνεϊ, ο Βάρντι και ο Κέιν. Συζητάνε ακόμα για την έλλειψη μιας ηγετικής προσωπικότητας σε άμυνα και μεσαία γραμμή, αμφιβάλουν για την επάρκεια του προπονητή τους, προβληματίζονται ακόμα και για το αν η ομάδα τους μπορεί να κερδίσει τον οποιοδήποτε, αντιμετωπίζοντας την σχεδόν ως προβληματική.

Αυτομαστίγωμα για το τίποτα

Η Αγγλία είναι η μόνη χώρα που ξέρω, όπου έγινε εκδοτική επιτυχία, ένα βιβλίο με τον τίτλο «500 λόγοι που η Εθνική Αγγλίας δεν θα κερδίσει ποτέ τίποτα» – ή κάτι τέτοιο. Όταν μια ομάδα πριν από κάθε τελικά διοργάνωσης περνά διαδικασίες αυτομαστιγώματος, μόνο και μόνο γιατί δεν έχει κερδίσει τίτλους, πώς να σηκώσει κεφάλι; Κάθε συμμετοχή σε τελική φάση είναι απερίγραπτα δύσκολα διαχειρίσιμη γιατί ο θόρυβος (και οι συζητήσεις…) που συνοδεύουν την ομάδα είναι κάτι σαν την πέτρα του Σίσυφου: ακόμα και να την σηκώσεις είναι δύσκολο να την κουβαλήσεις. Δείτε την αντιμετώπιση των Αγγλων από τους γνωστότερους έλληνες φίλους τους: όλοι συζητάνε για το Χόγκσον, (όπως παλιότερα για τον Ερικσον, τον Μακ Λάρεν, τον Καπελο κτλ), σαν ο άνθρωπος να είναι ανύπαρκτος και να πήρε τη θέση με μέσο. Η ιστορία της pop κουλτούρας διδάσκει ότι οι Αγγλοι μπορούν εύκολα να σε βάλουν στα δικά τους τριπάκια – βρίσκουν ακόλουθους και στη μουσική τους και στο σινεμά τους και στο ποδόσφαιρό τους και στην παραφιλολογία του.

Καλά ξεμπερδέματα τώρα

Η εμφάνιση κόντρα στους Ρώσους δεν ήταν σούπερ, όμως οι Αγγλοι ήταν καλύτεροι κι έπρεπε να κερδίσουν. Συνέβη για αυτούς το χειρότερο και το χειρότερο δεν είναι ότι δεν κέρδισαν την άχρωμη ομάδα του Σλούτσκι, αλλά ότι ισοφαρίστηκαν με ένα τρόπο που θα βάλει στο τραπέζι νέες συζητήσεις, δηλαδή νέο αυτομαστίγωμα. Οι Αγγλοι και αγγλόφιλοι θα συζητάνε γιατί δεν έγινε τρίτη αλλαγή, γιατί δεν μπήκε ο Βάρντι, γιατί χτυπούσε τα κόρνερ ο Χάρι Κέιν, γιατί βγήκε ο Ρούνεϊ ή γιατί δεν βγήκε πιο νωρίς, γιατί παίζει τέρμα ο Χαρτ, γιατί, γιατί, γιατί. Και η Αγγλία θα πάει στο επόμενο ματς ακόμα πιο στρεσαρισμένη – το ότι βρίσκεται σήμερα πίσω από την Ουαλία είναι λόγος γέλιου, αν όχι και πένθους.

Δεν είναι η καλύτερη ομάδα του κόσμου η Αγγλία, αλλά είναι μια καλή ομάδα. Εχει ειδικά μεσοεπιθετικά πολλές λύσεις και μπορεί να διακριθεί: χρειάζεται απλά να το πιστέψουν οι παίκτες της. Αλλά με τόση φασαρία ποιος να το πει και ποιος θα τον ακούσει…