Για τα πανηγύρια...

Για τα πανηγύρια...


Προκαλεί σε όλη την Ευρώπη συζήτηση μεγάλη η νίκη των Γάλλων με το Γιβραλτάρ με 14-0. Υπάρχουν πολλοί που ισχυρίζονται ότι οι Γάλλοι έπρεπε να σταματήσουν, διότι ο αντίπαλος έπαιζε με δέκα παίκτες κι άλλοι, περισσότεροι, που πιστεύουν πως στο ποδόσφαιρο υπάρχει και πρέπει να είναι σεβαστό ένα κάποιο fair play: μια αδύναμη ομάδα, λένε, που παίζει με δέκα παίκτες από νωρίς δεν υπάρχει λόγος να την διαλύσεις. Θα σας πω την γνώμη μου αλλά και μια παλιά ιστορία μου θύμισε αυτή η διαφωνία.   

Στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο για το αν πρέπει ή όχι να σταματά μια ομάδα και να μην διασύρει τον αντίπαλό της υπάρχουν δυο σχολές σκέψεις. Τη μία την πρεσβεύουν οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί και οι Αγγλοι, αλλά την ασπάζονται και ομάδες όπως η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μπαρτσελόνα. Με βάση τη λογική όλων αυτών μια ομάδα δεν πρέπει να σταματά ποτέ να φορτώνει ένα αντίπαλο με γκολ όσο αδύναμος και να είναι αυτός. Το «φρενάρισμα» στη λογική όλων αυτών μαρτυρά μια έλλειψη σεβασμού: οφείλεις, λένε, να δείξεις στον αντίπαλο όλες του τις αδυναμίες.

Οι Ιταλοί, οι Πορτογάλοι, αλλά και οι Ανατολικοευρωπαίοι, πλην σπανίων εξαιρέσεων, έχουν άλλη λογική: λένε ότι είναι καλύτερο να σέβεσαι τον αντίπαλο και να μην υπερβάλεις. Σε μια βιογραφία του Λομπανόφσκι που έχει κυκλοφορήσει πριν χρόνια και της οποίας η αυθεντικότητα αμφισβητείται, ο κόουτς γράφει ότι το 1986 έκανε λάθος όταν επέτρεψε στους παίκτες της Σοβιετικής Ενωσης να βάλουν έξι γκολ στην Ουγγαρία στο μουντιάλ του Μεξικού. Πιστεύει ότι εκείνη η εμφάνιση έκανε τους παίκτες του να αντιμετωπίσουν το Βέλγιο στο επόμενο ματς χωρίς μυαλό και το πλήρωσαν: ο προφήτης του επιθετικού ποδοσφαίρου Βαλερί δεν ενστερνίζεται την ανάλυση των κομμουνιστών της εποχής που έλεγαν ότι η FIFA απέκλεισε την «σοβιετική αρκούδα» τρομάζοντας από όσα είδε στο ματς με τους Ούγγρους. Όμως η ωραιότερη ιστορία έλλειψης σεβασμού που πληρώθηκε έρχεται από την Ιταλία.

Μια ομάδα καταπληκτική  

Το 1995 η Λάτσιο είχε μια σπουδαία ομάδα που με προπονητή τον Ζντένεκ Ζέμαν είχε πετύχει 100 γκολ στο σύνολο των ματς που έδωσε στις διοργανώσεις που πήρε μέρος – πράγμα εκείνα τα χρόνια απίθανο για ιταλική ομάδα, που μάλιστα δεν κέρδισε και το πρωτάθλημα. Στις 5 Μαρτίου εκείνης της σεζόν η Λάτσιο υποδέχτηκε την Φιορεντίνα στο Ολίμπικο. Η Φιορεντίνα είχε μια καλή ομάδα, με αρχηγό τον γερόλυκο Ντι Μάουρο και αστέρια τον τερματοφύλακα Τόλντο, τον Πορτογάλο οργανωτή Ρουί Κόστα και τον μόνιμο σκόρερ Γκάμπριελ Μπατιστούτα. Αλλά η Λάτσιο είχε τον Μπόκσιτς, τον Αρον Βίντερ, τον Σινιόρι και τον Καζιράγκι και κυρίως ένα καταπληκτικά οργανωμένο επιθετικό παιγνίδι. Στο ημίχρονο προηγήθηκε με 3-0, αλλά κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί το υπερθέαμα που θα ακολουθούσε. Πατώντας τέρμα το γκάζι η Λάτσιο έβαλε άλλα πέντε γκολ στο δεύτερο ημίχρονο: το τελευταίο ο Καζιράγκι με πέναλτι στις καθυστερήσεις. Οι Βιόλα είχαν αντιδράσει και είχαν μειώσει με τον Μπατιστούτα σε 5-2 κάποια στιγμή, αλλά στο τέλος κατέρρευσαν: το τελικό 8-2 παραμένει η πιο μεγάλη ήττα στην ιστορία τους.

Ο καλός Γκρέτζιο

Είχα την τύχη να δω αυτό το επιθετικό υπερθέαμα από τα δημοσιογραφικά του Ολίμπικο καθισμένος δίπλα σε ένα σοφό Ιταλό δημοσιογράφο, τον μακαρίτη πλέον Ετσιο Γκρέτζιο. Ο Ετσιο δεν έμοιαζε ούτε με τον Γκάσμαν, ούτε με τον Μαστρογιάννι, ούτε καν με τον Αλμπέρτο Σόρντι, που δεν ήταν κούκλος, αλλά γοητευτικός. Ο Ετσιο γοητεία δεν είχε, αλλά αγαπούσε τη Λάτσιο κι ήξερε ποδόσφαιρο: μπορεί να του φαινόταν αδύνατο να προφέρει το όνομα Καντσέλκις και ίσως  η μόνη λέξη που ήξερε στα αγγλικά να ήταν το «φουτμπόλ», αλλά τα μάτια του είχαν δει πολλά. Όταν ο Καζιράγκι πέτυχε το όγδοο γκολ στις καθυστερήσεις τον θυμάμαι να φωνάζει «vergonia vergonia» δηλαδή «ντροπή». Και κοιτούσα να δω αν κάποιος από τους μεγάλους της ιταλικής κωμωδίας  είχε στήσει κάπου κάμερες.  

https://www.dieci10.gr/wp-content/uploads/2022/11/459450736.0.jpg

Θυμάμαι του είχα δώσει ένα ποτήρι νερό για να τον ηρεμήσω, αλλά ήταν αδύνατο. «Όλα αυτά κάνουν μόνο κακό στο ποδόσφαιρο» μου είπε. «Αυτές οι υπερβολές θα πληρωθούν κάποια μέρα πολύ ακριβά. Και να πας στη συνέντευξη Τύπου να πεις στο Ζέμαν ότι αυτό είναι έλλειψη σοβαρότητας» μου χε πει αναψοκοκκινισμένος.

Τρία χρόνια αργότερα τον θυμήθηκα. Η Λάτσιο πήγε προ τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος να παίξει στη Φλωρεντία. Έψαχνε μια νίκη για να γιορτάσει το δεύτερο πρωτάθλημα της ιστορίας της. Η Φιορεντίνα αγωνίστηκε με σπάνιο πάθος, αν και εντελώς αδιάφορη. Το τελικό 1-1 έδωσε στη Μίλαν τη δυνατότητα να προσπεράσει τους Ρωμαίους, και μια νίκη της μια εβδομάδα μετά στην Περούτζια της έδωσε το πρωτάθλημα. Στο Αρτέμιο Φράνκι, λίγα λεπτά πριν το τέλος του ματς, και ενώ η Λάτσιο άφηνε ένα σκουντέτο που έμοιαζε να έχει ραμμένο στη φανέλα της, στην εξέδρα βγήκε ένα μεγάλο πανό. Που έγραφε ότι ποτέ κανένας δεν ξέχασε τα οκτώ γκολ του 1995.

https://www.sport24.gr/img/5225/9866822/317000/we1200/1200/deschamps.jpg

Όφειλε να το γνωρίζει

Το ποδόσφαιρο είναι ένα παράξενο σπορ που μεγάλωσε χάρη σε βεντέτες, σχέδια και όρκους εκδίκησης.  Ο χαμένος υποφέρει. Πάντα σκεφτόμουν ότι κατά βάθος ο γέρο Ετσιο είχε δίκιο: πρέπει τον χαμένο να τον αφήνεις με τον πόνο του κι όχι να σβήνεις τσιγάρα στις πληγές του. Όμως από την άλλη τι θα ήταν το ποδόσφαιρο χωρίς τα ρεκόρ των ομάδων, χωρίς τις υπερβολές της μιας βραδιάς, χωρίς αποτελέσματα που σε βάζουν στην ιστορία έστω κι αν η ιστορία αποτελεί μια αλαζονική πράξη; Από τότε που υπάρχει το ποδόσφαιρο υπάρχουν επιδείξεις δύναμης και συντριβές. Κατά την γνώμη μου δεν είναι πρόβλημα το 14-0 γιατί δεν άλλαξε τίποτα στη βαθμολογία: πρόβλημα θα υπήρχε αν με αυτό το σκορ, κι εξαιτίας της αδιαφορίας των ηττημένων να παίξουν στοιχειωδώς της προκοπής, έβγαινε χαμένος ένας τρίτος, που αποκλειόταν στη διαφορά τερμάτων πχ. Συνέβη το 1983, σε ένα ματς της Ισπανίας με την Μάλτα, για τα προκριματικά του Euro1984: οι Σπανιόλοι έβαλαν 12 γκολ στο τελευταίο ματς της φάσης των ομίλων και την πλήρωσαν οι Ολλανδοί! Και πολύ χάρηκα που οι Γάλλοι εκείνο το «κατόρθωμα» των Ισπανών το σβήσανε. Κι ας μου φανήκανε και οι Γάλλοι το Σάββατο, κυριολεκτικά και μεταφορικά, λίγο για τα πανηγύρια. 

Ευκαιρίες και χαμένες ευκαιρίες

Εγραφα ότι οι Αγγλοι, οι Γερμανοί, οι Ισπανοί, οι Μπαρτσελόνες και οι Ρεάλ τους δεν σταματάνε, πλην εξαιρέσεων. Το Σάββατο όλη η Ευρώπη έμαθε πως δεν σταματάνε και οι Γάλλοι. Το Γιβραλτάρ το γνώρισε με το χειρότερο τρόπο. Αλλά αν θες να παίζεις με τους μεγάλους, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να χτυπήσεις.

Θα σας πω, όχι τι είναι πρέπων και τι δεν είναι, αλλά τι ακριβώς συμβαίνει. Στο ποδόσφαιρο δεν ισχύει ποτέ το «δεν κάνεις ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν»: ισχύει το «κάνεις ό,τι μπορείς, αν δεν φοβάσαι πως θα σου συμβεί κι εσένα». Για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω πως οι Γάλλοι θα έβαζαν 14 γκολ στους Γερμανούς πχ, αν τους έβρισκαν για κάποιο παράξενο λόγο σε συνθήκες διάλυσης: πιθανότατα θα σταματούσαν. Σε αυτές τις περιπτώσεις όποιος σταματά, λέει ότι το κάνει από σεβασμό στον μεγάλο αντίπαλο – στην πραγματικότητα σταματά γιατί ξέρει ότι μπορεί αυτός που θα συνθλίψει, να σηκωθεί μετά από ένα καιρό και να τον κατασπαράξει. Ο περίφημος «σεβασμός» δεν είναι τίποτα από δημιουργία ενός καλού και χρήσιμου προηγούμενου. Με το Γιβραλτάρ, τι και ποιον να φοβηθούν οι Γάλλοι; Είχαν μια ευκαιρία να κάνουν ένα ρεκόρ και το έκαναν. Και η ιστορία του ποδοσφαίρου καλώς ή κακώς γράφεται και με ρεκόρ. Κι όποιος δεν το καταλαβαίνει είναι γιατί ευκαιρία για ρεκόρ ο ίδιος δεν έχει ποτέ του…