Το γλυκό και το πικρό τέλος

Το γλυκό και το πικρό τέλος


H τελευταία επίθεση του ΠΑΟ στο ματς με την Μονακό είναι υποδειγματική. Αν την δει κανείς θα νόμιζε ότι είναι ένα σχήμα του Αταμάν δουλεμένο εκατό χιλιάδες φορές στην προπόνηση. Ο Σλούκας και ο Ναν ανοίγονται, όχι για να πάρουν την μπάλα, αλλά για να δημιουργηθεί χώρος για τον Μήτογλου. Αυτός είναι που πρέπει να βρεθεί με τη μπάλα σε θέση που να μπορεί να σουτάρει: ο Παναθηναϊκός ψάχνει αρχικά ένα δίποντο. Ο Γκριγκόνις στο μεταξύ έχει γλιστρήσει από τα σκριν τόσο όσο για να ξεμαρκαριστεί κι ο Μήτογλου μοιάζει να το ξέρει και τον ψάχνει: το σουτ μπορεί να μπει, όπως κι έγινε, αλλά θα μπορούσε και να μην έχει μπει – σημασία έχει ότι όλο μοιάζει προσχεδιασμένο όπως μια ειδική κατάσταση επιβάλει. Όλα πρέπει να γίνουν μέσα σε 2,5 δευτερόλεπτα και να γίνουν σωστά. Γίνονται τόσο σωστά που το πράγμα σε πείθει ότι είναι προβαρισμένο. Και σε αυτό το σημείο έρχεται ο Αταμάν και σε αφήνει άφωνο με την ειλικρίνεια του.

Η ειλικρίνεια του Αταμάν

«Ξέρουμε πως η Μονακό ήταν επικεντρωμένη στο μαρκάρισμα του Ναν και του Σλούκα στο τέλος, οπότε χρειαζόμασταν κάτι διαφορετικό. Σχεδίασα να πάρει την μπάλα ο Μήτογλου, αλλά ήταν πολύ έξυπνος και βρήκε τον Γκριγκόνις και έτσι πήραμε ένα πολύ σωστό σουτ. Σχεδιάσαμε με αυτόν τον τρόπο το play, γιατί ξέραμε πως θα ήταν όλοι πάνω στον Ναν και τον Σλούκα» εξηγεί. Κι αυτό που σου μοιάζει προσχεδιασμένο, αποδεικνύεται ότι είναι κάτι σημαντικότερο: συνέπεια του γεγονότος ότι ο ΠΑΟ έχει στην τελευταία φάση τέσσερις παίκτες στο παρκέ που μετά την επαναφορά μπορεί να σκοράρουν, λέγονται Μήτογλου, Ναν, Σλούκας και φυσικά Γκριγκόνις. Ο Μήτογλου διαλέγει αυτόν που έχει κάνει την πιο σωστή κίνηση, όχι εκτελώντας μια οδηγία του δογματικού προπονητή του, αλλά επιλέγοντας τον συμπαίκτη που έχει στο δευτερόλεπτο πάρει την καλύτερη θέση για να σουτάρει. Γιατί αυτό είναι το μπάσκετ. Όλα τα άλλα είναι να χαμε να λέγαμε και να γράφαμε για να πείσουμε τον κόσμο ότι υπάρχει μια ανώτερη δύναμη που κινεί τα πάντα: δυστυχώς τέτοιες θεότητες δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο παίκτες, που αν ξέρεις να τους διαλέγεις, να τους χρησιμοποιείς και να τους σέβεσαι θα σε βοηθήσουν να πάρεις ειδικά τέτοια παιγνίδια.

https://www.apexsports.gr/wp-content/uploads/2023/12/6065972.jpg

Ο παλιός κι ο νέος Γκριγκόνις

Ο Γκριγκόνις, ο ήρωας της πρώτης μεγάλης εκτός έδρας νίκης του ΠΑΟ, είναι τέτοια περίπτωση: παίκτης που χρειάζεται να νοιώθει εμπιστοσύνη. Πέρυσι η χρονιά του ήταν στην Ευρωλίγκα τραγική. Ενας τόσο χαρισματικός σουτέρ έχει γίνει διψήφιος μόλις 8 φορές, ενώ σε τέσσερα ματς δεν έχει βάλει σουτ και σε εννιά δεν έχει ξεπεράσει τους πέντε πόντους: απίστευτα πράγματα. Είχε ξεχάσει το μπάσκετ; Οχι φυσικά. Απλά είχε χαθεί σε ένα Παναθηναϊκό χωρίς σειρά και προσπαθούσε να καταλάβει που βρίσκεται και τι ήθελαν όλοι αυτοί που τον ταλαιπωρούσαν. Αν δεν είχε έρθει ο Αταμάν στον ΠΑΟ, θα είχε φύγει. Αλλά ο Αταμάν δεν θα άφηνε ποτέ να φύγει από μια ομάδα του ένας παίκτης με τέτοια σουτ, διότι για τον Αταμάν αυτό πρώτα από όλα είναι το μπάσκετ: όποιος προσφέρει πόντους στον κοινό κουμπαρά της ομάδας είναι πολύτιμος – όλα τα άλλα βρίσκονται.

Οι 35 του φινάλε

Γελάω πραγματικά από την αρχή της σεζόν με όσους κρίνουν τον πανέξυπνο Τούρκο με κριτήρια ελληνικά: έχουν πάρει διαζύγιο από την επικαιρότητα του μπάσκετ και θεωρούν μοντέρνα πράγματα που ήταν σημαντικά δεκαετίες πριν. Ο ΠΑΟ έφτασε στη νίκη του στο Μονακό με 91 πόντους, δηλαδή με όσους το βράδυ απαιτούσε. Αν τους είχε βάλει και με την Εφές θα είχε μια νίκη παραπάνω. Αυτή του λείπει γιατί στην Πόλη παρασύρθηκε και νόμιζε πως θα πάρει το ματς από την άμυνα. Καλή και χρήσιμη είναι η άμυνα, αλλά όταν απέναντί σου έχεις επιθετικές μηχανές όπως η Μονακό πρέπει να μπορείς και να τις κερδίσεις και στο τέμπο τους. Χθες η Μονακό έχει πέντε παίκτες που έχουν πετύχει πάνω 10 πόντους. Εχει πάρει διαφορές στριμώχνοντας τον ΠΑΟ στα σχοινιά. Αλλά ο ΠΑΟ μένει ζωντανός και για να χτυπήσει στο τέλος με τον Γκριγκόνις, έχει βάλει 35 πόντους στο τελευταίο δεκάλεπτο, πράγμα σημαντικότερο από το τελευταίο σουτ. Το κάνει γιατί έχει και παίκτες να το κάνουν και νοοτροπία. Δείτε το τελευταίο τρίλεπτο ξανά. Εκεί που η Μονακό έχει Οκόμπο ο ΠΑΟ έχει Ναν. Εκεί που ο Τζέιμς παίρνει τρεις βολές με την πονηριά του, ο Σλούκας απαντά με 5 πόντους στο τελευταίο ενάμισι λεπτό – τους έχει από τότε που άρχισε να παίζει μπάσκετ. Εκεί που ο Μοντεγιούνας πάει να γίνει παράγοντας νίκης, εμφανίζεται ο Λε Σορ. Και στο τέλος έρχεται ο Γκριγκόνις. Που το σουτ αυτό το έχει γιατί όπως ο Αταμάν εξηγεί, η Μονακό φοβάται τους συμπαίκτες του.

https://cdn.pagenews.gr/wp-content/uploads/2023/12/bartzokas-3-768x507.jpg

Χάνει κι όταν κερδίζει

Αυτή είναι η λεπτή διαφορά του ΠΑΟ από τον Ολυμπιακό που χάνει την Τρίτη στο βράδυ στην Μπολόνια ένα ματς που μοιάζει να το έχει κερδίσει όχι μια, αλλά δυο φορές. Το έχει κερδίσει στο πρώτο ημίχρονο, όταν βγάζει εκτός παιγνιδιού όλους τους παίκτες που τραβάνε την Βίρτους από την αρχή της χρονιάς: ο Σενγκέλια δεν βλέπει το καλάθι, ο Μπελινέλι έχει καταϊδροκοπήσει μετά από 5 λεπτά, ο Λούντμπεργκ περισσότερο τρακάρει παρά παίζει κι ο Χάκετ έχει τρία φάουλ. Ο Ολυμπιακός το ξανακερδίζει το παιγνίδι και στο δεύτερο ημίχρονο, όταν απαντάει στην αρχική πίεση των γηπεδούχων και με τα σουτ του Κάναν και το νταϊλίκι των ψηλών του πάει το ματς στη λήξη του τρίτου δεκαλέπτου με το μοναδικό καλάθι του Γκος στο +10. Γιατί χάνει ένα ματς που έχει κερδίσει. Γιατί επιθετικά δεν φοβίζει.

Μπορεί να γίνουν διάφορες εύκολες επισημάνσεις – να πει πχ κανείς ότι ο Ολυμπιακός πλήρωσε την κακή επιθετικά βραδιά του Γουόκαπ και την αστοχία του Πίτερς, που δικαιούται κι αυτός ένα βράδυ να χάσει δυο σουτ αμαρκάριστος. Μπορεί επίσης να επισημάνει κάποιος ότι αυτό είναι το τρίτο ματς που η αντίπαλη άμυνα προσαρμόζεται στον Κάναν και τον κρατά κάτω από τους δέκα πόντους, γεγονός που στον εφετινό Ολυμπιακό είναι μεγάλο πρόβλημα. Η μπορεί να επισημάνει κάποιος ότι ο Γκος είναι ακόμα εκτός ρυθμού αγώνων – όλα μπορεί κάποιος να τα πει κι όλα μπορεί να ισχύουν. Αλλά υπάρχει ένα δεδομένο που μαρτυρά το πρόβλημα: οι αριθμοί που στο μπάσκετ δεν λένε ψέματα.

Τι λένε οι αριθμοί  

Μετρήστε τους μέσους όρους των πόντων που έχουν οι παίκτες του Ολυμπιακού και θα δείτε ποιο είναι το πρόβλημα. Κανείς μα κανείς δεν είναι σταθερός σκόρερ: όχι φέτος, στην καριέρα του ολόκληρη. Μπορεί να βρεις αποσπασματικά ματς που όλοι έχουν καλές επιθετικές βραδιές, πράγμα που μαρτυρά και δυνατότητες. Αλλά αυτό είναι κάτι άλλο και σίγουρα δεν μετρά στο τέλος των παιγνιδιών: η πεντάδα που υπάρχει στο τέλος των ματς του Ολυμπιακού δεν είναι απλά μια πεντάδα που δεν έχει ένα σκόρερ να κλείσει το ματς, αλλά είναι μια πεντάδα που δεν φοβάται κανένας. Κάπως έτσι ο Ολυμπιακός καταλήγει να ψάχνει πόντους είτε από τα σχεδιάκια του Μπαρτζώκα (που είναι ανταποδοτικά γιατί στο τέλος η μπάλα καίει), είτε από γενναιόψυχες προσπάθειες του Λαρεντζάκη ή όποιου άλλου που προσπαθεί να γίνει ο ήρωας της βραδιάς γιατί δεν φοβάται να γίνει ο μοιραίος. Ο Ολυμπιακός έχει κάκιστα φινάλε αγώνων (είτε χάνει, είτε κερδίζει – δείτε τι έχει κάνει στα ματς που πήγε στην παράταση, με τον ΠΑΟ ή την Παρτιζάν πχ) γιατί δεν τον φοβούνται. Το θόλωμά του έχει να κάνει με το ό,τι όποιος παίζει, ψάχνει να βρει αυτούς που φύγανε το καλοκαίρι χωρίς δυστυχώς να αντικατασταθούν με παίκτες ανάλογης κλάσης και προσωπικότητας.

Γιατί παρά το μεγάλο αυτό πρόβλημα δεν τον ξεγράφει κανένας τον Ολυμπιακό; Γιατί εκτός από τα 3 τελευταία λεπτά, ευτυχώς για αυτόν υπάρχουν και τα προηγούμενα 37. Ο Ολυμπιακός από την Μπολόνια έχασε γιατί στο ημίχρονο πχ ήταν μόνο 12 πόντους μπροστά: με βάση την απόδοσή του έπρεπε να είναι 20. Αν ανεβάσει την απόδοσή του, ώστε να μπαίνει στο φινάλε με διαφορές (όπως έκανε πχ με την Μπάγερν ή τον Ερυθρό Αστέρα) μπορεί να κερδίζει και το ενδιαφέρον είναι ότι μπορεί να το κάνει. Αν αθροίσει κάποιες νίκες και η πίεση του φινάλε θα γίνει μικρότερη. Αλλιώς θα τον πάρει η κατηφόρα, όχι γιατί είναι άτυχος, αλλά γιατί θα αποδειχτεί πως το στοίχημα που έχει βάλει ο προπονητής του φέτος είναι από αυτά που δεν κερδίζονται.