Όταν το ματς της Λίβερπουλ με την Παρί που γινόταν στο Ανφιλντ για τους 16 του Τσάμπιονς λιγκ οδηγήθηκε στην διαδικασία των πέναλτι σκεφτόμουν πως αν οι πρωταθλητές Γαλλίας αποκλειστούν θα πρέπει να ζητήσουν να μην ξαναπαίξουν στην διοργάνωση. Το να κάνεις ένα σχεδόν άψογο ματς κόντρα στην Λίβερπουλ και να χάσεις, όπως συνέβη στο πρώτο μεταξύ τους ματς στο Παρκ Ντε Πρενς, μπορεί να συμβεί. Το να κάνεις ένα δεύτερο σχεδόν άψογο ματς απέναντι στον ίδιο αντίπαλο και να αποκλειστείς είναι σπάνιο. Να χάσεις στην διαδικασία των πέναλτι όταν έχεις τον Ντοναρούμα τερματοφύλακα, που στο νησί κέρδισε το Euro με την Ιταλία αποκρούοντας τα πέναλτι των γηπεδούχων Άγγλων, είναι λόγος να διώξεις τον καλό σου προπονητή και να προσλάβεις εξορκιστή. Αλλά η Παρί προκρίθηκε. Και είναι πάντα ωραίο να διαπιστώνεις πως ακόμα και στο ποδόσφαιρο, όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο, μοιάζει δεδομένο ο καλύτερος να δικαιώνεται.
Δυο φορές όλα άψογα
Η Παρί έσβησε όλα όσα είχαν συμβεί στο πρώτο ματς χάρη στο γκολ του Ντεμπελέ μόλις στο 12΄. Ο πιο φορμαρισμένος παίκτης της την έβαλε μπροστά στο σκορ εκμεταλλευόμενος μια μάλλον κακή αντίδραση του καταπληκτικού στο πρώτο ματς τερματοφύλακα Αλισον. Όχι ότι ο Βραζιλιάνος ήταν κακός χθες: αν η Παρί δεν βρήκε δεύτερο γκολ και στο πρώτο ημίχρονο, αλλά και στο τέλος της παράτασης όταν έδειχνε πιο φρέσκια και με μεγαλύτερη θέληση, οφείλεται σε αυτόν – οι επεμβάσεις του σε προσπάθειες του Μπαρκολά, του Κβαρασκέλια και του Ντεμπελέ το τέλος υπήρξαν σπουδαίες. Η Παρί ήταν και πάλι καλύτερη – αυτή την φορά όχι σαρωτικά καλύτερη όπως στο πρώτο ματς, αλλά σίγουρα καλύτερη στα σημεία. Βρήκε το κουράγιο να επιτεθεί από την αρχή μέσα στο Ανφιλντ. Είχε τους Κβαρατσκέλια και Ντεμπελέ πάλι σε πολύ καλή βραδιά. Εκανε το παιγνίδι των αντεπιθέσεων, που τόσο αγαπάει, αξιοποιώντας τους χώρους που είχε για να τρέξει.
Ο Λουίς Ενρίκε εμφάνισε μια ομάδα που κράτησε από το πρώτο ματς όχι την πίκρα του αποτελέσματος, αλλά την σιγουριά πως είναι καλύτερη. Δεν πείραξε καθόλου την ενδεκάδα της και με αυτόν τον τρόπο έδειξε στους παίκτες του πόσο τους εμπιστεύεται. Κι όταν υποχρεώθηκε να κάνει αλλαγές, αφού η κόπωση των παικτών του το επέβαλε, το σχήμα της Παρί παρέμεινε μέσα στο Ανφιλντ πάντα επιθετικό. Βγήκε ο Μπαρκολά και μπήκε ο Ντουέ που ήταν και ο εκτελεστής του πιο κρίσιμου πέναλτι. Βγήκε στην παράταση εξουθενωμένος ο Κβαρασκέλια και μπήκε ο επίσης γρήγορος Κανγκ Λι που την Λίβερπουλ την ταλαιπώρησε. Βγήκε κατάκοπος ο Φαμπιάν Ρουίθ και μπήκε ο Ζαϊρί Εμερί για να τρέξει στην θέση του. Δείχνοντας συνέπεια στις ιδέες του ο Λουίς Ενρίκε έστειλε στο κρισιμότερο ματς της χρονιάς στο γήπεδο δυο 19χρονους (τον Εμερί και τον Ντουέ) κι ένα 21χρονο: τον Λούκας Μπεράλντο που κι αυτός χρειάστηκε για να αντικαταστήσει τον αλάνθαστο Μαρκίνιος που αποχώρησε πονώντας. Η Παρί έκανε σωστά και τα απαραίτητα μικρά: για δεύτερο σερί ματς εξουδετέρωσε τον Σαλάχ, πήρε πολλά από τους ακραίους αμυντικούς της, κυρίως πήρε την πρόκριση γιατί ο προπονητής της δεν φοβήθηκε ούτε την Λίβερπουλ, ούτε την κατάρα που φαινόταν να ακολουθεί την ομάδα του μετά τον τρόπο που έχασε το πρώτο ματς. Ο Λουίς Ενρίκε γνωρίζει ότι η ομάδα του είχε το δυσκολότερο πρόγραμμα στην League Phase και πως η πρόκριση από ένα τόσο δύσκολο δρόμο την βοήθησε να φτιάξει χαρακτήρα: η Παρί έπαιξε εντός με την PSV (1-1), την Τζιρόνα (1-0), την Ατλέτικο Μαδρίτης (1-2) και την Μάντσεστερ Σίτυ (4-2) κι εκτός με τις Αρσεναλ 2-0), Μπάγερν Μονάχου (1-0) και Στουτγάρδη (1-4). Όταν έχανε από την Σίτυ με 0-2 στο Παρκ Ντε Πρένς κι όταν γύρισε το ματς εκεί κατάλαβε πως, αν παίζει όπως πρέπει, δεν έχει να φοβηθεί και πολλά.
Άλλο Κλοπ, άλλο Σλοτ
Και η Λίβερπουλ; Όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις το δράμα του αποκλεισμού έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την ευτυχία όποιου συνεχίζει και που μπορεί να έχει κι αυτός ραντεβού με δράματα χωρίς να το γνωρίζει. Η Λίβερπουλ αποκλείστηκε γιατί η νίκη της στο πρώτο ματς δεν ήταν αποτέλεσμα μεθόδου, αλλά κυρίως τύχης. Η Λίβερπουλ πέρασε από το Παρίσι γνωρίζοντας όμως πως δεν μπορεί να κάνει το ίδιο ματς μολονότι κέρδισε: δεν μπορούσε να το κάνει γιατί είναι μεγάλη ομάδα κι ο κυνισμός μπροστά στο κοινό σου είναι δύσκολη υπόθεση, αλλά δεν μπορούσε και να το κάνει γιατί δεν είναι δεδομένο πως ό,τι έκανε στο Παρίσι το έκανε γιατί το ήθελε – μάλλον προέκυψε. Κυρίως η Λίβερπουλ φάνηκε σε αυτά τα δυο ματς κομμάτι ανέτοιμη για την δυσκολία που θα έβρισκε μπροστά της.
Ο Αρνε Σλοτ εισήγαγε την καθημερινότητα της μια διαφορετική αγωνιστική μόδα που έφερε από την Ολλανδία, και φάνηκε ξεκάθαρα από την αρχή της σεζόν - στην νίκη πχ της Λίβερπουλ στο Ολντ Τράφορντ επί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το ποδόσφαιρό του είναι διαφορετικό από αυτό του Γιούργκεν Κλοπ. Στο ποδόσφαιρο του Κλοπ υπήρχε πρώτα από όλα ένα εμμονικό πρέσινγκ. Η φιλοσοφία των ομάδων του ήταν πάντα η ίδια: πρώτα από όλα πρέπει να υπάρχει πίεση στη μπάλα και πρέπει να γίνεται παντού. Σύμφωνα με τα θέλω του Γερμανού η πίεση στους αντιπάλους δεν είναι απαραίτητη μόνο όταν αυτοί προσπαθούν να επιτεθούν, αλλά πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερο ζήλο κυρίως όταν η μπάλα χάνεται: ειδικά οι μέσοι της Λίβερπουλ έπρεπε να δίνουν την ψυχή τους για συνεχείς ανακτήσεις. Τωρα αυτό πήγε στην άκρη. Ο αποχαιρετισμός του εμμονικού πρέσινγκ, που ο Κλοπ απαιτούσε παντού κι από όλους, άλλαξε το κλίμα στη Λίβερπουλ: η ομάδα είχε κουραστεί από αυτή την απαίτηση του Κλοπ κι αυτό φάνηκε από το πώς αντέδρασαν οι παίκτες μετά την φυγή του.
Σήμερα το όποιο πρέσινγκ γίνεται κυρίως να μην δέχεται η Λίβερπουλ αντεπιθέσεις: το αν θα υπάρξει άμεση ανάκτηση μπάλας είναι δευτερεύον. Ο σκοπός είναι απλά το μπλοκάρισμα των διαδρόμων διέλευσης των αντιπάλων δια μέσου των σωστών τοποθετήσεων. Η Λίβερπουλ του Σλοτ δεν θέλει να κερδίσει αμέσως την μπάλα, αλλά να δυσκολέψει τον αντίπαλο να της επιτεθεί. Καλύπτει απλά χώρους και θέλει να το κάνει γρήγορα. Είναι μια ομάδα που κουράζεται λιγότερο από όσο τον καιρό του Κλοπ και αυτό οι παίκτες το απολαμβάνουν – αλλά αν η ένταση του παιγνιδιού είναι λιγότερη, το παιγνίδι δύσκολα γίνεται καλύτερο, ειδικά στην επίθεση. Στην επίθεση η Λίβερπουλ παίζει για τον Σαλάχ αρκετά περισσότερο από όλα τα προηγούμενα χρόνια. Ο Σαλάχ μοιάζει φέτος να είναι κάτοχος της Χρυσής Μπάλας, τέτοια είναι η άνεσή του. Αλλά είναι τόσο καλός, εκμεταλλευόμενος κυρίως την εμπειρία του, που σε κάνει να αναρωτιέσαι τι θα γίνει σε ένα παιγνίδι που αυτός δεν μπορεί να είναι όλη η επίθεση της Λίβερπουλ. Το είδαμε με την Παρί: όχι μια φορά, αλλά δύο.
Δυο φορές είναι δύσκολο
Στα ματς της Πρέμιερ λιγκ ο Σλοτ είναι και εξαιρετικά απρόβλεπτος τακτικά. Κόντρα στην Σίτυ πχ εμφάνισε μια ομάδα με ένα 4-2-4 με τους Σομποσλάι και Κέρτις Τζόουνς ως σημεία αναφοράς: κόφτες και δημιουργούς συγχρόνως! Η Λίβερπουλ έμοιαζε να παίζει με δύο «δεκάρια» που ήταν έτοιμα να αξιοποιήσουν με ανοίγματα της μπάλας τις κούρσες στο πλάι του Σαλάχ και του Λουίς Ντίαζ. Η Λίβερπουλ δεν έχει χάσει στο πρωτάθλημα από τις 14 Σεπτεμβρίου, έχει τεράστιο προβάδισμα και ο δρόμος προς τον τίτλο είναι απλή υπόθεση. Αλλά το Τσάμπιονς λιγκ είναι δυσκολότερη ιστορία: εδώ χρειάζεται καλύτερη τακτική προετοιμασία και περισσότερη ένταση – κυρίως, ειδικά στα διπλά ματς, χρειάζεται και τρόπος. Στη League Phase του Τσάμπιονς λιγκ, χάρη στην κεκτημένη της ταχύτητα από το πρωτάθλημα, η Λίβερπουλ έκανε τεράστιες νίκες: κέρδισε την Μίλαν 1-3, την Ρεάλ Μαδρίτης 2-0, την Λεβερκούζεν 4-0, την Μπολόνια, την Λειψία, την Τζιρόνα, την Λιλ χωρίς να φορτσάρει. Αλλά αυτά δεν ήταν ματς με ρεβάνς: η ρεβάνς απέναντι στην Παρί ήταν δοκιμασία γιατί η Λίβερπουλ έπρεπε να δείξει ότι κατάλαβε τι έπαθε στο πρώτο ματς – η νίκη της ήταν μεγάλη, αλλά και όσα πέρασε δεν ήταν λίγα. Το να υποφέρεις 90 λεπτά και να κερδίσεις είναι καμιά φορά απολαυστικό, αλλά η συνταγή προσφέρεται για ματς χωρίς ρεβάνς – δυο φορές να υποφέρεις και να κερδίσεις την ίδια ομάδα είναι δύσκολο.
Κι ο Σλοτ δεν άλλαξε κάτι στην ενδεκάδα της Λίβερπουλ που κέρδισε το πρώτο ματς, αλλά αντίθετα με τον Ενρικε έκανε λάθος. Γιατί η δική του ενδεκάδα στο πρώτο ματς έβλεπε απλά τον Αλισον να κάνει το ματς της ζωής του – στο δεύτερο θα ήταν δύσκολο να την ξανασώσει ο τερματοφύλακας της. Στα πέναλτι λύγισε κι αυτός, ενώ ο Ντοναρούμα αποδείχτηκε γίγαντας.
Όταν είδα την σιγουριά των παικτών της Παρί στην διαδικασία των πέναλτι σκέφτηκα ότι στο Τσάμπιονς λιγκ δεν υπάρχουν κατάρες: ό,τι σπέρνεις θερίζεις. Αλλά για την Παρί δεν παίρνω όρκο. Ας πούμε ότι δεν υπάρχουν κατάρες μέχρι το επόμενο ματς που θα δώσει…