Περισσότερο και από την ήττα του Στέφανου Τσιτσιπά από τον Θανάση Κοκκινάκη και τον αποκλεισμό του στον πρώτο κιόλας γύρο του US Open ομολογώ πως μου έκαναν εντύπωση οι δηλώσεις του Ελληνα πρωταθλητή στο τέλος του ματς. «Είμαι ένα τίποτα σε σχέση με τον παίκτη που ήμουν. Θυμάμαι όταν έπαιζα νεότερος, είχα αδρεναλίνη στο γήπεδο, ένιωθα πως η ζωή μου κρινόταν από τον αγώνα. Αυτά τα πράγματα έχουν χαθεί και η αγωνιστική μου συνέπεια δεν είναι στο επίπεδο που ήταν» είπε αρχικά. Κλείνοντας τη συνέντευξη, ο Έλληνας τενίστας ρωτήθηκε εάν νιώθει ότι κατά κάποιο τρόπο νιώθει «καμένος». Απάντησε και στην σκληρή αυτή ερώτηση χωρίς να την αποφύγει. «Ειλικρινά δεν ξέρω. Δεν είμαι ειδικός ψυχολόγος ή ψυχίατρος, αλλά από συζητήσεις που έχω κάνει με κάποιους ανθρώπους του χώρου, πιστεύω πως όντως αυτό που περνάω είναι μία μορφή μακροχρόνιου burnout (σ.σ καψίματος). Το νιώθω από την έναρξη της χρονιάς. Έχει συμβεί ήδη και δεν θα διορθωθεί απλά και μόνο αν κάνω διακοπές ή αν μείνω για λίγο μακριά από το γήπεδο». Είναι παρήγορο ότι παραδέχεται το πρόβλημά του. Αλλά δεν θα είναι απλό να το διορθώσει.
Ο πατέρας και ο προπονητής
Όταν πριν λίγες μέρες ξέσπασε ο σάλος για τον δημόσιο καυγά του Τσιτσιπά με τον πατέρα του προτίμησα να μην γράψω το παραμικρό, αλλά διάβασα πολλά. Οι πιο πολλοί που τοποθετήθηκαν μπορεί να ξέρουν από σχέσεις πατεράδων με γιούς δεν ξέρουν όμως και πολλά από τένις.
Πρώτα από όλα το να έχει στο τένις κάποιος αθλητής προπονητή ένα συγγενικό του πρόσωπο, δεν είναι καθόλου παράξενο. Ο Μάκ Ενρόου ήταν δημιούργημα του πατέρα του. Ο Αντι Μάρεϊ είχε για χρόνια προπονήτρια την μητέρα του. Ο ίδιος ο Ναδάλ ξεκίνησε δουλεύοντας με τον θείο του. Ο Ρούνε είχε την μητέρα του – κι αυτός έχει τσακωθεί δημόσια μαζί της. Δεν είναι ζήτημα έλλειψης σεβασμού: ο τενίστας τσακώνεται με τον προπονητή του πολύ συχνά. Θα λεγα, όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό, πως δουλειά του προπονητή στο τένις είναι κι αυτό: να εισπράττει και την εκτόνωση του αθλητή του, εκτόνωση που μπορεί να ξεπεράσει τα συνηθισμένα.
Ο τενίστας νιώθει πάντα μόνος και σπάνια έχει την αριστοκρατική συμπεριφορά του Ρότζερ Φέντερερ πχ. Κατηγορεί τον εαυτό του για κάθε χαμένο του πόντο, σπανίως βλέπει τον αντίπαλο, δεν διασκεδάζει: κάνει μια δουλειά. Ξεσπά συχνά με τρόπους που δεν βλέπουμε σε άλλα σπορ. Ενας ποδοσφαιριστής πχ μπορεί πάνω στα νεύρα του να κλωτσήσει τη μπάλα εκτός γηπέδου: δεν έχω δει κανένα να την σκίζει, ενώ έχω δει δεκάδες τενίστες να σπάζουν τις ρακέτες τους. Δεν σοκαρίστηκα γιατί ο Στέφανος Τσιτσιπάς έβρισε τον Απόστολο Τσιτσιπά: δεν έβρισε τον πατέρα του, αλλά τον προπονητή του. Κι αυτό, όσο και να μας φαίνεται κάπως ανάρμοστο, συμβαίνει. Γέλασα επίσης με τις κάπως κοντόφθαλμες αναλύσεις όσων κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η απομάκρυνση του Απόστολου θα αποδειχτεί λύση για τα προβλήματα του Στέφανου: από τότε που ο Τσιτσιπάς έδιωξε τον πατέρα του κέρδισε ένα ματς. Δεν διορθώνεται το πρόβλημα, που ο ίδιος παραδέχεται ότι έχει, τόσο απλά.
Ξεχείλισε η πίκρα
Ξέχασε το τένις ο Τσιτσιπάς; Δεν θα το έλεγα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο ματς του αποκλεισμού του από τον Τζόκοβιτς τον είδα να παίζει το καλύτερο τένις που έπαιξε εδώ και δυο χρόνια. Στο δεύτερο σετ είχε τρία σετ μπολ στο σερβίς του για να ισοφαρίσει. Είχε στριμώξει στα σχοινιά τον υπέροχο Σέρβο που είχε ζητήσει μέχρι και ιατρικό τάιμ άουτ και έμοιαζε καταβεβλημένος: αν το ματς πήγαινε στο τρίτο σετ δεν ξέρω ποια θα ήταν η κατάληξή του. Αλλά ο Τσιτσιπάς το πέταξε – και μάλιστα μόνος του: δεν γίνεται ένας παίκτης όπως αυτός να μην αξιοποιήσει ένα από τρία συνεχόμενα ματς πόιντ στο σερβίς του. Εκείνη η ήττα νομίζω πως έκανε το ποτήρι της αγανάκτησης να ξεχειλίσει – της αγανάκτησης που αισθάνεται ο Τσιτσιπάς απέναντι στον εαυτό του.
Μπλόκαραν όλοι στο καλύτερο
Δεν είναι μόνο ο Ελληνας παίκτης που μοιάζει να έχει κάνει βήματα προς τα πίσω εδώ και δυο χρόνια: συμβαίνει με τους περισσότερους συνομήλικούς του. Ο Μεντβέντεφ, παραμένει ψηλά στην κατάταξη αλλά δεν έγινε ο ηγεμόνας του παγκόσμιου τένις όπως κάποιοι πρόβλεπαν. Ο Ρούμπλεφ είναι επίσης του ύψους και του βάθους. Ο Ζβέρεφ πληρώνει ακόμα τον τραυματισμό του – ένας τραυματισμός στάθηκε αιτία να βάλει τέλος νωρίς στην καριέρα του και ο Τιμ, ενώ ένας τραυματισμός μπλόκαρε στο καλύτερο και τον Μπερετίνι. Ο Κύργιος δεν μπορεί να ξεφύγει από τους δαίμονές του, παρά το ταλέντο του. Ο Ρουντ, που πολύ ταλέντο δεν έχει, προσπαθεί όσο λίγοι, αλλά δύσκολα κερδίζει κάτι περισσότερο από συμπάθεια. Το κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των παιδιών είναι ότι μεγάλωσαν υποφέροντας την παρουσία των Φέντερερ – Ναδάλ – Τζόκοβιτς, των οποίων έπρεπε να είναι ηλικιακοί διάδοχοι. Και βλέπουν πλέον ότι οι μικρότεροί τους (ο Αλκαράθ κι ο Σίνερ κι όχι μόνο) τους έχουν προσπεράσει.
Ολο αυτό δημιουργεί, φοβάμαι, ψυχολογικά προβλήματα που οδηγούν και σε μεταπτώσεις – η αστάθεια αφαιρεί και λίγη θέληση να ξεπεράσεις τραυματισμούς ή άλλες αναποδιές. Βέβαια η περίπτωση του Τσιτσιπά είναι μάλλον η πιο σύνθετη: αυτός μεγάλο τραυματισμό δεν είχε, στάσιμος έμεινε. Στην περσινή σεζόν δεν κέρδισε κανένα από τους πρώτους δέκα της βαθμολογίας του ATP. Φέτος ξεκίνησε την σεζόν λίγο καλύτερα, αλλά και πάλι φρέναρε. Από τον Κοκκινάκη έχασε εύκολα. Κι ο Κοκκινάκης, που είναι ένας καλός αλλά μονοδιάστατος επιθετικός παίκτης, είχε μείνει περίπου ένα χρόνο έξω – δεν ήταν δηλαδή στα καλύτερά του.
Δεν είναι δεδομένο
Η αυτοκριτική του Τσιτσιπά μετά την ήττα από τον Κοκκινάκη είναι ότι περισσότερο ενδιαφέρον έχει κάνει τον τελευταίο καιρό. Αλλά από μόνη της δεν αποτελεί λύση. Η δική μου εντύπωση είναι ότι ο Τσιτσιπάς πρέπει να κάνει δυο βήματα πίσω για να βρει χώρο να τρέξει – στην ζωή (κι όχι μόνο στα σπορ) αυτό είναι καμιά φορά απαραίτητο. Η δουλειά με τον πατέρα του τον έφερε σε ένα καλό σημείο – θα ήταν λάθος να ακυρωθεί όλη του η προσπάθεια, απλά όπως αποδείχτηκε η δουλειά αυτή είχε ταβάνι – όχι πάντως χαμηλό. Τώρα χρειάζεται να κάνει μια νέα αρχή, αλλά στην περίπτωσή του αυτή δεν μπορεί να είναι κάτι τόσο απλό όσο η πρόσληψη ενός καλού προπονητή πχ. Ας λάβουμε υπόψιν μας πως δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι ο Τσιτσιπάς, μετά τα τόσα πολλά χρόνια που έχει δουλέψει με τον πατέρα του, και μετά από εκατοντάδες ματς, θα μπορεί και να δουλέψει με κάποιον που θα επιχειρήσει να του αλλάξει το αγωνιστικό του πρόγραμμα. Μπορεί επίσης αυτός ο νέος προπονητής να φορτωθεί από τον Στέφανο με προσδοκίες με τις οποίες θα είναι δύσκολο να αναμετρηθεί – το βρίσκω πιθανό. Δεν είναι εύκολο να κουμαντάρεις ένα παίκτη που χρόνια δούλευε με τον πατέρα του φτάνοντας στην πρώτη δεκάδα: θα πρέπει να τον πείσεις να δει πολλά απο την αρχή κι αυτό είναι δύσκολο. Τα παιδιά, ως γνωστόν, τα ξέρουν όλα.
Επιστροφή στον Μουράτογλου
Ο Τσιτσιπάς χρειάζεται πιστεύω κάποιον που τον ξέρει και που δεν θα χρειαστεί να χτίσει μαζί του από την αρχή μια σχέση: αυτός μπορεί να είναι μόνο ο μοναδικός, πλην του πατέρα του προπονητής και μάνατζερ, που είχε ποτέ στην ζωή του δηλαδή ο Πατρίκ Μουράτογλου. Ο Τσιτσιπάς είναι τυχερός γιατί ο παλιός μέντοράς του έχει και την ικανότητα να βοηθά αθλητές να κάνουν restart: αυτός παράτεινε την καριέρα της Σερένα Γουίλιαμς κάποτε υποχρεώνοντας την να αλλάξει πολλά όταν ήταν σε μια ηλικία που οι παίκτες δύσκολα αλλάζουν. Η επιστροφή στον Μουράτογλου ίσως μοιάζει βήμα πίσω. Αλλά ίσως αυτό χρειάζεται για να βρει ο παίκτης ώθηση.
Τι άλλο θα ήταν καλό για τον Ελληνα πρωταθλητή; Να ξεχάσει τον τραπεζικό του λογαριασμό: είναι ο ευκολότερος τρόπος για να ξεκινήσει ξανά από την αρχή. Αλλά είναι κομμάτι δύσκολο αυτό. Γιατί όταν είσαι νέος και τα λεφτά που έχεις βγάλει τα έχεις κυριολεκτικά ιδρώσει ο πειρασμός για να τα χαρείς είναι τεράστιος. Και το να αντισταθείς σε αυτό τον πειρασμό είναι εξίσου δύσκολο όσο και το να αξιοποιήσεις ένα σετ πόιντ απέναντι στον Τζόκοβιτς…