Σε όσα ακούστηκαν μετά το τέλος του ματς της Εθνικής μας με την Σουηδία διέκρινα μια αντίφαση: από τη μία άκουσα διάφορους ύμνους για την εμφάνιση στο πρώτο ημίχρονο κι από την άλλη ένα μνημόσυνο κανονικό, μολονότι τα μαθηματικά δεν καταδικάζουν ακόμα την ομάδα του Τζον Φαν τ’ Σιπ. Δεν καταλαβαίνω το εξής απλό: αν η βελτίωση της συγκεκριμένης ομάδας είναι τόσο μεγάλη όπως παρουσιάζεται, τότε γιατί όποιος σε αυτό στέκεται, συγχρόνως την καταδικάζει σε αποκλεισμό πριν παίξει με τους Ισπανούς και τους Κοσσοβάρους στην Αθήνα; Δηλαδή αν δεν υπήρχε βελτίωση, τι θα γινόταν ακριβώς; Θα ζητούσαμε να μην γίνουν τα ματς;
Γιατί το λέω αυτό; Γιατί στην μπερδεμένη μας πραγματικότητα έχω την εντύπωση πως αυτό που αφορά πάρα πολλούς που για την Εθνική έχουν δημόσιο λόγο δεν είναι η ομάδα και οι στόχοι της, αλλά το πώς θα βρεθούν δικαιολογίες για μια ακόμα αποτυχία. Διότι αν η Εθνική δεν προκριθεί για τα τελικά του Κατάρ, οι υπεύθυνοι για αυτή την ομάδα θα χρεωθούν μια ακόμα αποτυχία: αυτούς προσπαθούν να γλυτώσουν από τη διαπόμπευση όσοι αναζητούν δικαιολογίες. Επιτυχία με αποκλεισμό εγώ δεν ξέρω. Εκτός αν ο σκοπός αυτής της ομάδας πλέον δεν είναι οι προκρίσεις στα τελικά των διοργανώσεων, αλλά κάτι άλλο. Ας μας το πουν να το ξέρουμε.
Σαν περίληψη προηγουμένων
Αξίζει μια αναφορά στο χθεσινό ματς, όχι απλά γιατί ήταν ένα οριακό και κατά συνέπεια μεγάλο παιγνίδι, αλλά γιατί αποτελεί κι ένα είδος θεαματικής περίληψης όλων των προηγούμενων που η ομάδα αυτή έχει κάνει εδώ και κανά δυο χρόνια. Αρετές και αδυναμίες φάνηκαν στα ενενήντα λεπτά πολύ θεαματικά.
Για 45 λεπτά στην Στοκχόλμη είδαμε την καλύτερη εμφάνιση της Εθνικής ομάδας τον καιρό του Τζόν Φαν τ΄Σιπ: δεν χωρά αμφιβολία. Με οδηγό ένα ασταμάτητο στην επίθεση Γιώργο Μασούρα που «έτρεχε» μόνος τους όλη την άμυνα των Σουηδών, η Εθνική μας έκανε καταπληκτικά πράγματα: είχε δυο δοκάρια (με τον Μασούρα και τον Παυλίδη μετά από ενέργεια του εξτρέμ του Ολυμπιακού), είχε δυο τρεις εξαιρετικά επικίνδυνες επισκέψεις στα καρέ του Ρόμπιν Ολσεν που έμοιαζε ο μόνος ψύχραιμος Σουηδός και κυρίως δεν είχε κινδυνέψει ποτέ. Η αμυντική πεντάδα (με αριστερό στόπερ τον Τσιμίκα (!) στον οποίο ο Ολλανδός κατέληξε εξαιτίας της απουσίας του Τζαβέλα και των προβλημάτων του Σταφυλίδη) έμοιαζε εξαιρετικά σίγουρη κι ο Σιώπης με τον Μπουχαλάκη όχι μόνο την προστάτευαν, αλλά ήταν κι έτοιμοι να «απλώσουν» το παιγνίδι και να βγάλουν την ομάδα στην κόντρα. Αλλά γκολ δυστυχώς δεν βρέθηκε και μετά έγινε κάτι απλό: ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη του ημιχρόνου. Κι από τα αποδυτήρια βγήκαν δυο διαφορετικές ομάδες.
Οι Σουηδοί, που φάνηκαν εντελώς απροετοίμαστοι στην αρχή (μου φάνηκε π.χ ότι δεν γνώριζαν ποιος είναι ο Μασούρας και πόσο ωραία συγκλίνει με ή χωρίς τη μπάλα) ανασυντάχθηκαν. Πρώτον κράτησαν πιο κοντά την αμυντική τους τετράδα (ο Αγκουστίνσον βρέθηκε πιο κοντά στα δυο στόπερ) και δεύτερον πίεσαν περισσότερο στη μεσαία γραμμή – ειδικά τον Μπουχαλάκη με τον έμπειρο Ολσον. Η Εθνική μας έπαψε να είναι απειλητική. Και όταν έπαψε να είναι απειλητική (και να κυκλοφορεί και τη μπάλα έστω οριζόντια) κάπου μπερδεύτηκε. Οι Σουηδοί, που έδειξαν να νοιάζονται κυρίως στο πως θα είναι πιο συμπαγής στα μετόπισθεν, σταμάτησαν να προσπαθούν να κυκλοφορούν τη μπάλα (όπως έκαναν άτσαλα στο πρώτο ημίχρονο) και απλά προσπάθησαν να τη στείλουν μπροστά γρήγορα: είναι ένα παιγνίδι που κάνουν χρόνια κι όσο κι αν δεν αρέσει είναι συχνά αποτελεσματικό γιατί είναι στοχευμένο. Κάποτε στόχευαν τον Ιμπραϊμοβιτς (ή τον Μπεργκ) τώρα τον Ισακ. Αυτός ήταν που τελικά κατάστρεψε την Εθνική μας.
Στο 58΄ ο Μαυροπάνος του έκανε ένα από τα πιο χαζά πέναλτι στην ιστορία, αλλά ο τύπος πιστώνεται ότι κυνηγά μια μπάλα που μοιάζει χαμένη - ο Φόσμπεργκ έκανε το 1-0. Δέκα λεπτά αργότερα ο Βλαχοδήμος και ο Χατζηδιάκος μπερδεύτηκαν μετά από ένα βολέ του Ολσεν και ο Ισακ έκανε το 2-0. Και μετά ο Χατζηδιάκος πρόλαβε και να αποβληθεί.
Τα ίδια και στα προηγούμενα
Η ερώτηση στο τέλος ήταν γιατί χάθηκε στο δεύτερο ημίχρονο η Εθνική που τόσο μας άρεσε στο πρώτο; Υπάρχουν τρεις απαντήσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με την βελτίωση των Σουηδών – κυρίως αμυντικά – την οποία και εξήγησα. Οι άλλες δυο είναι κομμάτι σκληρότερες διότι δεν βοηθάνε στο χτίσιμο ενός εθνικού παραμυθιού που νομίζω ότι έχουμε ανάγκη.
Πρώτα από όλα αυτό που έγινε στη Σουηδία έγινε και στη Γεωργία αλλά και στο Κόσοβο: και στα ματς αυτά η Εθνική μας μπήκε καλύτερα (όχι όσο καλά μπήκε χθες, αλλά σίγουρα καλύτερα από τον αντίπαλο της) και τελείωσε χειρότερα. Μπορεί στο Κόσοβο να ισοφαρίστηκε και στη Γεωργία να κέρδισε, αλλά και στα δυο ματς η απόδοσή της μεταξύ πρώτου και δευτέρου ημιχρόνου ήταν κομμάτι διαφορετική – όπως δηλαδή και χθες. Αυτό έχει να κάνει και με τις παρεμβάσεις του Φαν τ’ Σιπ από τον πάγκο: χθες μετά το 1-0, εγκαταλείφθηκε η άμυνα των τριών, ο Τσιμίκας πήγε στα αριστερά, ο Γιαννούλης έγινε αριστερό χαφ και η Εθνική προσπάθησε να ανασυνταχθεί παίζοντας κάτι σαν 4-4-2. Μόνο που ο Χατζηδιάκος και ο Μαυροπάνος δεν είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τέτοιες αλλαγές κι αυτό δυστυχώς φάνηκε. Αυτά μπορεί να τα κάνουν έμπειρα στόπερ, αλλά αυτά τα ακυρώσαμε: όταν αποκλείεις τον Παπασταθόπουλο και τον Μανωλά, χωρίς να έχεις καλύτερους, αυτό θα το βρεις μπροστά σου. Το ποδόσφαιρο είναι αμείλικτο.
Υπάρχει κι ένας ακόμα συνακόλουθος λόγος της κατάρρευσης στο δεύτερο ημίχρονο. Δυστυχώς σε όλη αυτή την διαδρομή των προκριματικών (για να μην πω σε όλη την περίοδο του Φαν τ’ Σιπ) η Εθνική μας δεν κατάφερε να ωριμάσει: παρέμεινε μια νεανική ομάδα με διάθεση και θέληση, αλλά δεν άθρισε εμπειρίες και δεν ανέδειξε ηγέτες. Χθες έδειξε ότι ήταν εξαιρετικά προετοιμασμένη για τη δυσκολία του ματς: ό,τι έγινε στο πρώτο ημίχρονο ήταν αρκετά μεθοδικό. Αλλά η ομάδα αποδείχτηκε εντελώς ανίκανη να διαχειριστεί αυτό που στα μάτια των παικτών της φάνηκε εντελώς απρόβλεπτο, ενώ είναι κάτι φυσιλογικό, δηλαδή το ντεζαβαντάζ στο σκορ. Όταν η Εθνική μας βρέθηκε πίσω στο σκορ κατέρρευσε, όπως συνήθως συμβαίνει με τις άπειρες ομάδες που αντιμετωπίζουν μια δυσκολία που δεν περίμεναν. Αλλά πως αυτό να συμβεί όταν δεν υπάρχει ηγεσία εντός του γηπέδου; Ποιοι είναι οι ηγέτες αυτής της ομάδας; Ο Τζαβέλας έλειπε και φάνηκε σαν να λείπει η μισή άμυνα – αλλά μιλάμε για τον Τζαβέλα, όχι για κάποιον που έχει κάνει τεράστια ευρωπαϊκή καριέρα. Ο Μπακασέτας είναι καλός και χρήσιμος παίκτης, αλλά δεν νομίζω ότι μπορεί να πάρει μια ομάδα από το χέρι – ειδικά την Εθνική. Κι ο Μασούρας μέχρι τα φιλικά του περασμένου καλοκαιριού με το Βέλγιο και την Νορβηγία μια έπαιζε και μια δεν έπαιζε. Όταν χρόνια τώρα φωνάζω για την ανάγκη μιας σταθερής ενδεκάδας, το λέω κυρίως για αυτό: από τις σταθερές ενδεκάδες προκύπτουν ηγέτες, όχι από το «φύγε-εσύ-έλα- εσύ» που παρακολουθούμε εδώ και χρόνια.
Τον κρατάς ή δεν τον κρατάς;
Η τύχη του Φαν τ΄Σιπ εξαντλήθηκε στη Γεωργία. Χθες τα δυο δοκάρια είναι η επιτομή της ατυχίας. Αλλά δυο δοκάρια είχαν στην Αθήνα και οι Σουηδοί. Που χθες δεν έκλεψαν τίποτα και δικαίως θα διεκδικήσουν από τους Ισπανούς την πρόκριση χωρίς να μπλέξουν στα μπαράζ: η ομάδα τους είναι ώριμη, σοβαρή, καθόλου θεαματική, αλλά σχεδόν ίδια εδώ και τέσσερα χρόνια. Και κατάφεραν μάλιστα να αντικαταστήσουν δυο τεράστιους παίκτες: τον Ιμπρα και τον Μπεργκ. Χωρίς να μεμψιμοιρούν, και χωρίς να ψάχνουν δικαιολογίες του τύπου «φταίει το πρωτάθλημα Σουηδίας» κτλ.
Η ερώτηση μετά το τέλος του ματς είναι αν αξίζει να κρατήσεις ή όχι τον Φαν τ’ Σιπ. Αυτό θα το δούμε αύριο. Όχι με συναισθηματισμούς, αλλά κοιτάζοντας τι ακριβώς έχει συμβεί επί των ημερών του…