Η ανασκόπηση που έκανε στον πρώτο γύρο του ο Ολυμπιακός και η διοίκησή του είναι που φέρνει την αλλαγή του προπονητή του. Τα αποτελέσματα του Ντιέγκο Μαρτίνεθ στο σύνολό τους δεν είναι άσχημα. Ο Ολυμπιακός που στήθηκε από την αρχή το περασμένο καλοκαίρι είναι τρεις πόντους από την πρώτη θέση έχοντας χάσει ένα ντέρμπι με τον ΠΑΟ στα χαρτιά κι έχοντας ένα μηδενισμό. Θα αρκούσε να μην έχει το μηδενισμό για να είναι τρίτος. Αλλά η εκτίμηση της διοίκησης είναι ότι με τον Μαρτίνεθ δεν υπήρχε το πιο σημαντικό για να διεκδικήσει η ομάδα το πρωτάθλημα: η προοπτική μιας ποιοτικής εξέλιξης. Αυτό είναι το συμπέρασμα των τεχνικών διευθυντών της ομάδας, όχι το δικό μου. Αλλά επειδή αυτοί και η διοίκηση κρίνουν είναι καλό να ξέρουμε την θέση τους. Οι απόψεις του καθενός είναι προφανώς σεβαστές, αλλά για τον Ολυμπιακό σημαίνουν λίγα. Μετράνε οι απόψεις όσων έχουν και τα γένια και τα χτένια.
Τι καταλογίζεται στον Μαρτίνεθ
Πριν από την επιλογή του Κάρλος Καρβαλιάλ που λογικά θα αναλάβει από σήμερα, υπήρξε η αξιολόγηση της ίδιας της δουλειάς του Μαρτίνεθ. Θα σας πω ποια είναι η διοικητική εκτίμηση. Από τον Ισπανό ζητήθηκαν επί της ουσίας το καλοκαίρι δυο πράγματα: το πρώτο η αξιοποίηση του υλικού που στον Ολυμπιακό πιστεύουν πως είναι καλό. Το δεύτερο να βρει και φτιάξει την άμυνα της ομάδας, που πέρυσι ήταν το μεγάλο της πρόβλημα. Και τα δυο απαιτούν να φανεί το χέρι του προπονητή: αυτός πρέπει να αξιοποιήσει το υλικό και να βρει τρόπους και μηχανισμούς – άλλος για αυτά δεν υπάρχει. Στο τέλος του πρώτου γύρου ο βαθμός που ο προπονητής πήρε και στα δυο είναι χαμηλός. Ο Ολυμπιακός δεν πήρε τίποτα από παίκτες όπως ο Μπιέλ, ο Σκάρπα, ο Σολμπάκεν, ο Μπρίνιτς, ο Γιόβετις, ο Αλεξανδρόπουλος, ο Καρβάλιο, ενώ κάποιοι που μέχρι πέρυσι πρόσφεραν πολλά, όπως ο Ανδρούτσος, ο Βρουσάι, ο Ελ Αραμπί κατέληξαν στη β’ ομάδα. Εννιά παίκτες χωρίς προσφορά, λένε στον Ολυμπιακό, δεν μπορεί να υπάρχουν σε μια ομάδα: αν υπάρχουν δεν μπορεί αυτή να διεκδικήσει το πρωτάθλημα – και μάλιστα κόντρα σε όλους. Όλα αυτά δημιουργούσαν κι ένα δεύτερο ερωτηματικό που έχει να κάνει και με τις πιθανότητες ενίσχυσης της ομάδας τον Ιανουάριο. Η πρόθεση και η δυνατότητα να αποκτηθούν 4-5 παίκτες εκεί που κενά υπάρχουν (στην άμυνα ή στα αμυντικά χαφ πχ) υπάρχει. Αλλά η βεβαιότητα πως αυτούς θα μπορούσε να τους αξιοποιήσει ο Μαρτίνεθ είχε χαθεί. Όπως χαρακτηριστικά λέγεται – κι όχι εντελώς άδικα - «του πήρε δυο μήνες για να καταλάβει ότι ο Πορόζο είναι ο πιο καλός από όλα τα υπάρχοντα στόπερ κι όταν τραυματίστηκε είπε πως τα προβλήματα της άμυνας οφείλονται στην απουσία του ενώ δεν τον έβαζε». Φυσικά όλα αυτά γίνονται διότι υπάρχει πάντα στην επικαιρότητα μια βασική απαίτηση: η διεκδίκηση του πρωταθλήματος. Το οποίο στον Ολυμπιακό πιστεύουν πως η ομάδα μπορεί να το κατακτήσει, παρά το κυνηγητό, διότι δεν υπολείπεται από τους υπόλοιπους διεκδικητές. Κάθε αξιολόγηση γίνεται πάνω σε αυτή τη βάση. Και η επιλογή του Καρβαλιάλ θα δείξει αν η αξιολόγηση είναι σωστή. Για την ώρα τονίζεται σε κάθε τόνο πως ο Ολυμπιακός δεν αφήνει τίποτα. Και πως πέρυσι τέτοια εποχή από την πρώτη θέση ήταν δέκα πόντους μακριά.
Πολύ λίγος χρόνος
Αδικήθηκε ο Μαρτίνεθ; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι – ο χρόνος που έμεινε είναι λίγος. Όταν πχ ο Ολυμπιακός σκοράρει και οι μισοί παίκτες πάνε στον πάγκο και τον παίρνουν αγκαλιά καταλαβαίνεις πως δεν είχε μεγάλο πρόβλημα στα αποδυτήρια. Το πρόβλημα βέβαια μπορεί να ήταν πως οι άλλοι μισοί δεν ήθελαν να τον βλέπουν: με προπονητές που καταλήγουν σε μια και μόνη ενδεκάδα αυτό συμβαίνει. Αλλά κατά την γνώμη μου δεν ήταν αυτό το πρόβλημα: στην περίπτωση του Μαρτίνεθ το ερωτηματικό από την αρχή ήταν αν μπορείς με ένα Ισπανό προπονητή που δεν έχει κάνει πρωταθλητισμό να πας για πόλεμο. Αν υπήρχε χρόνος για τρίψιμο, δηλαδή για αποτυχίες, όλα μπορεί να ήταν διαφορετικά. Αλλά όπως λέει και το γνωστό κλισέ «ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα δεν το χαρίζει». Το χάνει, αλλά δεν το χαρίζει.
Ετσι είναι οι Ισπανοί
Το πρόβλημα του Ισπανού μοιάζει να είναι ότι το περασμένο καλοκαίρι εμπιστεύθηκε δυο Ισπανούς, τον Κορδόν και τον Μαρτίνεθ, ξεχνώντας ότι η ισπανική νοοτροπία τους στους συγκεκριμένους καιρούς που ο Ολυμπιακός έχει ανάγκη από μαχητές δεν είναι ό,τι καταλληλότερο. Το είχα γράψει στην εφημερίδα αλλά είναι δύσκολο πάντα να το καταλάβεις αν δεν το δεις. H λογική «η ήττα είναι μια και μόνη και το ποιο είναι το αποτέλεσμα δεν έχει σημασία, όλες ήττες είναι» είναι ο λόγος που το ποδόσφαιρό των Ισπανών είναι γεμάτο από θριάμβους και διασυρμούς. Στα ντέρμπι ανάμεσα στη Μπαρτσελόνα και στη Ρεάλ Μαδρίτης οι διασυρμοί και των δυο είναι αμέτρητοι – μιλάω για ήττες με 5-0, 1-4, 6-2, 5-0 κτλ. Στην Ισπανία όλες οι ήττες είναι ίδιες. Όχι τώρα: χρόνια τώρα. Η Μπαρτσελόνα έχασε το 1994 4-0 από την ελλιπέστατη Μίλαν στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ και η Ρεάλ 5-0 από την ίδια ομάδα σε ημιτελικό! Επίσης η εθνική Ισπανίας πέρασε κάποτε από τη νίκη με 6-0 επί της Ουρουγουάης, στην ήττα με 5-0 από τη Δανία στην ίδια διοργάνωση: στο Παγκόσμιο του 1986. Και η μεγάλη Ρεάλ Μαδρίτης πέρυσι από την Σίτυ έχασε τα αυγά και τα καλάθια κι ας έχει προπονητή τον Αντσελότι: παραμένει η μεγάλη εκπρόσωπος ενός ποδοσφαίρου που το κόστος της δημιουργίας είναι ότι συχνά αφήνεις την μαχητικότητα στην άκρη. Και παίζεις όπως ο Ολυμπιακός με την Φράιμπουργκ ή τον ΠΑΟΚ ή και με τον Παναθηναϊκό στο πρώτο ημίχρονο. Σαν δηλαδή να έχεις ξεχάσει ότι υπάρχει και η ανάγκη για αναχαίτηση του αντιπάλου και για κοντρολάρισμα του ρυθμού του ματς. Για άμυνα δεν συζητάω καν.
Ο πιο αγαπημένος Ισπανός από όλους που έχουν δουλέψει στην Ελλάδα, ο Ερνέστο Βαλβέρδε, ξεκίνησε στον πάγκο του Ολυμπιακού με μια ήττα – σοκ από την Ανόρθωση σε προκριματικό του Τσάμπιονς λιγκ που στοίχισε τότε γύρω στα 25 εκατ ευρώ! Ο Μανόλο Χιμένεθ ήταν στον πάγκο της ΑΕΚ, όταν ο Ολυμπιακός της έβαλε μια φορά έξι γκολ και μια φορά πέντε γκολ στο Καραϊσκάκη – για να δείξει ότι δεν ήταν τυχαίο τα δέχτηκε και στο ΟΑΚΑ την τελευταία φορά που ήρθε. Ο Σέρα Φερέρ, πάλι με την ΑΕΚ, δέχτηκε τέσσερα γκολ από τον ΠΑΟ – τα τρία σε ένα ημίχρονο! Ο Μουνιόθ, όταν ήρθε στον Παναθηναϊκό, βλέποντας ότι η ομάδα του δεν τον άκουγε, την άφησε κάποτε να καταρρεύσει – ο Παναθηναϊκός του έκανε δυο μήνες να κερδίσει κι έχασε ένα τελικό Κυπέλλου από τη Λάρισα ενώ αυτός παρακολουθούσε ατάραχος. Από την άλλη τα καλύτερα ματς τα τελευταία χρόνια χάρη σε Ισπανούς τα είδαμε. Ο Βαλβέρδε παραλίγο ν αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το ποδόσφαιρο. Ο Χιμένεθ με την ΑΕΚ πήρε πρωτάθλημα κι έτρεξε κι ένα αήττητο σερί 13 αγώνων στην Ευρώπη που σήμερα μοιάζει απίστευτο. Ο Μουνιόθ, είχε κερδίσει ως προπονητής του ΠΑΟ την ΑΕΚ με 4-1 με πρωταγωνιστή τον 17χρονο Νίνη. Κι ο Μίτσελ ως προπονητής του Ολυμπιακού κέρδισε την Γιουβέντους την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την Ατλέτικο Μαδρίτης και την Μπενφίκα. Κι έχασε πέρυσι στο κύπελλο Ελλάδος 0-3 από την ΑΕΚ και παρακολουθούσε τον Αρη αμέριμνος να κάνει ό,τι θέλει και να ισοφαρίζει στο Καραϊσκάκη τον Ολυμπιακό σε 2-2 σε ένα ματς που η ομάδα του είχε προηγηθεί με 2-0. Παρεμπιπτόντως εξαιτίας αυτού του 2-2 έχασε και τις τελευταίες της ελπίδες να κερδίσει το πρωτάθλημα.
Το πρωτάθλημα θα ζητηθεί και από τον Καρβαλιάλ. Κακώς τον έχουν βάλει στο ρίνγκ της μουρμούρας και τον βαράνε όλοι πριν έρθει: ο τύπος έχει τα κότσια να αναλάβει μια αποστολή που λίγοι θα δέχονταν. Αν είναι τρελός ή παλληκάρι, καλός ή ακατάλληλος, θα το μάθουμε προσεχώς. Αλλά χωρίς συμπαράσταση ή έστω ανοχή δεν θα πάει πουθενά. Όχι ο Καρβαλιάλ ο Ολυμπιακός.