Ηταν η πρώτη αγωνιστική από το ξεκίνημα του πρωταθλήματος που ο Ολυμπιακός, η ΑΕΚ, ο ΠΑΟΚ και ο Παναθηναϊκός κέρδισαν όλοι τους. Οι τρεις ομάδες που αγωνίζονται στην Ευρώπη δεν καθάρισαν τα ματς εύκολα – μάλλον ίδρωσαν κομμάτι. Ο Ολυμπιακός απέναντι στον Απόλλωνα τέλειωσε πάλι το πρώτο ημίχρονο χωρίς να σκοράρει και χρειάστηκε ο Μαρτίνς να επιστρατεύσει τους Ελ Αραμπί, Βαλμπουενά, Μασούρα και Ενβιλά για να βρει ο Χασάν τα δυο γκολ της νίκης. Η ΑΕΚ έμπλεξε ακόμα πιο πολύ καθώς ο ΟΦΗ άνοιξε το σκορ στο ΟΑΚΑ με γκολ του Στρούτζον μόλις στο πεντάλεπτο, αλλά κράτησε την ψυχραιμία της και το γύρισε με γκολ του Νεντελτσεάρου και του Σακόφ.Ο ΠΑΟΚ ήταν ισόπαλος με τον Παναιτωλικό μέχρι το 89΄: την πρώτη νίκη στον Πάμπλο Γκαρσία έδωσε ένα ωραίο χτύπημα φάουλ του Νινούα που εκμεταλλεύτηκε τη λάθος τοποθέτηση του τερματοφύλακα των γηποεδούχν. Ο ΠΑΟ πέρασε από τη Λαμία κερδίζοντας για πρώτη φορά στη σεζόν (και μάλιστα με δυο γκολ του Καρλίτος…) αλλά κι αυτός χρειάστηκε να πιάσει ένα πέναλτι ο Διούδης για να απλοποιηθεί το πράγμα. Ολοι βλέπουν την πλάτη του Αρη, που κέρδισε και τον Αστέρα Τρίπολης. Οι ομάδες που αγωνίζονται στην Ευρώπη είναι υποχρεωμένες να κάνουν μεγάλο rotation κι έτσι ένα θέμα συζήτησης έγινε το αν οι νεοφερμένοι παίκτες που ήρθαν το καλοκαίρι είναι σε θέση να βοηθήσουν. Αν «ξεμπλοκαρίστηκαν» πλέον ή αν δεν μπορούν πολλά παραπάνω από όσα βλέπουμε.
Μηνύσεις για δυσφήμιση
Ο,τι υπάρχει υπερβολικό promotion των νεοφερμένων καλοκαιριάτικα είναι γνωστό: οι μεγάλες ελληνικές ομάδες πρέπει να είναι οι μόνες που εδώ και καμιά δεκαετία αγοράζουν μόνο τρομερούς παίκτες – όχι απλά καλούς, τρομερούς. Δεν υπάρχει εδώ και μια δεκαετία (τουλάχιστον) ξένος ποδοσφαιριστής να έχει έρθει στην Ελλάδα και να μην τον έχουν περιγράψει είτε ως «λαβράκι», που θα βγει και θα φέρει εκατομμύρια, είτε ως «παίκτη έτοιμο να κάνει τη διαφορά», είτε ως «ηγέτη», είτε ως « δυναμίτη», «φονιά», «δολοφόνο» κι αφήνω κατά μέρους τους εκπροσώπους του ζωϊκού βασιλείου: λιοντάρια, κόμπρες, σκυλιά κτλ, αν διάβαζαν εφημερίδες και site αθλητικά θα έκαναν μηνύσεις για συκοφαντικές δυσφημίσεις στους πάντες. Ωστόσο ποτέ άλλοτε αυτές οι υπερβολές δεν έμοιαζαν τόσο μεγάλες όσο φέτος.
Αυτά που (δεν) βλέπουμε από κάποιους νεοφερμένους είναι πραγματικά απίθανα. Ο Βινάγκρε κι ο Μπρουμά στο ματς του Ολυμπιακού με τον Απόλλωνα σε έκαναν να αναρωτιέσαι αν έχουν ξαναπαίξει ποδόσφαιρο σε επαγγελματικό επίπεδο. Ο Πέπε χρειάστηκε πάνω από μισή ώρα για να υπενθυμίσει την ύπαρξή του. Ο Τσόλακ στον ΠΑΟΚ, μέχρι τώρα, παριστάνει τον σέντερ φορ. Ο Ουαγκέ μοιάζει στην καλύτερη των περιπτώσεων με ποδοσφαιριστή Β΄ Εθνικής. Ο Νινούα χρειάστηκε έξι εμφανίσεις για να δείξει ότι μπορεί να κάνει ένα σουτ. Στην ΑΕΚ νομίζεις ότι ο Χνιντ και ο Νεντελτσιάρου έχουν ως ειδικότητα το πώς θα δέχονται γκολ σε κάθε ματς. Στον Παναθηναϊκό ο κόσμος ανησυχούσε ότι αν συνεχίζουν να αγωνίζονται βασικοί ο Αϊτόρ, ο Σάντσες και ο Σαβιέ η ομάδα πάει καρφί για υποβιβασμό, ενώ παίκτες όπως ο Αντονίτο και ο Χουάνκαρ νομίζεις ότι ήρθαν για τουρισμό. Ακόμα και στον Αρη, όπου για την ώρα όλα πάνε καλά, αναρωτιέσαι αν ο Λόπεθ π,χ έχει βάλει ποτέ γκολ στη ζωή του – έστω και σε άδειο τέρμα.
Και μετά είναι και οι θλάσεις: ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρχαν μεταξύ των νεοφερμένων τόσοι τραυματίες μετά από ένα μήνα έναρξης της σεζόν. Ο Ολυμπιακός είχε με θλάσεις τους Πέπε και Μπρούμα και με πρόβλημα τραυματισμού τον Βινάγκρε. Η ΑΕΚ έχασε σε χρόνο ρεκόρ τον Λιβάι Γκαρσία. Στον Παναθηναϊκό τον Χουάνκαρ, τον Αντονίτο και τον Βιγιαφάνιες ακόμα δεν τους έχουν δει καλά καλά ούτε στις προπονήσεις. Ηρθαν όλοι κουτσοί να βρουν εδώ τη γιατρειά τους; Τι διάβολο συμβαίνει; Η απάντηση είναι απλή: ο απόλυτα ανώμαλος τρόπος με τον οποίο ολοκληρώθηκε η προηγούμενη σεζόν κι άρχισε η τωρινή δεν μπορεί παρά να έχει για τις ομάδες κόστος. Και το κόστος είναι και οι τραυματισμοί των ποδοσφαιριστών και η τεράστια δυσκολία στην ένταξή τους.
Τρεις διαφορετικές πραγματικότητες
Μέσα σε λίγους μόνο μήνες χάθηκε κάτι που στο ποδόσφαιρο έμοιαζε κεκτημένο: η ομογενοποίηση των προπονήσεων. Από τη στιγμή που οι προπονητές και οι γυμναστές άρχισαν να βρίσκουν δουλειά παντού στην Ευρώπη ο τρόπος που άρχισαν όλοι να δουλεύουν έγινε περίπου ίδιος. Κάποτε πήγε στην Αγγλία ο Βενγκέρ, έκοψε στους παίκτες τις μπύρες κι επέβαλε τις διπλές προπονήσεις και η Αρσεναλ άρχισε να τρέχει πιο πολύ από όσο όλες οι άλλες ομάδες μαζί: ο Αλεξ Φέργκιουσον για να τον ανταγωνιστεί έφερε τον Κερόζ που ανέλαβε την προετοιμασία και την προπόνηση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μπορεί η ένταση των προπονήσεων να ήταν διαφορετική σε κάποιες χώρες (γιατί τα ματς ήταν περισσότερα και οι απαιτήσεις των πρωταθλημάτων μεγαλύτερες), αλλά τα ασκησιολόγια και ο αριθμός των προπονήσεων ήταν παντού τα ίδια: το δημιούργησε με τον καιρό αυτό και το γεγονός ότι στις σχολές της UEFA παντού γίνονται περίπου τα ίδια μαθήματα. Και μετά ήρθε ο κορωνοϊός και τα διέλυσε όλα!
Σήμερα έχουμε παίκτες που έρχονται από τρεις διαφορετικού τύπου προετοιμασίες. Εχουμε αυτούς που έπαιζαν σε πρωταθλήματα που διακόπηκαν πέρυσι τον Μάρτιο και ξανάρχισαν κανονικά τον Αύγουστο – με το ολλανδικό, το βέλγικο και το γαλλικό π.χ έτσι έγινε. Εχουμε παίκτες που τελείωσαν τα πρωταθλήματα τους τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο κι έκαναν μια κανονική (περίπου…) προετοιμασία τον Αύγουστο για να μπουν σε πρωταθλήματα που άρχισαν τον Σεπτέμβρη. Κι έχουμε και παίκτες που αγωνίζονταν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις μέχρι τον Αύγουστο και προετοιμασία δεν έκαναν ποτέ: σε αυτή την τελευταία κατηγορία να τοποθετήσουμε και κάμποσους που είχαν μείνει ελεύθεροι και βρήκαν τη νέα τους ομάδα τον Σεπτέμβρη (εξαιτίας της παράτασης της μεταγραφικής περιόδου) κι όχι τον Ιούλιο, όπως θα πρεπε. Ολους αυτούς πρέπει οι προπονητές να τους εντάξουν στις νέες τους ομάδες χωρίς φιλικά ματς, χωρίς να τους έχουν μαντρώσει όλους σε ένα προπονητικό κέντρο στο εξωτερικό ώστε να συνυπάρξουν και δείχνοντας προσοχή και στα πρωτόκολλα του κορωνοϊού που έχουν κάνει δύσκολη και την προπόνηση – κι όχι μόνο την διενέργεια των αγώνων. Το μεγαλύτερο μπλέξιμο το έχει χωρίς αμφιβολία ο Μαρτίνς που έχει ένα παίκτη από το ολλανδικό πρωτάθλημα (τον Μπρουμά) που πλήρωσε την εξάμηνη (!) απραξία με θλάση, ένα από το γαλλικό (τον Ενβιλά που έπρεπε να μπει αμέσως σε μια ομάδα που έτρεχε), ένα που έπαιζε μπάλα μέχρι τα μισά του Αυγούστου (τον Βινάγκρε) και όλους τους δικούς του τους οποίους κατά δήλωσή του πρέπει να τους βοηθήσει να βρουν τη φόρμα τους μέσα από τις προπονήσεις. Στις οποίες είχε μέχρι τώρα έξι κρούσματα κορωνοϊού!
Οσοι έχουν εμπειρίες ή κάνουν κόλπα
Ποιοι ξεχωρίζουν από τους νεοφερμένους; Πρώτα πρώτα όσοι έχουν εμπειρία ελληνικού πρωταθλήματος, δηλαδή γρήγορη προσαρμογή: ο Καρίμ, ο Χολέμπας, ο Σάκοφ, ο Μαουρίσιο κι ο Ινσούα (που στην Ελλάδα ήταν), ο Ματέο Γκαρσία είναι δικά μας παιδιά πλέον. Επειτα ξεχωρίζουν όσοι ενσωματώθηκαν στις ομάδες νωρίς για να αγωνιστούν σε ευρωπαϊκά ματς: ο Σβαπ, ο Ραφίνια, ο Ενβιλά, ο Ζίφκοβιτς, ο Τζέκο του Αρη ήρθαν σχετικά νωρίς κι έπεσαν στα βαθιά – το ίδιο ισχύει και με τον Καρλίτος π,χ που ήταν στην Ελλάδα από πέρυσι. Δείχνουν γρήγορα κάτι καλό όσοι μπορεί να κάνουν πολλά με τη μπάλα στα πόδια γιατί είναι δημιουργοί: ο Τάνκοβιτς, ο Μουργκ, ο Λιβάι Γκαρσία δεν είναι «μηχανάκια» που τρέχουν ασταμάτητα αλλά έχουν στιγμές κι αυτό στο ελληνικό πρωτάθλημα φτάνει. Ολοι οι υπόλοιποι είναι πολύ λογικό να ζορίζονται: άλλοι δεν ξέρουν ακόμα το παιγνίδι των συμπαικτών τους και εξαρτιόνται από αυτό (ο Τσόλακ π,χ), άλλοι πρέπει να βρουν χημεία παίζοντας και όχι μάλιστα φιλικά (ο Χνίτν, ο Νεντελτσεάρου, ο Βινάγκρε, ο Πέπε, ο Ουαγκέ, ο Νινούα, ο Ντρέγκερ κτλ) και όλοι σχεδόν πρέπει να προσαρμοστούν σε νέους ρυθμούς προπονήσεων μετά από ένα προηγούμενο διάστημα είτε υπερφόρτωσης, είτε απραξίας! Καλά ξεμπερδέματα δηλαδή.
Δεν είναι κακοί οι νεοφερμένοι, ούτε είναι γυάλινοι και εύθραυστοι. Απλά είναι η χρονιά εντελώς τρελή. Κάποιοι θα τα καταφέρουν και θα προσαρμοστούν. Και για κάποιους απλά θα αναρωτιόμαστε τι παραμύθια μας έλεγαν οι δημοσιογράφοι όταν ήρθαν…