Ενα ζευγάρι παπούτσια...

Ενα ζευγάρι παπούτσια...


Το πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου μου, ειδικά μετά από το καλοκαίρι, αρχίζει να θυμίζει όλο και περισσότερο το ντουλαπάκι που ανοίγει ο Γουιλ Σμιθ στο Men in Βlack κι ανακαλύπτει εντός του μια αποικία από μικροσκοπικούς εξωγήινους. Στο πορτμπαγκάζ μου δεν υπάρχουν βέβαια UFO, αλλά είναι αρκετά πιθανό να βρεις βιβλία, πετσέτες θαλάσσης, σφυριά και καρφιά. Υπάρχει σε αυτό τουλάχιστον μια μπλούζα κι ένα μαγιό, πιθανότατα μια μπαλαντέζα, σίγουρα το μικρό κουτί φαρμακείο για πρώτες βοήθειες. Υπάρχει μια συλλογή με CD του Καζαντζίδη που μου την δώσανε και την κουβαλάω αναζητώντας κάποιον που του αρέσει ο Στέλιος για να του την χαρίσω, αλλά και διάφορα άλλα άχρηστα κατά βάση πράγματα όπως ένα προστατευτικό αυτοκινήτου από τον ήλιο (με χορηγό), μια παλιά σκισμένη τσάντα για λάπτοπ, ένα τουλάχιστον ζευγάρι πλαστικές παντόφλες – κάπου πρέπει να υπάρχει κι ένα καπέλο.

Το χάος είναι τόσο δεδομένο που αποφεύγω να το ανοίξω το πορτμπαγκάζ για να μην με πιάσουν οι ενοχές μου ότι δεν το καθαρίζω. Δεν ξέρω γιατί το άνοιξα – για καιρό παρίστανα ότι δεν υπήρχε. Κι όπως συμβαίνει στα καλά θρίλερ, αφού έκανα το λάθος, κάτι θα συνέβαινε. Και συνέβη. Με μια πρόχειρη ματιά είδα μια σακούλα πλαστική που δεν έπρεπε να υπάρχει εκεί. Και μέσα της βρήκα αυτά τα καλοκαιρινά γυναικεία παπούτσια που βλέπετε στην φωτογραφία.

Φυσικά και το πράγμα θα μπορούσε να είναι χειρότερο. Θα μπορούσε μέσα από την πλαστική σακούλα να βγει πχ ένα φίδι. Η θα μπορούσε μέσα σε αυτή να υπάρχει το κομμένο κεφάλι ενός αγνώστου ή ένα βαλσαμωμένο πουλί – πάντα αυτά με φρικάρουν, εννοώ τα βαλσαμωμένα πουλιά. Θα μπορούσαν να υπάρχουν φρούτα ή λαχανικά, που έχουν σαπίσει και να με έχει πνίξει η μπόχα τους αλλά αυτό είναι απίθανο γιατί αυτά δεν τα βάζω στο πορτμπαγκάζ ποτέ – δεν χωράνε. Αλλά ούτε και τα παπούτσια αυτά τα είχα βάλει εγώ εκεί. Και δεν μου πέρασε καν ότι έχω διπλή ζωή και δεν θυμάμαι την δεύτερη, διότι απλά δεν μου κάνουνε. Και είναι και πολύ νεανικά για τα βαριεστημένα γούστα μου. Αν ήταν πχ γόβες, μπορεί και να με υποπτευόμουν. 

Δεν αφήνω στην άκρη πράγματα που βρίσκω τυχαία: πολλές φορές πιστεύω πως η μοίρα μου τα εναποθέτει για να τα σώσω ή γιατί με αυτά μου στέλνει ένα μήνυμα. Αν έβρισκα ένα βιβλίο θα το διάβαζα. Αν έβρισκα μια αλυσίδα ή ένα σταυρουδάκι θα το φορούσα. Αν τα παπούτσια ήταν έστω αντρικά θα κοίταζα να δω αν μου κάνουν: μπορεί να είχαν τίποτα μαγικές ιδιότητες.

Η πιο χαρακτηριστική ιστορία φροντίδας αντικειμένου που έχω να διηγούμαι είναι η ιστορία του πίνακα – την έχω γράψει παλιά εδώ. Τον άφησε κάποιος μπροστά στην εξώπορτα του σπιτιού μου την εποχή της πανδημίας. Μάλλον ήθελε να τον αφήσει στον σκουπιδοντενεκέ που είναι πέντε μέτρα πιο πέρα, αλλά τον έπιασαν οι ενοχές του. Ο πίνακας, που δείχνει ζευγάρια να χορεύουν σε ένα τζαζ κλαμπ, ήταν φθαρμένος στις άκρες του. Τον έδωσα για επισκευή: σήμερα τον χαίρομαι – είναι ο δεύτερος ωραιότερος που έχω σήμερα σπίτι, ο ωραιότερος παραμένει αυτός με ένα ανθρωπάκι που σηκώνει ένα τρόπαιο, μου τον έχει χαρίσει ο φίλος μου ζωγράφος Δήμος Φλέσσας και καμαρώνω και για τον πίνακα και για αυτόν.

Αλλά χάθηκα: το θέμα είναι τα παπούτσια. Αν βρεις ένα ζευγάρι παπούτσια μπορείς να τα πετάξεις: αφού κάποιος φίλος σου δεν σε έχει ρωτήσει αν έχεις βρει ένα ζευγάρι παπούτσια δεν λείπουν σε κανένα. Αλλά ποιος θα σε ρωτούσε ποτέ αν έχει βρει ένα ζευγάρι παπούτσια; Εδώ δεν σε ρωτάνε για άλλα πιο σημαντικά. Ποιος θα πίστευε ποτέ του ότι έχεις ως χόμπι να βρίσκεις παπούτσια και μάλιστα άλλων; Μπορεί να σε ρωτήσουν αν διάβασες κανένα καλό βιβλίο, αν είδες καμιά ταινία ή αν ξέρεις κανένα που νοικιάζει ένα διαμέρισμα, ή που αγόρασες τα παπούτσια που φοράς, αν πρέπει για κάποιο ακατανόητο λόγο να μιλήσετε για παπούτσια. Αλλά η ερώτηση μήπως βρήκες ένα ζευγάρι παπούτσια δεν υπάρχει. Οπότε άρχισα να ρωτάω όλο τον κόσμο εγώ, δηλαδή όλες τις γνωστές και τις φίλες μου που είδα φέτος το καλοκαίρι – πράγμα εύκολο διότι δεν ήταν και πολλές. Και έπαιρνα από όλες την ίδια απάντηση: ακόμα κι αν κάπου ξεχνούσαν ένα ζευγάρι παπούτσια σίγουρα δεν θα το ξεχνούσαν στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου μου. Όχι δεν θέλησα να δοκιμάσουν τα παπούτσια: δεν είμαι πρίγκιπας και με βάση όσα θυμάμαι δεν έχω γνωρίσει υποψήφια σταχτοπούτα – μάλλον μερικές κακές μάγισσες. Οι συνεχείς αποτυχίες μεγάλωσαν την αγωνία μου ωστόσο. Τι διάβολο συνέβη με αυτά τα παπούτσια; Πως από όλα τα αμάξια του κόσμου βρέθηκαν στο δικό μου; Υπάρχει κάποιος ή κάποια που κάνει αυτό το αστείο, δηλαδή αφήνει τα παπούτσια του (ή μήπως παπούτσια άλλων;) σε ξένα αυτοκίνητα; Και πως άνοιξε το πορτμπαγκάζ για να τα βάλει; Κι αφού το άνοιξε γιατί δεν έπαιρνε έστω τα Cd του Καζαντζίδη; 

Το ΄χω συζητήσει με φίλους - όχι ακόμα με ψυχίατρο. Ενας μου είπε πως το πράγμα θα μπορούσε να είναι χειρότερο. Πως πχ θα μπορούσαν να με πάρουν τηλέφωνο από την αστυνομία και να μου πουν ότι βρέθηκε ένα πτώμα χωρίς παπούτσια και από την στιγμή που αυτά βρέθηκαν στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου μου χρωστάω κάποιες εξηγήσεις. Ενας άλλος μου είπε να κάνω λίγη υπομονή: όποιος έβαλε στο πορτμπαγκάζ τα παπούτσια, αργά ή γρήγορα, θα μου φέρει κανα φουστανάκι, που να ταιριάζει με δαύτα. Ισως κάποιοι θεωρούν ότι η ιστορία είναι εντελώς επινοημένη ή ότι έχω γίνει φετιχιστής – κλέβω γυναικεία παπούτσια και κοιμάμαι με αυτά αγκαλιά το βράδυ: δεν μου το έχει πει κανείς, αλλά το διαβάζω στο βλέμμα τους. Θα ήμουν ευτυχισμένος αν αυτό συνέβαινε: δεν θα με βασάνιζε μέρες τώρα τι διάβολο έχει συμβεί.

Αν τα παπούτσια είναι δικά σας μην διστάσετε να μου το πείτε και να βρεθούμε να σας τα δώσω. Και φετιχιστής να είσαστε υπόσχομαι εχεμύθεια. Τα ζόρια που τραβάνε οι άνθρωποι τα σέβομαι. Εδώ σέβομαι τα παπούτσια που μου αφήνουν στο πορτμπαγκάζ και δεν τα πετάω…