Στο ματς με τον ΠΑΣ ο Παναθηναϊκός έπαιξε για πρώτη φορά στην ιστορία του στο ελληνικό πρωτάθλημα μόνο με ξένους παίκτες. Λίγες μέρες πριν, στη Βέρνη, κι ο Ολυμπιακός είχε αγωνιστεί μόνο με ξένους κόντρα στους Γιουνγκ Μπόις. Είναι θέμα χρόνου αυτό να το δούμε και στην ΑΕΚ και στον ΠΑΟΚ: και στις ενδεκάδες των ομάδων αυτών σπανίως αγωνίζονται πλέον τέσσερις Ελληνες. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τις απαντήσεις του Μπέντο για τον Κώστα Φορτούνη και το γνωστό post του Χρήστου Αραβίδη, που αναστάτωσε την ΑΕΚ, προκαλούν μια συζήτηση για το αν οι έλληνες παίκτες αδικούνται.
Η μόδα δεν είναι οι ξένοι
Δεν μου αρέσει ποτέ να γενικεύω – αλλά θα έλεγα ότι αν υπάρχει μια μόδα τελευταία στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι να ποντάρουν οι ομάδες σε έλληνες παίκτες, κι όχι το αντίθετο. Οι πιο πολλές ομάδες το κάνουν γιατί έχουν μειωμένα έσοδα (σε σχέση με τρία – τέσσερα χρόνια πρίν) ή γιατί έχουν καταλάβει πως μόνο πουλώντας Ελληνες παίκτες μπορεί να βγάλεις σοβαρά χρήματα – ανεξάρτητα από το κίνητρο, το κάνουν. Ο Αστέρας, ο Ατρόμητος, ο ΠΑΣ, ο Ηρακλής, πάντα ο Πανιώνιος, αλλά κι ο Πλατανιάς, η ΑΕΛ, η Ξάνθη έχουν σήμερα στις ενδεκάδες τους λιγότερους ξένους από παλιότερα: δυστυχώς όμως αυτό δεν σημαίνει ότι και όλοι έχουν καλύτερες ομάδες από παλιότερα – ο Αστέρας είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση πιστεύω. Θεαματικές μεταβολές ως προς τον αριθμό των ελλήνων παρατηρούνται στις τάξεις των μεγάλων – για λόγους συγκεκριμένους. Η ΑΕΚ είχε πολλούς Ελληνες όταν αγωνιζόταν στην Φούτμπολ λιγκ: εκεί οι απαιτήσεις ήταν λιγότερες. Ο ΠΑΟ επιχείρησε να φτιάξει μια πολύ ελληνική ομάδα, αξιοποιώντας κυρίως παιδιά από τις ακαδημίες του, όταν έφτασε προ τετραετίας στα όρια της πτώχευσης: η επιλογή ήταν υποχρεωτική για να πέσει το κόστος της ομάδας το καλοκαίρι του 2013 από τα 30 εκατ ευρώ στα 7. Ο ΠΑΟΚ είχε πολλούς έλληνες τον καιρό που ο Ιβάν Σαββίδης είχε ερωτευτεί ποδοσφαιρικά τα παιδιά της Εθνικής και ήθελε διεθνείς: για αυτό βρέθηκαν εκεί ο Κατσουράνης, ο Νίνης, ο Παπαδόπουλος, ο Τζαβέλας κτλ κι όχι γιατί υπήρχε κάποιος τεχνικό σχέδιο. Ο Ολυμπιακός είναι ο μόνος που σταθερά δυσκολευόταν να μπολιάσει την ομάδα του με ελληνικό στοιχείο – παρά τις αντίθετες προθέσεις και ο λόγος είναι απλός: η παρουσία του στο Τσάμπιονς λιγκ του επέβαλε να εμφανίζεται με παίκτες που να έχουν διεθνείς εμπειρίες. Παρόλα αυτά την τελευταία χρονιά που προκρίθηκε στους 16 είχε κάμποσους έλληνες: ο Μήτρογλου είχε κάνει ένα καταπληκτικό πρώτο γύρο, ο Μανωλάς και ο Σάμαρης τράβηξαν τα βλέμματα μεγάλων ομάδων και υπήρχαν σταθερά στην ενδεκάδα και ο Μανιάτης και ο Χολέμπας: όταν υπάρχουν καλοί Ελληνες παίκτες παίρνουν και ευκαιρίες. Στην Τρίπολη ο Ιβιτς έστειλε στο γήπεδο τον Κουλούρη κι αυτός έβαλε δυο γκολ – όποιος δουλεύει και προσφέρει, ανταμείβεται.
Πολύ συζήτηση για δυο
Γίνεται πολύ συζήτηση για τον Αραβίδη και τον Φορτούνη, που καλοί παίκτες είναι και οι δυο αλλά οι περιπτώσεις είναι κάπως διαφορετικές. Ο Αραβίδης αισθάνεται ότι πέρυσι έκανε την καλύτερη σεζόν της καριέρας του και είναι αρκετά πιθανό αυτό να έχει συμβεί. Μόνο που παίζοντας ως φορ στην ΑΕΚ δεν πέτυχε δέκα γκολ συνολικά στο πρωτάθλημα – κι αυτό είναι πρόβλημα για την ΑΕΚ, ίσως όχι για τον ίδιο. Η εκτίμηση που έγινε για την περσινή εικόνα της ΑΕΚ, λίγο πολύ από όλους, υιοθετήθηκε πλήρως από την διοίκηση της Ενωσης το καλοκαίρι γιατί δεν ήταν ούτε μεροληπτική, ούτε άδικη: μετά το περσινό πρωτάθλημα έγινε σαφές ότι η ΑΕΚ για να καταφέρει να κάνει πρωταθλητισμό έπρεπε να βρει λύσεις στην επίθεση – δηλαδή να αποκτήσει παίκτες. Η ΑΕΚ απόκτησε τέσσερις (τον Μπακασέτα, τον Αλμέιδα, τον Πατίτο και τον Χριστοδουλόπουλο) και μάλιστα όλοι αποκτήθηκαν για βασικοί: είναι απολύτως λογικό, ειδικά στην αρχή που οι νεοφερμένοι θα πάρουν υποχρεωτικά ευκαιρίες, οι περσινοί βασικοί να μείνουν λίγο στην άκρη – κανείς δεν θα σκεφτόταν να βγάλει τον Αραβίδη από την ενδεκάδα αν πέρσι αυτός είχε βάλει 15 γκολ. Ο Αραβίδης θύμωσε γιατί νοιώθει τρίτη επιλογή: μοιάζει στο μυαλό του Κετσπάγια να είναι πίσω και από τον Αλμέιδα και από τον Μπακασέτα. Εχει ένα δίκιο, αλλά στο μεταξύ η ΑΕΚ σε δυο ματς έχει βάλει 6 γκολ – δεν μοιάζει δηλαδή να έχει κάποιο πρόβλημα για να της το λύσει. Ο Φορτούνης είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση. Πέρυσι ήταν MVP του πρωταθλήματος κι έκανε μια καταπληκτική σεζόν – όμως μεταξύ του περσινού και του εφετινού πρωταθλήματος υπάρχει κάτι που δεν πρέπει να το ξεπερνάμε χωρίς να το προσέχουμε, δηλαδή το καλοκαίρι. Αυτό το προηγούμενο καλοκαίρι ήταν άσχημο για τον Ολυμπιακό και τον Φορυούνη. Ξεκίνησε με ένα μικροτραυματισμό, που του στέρησε την ευκαιρία να πάει με την Εθνική στην Αυστραλία, συνεχίστηκε με πολύ γκρίνια από τη μεριά του για το γεγονός ότι ο Βίκτορ τον χρησιμοποιούσε στα φιλικά στα αριστερά, ολοκληρώθηκε με τα πολύ μέτρια ματς κόντρα στην Χάποελ Μπερ Σεβά και στην Αρούκα. Ειδικά τα ματς με την Αρούκα έκαναν στον Φορτούνη κακό: στο πρώτο δεν χρησιμοποιήθηκε κι ο Ολυμπιακός έκανε στην Πορτογαλία το πιο καλό του καλοκαιρινό ματς, στο δεύτερο έπαιξε βασικός και παραλίγο η ομάδα ν αποκλειστεί. Αυτή η σχηματοποίηση είναι μάλλον άδικη, αλλά υπάρχει σίγουρα στο μυαλό του προπονητή του: χρέος του παίκτη είναι όταν πάρει την ευκαιρία του να δημιουργήσει στον προπονητή καινούργιες εντυπώσεις. Για την ώρα ο Μπέντο έχει πιο μπροστά από αυτόν και τον Μάριν που όποτε αγωνίστηκε πρόσφερε, και τον Τσόρι, που έσωσε τη σεζόν του Ολυμπιακού στην παράταση με τους Πορτογάλους: το ότι ο Φορτούνης είναι έλληνας είναι το τελευταίο που τον ενδιαφέρει.
Γυροφέρνουν σε πάγκους
Οι ελληνικές ομάδες θα ήθελαν να έχουν πολλούς περισσότερους έλληνες βασικούς, το θέμα είναι και οι έλληνες να είναι καλύτεροι από τους ξένους που οι ομάδες μας μπορεί να έχουν στις τάξεις τους. Στον ΠΑΟΚ πρόσφατα γκρίνιαξαν γιατί στην Εθνική δεν κλήθηκε ο Χαρίσης, αλλά ο με τον Κάνιας, τον Τσίμιροτ και τον Σαχόφ μπροστά του ο Χαρίσης δεν ξέρω πόσες ευκαιρίες θα πάρει στον ΠΑΟΚ: θα ναι δύσκολο ν αποδειχτεί καλύτερός τους – το έλληνας δεν αρκεί. Τον τελευταίο καιρό αρχίζω να πιστεύω ότι για κάποιους παίκτες το έλληνας αρχίζει να γίνεται ένα είδος παράσημου καριέρας – σαν κάποιοι να νομίζουν ότι επειδή είναι έλληνες πρέπει να παίζουν πολύ, να είναι βασικοί κτλ: δεν ισχύει ούτε για τον Αραβίδη, ούτε για τον Φορτούνη, το λέω γενικότερα. Εγω λέω ότι ελάχιστοι έχουν αληθινά αδικηθεί κι αυτό το δείχνει η καριέρα τους. Οποιοι στους ομάδες τους έπαιζαν (ο Μανωλάς, ο Χολέμπας, ο Σάμαρης, ο Μήτρογλου, ο Τοροσίδης, ο Παπασταθόπουλος, ο Καρνέζης, ο Καρέλης κτλ) πήγαν στο εξωτερικό και έκαναν καριέρα, όποιοι δεν έπαιζαν πολύ κι έφυγαν από δω ως αδικημένοι πήγαν στο εξωτερικό και εξακολουθούν να παίζουν λίγο ή να βρίσκουν μεροκάματο σε ασήμαντα πρωταθλήματα: με την κλάψα καριέρα δεν έχτισε κανείς. Ειδικά οι έλληνες παίκτες έχουν μια δεύτερη σημαντική ομάδα που λέγεται Εθνική Ελλάδος: την τελευταία διετία κι αυτή την παραμελήσανε και είναι λάθος τους που το κάνανε. Σε αυτή ξένοι δεν υπάρχουν: ας κοιτάξουν να δείξουν με την φανέλα της πόσο αξίζουν – θέση σε αυτή έχουν εξασφαλισμένη. Για να τους δούμε…