Η δικαίωση του Ερνέστο

Η δικαίωση του Ερνέστο


Στην Ισπανία το λένε όλο και περισσότεροι: ο Ερνέστο Βαλβέρδε θα είναι ο επόμενος προπονητής της Μπαρτσελόνα. Η είδηση έρχεται σε μια στιγμή που ο Ολυμπιακός δυσκολεύεται να βρει προπονητή μπλεγμένος σε διάφορες προτεραιότητες. Πολλοί λένε ότι η λύση είναι ένας νέος Βαλβέρδε, αλλά Ερνέστο υπάρχει μόνο ένας, κι όχι τυχαία λέγεται ότι θα αναλάβει μια από τις μεγαλύτερες ομάδες του κόσμου: αυτό από μόνο του αποτελεί επαγγελματική δικαίωση. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί που ακόμα δυσκολεύονται να καταλάβουν πως ο Βαλβέρδε είναι ο καλύτερος προπονητής που έχει περάσει από εδώ. Δεν είναι πάντως κι αυτό τόσο παράξενο. Ο Ολυμπιακός έχει πάρα πολλούς οπαδούς που αγαπούν τις νίκες και τις επιτυχίες του. Για να καταλαβαίνεις και ν αγαπάς τον Βαλβέρδε χρειάζεται κάτι άλλο: να αγαπάς το ίδιο το ποδόσφαιρο.

Εμαθε πολλά εδώ

Στο πρώτο του πέρασμα ο Βαλβέρδε πρέπει να κατάλαβε ότι καμία επιτυχία δεν σου εξασφαλίζει τη δυνατότητα παραμονής, αν η δουλειά σου δεν μπορεί να γίνει κατανοητή: πρέπει φεύγοντας να έγινε σκληρότερος. Θυμάμαι πήρε το νταμπλ κι ο Κόκκαλης του πρότεινε ανανέωση συμβολαίου με 300 χιλιάδες ευρώ λιγότερα – ουσιαστικά τον έδιωξε. Του χρέωσε τότε τους αποκλεισμούς από την Ανόρθωση και την Σεντ Ετιέν, αλλά και τους καυγάδες του με τον Λέτο, που του είχε πει, προφητικά, ότι «αν ήταν καλός προπονητής θα δούλευε στη Ρεάλ και στη Μπαρτσελόνα». Η απόφαση εκείνη ήταν τόσο άδικη που είχαν δυσφορήσει και οι παίκτες του Ολυμπιακού: ο αρχηγός τότε Αντώνης Νικοπολίδης είχε πει ότι όλη η ομάδα ήθελε την παραμονή του προπονητή. Το πιο αστείο στην ιστορία ήταν ότι ο Κόκκαλης είχε πει κατά λέξη στο ΔΣ του Ολυμπιακού, μετά την απομάκρυνση του Ερνέστο, ότι «το κακό με τις αλλαγές των προπονητών έχει παραγίνει» και ότι «χρειάζεται να βρεθεί κάποιος να μείνει τρία χρόνια τουλάχιστον». Την επόμενη χρονιά άλλαξε τρεις προπονητές.

Κατάλαβε τα όρια

Στο δεύτερο πέρασμα του από εδώ ο Βαλβέρδε κατάλαβε ότι η δουλειά του προπονητή έχει όρια που δύσκολα μπορεί να ξεπεραστούν κι έφυγε την καταλληλότερη για τον ίδιο στιγμή. Είχε φτιάξει ένα Ολυμπιακό που μπορούσε να παίζει το δικό του ποδόσφαιρο, ένα ποδόσφαιρο υψηλής έντασης και πνευματικής συγκέντρωσης, για μια ώρα – δυστυχώς παραπάνω στην Ελλάδα δεν γίνεται. Η ομάδα του έπρεπε να πάρει το μάξιμουμ αυτή την ώρα που έτρεχε, πίεζε, δημιουργούσε – αν δεν το έκανε θα δεινοπαθούσε με την Ρούμπιν Καζάν και θα έχανε από τη Μέταλιστ. Ο Βαλβέρδε έφυγε επειδή κατάλαβε ότι αυτό ήταν το όριο του Ολυμπιακού. Κι έκτοτε ένα μεγάλο μέρος των οπαδών του Ολυμπιακού μοιάζει με τον τύπου που ένα βράδυ σε κάτι διακοπές στην Κέρκυρα γνώρισε την Μπόνικα Μπελούτσι μεθυσμένη και εκείνη τη νύχτα δεν μπορεί να την ξεπεράσει ποτέ. Ενώ ήταν μόνο μια νύχτα.              

Να κοιτάζεις την πραγματικότητα

Ο Βαλβέρδε είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα: σπανίως επηρεάζεται και πάντα βλέπει τα πράγματα καθαρά. Η καθαρότητα της ματιάς του τον βοηθά να είναι δίκαιος ακόμα και στην αποτίμηση των ματς. Θυμάμαι ένα περιστατικό: την συνέντευξη Τύπου μετά από ένα ματς που ο Ολυμπιακός είχε βάλει έξι γκολ στην ΑΕΚ. Θα μπορούσε να κάνει πλάκα στους ρεπόρτερ ή να ειρωνευτεί τους επικριτές του: σε μια βραδιά θριάμβου θα του ήταν εύκολο. Όμως προτίμησε να αποτιμήσει τον αγώνα δίνοντας στη νίκη τη σωστή της διάσταση: είχε μιλήσει σαν ο Ολυμπιακός να είχε δεχτεί έξι γκολ! Είχε πει π.χ ότι η έκταση του σκορ ήταν αποτέλεσμα μιας απόλυτης σχεδόν αξιοποίησης των ευκαιριών – που και άλλες φορές υπήρξαν, αλλά χάθηκαν κι ότι η διαφορά των ομάδων δεν ήταν τόσο μεγάλη. Είχε πει ότι το σκορ μπορεί μερικές φορές να είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης και ότι μετρά το τι κάνεις και όχι πάντα το αποτέλεσμα. Αυτή την ανάγκη να υπάρχει σωστή αποτίμηση, ώστε να αποφεύγονται υπερβολές, την είχε εξηγήσει και στους παίκτες του: «στις νίκες και στις ήττες να τολμάς να κοιτάζεις την πραγματικότητα κατάματα» έλεγε.

 Δικαιοσύνη και δουλειά

Ο Βαλβέρδε είναι ο πιο δίκαιος προπονητής που θυμάμαι. Στο πρώτο του πέρασμα είχε απομακρύνει τον Μπράβο κι ας ήταν συμπατριώτης του. Μπορεί να καυγάδιζε με το Λέτο, αλλά πάντα τον χρησιμοποιούσε. Δεν είχε καταλάβει αρχικά τι παίκτες ήταν ο Αντζας και ο Στολτίδης, αλλά όταν το κατάλαβε, τους μονιμοποίησε. Δεν ήθελε τον Ντάρμπισαϊρ, αλλά δε σταμάτησε να του δίνει ευκαιρίες. Εφερε τον Οσκαρ, αλλά δεν τον έκανε βασικό. Όταν επέστρεψε άφησε τον αγύμναστο Ντιόγο να φύγει, παρόλο που μαζί του ήταν εξαιρετικός. Δεν ξεχώρισε από το γκρουπ τους παίκτες με τους οποίους είχε συνεργαστεί την προηγούμενη φορά, αλλά τους αντιμετώπισε όλους ισότιμα. Ο Ντουντού το 2008 ήταν ο σταθερότερός του μέσος – το 2010 κάθισε στον πάγκο, ακριβώς δίπλα στον Ουρτάδο και τον Ρόμενταλ, που αν και ήταν δικές του επιλογές, πλήρωσαν τις μέτριες εμφανίσεις τους. Ο ίδιος ο Νικοπολίδης που το καλοκαίρι του 2009 είχε ζητήσει την παραμονή του εκ μέρους όλων, έγινε αναπληρωματικός του Πάρντο. Ενας καυγάς που είχε με τον Ιμπαγάσα κάποτε στη Βιγιαρεάλ δεν τον εμπόδισε να χτίσει τη μεσαία γραμμή πάνω στον Αργεντινό.  Ο «τρελός» Τζεμπούρ καθιερώθηκε γιατί έχει προσόντα που δεν έχει άλλος και ο θεοπάλαβος Αμπτούν έγινε το 2011 ο ΜVP του πρωταθλήματος. Ο Μοντεστό, ο Μιραλάς, ο Χολέμπας ήταν αποκτήματα του Λίνεν και του Δημήτρη Θεοδωρίδη: ο Βαλβέρδε πήρε από αυτούς ό,τι καλύτερο. Την ίδια στιγμή υπήρξε και δικαιολογημένα σκληρός. Ο Μήτρογλου δόθηκε δανεικός για να μάθει ότι η προπόνηση είναι σημαντικότερη του αγώνα – το ίδιο σκληρός ήταν και με τον Νέμεθ, αλλά και με τον Φετφατζίδη, που του έδωσε κάποτε μια νίκη στη Μασσαλία. Και δεν ήταν αυστηρός μόνο με τους μικρούς: ο Ριέρα, που είχε επί των ημερών του το πιο μεγάλο συμβόλαιο που είχε παίκτης στον Ολυμπιακό, άκουσε από τον Ερνέστο δημοσίως παράπονα, ο Γέστε έφυγε σε χρόνο ρεκόρ. Δικαιοσύνη σημαίνει να μην κοιτάς ούτε το βιογραφικό του άλλου, ούτε το πόσα μηδενικά έχει το συμβόλαιό του: μετράει μόνο η δουλειά.

Η συνεχής βελτίωση

Με τον Βαλβέρδε είδαμε τον καλύτερο Ντουντού, τον καλύτερο Μπελούτσι και τον καλύτερο Ντιόγο. Μάθαμε τι είναι οι «υπεραρυθμίες στο πλάι», τα «μεσοδιαστήματα», η αμυντική και η επιθετική μετάβαση: ο Ολυμπιακός την τρίτη του χρονιά είχε τέσσερις εκτελεστές στημένων φάσεων και επτά διαφορετικές κομπίνες στα κόρνερ! Όταν το 2009 έφυγε ο κόουτς, την επόμενη σεζόν η ομάδα που είχε κάνει το νταμπλ, χάθηκε. Δεν θέλω να μιλάω για ματς: τα ματς είναι των παικτών. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι τον καιρό του Βαλβέρδε είδαμε ποδοσφαιριστές απίστευτα βελτιωμένους: Μιραλάς, Χολέμπας, Μοντεστό, Αβραάμ Παπαδόπουλος, Αντζας, Τοροσίδης, Μανιάτης, Μακούν, Μαρκάνο, Αμπτούν, Τζεμπούρ, Ντάρμπισάιρ, Φουστέρ κι ένα σωρό άλλοι έκαναν πιθανότατα τα καλύτερά τους παιγνίδια μαζί του. Οποιοι έμεναν ήταν και ένοιωθαν χρήσιμοι: κάποτε ο Ολυμπιακός κέρδισε στη Ρωσία με στόπερ τον Παπάζογλου. Ο Τζόλε, ο Νικοπολίδης, ο Πάντελιτς, ο Ιμπαγάσα, ο Γκαλέτι, ο Στολτίδης τη δουλειά την ήξεραν: η βελτίωση των υπόλοιπων ήταν η απόδειξη της καλής του δουλειάς.

Αγαπούν το ποδόσφαιρο

Δεν ξέρω αν θα πάει στη Μπαρτσελόνα και τι θα κάνει στη Μπαρτσελόνα. Δεν μου κάνει, όμως, καμία εντύπωση που συζητιέται το όνομα του. Παρόλο που στις ήττες θυμώνουν και πονάνε, στη Βαρκελώνη εξακολουθούν πρώτα από όλα ν αγαπούν το ποδόσφαιρο.