Η Λίβερπουλ, όπως ακριβώς αναμενόταν, θα είναι στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ στο Παρίσι. Πήρε την πρόκριση από τη Βιγιαρεάλ με λίγο χτυποκάρδι, αφού βρέθηκε να χάνει με 2-0 στο ημίχρονο από τους καταπληκτικούς Ισπανούς που έδωσαν ό,τι είχαν. Η Βιγιαρεάλ του σπουδαίου Εμερι έμεινε μάλλον από δυνάμεις καθώς δεν κατάφερε να υποστηρίξει στην επανάληψη το αμυντικό της πλάνο – όπως ακριβώς και στο Ανφιλντ. Δεν είναι παράξενο: πρέπει να είναι ελάχιστες οι ομάδες στην Ευρώπη που μπορεί να γλυτώσουν από την Λίβερπουλ αν της αφήσουν τη μπάλα. Στην θεαματική ανατροπή που πέτυχε η Λίβερπουλ μετατρέποντας το σε βάρος της 0-2 σε ένα τελικό 3-2 δεν υπάρχουν μυστικά. Σαφώς και βοήθησε η αλλαγή του κουρασμένου Ζότα από τον φορμαρισμένο Ντίαζ, αλλά ένα τέτοιο ματς δεν γυρίζει με μια αλλαγή – γυρίζει όταν μια ομάδα είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει κάθε κατάσταση, ακόμα και την χειρότερη. Αυτό είναι η εφετινή Λίβερπουλ: μια ομάδα που κουβαλάει γνώση, που ξέρει να αντιδρά ψύχραιμα, που έχει επιθετικό παιγνίδι και που παίρνει γκολ από όλους. Χθες την δύσκολη εξίσωση έλυσε ο Φαμπίνιο, όχι ένας σούπερ σταρ: άλλωστε σούπερ σταρ στη Λίβερπουλ είναι μόνο ο προπονητής της. Ο Γιούργκεν Κλοπ φτάνει στον τρίτο τελικό του Τσάμπιονς λιγκ με την Λίβερπουλ και στον τέταρτο δικό του τα δέκα τελευταία χρόνια. Κανείς ποτέ δεν πέτυχε κάτι ανάλογο σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Εδρα, κοινό και δίψα
Ας θυμηθούμε μερικά ωραία πράγματα τώρα που όλοι συμφωνούν πως ζούμε στην εποχή του Κλοπ. Η Λίβερπουλ ανακοίνωσε τη συνεργασία της με τον Κλοπ έπειτα από το εκτός έδρας παιχνίδι της με την Έβερτον τον Οκτώβριο του 2015: είχε φέρει τότε μια ισοπαλία. Ο Κλοπ διαδέχτηκε τον Μπρένταν Ρότζερς. Όταν ανέλαβε είχα γράψει στην SportDay πως μου έμοιαζε πιο πιθανό υπό τις οδηγίες του η Λίβερπουλ να κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ πιο γρήγορα από το αγγλικό πρωτάθλημα. Είχα γράψει πως αυτό μπορεί να συμβεί για τρεις λόγους: γιατί κάποιος που φτάνει στον τελικό με την Ντόρτμουντ είναι αδύνατο να μην κερδίσει την κούπα με τη Λίβερπουλ, γιατί η Λίβερπουλ έχει έδρα και γιατί το κοινό της είναι απαιτητικό αλλά και υποστηρικτικό συγχρόνως – δηλαδή το κατάλληλο κοινό για μια ομάδα που μπορεί να κάνει πολλά στην Ευρώπη. Η πρόβλεψη ήταν εύκολη. Αλλά τρεις τελικούς σε επτά χρόνια αμφιβάλω κι αν έπαιξε ο Ρόι Ρέις της Μέλτσεστερ Ρόβερς τον καιρό που μεσουρανούσε στο «Αγόρι».
Τον πρώτο χρόνο του Γερμανού στο νησί η Λίβερπουλ έχασε στα πέναλτι τον τελικό του Λιγκ Καπ από τη Μάντσεστερ Σίτι και ηττήθηκε με 1-3 από τη Σεβίλλη στον τελικό του Γιουρόπα λιγκ που κατέκτησε τότε το σχετικό τρόπαιο για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Την επόμενη χρονιά η Λίβερπουλ γνώρισε οδυνηρούς αποκλεισμούς από τα κύπελλα (από την Σαουθάμπτον στον ημιτελικό του Λιγκ Καπ και την Γουλβς στο προκριματικό του FA Cup), και απλά πήρε εισιτήριο για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ της επόμενης χρονιάς, τερματίζοντας τέταρτη στο πρωτάθλημα. Στην Ελλάδα ο απολογισμός του θα έλεγε ότι μετά από δυο χρονιές έχει μηδέν τίτλους και μια τέταρτη θέση. Ο Κλοπ θα ήταν «ηττοπαθής», «κομπλεξικός» και «αλαζόνας». Και σίγουρα θα είχαμε βρει ένα παίκτη που δεν χρησιμοποιεί πολύ για να ουρλιάζουμε ότι τον αδικεί.
Τρίτη και φαρμακερή
Την τρίτη χρονιά η Λίβερπουλ κάνει ένα εξαιρετικό Τσάμπιονς λιγκ. Στους ομίλους βρήκε τη Σεβίλλη, τη Μάριμπορ και τη Σπαρτάκ Μόσχας: πέρασε πρώτη. Στην συνέχεια διέλυσε την Πόρτο κι απέκλεισε τη Μάντσεστερ Σίτι ουσιαστικά από το πρώτο ματς (3-0 στο Άνφιλντ, 1-2 στο Έτιχαντ). Πριν να βρει την Ρεάλ Μαδρίτης στον τελικό στο Κίεβο απέκλεισε και τη Ρόμα: ήταν τυχερή γιατί βρήκε μια τόσο αδύναμη ομάδα στα ημιτελικά, αλλά έχασε τον τελικό μετά απο 3-1, μετά από τραγικά λάθη του τερματοφύλακά της Κάριου. Στο πρωτάθλημα ξαναβγήκε τέταρτη.
Τι εκτίμησαν οι Αγγλοι και δεν του δημιούργησαν το παραμικρό πρόβλημα μετά από μια τριετία χωρίς τίτλο; Νομίζω και την διαχειριστική του ικανότητα. Πούλησε πχ τον Φελίπε Κοουτίνιο (ίνδαλμα τότε στο Ανφιλντ) για να ποντάρει στους Σαλάχ και Φαν Ντάικ: ήταν ρίσκο, αλλά ήταν απαραίτητο ρίσκο. Η πρόσθεση του Άλισον Μπέκερ στην αρχή της επόμενης χρονιάς έλυσε και το πρόβλημα στη θέση του τερματοφύλακα. Αλλά πρωτάθλημα πάλι ο Κλοπ δεν πήρε: οι 97 βαθμοί δεν ήταν αρκετοί, καθώς η Μάντσεστερ Σίτι του Πέπ Γκουαρντιόλα μάζεψε 98.
Η καταξίωση, παρ' όλα αυτά, ήρθε στην Ευρώπη. Ο αποκλεισμός της Μπαρτσελόνα του Λιονέλ Μέσι στο Ανφλντ μετά την ήττα με 3-0 στη Βαρκελώνη θεωρήθηκε ένα θαύμα. Την 1η Ιουνίου 2019, η πρωτάρα σε τελικούς Τότεναμ δεν κατάφερε να σταματήσει την αγριεμένη Λίβερπουλ στη Μαδρίτη: με γκολ από τους Σαλάχ και Οριγκί ο Κλοπ πήρε το τρόπαιο. Μετά όλα έγιναν εύκολα: ήρθε και το πρωτάθλημα. Αλλά η επιμονή και η υπομονή τεσσάρων χρόνων δεν είναι κάτι συνηθισμένο ούτε από τους Αγγλους πλέον.
Τίτλος και άλλα πολλά
Στο Λίβερπουλ ξετρελάθηκαν μαζί του: τον αποκαλούν «πέμπτο Μπιτλ» - πρόκειται για σπάνιο τίτλο τιμής. Ολη αυτή η τρέλα δεν είναι τυχαία. Οι οπαδοί της Λίβερπουλ ιστορικά, και περισσότερο από τους οπαδούς οποιαδήποτε άλλης αγγλικής ομάδας, βλέπουν στο πρόσωπο κάθε νέου προπονητή ένα Μεσσία, που θα αποδειχτεί «νέος Πέισλι», «νέος Σάνκλεϊ», «νέος Νταλγκλίς» κτλ. Επίσης έχουν δει ότι τα τελευταία χρόνια οι ξένοι προπονητές που πέρασαν από εκεί είχαν καλύτερα αποτελέσματα από τους Αγγλους. Ο Ζεράρ Ουγιέ και ο Ράφα Μπενίτεθ κέρδισαν ευρωπαϊκούς τίτλους σχεδόν ανέλπιστα: δικαίως ειπώθηκε ότι έκαναν υπερβάσεις. Ο Κλοπ κατάλαβε κάτι πολύ νωρίς: ότι αν η μπάλα που θα παίξει η Λίβερεπουλ ενθουσιάσει το κοινό του Ανφιλντ δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Γιατί το ποδόσφαιρο εκεί είναι πάνω από όλα. Κι αυτή είναι η στρατηγική του: η ικανοποίηση του κοινού πρώτα από όλα. Πέρυσι πχ δεν τα πήγε καλά: ακόμα και για να βγει στο Τσάμπιονς λιγκ ίδρωσε. Αλλά η συνέπεια είναι συνέπεια. Και φαίνεται στα δύσκολα.
Ένα νέο αέρα
Ο Κλοπ έφερε στη Λίβερπουλ ένα νέο αέρα πολύ πριν κερδίσει τίτλους. Η επιτυχία του Κλοπ οφείλεται στο ότι ο Γερμανός είχε την εξυπνάδα να καταλάβει πως το δικό του «εγώ» δεν αρκούσε για να μεταμορφώσει τη Λίβερπουλ: είναι αλήθεια ότι του πήρε λίγο να το καταλάβει – όταν έρχεσαι από συνεχόμενες επιτυχίες στη χώρα σου μπορεί να συμβεί. Αν δεν αγόραζε τον Σαλάχ, τον Φαν Ντάικ, τον Αλισον, τον Μανέ θα είχε αποτύχει παταγωδώς. Στην Αγγλία βρήκε μπροστά του τέσσερις – πέντε ομάδες με τα λεφτά της Μπάγερν: οι Βαυαροί ξοδεύοντας στη Γερμανία τον κρατούσαν σταθερά δεύτερο. Αλλά αν η μάχη του με την Μπάγερν του έμαθε πολλά, η παραμονή του στο Λίβερπουλ τον έκανε πρωταθλητή. Ο Κλοπ είναι ο άνθρωπος που έχει πει στους οπαδούς της Ντόρτμουντ ότι «αν θέλουν να πανηγυρίζουν τίτλους, δεν έχουν παρά να αλλάξουν ομάδα και ν αρχίσουν να υποστηρίζουν την Μπάγερν». Τώρα δεν θα το έλεγε ποτέ. Φέτος τα θέλει όλα. Γιατί η ομάδα του τα αξίζει.
Δεν περιμένουν φυσικά
Μετά το μάθημα ποδοσφαίρου που παρέδωσε η Λίβερπουλ κόντρα στη Βιγιαρεάλ στο πρώτο ματς η διοίκηση της ομάδας ανακοίνωσε την παραμονή του Κλοπ μέχρι το 2026. Μέσα στο Μάιο θα κυνηγήσει τρεις τίτλους – μπορεί να τους πάρει όλους, μπορεί κανένα: σημασία έχει να τους διεκδικείς παίζοντας μπάλα που χειροκροτάει ο κόσμος σου.
Σκεφτόμουν πόσο παράταιρος είναι ο Κλοπ με όσα συζητάμε στην Ελλάδα. Εχοντας πλέον επτά χρόνια στο Λίβερπουλ έχει τα «παιδιά» του κι αυτός και τα στηρίζει: όταν εδώ το κάνει ο Μαρτίνς τον στήνουμε στον τοίχο. Δεν θα τον ακούσεις ποτέ να διαμαρτύρεται, όπως ο Λουτσέσκου, γιατί η ομάδα του έχει να παίξει πολλά ματς: θέλει να είναι παρούσα σε όλα και με τους καλύτερούς της παίκτες στο γήπεδο– αν έβλεπε το Λουτσέσκου να αλλάζει οκτώ παίκτες από ματς σε ματς θα πέθαινε στα γέλια. Δεν έχει κανένα πρόβλημα να δει τη Λίβερπουλ να δέχεται δυο γκολ: ξέρει ότι μπορεί να βάλει τρία, πράγμα που στην ΑΕΚ πχ δεν καταλαβαίνουν ως τρόπο προσέγγισης ενός παιγνιδιού. Και παίζει και χωρίς φορ, ενώ στον ΠΑΟ πχ θεωρούν πως πρέπει οπωσδήποτε να βρουν ένα έχοντας τρεις.
Θα έλεγα φέρτε τον εδώ να τον τρελάνουμε σε χρόνο ρεκόρ. Αλλά δεν μας βλέπει…