Καιρό τώρα περίμενα μια νίκη του Ολυμπιακού στο μπάσκετ για να δώσω συνέχεια σε ένα προηγούμενο κείμενο κριτικής που είχα δημοσιεύσει εδώ για το Γιώργο Μπαρτζώκα και που είχε τίτλο «ο άνθρωπος που κυνηγούσε ανεμόμυλους». Γίνεται μια μεγάλη συζήτηση για το αν ο Μπαρτζώκας πρέπει να συνεχίσει στον Ολυμπιακό. Θα ήθελα να πω δυο πράγματα που να συζητηθούν με την ψυχραιμία που επιτρέπει ένα νικηφόρο αποτέλεσμα όπως το χθεσινό με τον Ερυθρό Αστέρα: προφανώς μετά τις ήττες από την Μπασκόνια ή την Εφές τέτοια συζήτηση ψύχραιμα δεν θα μπορούσε να γίνει.
Τίποτα το σωστό
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Υπάρχει κάτι από όσα έγιναν φέτος που να δικαιολογεί στήριξη στον Μπαρτζώκα; Νομίζω όχι. Οι ξένοι που διάλεξε αποδείχτηκαν μέτριοι. Ο Σλούκας δεν αξιοποιήθηκε: ό,τι καλό έκανε το κανε μόνος του. Η ομάδα στήθηκε πάνω στην πιθανότητα ο Σπανούλης να παίζει τουλάχιστον είκοσι λεπτά και να κάνει τη διαφορά. Παρόλο που οι ελλείψεις έβγαζαν μάτια ο κόουτς δεν ζήτησε ενισχύσεις – η υποχρέωση να πάρει τον Κουφό έδειξε πόσο του έλειπε ένα ψηλός: ο Κουφός, αν και εντελώς ανέτοιμος, σε δυο ματς επιθετικά βοήθησε. Καθώς η σεζόν βαδίζει στο τέλος της δεν υπάρχει ούτε ένας παίκτης που να βελτιώθηκε – Ελληνας ή ξένος. Ο αποκλεισμός από την οκτάδα ήρθε νωρίς και ως συνέπεια χαμένων παιγνιδιών εντός έδρας: τα περισσότερα μάλιστα χάθηκαν στον πόντο - όποτε αυτό συμβαίνει στο μπάσκετ υπεύθυνος είναι και ο προπονητής. Ο Μπαρτζώκας έχει κάνει ελάχιστα για δικαιολογηθεί η παραμονή του. Αλλά έχω ένα ερωτηματικό πριν συνταχθώ με όσους του φωνάζουν «φύγε». Ομολογώ ότι δεν ξέρω ποιος μπορεί να τον αντικαταστήσει. Κυρίως πιστεύω πως αυτό που φέτος έκλεισε είναι ο κύκλος του Ολυμπιακού του Βασίλη Σπανούλη. Που έχει κάθε δικαίωμα να παραμείνει στον Ολυμπιακό όσο θέλει, αλλά που δεν είναι δυνατόν ο Ολυμπιακός πια να στηρίζεται πάνω του.
Τέλος εποχής
Ο Βασίλης Σπανούλης είναι μια κορυφαία προσωπικότητα γιατί η τύχη όλων των προπονητών που πέρασαν από τον Ολυμπιακό μετά τον μεγάλο Ντούντα Ιβκοβιτς είχε να κάνει αποκλειστικά με αυτόν και τις δυνάμεις του. Ο Ντούντα έδειξε πώς να στήσεις μια ομάδα πάνω στο Σπανούλη – όλοι οι υπόλοιποι δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να ακολουθούν τη συνταγή, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο επιτυχημένα. Ο Σπανούλης δεν ήταν ένας απλός παίκτης: ήταν στον Ολυμπιακό τα πάντα. Οι προπονητές βάσιζαν τα πάντα πάνω του και οι Αγγελόπουλοι δεν έκαναν άλλο από το να σέβονται αυτό το πλάνο. Αν οι «ξένοι-στοιχήματα» έβγαιναν (και η ομάδα είχε ενέργεια για να παίζει τριάντα ματς το χρόνο στα κόκκινα) οι σεζόν ήταν καλές. Αν οι ξένοι δεν έκαναν υπερβάσεις καριέρας και προκύπταν τραυματισμοί εξαιτίας της ασταμάτητης έντασης υπήρχαν καταστροφές – μιλάω για την Ευρωλίγκα γιατί το ελληνικό πρωτάθλημα είναι άλλη ιστορία. Με αυτή την αντιμετώπιση της σεζόν άλλοι προπονητές τα κατάφεραν και άλλοι όχι: αλλά αυτό ως μπούσουλας τελείωσε. Ο Σπανούλης δεν μπορεί να ξαναγίνει ούτε τριάντα χρονών, ούτε τριάντα πέντε. Πρέπει να βρεθεί ένα νέο σύστημα δημιουργίας ομάδας: δυστυχώς δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων.
Ποιος θα ερχόταν;
Να φύγει ο Μπαρτζώκας – καμία αντίρρηση. Αλλά εδώ το πρόβλημα είναι ότι ως χώρα πηγαίνουμε γενικά κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα. Οι ομάδες που στην Ευρωλίγκα διακρίνονται, τρία χρόνια τώρα «βομβαρδίζουν» ή ξοδεύουν εκατομμύρια για να κάνουν διάφορες διάνοιες τα δικά τους. Τη δεύτερη συνταγή την αφήνουμε στην άκρη: δεν νομίζω ότι οι Αγγελόπουλοι θα πλήρωναν ποτέ ένα Γιασκεβίτσιους ή ένα Μεσίνα για να φτιάξουν ομάδες που κοστίζουν 30 εκατομμύρια ευρώ για να κερδίζουν σταματώντας τον αντίπαλο στους 70 πόντους. Οπότε πάμε στην πρώτη συνταγή και ας δούμε τι προπονητές υπάρχουν αυτό τον καιρό διαθέσιμοι και διακρίνονται. Θα ερχόταν ποτέ ο Τρικνέρι; Ο Πασκουάλ; Ο Ιβάνοβιτς; Τι να κάνουν; Για να τους εξευτελίσουμε πάλι; Η θα ερχόταν ο Αυστριακός Μάρτιν Σίλερ, που είναι στην Ζαλγκίρις και θα του δινόταν χρόνος για να δουλέψει; Η θα ήταν ήσυχος εδώ και θα έκανε τη δουλειά του ο Ιγκόρ Κοκόσκοφ, αν ξεκινούσε τη σεζόν με έξι - επτά ήττες στη σειρά όπως έγινε φέτος στη Φενέρ; Πολύ αμφιβάλω.
Το βαρύτερο αδίκημα
Το ελληνικό μπάσκετ είναι ένα ωραίο θερμοκήπιο όπου χρόνια τώρα πορεύονται οι πάντες αγκαλίτσα. Στον Γιώργη Βασιλακόπουλο δεν πρέπει να γίνεται κριτική. Με τη διαιτησία «αν κερδίζεις δεν υπάρχει πρόβλημα, αν δεν κερδίζεις υπάρχει» – εγώ αυτό το αποκαλώ «αξίωμα του Μάκη Αγγελόπουλου». Κάθε ομάδα πρέπει να έχει «ελληνικό κορμό» - γιατί αυτός είναι το μυστικό της επιτυχίας. Και φυσικά οι ελληνικές ομάδες πρέπει να έχουν Ελληνες προπονητές, τους οποίους οι Ελληνες δημοσιογράφοι συνήθως αποκαλούν με το μικρό: λέγονται ο «Γιάννης», ο «Γιώργος», ο «Μίλαν», ο «Αργύρης» κτλ. Οι πιο πολλοί από δαύτους είναι ικανότατοι απλά γιατί είναι Ελληνες: κάπως έτσι την Εθνική την προπονεί ο Σκουρτόπουλος και στον ΠΑΟ έφτασε να γίνει προπονητής ο καλός Βώβορας. Όταν ρωτάω Ελληνα που ασχολείται με το μπάσκετ για το Μπαρτζώκα μου απαντάει ότι «ο Γιώργος είναι καλό παιδί».
Να τον διώξουμε τον «Γιώργο»; Αλλά για να φέρουμε ποιόν; Το «Σπύρο»; Το «Γιάννη»; Ή τον Βώβορα; Το λέω γιατί προπονητής κανονικός από αυτούς που έχουν οι ομάδες που είναι στην Ευρωλίγκα δεν βλέπω να έρχεται. Κι αν έρθει θα έχει το πιθανότερο την τύχη του Πασκουάλ, του Ιβάνοβιτς, του Πίνι Γκέρσον κτλ. Ειδικά αν η ομάδα δεν έχει «ελληνικό κορμό», πράγμα που από όλα τα αδικήματα που υπάρχουν στον ποινικό κώδικα του ελληνικού μπάσκετ είναι το βαρύτερο.
Μπάσκετ φουστανέλας
Είναι αδύνατο να υπερασπιστεί κανείς τον Μπαρτζώκα βλέποντας τα όσα έκανε στον Ολυμπιακό φέτος. Δεν ήταν ατυχείς μόνο οι επιλογές του – ήταν ακόμα και οι δηλώσεις του, πράγμα σπάνιο αν μιλάμε για Ελληνα προπονητή του μπάσκετ καθώς σε αυτές παίρνουν όλοι άριστα. Αλλά το θέμα δεν είναι ο Μπαρτζώκας: είναι ότι όλο το καράβι του ελληνικού μπάσκετ πάει στα βράχια κι όχι μόνο γιατί χρήματα δεν υπάρχουν όσα παλιότερα. Εχουμε μείνει πίσω σε αντιλήψεις, σε ιδέες, σε επαφή με την ίδια την πραγματικότητα: πιστεύουμε σε ένα μοντέλο θλιβερά ξεπερασμένο από τα πράγματα. Αυτός είναι ο λόγος που εδώ ο Μπάλτγουιν αποτυγχάνει και στην Μπάγερν γίνεται ηγέτης ή που ο Πάντερ εδώ δεν βρίσκει λεπτά συμμετοχής και την Αρμάνι την πάει με το έτσι θέλω στο Final 4. Στην Ελλάδα αυτοί ήταν για να κουβαλάνε τις μπάλες, να κυνηγάνε τον αντίπαλο σουτέρ, να κυλιούνται στο παρκέ κτλ κτλ. Εξω παίζουν μπάσκετ. Εδώ έπρεπε να παίζουν το μπάσκετ της φουστανέλας – αυτό που αγαπάμε. Το μπάσκετ της φουστανέλας με όρους αμερικάνικους είναι το ελληνικό μπάσκετ των καιρών μας.
Μπαίνει σε ένα τούνελ
Ο Ολυμπιακός μετά το Σπανούλη μπαίνει σε ένα τούνελ. Η αντικατάσταση της πολυποίκιλης προσφοράς του θα είναι αρχικά τουλάχιστον αδύνατη. Για χρόνια χάρη σε αυτόν έκαναν καριέρες προπονητές και συμπαίκτες – μην πω και δημοσιογράφοι. Εγώ θα τον έκανα αύριο κιόλας προπονητή: θα τον θερμοπαρακαλούσα. Θα του βαζα δυο έμπειρους βοηθούς να κάνουν τη δουλειά, θα έβρισκα κάποιον που ξέρει να διαλέξει ξένους και θα τον στήριζα. Ελπίζοντας ότι δεν θα αρχίσουν να τον λένε «Βασίλη»…