Πριν αρχίσουμε να μιλάμε για τη νέα σεζόν, τις μεταγραφές που θα γίνουν (αλλά κυρίως αυτές που δεν θα γίνουν), τα νέα προβλήματα των προπονητών κτλ θα κάνω κάποιους μικρούς απολογισμούς που αφορούν το πρωτάθλημα που ολοκληρώθηκε. Ξεκινάω σήμερα προσπαθώντας να εξηγήσω το μέγα το μυστήριο: πως είναι δυνατόν ο Ολυμπιακός να έχει κατακτήσει ένα πρωτάθλημα τόσο εύκολα, όπως λέει η βαθμολογία, χωρίς να είναι καλύτερος από πέρυσι. Σε σημείο μάλιστα που η διοίκησή του να υπόσχεται αλλαγές σε όλα τα επίπεδα.
Τρείς ίδιες πορείες
Ακούω δεξιά κι αριστερά πως οι αντίπαλοι του Ολυμπιακού δεν ήταν φέτος ικανοί στο να κάνουν πρωταθλητισμό κτλ. Εγώ λέω ότι και φέτος ο Ολυμπιακός έκανε βαθμούς που δεν επιτρέπουν στους ανταγωνιστές τους να τον πλησιάσουν: δεν είναι τόσο δικό τους το πρόβλημα – είναι απλά σε αυτούς τους βαθμούς ο πρωταθλητής απλησίαστος. Τα τρία τελευταία χρόνια ο Ολυμπιακός επαναλαμβάνει την ίδια περίπου πορεία για αυτό άλλωστε και οι διαφορές με τις οποίες κερδίζει το πρωτάθλημα είναι σταθερά μεγάλες. Πριν τρία χρόνια μέχρι τη μαθηματική κατάκτηση του πρωταθλήματος ήταν αήττητος: η μοναδική του ήττα ήρθε στο Καραϊσκάκη από τον ΠΑΟΚ την τελευταία αγωνιστική. Πέρυσι όταν κατέκτησε το πρωτάθλημα οι ήττες του ήταν όλες κι όλες δυο: μια από τον ΠΑΟ στην κανονική διάρκεια και μια από τον ΠΑΟΚ στα play off. Δύο ήττες έκανε και φέτος μέχρι να βγει πρωταθλητής στην Τούμπα. Πώς να το χάσει το πρωτάθλημα; Το προπέρσινο το κέρδισε με 18 βαθμούς διαφορά, το περσινό με 26 και φέτος έχει 19 από τους δεύτερους. Στην κανονική διάρκεια του πρωταθλήματος οι βαθμοί του τα τρία τελευταία χρόνια είναι σταθερά ίδιοι: είχε 67 πρόπερσι (και κανείς δεν δήλωνε δυσαρεστημένος από τη μπάλα που έβλεπε), 66 πέρυσι και 65 φέτος, απλά γιατί ήταν απρόσεκτος στο τελευταίο ματς με τον Αρη. Καμία ομάδα άλλη τα τρία τελευταία χρόνια δεν έχει φτάσει τους 60 βαθμούς στην κανονική περίοδο.
Να κάνει τη δουλειά
Ας θυμηθούμε πως άρχισε η σεζόν για να την καταλάβουμε καλύτερα. Ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε από το Τσάμπιονς λιγκ κι έκανε μια ελλιπέστατη προετοιμασία γιατί έμπλεξε καλοκαιριάτικα με τον Covid: στις αρχές Αυγούστου είχε δεκαπέντε παίκτες εκτός προπονήσεων ενώ και κάποιοι νεοφερμένοι (ο χρήσιμος Γκάρι Ροντρίγκεζ πχ) ασθένησαν μόλις υπέγραψαν. Είχε επίσης ένα νεοαποκτηθέντα τερματοφύλακα κουρασμένο από την συμμετοχή στα τελικά του Euro (o καλός Βατσλίκ άργησε να ενσωματωθεί), έχασε τον Σεμέδο γιατί η διοίκηση σταμάτησε να ανέχεται τις τρέλες του, στερήθηκε των υπηρεσιών του Φορτούνη που έπαθε ρήξη χιαστών, και βρέθηκε με κάποιους νεοφερμένους (Ονιεκούρου, Λόπεζ, Τικίνιο, Κούντε κτλ) που για διαφορετικούς λόγους άργησαν κομμάτι να προσαρμοστούν. Νομίζω ότι οι αντίπαλοι του Ολυμπιακού, δηλαδή ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ, δεν μπορούσαν τον περασμένο Αύγουστο να περιμένουν κάτι καλύτερο: κυριαρχούσε η βεβαιότητα ότι ο πρωταθλητής δεν θα είναι δυνατότερος από πέρυσι. Πλην όμως όλοι ξέχασαν κάτι: ότι για να κερδίσει το πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός χρειάζεται απλά να κάνει τη δουλειά του. Δηλαδή να ακολουθεί πιστά όσα προβλέπονται στην συνταγή του πρωταθλητισμού, πράγμα που ξέρει καλύτερα από τον καθένα στην Ελλάδα η διοίκησή του.
Ο πρώτος σκοπός
Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε με δυο λευκές ισοπαλίες στα πρώτα εντός έδρας ματς: δεν κέρδισε ούτε τον Ατρόμητο στην πρεμιέρα, ούτε τον ΠΑΟ. Τα αποτελέσματα αυτά οδήγησαν τον Μαρτίνς σε μια δύσκολη επιλογή: να στηριχθεί λίγο περισσότερο στους παλιότερους που το πρωτάθλημα μας το γνωρίζουν. Γιατί συνέβη αυτό; Διότι η διοίκηση της ομάδας επέβαλε τη σωστή ένταση και τη σωστή πίεση. Απαγόρευσε τις δικαιολογίες κι απαίτησε νίκες, διότι οι νίκες σταματάνε την γκρίνια και πρέπει αυτές να είναι προτεραιότητα. Ο Ολυμπιακός βρέθηκε μόνος στην κορυφή την πέμπτη αγωνιστική. Εκτοτε άρχισε απλά να διαχειρίζεται την πρωτιά και να ξεφεύγει. Κερδίζοντας.
Μια ομάδα που κάνει πρωταθλητισμό στην Ελλάδα πρέπει να έχει ως πρώτο της σκοπό αυτό: να κερδίζει. Δεν είναι τόσο δύσκολο (διότι οι αντίπαλοι που έχει είναι κατά κανόνα χειρότεροι) αν βλέπει τη νίκη ως βασική της υποχρέωση: έτσι κάνεις πρωταθλητισμό. Το θέμα είναι πως για να φτάσει σε αυτό μια ομάδα χρειάζεται δυο πράγματα: παίκτες και προπονητή που ξέρουν από πρωταθλητισμό και φυσικά αντοχή στην διοικητική πίεση. Πως αντέχεις στην πίεση; Όταν έχεις πίστη, μεγάλο ρόστερ για να είσαι προετοιμασμένος για τις δυσκολίες και νιώθεις ότι το πρωτάθλημα κρίνεται κάθε Κυριακή. Κυρίως την πίεση την αντέχεις όταν την γνωρίζεις. Αυτή πιστεύω πως είναι μια από τις δυσκολίες των νεοφερμένων παικτών του Ολυμπιακού τα δύο τελευταία χρόνια: οι ξένοι παίκτες που έρχονται δεν ξέρουν πως είναι να παίζεις σε ένα πρωτάθλημα που πρέπει κάθε Κυριακή να κερδίζεις. Αυτά δεν είναι πουθενά στον κόσμο αυτονόητο: κι όταν δεν υπάρχει σπουδαίο επιθετικό παιγνίδι που εξασφαλίζει νίκες εύκολες (ο Ολυμπιακός φέτος μόνο στο πρωτάθλημα πέτυχε είκοσι γκολ λιγότερα από πέρυσι) η ένταση γίνεται δύσκολα διαχειρίσιμη. Σε κουράζει.
Η πίστη δεν έλειψε
Ο Μαρτίνς φέτος για να πάρει τις νίκες πόνταρε στην άμυνα, στην προσαρμογή των παλιών και στη γνώση της υποχρέωσης: έχασε και παίκτες εξαιτίας του Κυπέλλου Εθνών Αφρικής και δεν βρήκε στην Ευρώπη νίκες που φτιάχνουν τον κόσμο και μειώνουν τη μουρμούρα. Η ένταση είναι καύσιμο αλλά όταν η διαφορά από τον δεύτερο μεγαλώνει πολύ, η χαλάρωση έρχεται νομοτελειακά. Σαν ανταμοιβή για όσα έχουν προηγηθεί. Η χαλάρωση στο τέλος φάνηκε κυρίως στην άμυνα: στα play off o Ολυμπιακός δέχτηκε γκολ στα 8 απο τα 9 ματς. Και είχε δεχτεί κι άλλα τρια στα δυο τελευταία ματς του πρωταθλήματος.
Όταν ο Ολυμπιακός έφτασε στο +15 από τον ΠΑΟΚ όλοι χαλάρωσαν: στην τελευταία φάση της σεζόν υπήρξε πολύ καρότο κι ελάχιστο μαστίγιο. Ετσι χάθηκαν βαθμοί στα play off κι ο ΠΑΟΚ που στο μεταξύ είχε χτίσει το σερί του θα μπορούσε να γίνει απειλητικός – αλλά δεν είχε πίστη. Ενώ στον Ολυμπιακό αυτή δεν έλειψε ποτέ: το πρωτάθλημα το σφράγισε ένα γκολ του ξεχασμένου Λόπεζ στις καθυστερήσεις με τον ΠΑΣ. Ο 17ος σε χρόνο συμμετοχής παίκτης της ομάδας βρήκε ένα γκολ πίστης, που γλύτωσε τον Ολυμπιακό από την πιθανότητα να μπλέξει ξαφνικά με ένα πρόβλημα που δεν είχε όλο το χρόνο δηλαδή την κρίση αποτελεσμάτων. Την χειρότερη κρίση.
Συζητήσεις επί συζητήσεων
Ολες οι διοικήσεις πιέζουν: το θέμα είναι ποιους και πως. Στον Ολυμπιακό πιέζονται πρωταθλητές. Η ΑΕΚ πίεζε δυο προπονητές που δεν μπορούσαν να δώσουν πιο πολλά κι ο ΠΑΟΚ ένα γκρουπ από παίκτες που πέρασαν τα 32 προ καιρού. Που να πας έτσι μπροστά; Ολο το χρόνο στην Ελλάδα φέτος η συζήτηση έχει να κάνει κυρίως με τον Ολυμπιακό και το πόσο καλός και θεαματικός είναι. Οι ανταγωνιστές του δεν έγιναν πρωταγωνιστές σε τέτοιες συζητήσεις: δεν θυμάμαι να συζητιέται η θεαματικότητα του ΠΑΟΚ ή οι αντοχές της ΑΕΚ ή η επάρκεια των παικτών τους. Γιατί; Γιατί αυτές είναι συζητήσεις πολυτελείας: ακολουθούν τον Ολυμπιακό στον οποίο κάποια άλλα σημαντικά είναι δεδομένα. Υπάρχουν πχ προπονητές και παίκτες που ξέρουν πως κερδίζονται πρωταθλήματα και κυρίως υπάρχει μια διοίκηση με μεγάλη γνώση του είδους της δυσκολίας: το πρωτάθλημα για όλους παίζεται σε κάθε ματς και η νίκη είναι η προτεραιότητά. Η ΑΕΚ κι ο ΠΑΟΚ διακήρυσσαν την θέλησή τους να διεκδικήσουν το πρωτάθλημα, αλλά επί της ουσίας έμοιαζαν να έχουν άλλες προτεραιότητες: η ΑΕΚ ήθελε να φτιάξει ένα προπονητή – αυτό επιχείρησε και με τον Βλάνταν Μιλόγεβιτς αρχικά και με τον Αργύρη Γιαννίκη στη συνέχεια. Κι ο Ρασβάν Λουτσέσκου από τη μεριά του έχασε πάρα πολύ χρόνο μέχρι να καταλάβει ότι οι παίκτες που προ τριετίας τον βοήθησαν να κερδίσει το πρωτάθλημα είχαν μεγαλώσει πολύ και δεν είχαν κάτι άλλο να του δώσουν και όταν το κατάλαβε μεγάλωσε το rotation. Χωρίς να έχει βρει μια ομάδα.
Στον Ολυμπιακό κερδίζουν το πρωτάθλημα κάνοντας την δουλειά τους με πίστη μεγάλη. Όπως είπε κι ένας μεγάλος γνώστης του φέτος μετά από ένα σημείο έκαναν και τη δουλειά τους χόμπι. Τώρα πέρα από μεταγραφές, πωλήσεις, αποχωρήσεις κτλ πρέπει να σκέφτονται πως θα ξανασφίξουν τα λουριά. Γιατί τη συνταγή για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, που όλοι οι άλλοι αναζητούν, αυτοί την γνωρίζουν: η εκτέλεση είναι πάντα το θέμα.