Με δυο λευκές ισοπαλίες ξεκίνησε η γηπεδούχος Βραζιλία στο Ολυμπιακό τουρνουά ποδοσφαίρου. Οι βραζιλιάνοι, παρά την παρουσία του Νεϊμάρ, δεν κατάφεραν στα δυο πρώτα ματς να κερδίσουν ούτε τη Νότια Αφρική, ούτε το Ιράκ: δεν μιλάμε για υπερδυνάμεις.
Το Ολυμπιακό τουρνουά ποδοσφαίρου δεν είναι κάποια μεγάλη διοργάνωση – ίσως μάλιστα κακώς γίνεται τουρνουά ποδοσφαίρου στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι Βραζιλιάνοι, ωστόσο, το τουρνουά αυτό το αντιμετωπίζουν ως μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να ξεπλύνουν την ντροπή του παγκοσμίου κυπέλλου του 2014. Η ομάδα που παρουσίασαν, εκτός από το Νεϊμάρ, στηρίζεται πολύ και σε δυο ακόμα παίκτες με ευρωπαϊκή καριέρα: τον Μαρκίνιος, που είναι ο ηγέτης της άμυνας χάρη στην πείρα που έχει αποκτήσει στην Παρί και τον Φελίπε Αντερσον, που θα θελε να κάνει σπουδαία πράγματα στο τουρνουά και για να πάρει μεταγραφή από τη Λάτσιο. Να σημειωθεί ότι αγωνίζονται σε αυτή και δυο μεγάλα ταλέντα του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου: ο Γκάμπριελ Τζεσούς, νέο απόκτημα της Μάντσεστερ Σίτι, και ο Γκαμπριέλ Μπαρμπόσα, πιο γνωστός στη χώρα ως «Γκάμπιγκολ», τον οποίο παρακολουθούν όλες οι μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες. Η ομάδα δεν είναι σούπερ, αλλά δεν θα πρεπε να δυσκολευτεί και τόσο πολύ να περάσει τη φάση των ομίλων. Μόνο που δεν είναι μια κανονική Βραζιλία: η Βραζιλία, η μεγάλη ομάδα που ήταν πάντοτε φαβορί σε όποιο τουρνουά κι αν έπαιρνε μέρος, έχει πεθάνει μετά την ήττα με 1-7 από τους Γερμανούς στο Στάδιο Μινέιρο του Μπελ Οριζόντε στις 8 Ιουλίου του 2014 και μάλλον θ αργήσουμε να δούμε την ανάστασή της.
Ηταν εθνικό σοκ
Ημουν στην Βραζιλία, όταν συνέβη αυτό που δικαίως ο Ρονάλντο είχε χαρακτηρίσει τότε στην τηλεόραση «εθνικό σοκ». Πρέπει να πω ότι χειρότερος κι από το ματς που έκανε η Βραζιλία κόντρα στους Γερμανούς, υπήρξε ο τρόπος που οι Βραζιλιάνοι αντέδρασαν. Αρχικά έψαξαν έμοιαζαν να μην το πιστεύουν κι έψαχναν δικαιολογίες – με μεγαλύτερη την απουσία του Νεϊμάρ. Ο ίδιος ο Νεϊμάρ είχε χαρακτηρίσει το αποτέλεσμα άτυχο, αλλά «από αυτά που στο ποδόσφαιρο συμβαίνουν», ενώ γνώριζε πως μόνο έτσι δεν είναι. Στη συνέχεια οι Βραζιλιάνοι παρουσίασαν τους Γερμανούς ως ομάδα διαστημική, που όχι μόνο θα κερδίσει το τρόπαιο αλλά θα διαλύσει και την Αργεντινή στον τελικό: δεν συνέβη ακριβώς έτσι, αφού οι Γερμανοί τα κατάφεραν μεν, πλην όμως χρειάστηκαν στον τελικό την παράταση και λίγη τύχη. Όταν το μουντιάλ τελείωσε και κατάλαβαν ότι η ήττα τους με 1-7 ήταν ένα ιστορικό αποτέλεσμα που κατέδειξε την κρίση του πάλαι ποτέ μεγάλου ποδοσφαίρου τους, μπήκαν σε μια φάση απίστευτης σύγχυσης. Κυρίως φοβούνται πολύ ότι κάτι τέτοιο μπορεί να τους ξανασυμβεί.
Με άλλους ήρωες σε άλλη εποχή
Όταν ήμουν στη Βραζιλία κατάλαβα κάτι που ούτε μου χε περάσει από το μυαλό: ότι ο κόσμος που παρακολουθεί ποδόσφαιρο στη Βραζιλία έχει κατακτηθεί εντελώς από το Τσάμπιονς λιγκ, το οποίο παρακολουθεί πιο πολύ και από τα πολλά βραζιλιάνικα πρωταθλήματα. Στις παρουσιάσεις των Εθνικών ομάδων οι Βραζιλιάνοι υπογράμμιζαν πάντα πόσοι παίκτες από κάθε Εθνική ομάδα έχουν αγωνιστεί σε ματς ομίλων του Τσάμπιονς λιγκ: το έκαναν, όπως ακριβώς γίνεται στο μπάσκετ, όταν κι εμείς αναφερόμαστε με θαυμασμό στους παίκτες των εθνικών ομάδων που αγωνίζονται στο ΝΒΑ. Οσοι έχουν κατακτήσει το Τσάμπιονς λιγκ είναι οι μοντέρνοι τους ήρωες και το γεγονός ότι σπανίως είναι βραζιλιάνοι αρκούσε από την αρχή του Παγκοσμίου κυπέλλου για να τους βάζει σε σκέψεις. Οι βραζιλιάνοι ποδοσφαιριστές φεύγουν μικροί από τη χώρα για την Ευρώπη: φαίνεται ότι το κριτήριο της επιτυχίας τους για τους ίδιους τους Βραζιλιάνους είναι η διάκρισή τους στο Τσάμπιονς λιγκ και όχι πια η παρουσία τους σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή ομάδα.
Το δεύτερο παράδοξο είναι οι συνεχείς συγκρίσεις των σημερινών ποδοσφαιριστών με κάποιους πολύ παλιότερους, που για το μέσο βραζιλιάνο υπήρξαν μικροί Θεοί. Δεν διέκρινα καμία ιδιαίτερη αγάπη για το Ρομάριο ή το Μπεμπέτο, ούτε καν για τον Ριβάλντο και τον Ρομπέρτο Κάρλος: οι μόνοι δυο νεότεροι που αγαπάνε πολύ είναι ο Ρονάλτο (γιατί, όπως λένε, αναστήθηκε για να κερδίσει το Παγκόσμιο κύπελλο του 2002), και ο Ροναλντίνιο (γιατί γύρισε στη Βραζιλία για να κάνει μεγάλος πια επίδειξη του ταλέντου του). Οι άλλοι ήρωες τους παραμένουν οι πρωταγωνιστές του ΄70 και του ΄80. Ηταν κωμικό πχ να τους ακούς να συγκρίνουν τον Φελαϊνί και τον Βιτσελ με τον Σώκρατες και να λένε ότι οι Βέλγοι είναι τυχεροί γιατί έχουν δυο Σώκρατες στην ενδεκάδα! Η σύγχυσή τους είναι χαριτωμένη, αλλά και υπαρξιακή: αγαπούν πια ένα ποδόσφαιρο όπως το ευρωπαϊκό που δικό τους δεν είναι, άλλα έχουν ως μέτρο σύγκρισης ένα δικό τους που δεν υπάρχει. Οι τωρινοί ποδοσφαιριστές τους τους είναι άγνωστοι και σίγουρα κατώτεροι από αυτούς με τους οποίους μεγάλωσαν. Και η ήττα από τους Γερμανούς ήταν η απόδειξη ότι έχουν δίκιο σε όλα. Η Βραζιλία θυμίζει τον ασθενή που πάει στο γιατρό με την υποψία ότι έχει πάθει κάτι άσχημο κι όταν ακούει το γιατρό να το επιβεβαιώνει δεν μπορεί φυσικά να χαρεί για το ότι η διάγνωση ήταν αυτή που περίμενε. Η ίδια η χώρα αντιμετωπίζει πλέον το ποδόσφαιρο της, αν όχι με αποστροφή αλλά σίγουρα με δυσπιστία: όχι τυχαία την Ολυμπιακή Σημαία δεν την μετέφερε κανείς ποδοσφαιριστής και μόνο ο Πελέ ήταν προγραμματισμένο να έχει κάποιο ρόλο στην τελετή έναρξης. Αυτός τουλάχιστον έρχεται από μια εποχή που τους Ευρωπαίους δεν τους έτρεμαν.
Θα ήταν ωραίο, αλλά…
Η Βραζιλία χάνοντας από τη Γερμανία με 1-7 μπήκε σε μια φάση πένθους. Σύμφωνα με τη γνωστή θεωρία της ψυχαναλύτριας Ελίζαμπεθ Κιούπλερ Ρος, μέχρι να φτάσει κάποιος στην αποδοχή του γεγονότος και να το ξεπεράσει πρέπει να περάσει άλλα τέσσερα στάδια. Πρώτα το αρνείται («αποκλείεται να έχει συμβεί αυτό σε μένα») και μετά θυμώνει («είναι άδικο αυτό και κατάρα σε όποιον μου το προκάλεσε»). Ακολουθεί η διαπραγμάτευση, δηλαδή ένα είδος αυτοκριτικής που είναι πάντα δύσκολη υπό το βάρος της απώλειας («θα είμαι καλύτερος, θα αλλάξω») και τέλος η κατάθλιψη. Οι Βραζιλιάνοι βρίσκονται σε μια φάση κατάθλιψης: θα ήταν ωραίο να κερδίσουν το ολυμπιακό τουρνουά. Δεν θα ξεπερνούσαν το πένθος τους για ένα ποδόσφαιρο που πια δεν υπάρχει, αλλά τουλάχιστον η νίκη θα ήταν ένα καταπραϋντικό…