Και τώρα χρειάζεται ένα σχέδιο

Και τώρα χρειάζεται ένα σχέδιο


Ο Ολυμπιακός γιόρτασε χθες το 44ο πρωτάθλημα της ιστορίας του, ένα από τα δυσκολότερα που κατέκτησε ποτέ. Παρόλο που δικαστικές εκκρεμότητες υπάρχουν, δύσκολα κάποιος θα τολμήσει να του αφαιρέσει στα χαρτιά ένα πρωτάθλημα που κέρδισε πανάξια εντός αγωνιστικών χώρων. Επειδή κάθε φινάλε πρωταθλήματος επιτρέπει μια κριτική ανασκόπηση, δράττομαι της ευκαιρίας. Υπήρχε στη διάρκεια της σεζόν μια τρομερή απαίτηση πολλών φίλων του Ολυμπιακού για κριτική στη διοίκηση: η σταθερή μου θέση – κι αφορά τις διοικήσεις όλων των ομάδων – είναι πως υπάρχει πάντα μια μόνο στιγμή για κριτική, η συγκεκριμένη στιγμή. Οποιαδήποτε συζήτηση στα μέσα της σεζόν είναι καταστροφική και συνήθως ανόητη, όπως οι περισσότερες τέτοιες συζητήσεις που βασίζονται σε συναισθηματικές αντιδράσεις. Ας τα πάρουμε με τη σειρά.

Ο ίδιος βαθμός προσήλωσης

Αφοριστικά κάποιος θα μπορούσε να πει ότι ο Ολυμπιακός δεν πρέπει του χρόνου να κάνει όσα έκανε φέτος, αν θέλει να έχει μια καλύτερη ομάδα του χρόνου, δηλαδή μια ομάδα που να παίξει καλύτερο ποδόσφαιρο. Από την άλλη στο φινάλε της σεζόν θα ήταν λανθασμένο να μην επισημάνει κάποιος ότι σε αυτή τη δύσκολη χρονιά του ο Ολυμπιακός κατέκτησε το πρωτάθλημα, έφτασε σε ένα ημιτελικό κυπέλλου, κι έπαιξε στους 16 του κυπέλλου UEFA, κάτι που μόνο αυτός έχει κάνει (και μάλιστα δεύτερη φορά) στα χρόνια της κρίσης. Τα συνολικά αποτελέσματα δεν ήταν άσχημα. Οποιος τα θεωρεί τέτοια δεν ξέρει σε ποια χώρα ζει και δεν βλέπει πόσο έτοιμοι είναι να πουλήσουν την ψυχή τους σε κάθε διάβολο οι ανταγωνιστές του Ολυμπιακού για αποτελέσματα ανάλογα. Ο Ολυμπιακός πρέπει να κρατήσει, σε διοικητικό επίπεδο, τον ίδιο υψηλό βαθμό προσήλωσης. Αν χαλαρώσει, θα τον γκρεμίσουν.

Το βασικό πρόβλημα

Πάμε τώρα να δούμε τα λάθη. Ο Ολυμπιακός έχει χρόνια τώρα  (από τότε που τον θυμάμαι…) ένα βασικό πρόβλημα: μια τρομακτική αδυναμία ν αντιμετωπίσει σωστά και ψύχραιμα καλοκαιρινά ματς προκριματικών σε οποιαδήποτε διοργάνωση. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι έχει μια μεγάλη δυσκολία να κινηθεί γρήγορα στις μεταγραφές, να φορμαριστεί καλοκαιριάτικα, να εμφανιστεί συγκεντρωμένος, όσο η περίσταση απαιτεί. Δεν του λείπει η θέληση, του λείπει η στρατηγική, η σωστή προσέγγιση των καλοκαιρινών δυσκολιών: αν αρχίσει λάθος το πράγμα γίνεται ντόμινο  καταστροφικό. Πέρυσι έκανε μια επιλογή, που στρατηγικά δεν ήταν απολύτως λανθασμένη και είναι η επιλογή που κάνουν οι περισσότερες σοβαρές ευρωπαϊκές ομάδες, όταν βρεθούν να παίζουν καλοκαιρινά προκριματικά: προσπάθησε να αποκλείσει την Χάποελ Μπερ Σεβά βασιζόμενος κυρίως σε παίκτες που ανήκαν στην ομάδα που κέρδισε το πρωτάθλημα – οι προσθέσεις που έκανε (Ντελα Μπέγια, Φιγκέιρας) ήταν υποχρεωτικές και ελάχιστες. Η ομάδα έπρεπε να πάει στα ματς αυτά με μια στοιχειώδης ομοιογένεια, όμως το σχέδιο δεν απέδωσε. Ο λόγος δεν ήταν η φυγή του ανόρεχτου Σίλβα, αλλά κάτι πιο απλό: ο Ολυμπιακός ξεκίνησε τη σεζόν χωρίς τον ενθουσιασμό, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια δυο - καλές μεταγραφές. Αν ο Ολυμπιακός είχε αποκτήσει τον Καρντόσο έστω και τον Μάριν τον Ιούλιο θα απέκλειε την Χάποελ, γιατί η παρουσία των δυο θα ξυπνούσε τους υπόλοιπους. Αλλά και γιατί ο ερχομός τους θα δημιουργούσε γύρω από την ομάδα μια σιγουριά, που πέρυσι το καλοκαίρι έλειπε. Αυτό είναι το πρώτο λάθος που δεν πρέπει να επαναληφθεί.

Οι πολλές αλλαγές προπονητών

Πάμε παρακάτω. Μεγάλη συζήτηση έγινε φέτος για τις αλλαγές των προπονητών. Για μένα το μεγαλύτερο λάθος μέσα στη χρονιά, σε ό,τι έχει να κάνει με τους προπονητές, ήταν η μη στήριξη του Βίκτορ και η υπερβολική στήριξη του Μπέντο, που μόνο συζητήσεις προκαλούσε. Ο Βίκτορ δεν στηρίχθηκε με μεταγραφές: δεν αποκτήθηκε επί των ημερών του ούτε ένας παίκτης, που ο ίδιος να ήθελε. Πλήρωσε επίσης ένα αποκλεισμό για τον οποίο έφταιγε ελάχιστα: παρέλαβε μια ομάδα που δεν ήταν δική του, βρήκε παίκτες που αποδείχτηκε πως δεν μπορούσαν να βοηθήσουν, έφυγε μολονότι η προετοιμασία που έκανε στην ομάδα ήταν εξαιρετική και η βασική του σκέψη (ένας Ολυμπιακός με τρία πραγματικά χαφ μπροστά από την αδύναμη άμυνα και πίσω από τον Φορτούνη) ήταν ενδιαφέρουσα. Αν προσλαμβάνουμε προπονητές, χωρίς να ικανοποιούμε τις απαιτήσεις τους, κάνουμε λάθος: έχουμε απλά μια Ιφιγένεια για να την θυσιάσουμε στην πρώτη στραβή. Λάθος ήταν επίσης και η μη επιλογή του Ουζουνίδη, που πέρυσι το καλοκαίρι θα ήταν πιο χρήσιμος από τον όποιο Μπέντο: οι επιλογές δεν μπορεί να γίνονται με βάση την Ολυμπιακοφροσύνη, αλλά με βάση την ικανότητα.

Δεν μαστιγώνει τα παιδιά

Εξυπακούεται ότι φέτος χρειάζεται να γίνει μια ομάδα που να τυγχάνει της έγκρισης του όποιου προπονητή κι όχι να γίνει μια ομάδα που ο προπονητής πρέπει να σηκώσει στον ώμο σαν να είναι ο σταυρός του μαρτυρίου. Αν π.χ  αποφασιστεί να μείνει ο Λεμονής, ο συγκεκριμένος άνθρωπος που στην καλύτερη λειτουργεί ως δίκαιος εκλέκτορας, πρέπει να έχει 25 παίκτες πρώτης γραμμής, γιατί αν οι αναπληρωματικοί είναι σαν τους εφετινούς, (δηλαδή διαλεγμένοι ώστε να μην δημιουργούν προβλήματα στους βασικούς απαιτώντας τη θέση τους…), τότε, ας έχουμε στα υπόψην μας, ότι θα δυσκολεύονται να κερδίσουν τον Λεβαδειακό εκτός έδρας. Καλώς ή κακώς από τον Λεμονή δεν μπορεί να περιμένεις ένα Ολυμπιακό που να κάνει ματς υψηλής έντασης, όπως π.χ τον καιρό του Βαλβέρδε, αλλά και του Μίτσελ: έχει άλλες και πολλές αρετές, αλλά όπως οι πιο πολλοί Ελληνες προπονητές δεν μαστιγώνει τα «παιδιά» - απλά περιμένει από αυτά «να τον κάνουν μάγκα». Η παραμονή του Λεμονή μπορεί να βοηθήσει τον Ολυμπιακό να γεμίσει ελληνόπουλα: χάρη σε αυτόν παίκτες όπως ο Ρισβάνης, ο Σιώπης, ο Γιαννιώτας, ο Μίγγας, ο Βέλλιος, αν έρθει, μπορεί να βρουν εμπιστοσύνη και να πάρουν ευκαιρίες – δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα τύχουν ανάλογης αντιμετώπισης από τον καλύτερο των ξένων προπονητών, που μπορεί να αναλάβει. Οποιος κι αν είναι, όλους αυτούς δεν τους ξέρει και σίγουρα θα θέλει τους δικούς του.

Τέσσερα συμβόλαια

Αναζητείται ένα σχέδιο απλό και κατανοητό, που πέρυσι έλειψε. Αν ο στόχος είναι η ελληνοποίηση της ομάδας π.χ η προώθηση νέων παιδιών κτλ, πρέπει να το πουν στον κόσμο γιατί αυτά χωρίς χρόνο και στήριξη δεν γίνονται. Από την άλλη, αν η προτεραιότητα παραμένει η δημιουργία της καλύτερης ομάδας στην Ελλάδα, εξυπακούεται ότι ο Ολυμπιακός πρέπει να προσέξει πολύ στο σε ποιους θα δώσει τέσσερα τουλάχιστον μεγάλα συμβόλαια που μπορεί να δώσει, (μιλάω για αυτά του Μιλιβόγεβιτς, του Ιντέγιε, του Τσόρι και του Καρντόσο): αν αυτά τα δώσει για καλούς παίκτες θα είναι τουλάχιστον ένα σκαλί καλύτερος από φέτος κι εύκολα – αν δεν τα δώσει, παίρνει ένα δύσκολο δρόμο και το ξέρει. Ο Ολυμπιακός χρειάζεται παντού ενίσχυση, αλλά επειδή είμαστε στην Ελλάδα θέλει πρώτα από όλα ένα στόπερ, ικανό να κατευθύνει μια άμυνα που υποχρεωτικά ανεβαίνει, και δεύτερον ένα φορ που έχει εύκολο γκολ: όλα τα υπόλοιπα αντιμετωπίζονται χάρη στη συνολική δουλειά. Εξίσου σημαντικό πάντως βρίσκω και το ότι πρέπει να δυναμώσει η ομάδα και παραγοντικά: το τι έχει ν αντιμετωπίσει του χρόνου δεν περιγράφεται κι επειδή ο ανταρτοπόλεμος είναι δύσκολος πόλεμος θέλει οργάνωση καλύτερη. Για την ώρα πάντως ας αρχίσουμε από τα βασικά: χρειάζεται ένας προπονητής που να φτιάξει μια ομάδα ικανή να περάσει το σκόπελο των προκριματικών. Όχι για να παίξει στους ομίλους και να πάρει ο Ολυμπιακός χρήματα: αυτά μπορεί να τα πάρει και με καλές πωλήσεις – το έχει αποδείξει. Αυτό που χρειάζεται είναι να μην βουλιάξει καλοκαιριάτικα πάλι στην εσωστρέφεια: με 19 πρωταθλήματα σε 21 χρόνια είναι δύσκολο ένας χορτασμένος κόσμος να μην γκρινιάζει στην πρώτη στραβή. Συγκρίσεις με το τι συμβαίνει αλλού, απαγορεύονται: οι άλλοι έχουν την δίψα της στέρησης…