Είναι πραγματικά απερίγραπτες οι αντιδράσεις που υπήρξαν σε όλο τον κόσμο για τον Φέντερερ μετά τη νίκη του στην Αυστραλία. Πιο πολύ και από το ότι ο ίδιος είναι απίστευτα δημοφιλής, οι αντιδράσεις αυτές εξηγούνται και από τη βεβαιότητα πλέον όλου του κόσμου ότι βλέπει μπροστά του το μεγαλύτερο τενίστα όλων των εποχών: κανείς και για τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί του κι αυτό το μαρτυράνε οι τίτλοι του, αλλά και η απίστευτη διάρκεια της καριέρας του. Υπάρχει ένα βίντεο που κυκλοφορεί και στο οποίο πολλοί από τους θρύλους του τένις μιλάνε για τον Ελβετό: όλοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να παίζει όσο ακόμα γουστάρει και μπορεί. Ακόμα και ο Μακ Ενρόου που έλεγε ότι μουτζουρώνει την καριέρα του γιατί δεν έχει σταματήσει, λέει τώρα ότι ανυπομονεί να τον δει στο Γουίμπλετον! Κανείς πιστεύω ποτέ δεν θα δώσει διαφορετική απάντηση στην ερώτηση ποιος είναι ο μεγαλύτερος όλων των εποχών.
Μεγαλώσαμε με ινδάλματα
Ο θρίαμβος του Φέντερερ μου θύμισε για μια ακόμα φορά πόσο τυχεροί είμαστε όσοι είμασταν μικρά παιδιά τη δεκαετία του ‘80, παλιόπαιδα τη δεκαετία του ΄90 και μεγάλα παιδιά σήμερα. Ως παιδιά μεγαλώσαμε με τα σωστά είδωλα κι αφού λιγάκι ζήσαμε, προχωρήσαμε και μάθαμε να εκτιμάμε, εκτός από το αποτέλεσμα, και τους ανθρώπους είδαμε τους πιο μεγάλους αθλητές και τις πιο μεγάλες ομάδες όλων των εποχών καταλαβαίνοντας την αξία τους. Είδαμε την Κυριακή τον μεγαλύτερο τενίστα όλων των εποχών, τον Ρότζερ Φέντερερ, να βάζει το κερασάκι στην τούρτα της τεράστιας καριέρας του. Έχουμε χαρεί τον καλύτερο μπασκετμπολίστα παγκοσμίως όλων των εποχών, τον Μαικλ Τζόρνταν. Έχουμε δει τον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών: ναι, ο Μαραντόνα παρά την τρέλα του, ήταν καλύτερος του Πελέ. Εχουμε δει τον Γιουσεϊν Μπόλτ, τον πιο γρήγορο άνθρωπο του κόσμου, και τον Μάικλ Φέλπς, τον μεγαλύτερο κολυμβητή της ιστορίας. Έχουμε δει τον μεγαλύτερο εξολοθρευτή που έχει ανεβεί σε ρινγκ, δηλαδή τον Μάικ Τάϊσον. Εχουμε παρακολουθήσει τον μεγαλύτερο οδηγό της Formula 1, δηλαδή τον Μάικλ Σουμάχερ. Εχουμε χαρεί τους δυο μεγαλύτερους σκόρερ που έχουν περάσει από ευρωπαϊκά γήπεδα, δηλαδή τον Μέσι και τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Εχουμε δει τον μεγαλύτερο έλληνα μπασκετμπολίστα όλων των εποχών, δηλαδή τον Νίκο Γκάλη, και τον μεγαλύτερο σόουμαν έλληνα ποδοσφαιριστή, δηλαδή τον Βασίλη Χατζηπαναγή. Πάθαμε πλάκα με την καλύτερη ομάδα μπάσκετ όλων των εποχών, την Dream team USA στην Ολυμπιάδα της Βαρκελώνης.
Εχουμε δει την καλύτερη Μπαρτσελόνα, την καλύτερη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (αυτή του Σερ Αλεξ), την καλύτερη Τσέλσι, την καλύτερη Γιουβέντους (εκείνη του Λίπι), την καλύτερη Μίλαν (του Σάκι και των Ολλανδών), την καλύτερη Μπάγερν Μονάχου (αυτή του Χάινκες) και την καλύτερη Ιντερ (αυτή του Μουρίνιο): αναφέρομαι σε πρωταθλήτριες Ευρώπης. Φυσικά είδαμε την καλύτερη Εθνική Ισπανίας όλων των εποχών, την πιο άμυαλη αλλά και χαρισματική Βραζιλία της ιστορίας (το 1982 και το 1986), αλλά και την πιο ρεαλιστική – το 1994. Είδαμε την καλύτερη Ιταλία, αυτή του 1982 και την καλύτερη Γερμανία, αυτή του 1990. Και την Πορτογαλία επιτέλους να κερδίζει κάτι. Το περασμένο καλοκαίρι με τον Σάντος.
Σπάνιες μεγάλες ιστορίες
Πιο πολύ κι από αθλητές με προσωπικότητα και ομάδες πανίσχυρες, ως γενιά τυχερή, είχαμε την ευτυχία να ζήσουμε σπάνιες αθλητικές ιστορίες. Είδαμε την Ελλάδα δυο φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης στο μπάσκετ, το 1987 και το 2005. Είδαμε το θαύμα της στο ποδόσφαιρο το 2004 κι αφού προηγουμένως είχαμε δει και το θαύμα της Δανίας. Είδαμε τον πρώτο Ευρωπαίο που έχει πάρει Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στο μπάσκετ ως παίκτης και προπονητής, δηλαδή τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Είδαμε τον μεγάλο Παναθηναϊκό του υπεραθλητή που λέγεται Δημήτρης Διαμαντίδης, αλλά και δυο εποποιίες του Βασίλη Σπανούλη με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Είδαμε την απίστευτη κούρσα του Σπύρου Γιαννιώτη στην Ολυμπιάδα του Ρίο. Είδαμε την Λάρισα πρωταθλήτρια Ελλάδος και το Μαρούσι σε τελικό ευρωπαϊκού κυπέλλου στο μπάσκετ. Είδαμε τον Πύρρο, την απίστευτη νίκη της Πατουλίδου, τους περισσότερους έλληνες ολυμπιονίκες της μεταπολεμικής ιστορίας, τις καλύτερες ελληνικές εθνικές ομάδες σε όλα τα σπορ. Είδαμε γιγάντιες ιστορίες επιτυχίας, αλλά και αποτυχίας. Είδαμε το Ρονάλντο να επιστρέφει μετά από τρεις τραυματισμούς και να γίνεται πρωταθλητής κόσμου και «Φαινόμενο» το 2002. Είδαμε το θαύμα που έκανε η Λίβερπουλ στην Κωνσταντινούπολη κόντρα στη Μίλαν και που ακόμα παραμένει ανεξήγητο. Είδαμε τον διασυρμό των Βραζιλιάνων από τους Γερμανούς στο Μπελ Οριζόντε το 2014 και τους διαιτητές να αποκλείουν τους πάντες για χατίρι της Κορέας το 2002. Είδαμε την επιστροφή της Ρεάλ στον ευρωπαϊκό θρόνο της μετά από δεκαετίες. Είδαμε την κουτουλιά του Ζιντάν, την άνοδο και την πτώση του Κώστα Κεντέρη, το θάνατο του Αϊρτον Σένα σε παγκόσμια μετάδοση. Είδαμε την Εθνική μας στο ποδόσφαιρο να χάνει στα πέναλτι την πιθανότητα να παίξει στα προημιτελικά του Μουντιάλ και την Εθνική μας στο μπάσκετ να παίζει και να χάνει ένα τελικό παγκοσμίου κυπέλλου από τους Ισπανούς, ενώ δυο μέρες πριν είχε κερδίσει τους αμερικάνους.
Στην καλύτερη θέση
Σε σχέση με όλες τις προηγούμενες γενιές εμείς όλα αυτά τα είδαμε: δεν μας τα διηγήθηκαν, δεν τα διαβάσαμε, δεν τα ακούσαμε στο ραδιόφωνο. Τα ζήσαμε δευτερόλεπτο δευτερόλεπτο: χαρήκαμε και στεναχωρηθήκαμε, ενθουσιαστήκαμε και πληγωθήκαμε, μπορούμε να τα διηγηθούμε με όλες τους τις λεπτομέρειες, να έχουμε άποψη, να εκτιμήσουμε ποια ήταν θαύματα και ποια αποτελέσματα ιδιοφυίας ή απλού ταλέντου. Κυρίως μπορούμε από όλα αυτά να κρατήσουμε τα δικά μας σημαντικά, όσα χωράει η καρδιά και η μνήμη μας.
Τώρα πλέον στο παγκόσμιο χωριό των social media μπορούμε και να τα συζητάμε, να μοιραζόμαστε συγκινήσεις και απογοητεύσεις, να συμφωνούμε ή να διαφωνούμε. Στα αθλητικά είμαστε η πιο τυχερή γενιά: έχουμε την καλύτερη θέση, ενώ στην παγκόσμια σκηνή η ιστορία, ακριβώς μπροστά μας ανεβάζει υπερπαραγωγές…