Οι Αγγλοι, που αγαπάνε τις μεγάλες ιστορίες, ήθελαν να δουν στο ολυμπιακό στάδιο του Λονδίνου, που φέρει το όνομα της Βασίλισσας Ελισάβετ, τον Γιουσεϊν Μπολτ να ολοκληρώνει με ένα προσωπικό θρίαμβο στα 100 μέτρα την εντυπωσιακή καριέρα του. Συμβολικά, για τα παιδιά που πήγαν να τον δουν για τελευταία φορά, το εισιτήριο κόστιζε μόνο 9,58 στερλίνες – όσο και το ιστορικό ρεκόρ του Μπολτ στα εκατό μέτρα. Ο ίδιος ο Μπόλτ, που φέτος είχε κάνει ελάχιστες κούρσες, έκανε έκκληση στον κόσμο να σπεύσει να τον δει για τελευταία φορά νικητή. «Ετοιμάστε του τίτλους των εφημερίδων σας από τώρα» είπε στους δημοσιογράφους με το χαρούμενα αλαζονικό ύφος του. «Γράψτε πάλι ότι είμαι ασταμάτητος, ανίκητος, απλησίαστος, ότι είμαι η «Αστραπή», ότι είμαι αυτός, που κανείς δεν έχει δει ηττημένο σε μεγάλους αγώνες» είπε στην τελευταία πριν τον αγώνα συνέντευξη Τύπου. Στο Λονδίνο δεν πήγε κουβαλώντας μια μεγάλη εφετινή επίδοση, αλλά στη συμπεριφορά ήταν πάντα ο Μπολτ, ο άνθρωπος που δεν φοβήθηκε ποτέ τις προκλήσεις, ο αδιαφιλονίκητος μεγάλος βασιλιάς του στίβου, ο υπέροχος νικητής. Ομως στην τελευταία του κούρσα έχασε: ίσως γιατί κάθε αντίο, για να είναι μεγάλο, πρέπει να είναι λίγο πικρό.
Ένα παιδί θαύμα
Ο Μπόλτ δεν πήγε στο Λονδίνο έχοντας τον καλύτερο χρόνο φέτος στον κόσμο. Πήγε έχοντας ως προσωπικό ρεκόρ το 9.95’’ που έκανε στο Μονακό πριν λίγες εβδομάδες. Αλλά δεν είχε αυτή τη φορά και πολλούς μεγάλους αντιπάλους να αντιμετωπίσει. Το 2015, πριν το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Κίνας, ήταν οκτώ οι σπρίντερ, που είχαν τρέξει εκείνη τη χρονιά το κατοστάρι κάτω από 9.90’’ και είκοσι επτά αυτοί που το είχαν κάνει, σπάζοντας τα 10’’. Φέτος επίδοση κάτω από 9.90’’ είχε μόνο το νέο παιδί θαύμα των Αμερικάνων, ο Κρίστιαν Κόλεμαν, και ήταν μόλις δεκαοκτώ αυτοί που κατέβηκαν τα 10’’. Ο Μπόλτ, που πάντα στους μεγάλους τελικούς μας είχε συνηθίσει να δίνει τον καλύτερο εαυτό του είχε ελπίδες. Κατέβηκε κάτω από τα 10’’ στον ημιτελικό και έπιασε το δικό του εφετινό 9.95’’ στον τελικό, κάνοντας την συνηθισμένη αργή εκκίνηση και βάζοντας σε λειτουργία το τούρμπο μετά τα εξήντα μέτρα. Και στις δυο κούρσες αυτές, όμως, είδε την πλάτη του 21χρονου Κόλεμαν, που έκανε τέλειες εκκινήσεις δείχνοντας στην Αστραπή από την Τζαμάϊκα ότι τα χρόνια περνούν για όλους και ότι στο κατοστάρι δεν συγχωρείται πλέον μια αργή πρώτη αντίδραση. Ο Μπόλτ είδε μπροστά του τον επόμενο κυρίαρχο στον αγώνα ταχύτητας, τον άνθρωπο που ίσως απειλήσει και τα ρεκόρ του που μοιάζουν απλησίαστα: ήταν αδύνατο να τον προσπεράσει, αφού ο δικός του χρόνος είναι ο πιο αργός που έκανε σε τελικούς Ολυμπιακών Αγώνων και Παγκόσμιων Πρωταθλημάτων στα δώδεκα χρόνια της καριέρας του. Μόνο που στον τελικό, το χρυσό δεν το πήρε ο Κόλεμαν, που έρχεται από το μέλλον, αλλά ο Τζάστιν Γκάτλιν, πέντε χρόνια μεγαλύτερος του Μπολτ: ο αμερικάνος, που κουβαλάει τέσσερα χρόνια τιμωρίας για ντόπινγκ, βούβανε το λονδρέζικο στάδιο που τον αποδοκίμαζε από την πρώτη στιγμή που σε αυτό εμφανίστηκε, διότι δεν του έχει συγχωρήσει το ένοχο παρελθόν του. Η νίκη του στο νήμα έδωσε στην κούρσα ένα αληθινά δραματικό χαρακτήρα: ο Μπολτ των ρεκόρ και των θαυμάτων κι ο Κόλεμαν που έρχεται από το μέλλον, ηττήθηκαν από ένα σύμβολο του ντόπινγκ, ένα αθλητή που σήκωσε το σταυρό του ντοπαρισμένου στις πλάτες κι εμφανίστηκε στο Λονδίνο για να αναστηθεί, παρόλο που δεν έχει πιστούς. Υπάρχει μια γιγάντια ειρωνεία της μοίρας σε όλη αυτή την ιστορία – μόνο ένας ζαβολιάρης Θεός θα μπορούσε να στήσει μια τέτοια γιγάντια φάρσα.
Χάλασε δυο ιστορίες
Είναι εντυπωσιακό το πώς ο αποδοκιμαζόμενος Γκάτλιν, που δεν έκανε ούτε καν τον γύρο του θριάμβου, χάλασε σε ένα βράδυ, όχι μια καταπληκτική ιστορία, αλλά δύο! Αν ο Μπολτ νικούσε το ρίγος της συγκίνησης του παγκόσμιου κοινού θα ήταν δεδομένο: η ανθρωπότητα θα χειροκροτούσε τον μεγάλο σόουμαν και ο θρύλος του Τζαμαϊκανού θα ολοκληρωνόταν με ένα ακόμα συναρπαστικό τελευταίο κεφάλαιο. Και η νίκη του Κόλεμαν, όμως, θα ήταν μια λαμπερή στιγμή στα χρονικά του στίβου: θα εξελισσόταν μπροστά στα μάτια μας μια θεαματική ιστορία διαδοχής – η νίκη του Κόλεμαν θα ήταν ένας λαμπρός επίλογος και για την καριέρα του Μπολτ καθώς ο αφηγητής της ιστορίας του θα την ολοκλήρωνε λέγοντας πως στο Παγκόσμιο του Λονδίνου το 2017, σε ηλικία 30 χρονών, παρέδωσε το στέμμα του σε ένα εκκολαπτόμενο φαινόμενο, ένα άξιο συνεχιστή της δυναστείας των μεγάλων σπρίντερ. Τώρα, αν αφηγητής της ιστορίας υπάρχει, δεν μπορεί παρά να έχει παρακολουθήσει αυτό το αναμφίβολα σοκαριστικό όσο και ιστορικό κατοστάρι αμήχανος. Ισως και να μουρμουράει πως στο στίβο οι θρύλοι είναι σπουδαίοι, οι χαρισματικοί διάδοχοι απαραίτητοι, αλλά πέρα από όλους και όλα υπάρχει το ντόπινγκ που κατασκευάζει ινδάλματα. Ένα τέτοιο, ο Γκάτλιν, κατέστρεψε μια στιγμή αθλητικής ιστορίας, κερδίζοντας μια κούρσα στην οποία βρέθηκε με βασικό όπλο το γεγονός ότι δεν ντρέπεται να κουβαλάει τον τίτλο του διάσημου ντοπαρισμένου!
Το λονδρέζικο Στάδιο, προετοιμασμένο και το ίδιο να πρωταγωνιστήσει στην τελευταία κούρσα του Μπολτ, σε κάτι δηλαδή εκ των πραγμάτων σπάνιο, βουβάθηκε, όχι από οργή, αλλά από αμηχανία. Δεν υπήρχε τίποτα το άδικο στο φινάλε της κούρσας, αλλά και τίποτα το δίκαιο στο φινάλε της ιστορίας. Ο θρίαμβος του επίμονου ντοπαρισμένου δεν συγκίνησε και δεν εξόργισε: απλά σκόρπισε μια παγωνιά. Ούτε κι όταν ο Γκάτλιν υποκλήθηκε στον Μπολτ δεν σταμάτησε η ψύχρα.
Τι διάβολο έγινε;
Πάγωσα κι εγώ: το ομολογώ. Από την άλλη παρηγορήθηκα στην ιδέα ότι η ήττα του Μπολτ στον τελευταίο αγώνα της καριέρας του ήταν μια μικρή απόδειξη πως παραμένει ένας χαρισματικός υπεραθλητής κι όχι ένας ακόμα μεγάλος ύποπτος. Ο ηττημένος Μπολτ αποχωρεί με τα μετάλλια και τα ρεκόρ του: αν οι θεαματικές νίκες του έσωσαν τον στίβο, στον οποίο εμφανίστηκε την κατάλληλη στιγμή, η πικρή του ήττα τη στιγμή της αποχώρησης βοήθησε τον ίδιο να γίνει στο τέλος πιο ανθρώπινος, πιο δικός μας. Οποιος περνά από αυτό το σκληρό παγκόσμιο παλκοσένικο και σώζει την εικόνα του αξίζει για πάντα το χειροκρότημά μας και ως υπεραθλητής και ως άνθρωπος – αυτό το δεύτερο είδος γίνεται στους στίβους όλο και πιο σπάνιο. Μου μοιάζει σίγουρο ότι τα επόμενα χρόνια ο Μπολτ θα πίνει τις μπύρες του, θα χορεύει, θα χοντρύνει, θα ζήσει ωραία. Και θα αναρωτιέται πάντα τι διάβολο έγινε σε εκείνη την τελευταία κούρσα στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 2017, όταν ο ίδιος έχασε από κάποιον, που κανείς δεν ήθελε να τον δει να κερδίζει…