Χθες μπορούσες να δεις για λίγο παντού την είδηση ότι έφυγε από την ζωή ο τραγουδιστής Χρήστος Αυγερινός – μια σειρά από ιστοσελίδες την έκαναν για λίγο πρώτο θέμα διευκρινίζοντας όλες σχεδόν πως ήταν ο ερμηνευτής του θρυλικού σουξέ «Για τα μάτια του κόσμου». Δυστυχώς χρησιμοποιήθηκε και σε αυτή την περίπτωση η γνωστή μέθοδος του cope paste: παντού διάβαζες το ίδιο κείμενο. Ο Αυγερινός ήταν αρκετά γνωστός ώστε να γίνει πρώτη είδηση ο θάνατος του και μάλλον αρκετά άγνωστος για να ασχοληθεί κανείς περισσότερο με την ζωή του. Εφυγε ως ο ερμηνευτής μιας επιτυχίας που κάποτε έκανε θραύση. Για αυτό και μόνο ωστόσο θα άξιζε μια μεγαλύτερη αναφορά στην εξαιρετικά σπάνια περίπτωση του. Διότι ειδικά στην Ελλάδα το να γίνεις αυτό που οι Αγγλοι αποκαλούν «one hit wonder» δεν είναι καθόλου συνηθισμένο. Και μάλιστα με ένα τραγούδι που έχεις γράψει ο ίδιος (μουσική και στοίχους) και επιπροσθέτως είναι και λαϊκό. Βαρύ λαϊκό. Από αυτά που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 μοιάζανε κομμάτι ξεπερασμένα καθώς η Ελλάδα ξανάβρισκε το δρόμο προς τις μεγάλες πίστες.
Μια αλλά μεγάλη
Αυτό μου θύμισε ο θάνατος του Αυγερινού, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Χρήστος Ντάμπος: την περίεργη εκείνη εποχή και το πόσο κόντρα στο ρεύμα ήταν η μια αλλά μεγάλη επιτυχία του.
Πότε βγήκε το «Για τα μάτια του κόσμου»; Οσο κι αν ακούγεται παράξενο δεν είναι απολύτως σαφές. Σίγουρα υπάρχει σε ένα άλμπουμ με τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Αυγερινού (στην πραγματικότητα με όλα τα τραγούδια που έχει πει πριν από το σουξέ του) που κυκλοφόρησε το Δεκέμβριο του 1992 για να είναι στις βιτρίνες των δισκάδικων που πουλούσαν «ελληνικά» την περίοδο των Χριστουγέννων. Όμως το τραγούδι είχε κάνει σουξέ πιο νωρίς: νομίζω είχε αρχίσει να ακούγεται από την αρχή της χρονιάς με αποκορύφωμα φυσικά το καλοκαίρι της. Το αληθινά εντυπωσιακό της υπόθεσης ήταν ότι πρόκειται για ένα τραγούδι εντελώς παράταιρο με την εποχή – θα μπορούσε να είναι ένα τραγούδι του Τόλη Βοσκόπουλου που να το έχει κάνει επιτυχία στις αρχές των 80’ς – δεν το λέω τυχαία, ο Βοσκόπουλος το έβαλε κάποια στιγμή σε ένα από τα προγράμματα του πολύ αργότερα και το τραγουδούσε με σεβασμό κι αγάπη. Ηξερε άλλωστε ότι ήταν του Αυγερινού το είδωλλο.
Το 1991 η Ελλάδα έμοιαζε να βγαίνει από μια περίοδο απερίγραπτων πολιτικών παθών. Είχαν γίνει τρεις εκλογικές αναμετρήσεις σε εννιά μήνες – ο κόσμος ήταν κουρασμένος αφού το πολιτικό μίσος εξουθενώνει. Η Ελλάδα βιαζόταν να αφήσει πίσω της την δεκαετία του ’80, μια δεκαετία αμηχανίας και υπερβολών για να πάει στα 90’ς που υπόσχονταν εξ αρχής μια κάποια ελαφρότητα: στα τέλη του ’91 διαλύεται η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ενωση. Κάπως έτσι είχαμε σταματήσει να μαδάμε την μαργαρίτα με το αν θέλουμε να γίνουμε Ευρώπη ή να παραμείνουμε η Δύση της Ανατολής και είχαμε αποδεχτεί τον γεωπολιτικό προσανατολισμό μας σχεδόν όσο και τις ιδιοτροπίες μας. Ο Πέτρος Κωστόπουλος είχε βγάλει το Κλικ το 1987, που ακόμα δεν είχε αρχίσει να ειδικεύεται στην παραγωγή διασημοτήτων – αυτό θα συμβεί με το Νitro του πολύ αργότερα. Στα τέλη του ‘80 ζουν μεγάλες στιγμές τα τεράστια κλαμπ της Αθήνας, αλλά υπάρχουν ακόμα και οι ντισκοτέκ που βρίσκονται όμως μια φάση παρακμής, μπαίνοντας σιγά σιγά στο δρόμο της εξαφάνισης. Το « Για τα μάτια του κόσμου» σε μαγαζιά νεολαίας δεν ακούστηκε ποτέ. Τα ελληνάδικα γίναν της μόδας πολύ αργότερα.
Ολοι χορεύουν και τραγουδάνε
Αυτή η φάση μιας πρωτόγνωρης ελαφρότητας επηρεάζει σιγά σιγά και τα μουσικά μας πράγματα. Τα ταλαντούχα παιδιά του ελληνικού ροκ που έχουν εμφανιστεί στις αρχές των 80’ς (Γερμανός, Πορτοκάλογλου, Λάκης Παπαδόπουλος, Μαχαιρίτσας Γιοκαρίνης κτλ) έχουν μεγαλώσει, αλλά υπάρχει μια νέα φουρνιά έτοιμη να τους διαδεχτεί σε νεοτερισμούς με πιο ηλεκτρικό ήχο – Τρύπες, Ξύλινα Σπαθιά, Φάμελος κτλ. Γενικώς γίνεται λίγο φασαρία παντού και μέσα σε όλα προκύπτουν και δυο τάσεις που θα κυριαρχήσουν στην Ελλάδα αργότερα: το περίφημο «λαϊκοπόπ», με το Νίκο Καρβέλα στις επάλξεις, και οι «απρόβλεπτες συνεργασίες» δηλαδή δουλειές ανάμεσα σε συνθέτες (συνήθως) έντεχνους και λαϊκούς τραγουδιστές – ο Δημήτρης Μητροπάνος πχ αρχίζει να γίνεται ο τραγουδιστής που θέλουν όλοι να συνεργαστούν, ειδικά μετά το «Για να σε εκδικηθώ» που λέει με το Λάκη Παπαδόπουλο καταργώντας τα σύνορα των διακρίσεων.
Οι πίστες έχουν επιστρέψει στην μόδα και γίνονται πλέον όλο και μεγαλύτερες: βοηθά σε αυτό η ιδιωτική τηλεόραση, στην οποία όλοι σιγά σιγά αρχίζουν νύχτα μέρα να χορεύουν αποδεικνύοντας πως δεν είναι πια νηστικά αρκούδια, αλλά και η ελεύθερη ραδιοφωνία στην οποία υπάρχει χώρος ακόμα και για το βαρύ σκυλάδικο. Αλλά η επιτυχία του Αυγερινού δεν έχει σχεδόν καμία σχέση με την μουσική της εποχής. Ερχεται από τα 80’ς και τα 70’ς, από τα μπουζούκια της επαρχίας τα οποία ως Λαρισαίος ο Αυγερινός γνωρίζει και είναι ένα αυθεντικό καψουροτράγουδο σε μια εποχή που αυτά βρίσκονται ακόμα υπό διωγμό: θα επιστρέψουν μεγαλοπρεπώς αργότερα. Αυτό το κόντρα στο ρεύμα τραγούδι, που κουβαλά καημό και νύχτα, ακούγεται ξαφνικά παντού και για να καταλάβει κανείς πόσο ελάχιστη σχέση έχει με την εποχή αρκεί να θυμηθεί ότι τα άλλα μεγάλα σουξέ της εποχής είναι το επικό «Σ αναζητώ στη Σαλονίκη ξημερώματα» του Δημήτρη Μητροπάνου, το «Δυνατά Δυνατά» της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, το «Μη μιλάς μη γελάς» του Γιώργου Νταλάρα, το «Στο ίδιο έργο θεατές» του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, το «Δι΄ Ευχών» της Χαρούλας Αλεξίου αλλά και το ελαφρύ «Κι εγώ μαζί σου» του Γιάννη Πάριου. Πως χωρά σε όλα αυτά το «Για τα μάτια του κόσμου» είναι μυστήριο.
Ενας επίλογος ήταν
Όπως μυστήριο παραμένει και γιατί η τότε μουσική βιομηχανία δεν κατάφερε να αξιοποιήσει περισσότερο τον Αυγερινό. Η αλήθεια είναι πως αυτός συνέχισε να βγάζει δίσκους – όπως άλλωστε έκανε και πριν το σουξέ του. Δεν ήταν καθόλου τυχαίος: είχε συνεργαστεί με την Τζένη Βάνου και όλοι τον ήξεραν και τον εκτιμούσαν - όχι τυχαία τον έλεγαν «ο Βοσκόπουλος της Λάρισσας». Αλλά ήταν σαν να αποφασίστηκε πως άλλη τέτοια επιτυχία δεν θα είχε, χωρίς βέβαια αυτό να σήμαινε κι ότι θα σταματούσε να τραγουδάει. Παρέμεινε πάντα ένας μαχητής της νύχτας και όταν κάποια στιγμή πριν μερικά χρόνια τον κάλεσε σε μια εκπομπή της η Ναταλιά Γερμανού χάλασε κόσμο!
Ο Αυγερινός διαχειρίστηκε το σουξέ του σαν μια υπέροχη εκδρομή από αυτές που κάνεις χωρίς μεγάλα σχέδια και τις θυμάσαι για πάντα. Είπε ένα τραγούδι, τα είπε όλα. Και η κατηγορία του πως όλα έγιναν για τα μάτια του κόσμου δεν είχε τίποτα πιο πολύ τότε από λίγο άγιο παράπονο για ένα κόσμο που σιγά σιγά έφευγε. Ηταν ο επίλογος των 80’s τελικά. Σε εκείνο το «δεν θα το θελα ποτέ ποτέ αυτό» υπήρχε απλά λίγος καημός…