Με το καλό και στο Survivor…

Με το καλό και στο Survivor…


Το σκεφτόμουν χθες καθώς διάβαζα δεξιά κι αριστερά διάφορα για την εμφάνιση του πρωθυπουργού στο Σκάι: γιατί διάβολε κάποιος πολιτικός που, για αρκετά σημαντικούς για τον ίδιο λόγους, κάνει εμπάργκο σε ένα τηλεοπτικό κανάλι, αποφασίζει να εμφανιστεί σε αυτό και μάλιστα τέσσερις μόλις μέρες πριν τις εκλογές; Την απάντηση στην απορία, που κατά τη γνώμη μου έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την ίδια την εμφάνιση την έδωσε ο ίδιος ο κ. Αλέξης Τσίπρας μιλώντας χθες στην Πάτρα. «Αποφάσισα» είπε «να δώσω τη μάχη του Σκάι. Πήγα και έδωσα τη μάχη εκτός έδρας, σε εχθρικό γήπεδο. Πήγα σε ένα κανάλι που έχει επιλέξει να μας πολεμά χωρίς αύριο», είπε ενώ το πλήθος χειροκροτούσε. Μάλιστα.

Εχθροί και μάχες

Το να «πουλάς» στον κόσμο (τουλάχιστον στον κόσμο που θέλει να σε ψηφίσει) εχθρούς και μάχες είναι μια παλιά συνταγή πολιτικής – μπαγιάτικη αλλά υπαρκτή. Στους Ελληνες πολιτικούς δεν έφταναν ποτέ τα κηρύγματα του διχασμού με τα οποία χρόνια πορεύτηκαν: οι πιο πολλοί χρειάζονταν πάντα και κάτι ακόμα για να πείσουν για την σκληρότητα τους, αν όχι και για την ικανότητα τους. Το ρόλο του εχθρού απέναντι στον οποίο δίνονται μάχες τον έχουν παίξει στην ιστορία της ελληνικής πολιτικής τόσοι και τόσοι. Οι «ξένες δυνάμεις». Η «ΕΟΚ των μονοπωλίων». Οι «Αμερικάνοι». Τα «ξένα κέντρα». Η «ολιγαρχία». Οι «δανειστές». Το «ΔΝΤ». Τα «ΜΜΕ και η διαπλοκή». Τίποτα καινούργιο δεν ανακάλυψε ο Τσίπρας. Που σε σχέση με άλλους πρωθυπουργούς είχε μια χαρά υποστήριξη.

Υπήρξε κανείς που αυτή την τετραετία τον πολέμησε σκληρά; Αν εξαιρέσεις την κριτική που του έγινε από λίγους και βολικούς πολιτικούς αντιπάλους, νομίζω αληθινά δεν τον πολέμησε κανείς. Αντιπολίτευση σχεδόν δεν υπήρξε: ο Μεϊμαράκης και οι Καραμανλικοί του έκαναν και πλάτες. Οι δανειστές και το ΔΝΤ ήταν αρκετά σκληρότεροι με τις κυβερνήσεις που προέκυψαν μετά το 2010 από ό,τι μαζί του – τα χρήματα τους θέλουν κι αυτός τους τα εξασφάλισε. Κανείς δεν τον έβαλε ποτέ να υπογράψει το τρίτο μνημόνιο: ο Σόιμπλε του έδωσε και το δικαίωμα, αν δεν ήθελε ένα δάνειο με όρους, να φύγει από την ΕΕ.  Πριμοδοτούσε μάλιστα και την αποχώρηση της Ελλάδος: το ότι αυτή θα ήταν καταστροφική δεν ήταν πρόβλημά του. Το ότι ο Τσίπρας φανταζόταν (και πουλούσε στον κόσμο) πριν το 2015 πολιτικές λύσεις χωρίς κόστος δεν ήταν σαφώς πρόβλημα των ξένων: δική του αυταπάτη ήταν, όπως λέει. Σε όλη την ιστορία της ανέλιξής του ο Τσίπρας είχε μαζί του τους Αμερικάνους (ο πρέσβης τους στην Αθήνα θρηνεί στην ιδέα της ήττας του), δεν είχε κανένα πρόβλημα με το ντόπιο κεφάλαιο (σε σημείο να έχει στις Ευρωεκλογές το γιό του Σωκράτη Κόκκαλη υποψήφιο) και αν σταθούμε σε όσα λέει δεν έχει και ουσιαστικά κανένα πρόβλημα με τα εγχώρια ΜΜΕ: μόνος του λέει ότι ο Σκάι είναι  το μόνο κανάλι στο οποίο έπαιξε εκτός έδρας. Που σημαίνει ότι σε όλα τα άλλα αισθάνεται γηπεδούχος και σωστά αισθάνεται. Αλλά αν η πραγματικότητα δεν μας βολεύει, ακόμα χειρότερα για την πραγματικότητα, που λέει και μια ψυχή.

Μια κατασκευασμένη ιστορία

Η ιστορία της ρήξης με το Σκάι είναι μια κατασκευασμένη ιστορία από τον ίδιο και τους ανθρώπους του. Στην προσπάθεια τους να βρουν ένα έστω εχθρό κατασκεύασαν τουλάχιστον δυο: τον κ. Βαγγέλη Μαρινάκη (με τον οποίο ξεχνά ότι συνεργάστηκε για να βγει η κ. Ρένα Δούρου περιφερειάρχης) και το Σκάι, στον οποίο επέβαλε εμπάργκο γιατί μετέδωσε ότι μετά το Μάτι ο ίδιος σκέφτεται ν αλλάξει τον αρχηγό της Πυροσβεστικής και τους αρμόδιους Υπουργούς – πράγμα που έγινε. Τον Μαρινάκη τον «πούλησε» ως εχθρό πριν τις Ευρωεκλογές, όταν μιλούσε διαρκώς για αυτόν και τον χαρακτήριζε και αρχηγό της αντιπολίτευσης: όταν ήρθε η ήττα (και ο διασυρμός στις δημοτικές του Πειραιά), τον έβγαλε από το κάδρο – δεν τολμά να πει το όνομά του πια. Του έμεινε ο Σκάι με τον οποίο έπρεπε να δώσει μια μάχη – τη «μάχη του Σκάι». Μόνο που λέγοντας τέτοιες κουταμάρες απλά προκαλεί γέλιο πλέον. Ποια «μάχη του Σκάι»; Τι έκανε δηλαδή; Έπιασε αιχμάλωτο τον Παπαχελά και ανατίναξε το κτίριο; Πυρπόλησε το γραφείο του Αλαφούζου και πήρε λάφυρα τα σκουλαρίκια της Κοσιώνη; Κι από πότε θεωρείται μάχη να πας να δώσεις μια συνέντευξη σε δυο δημοσιογράφους που σου ασκούν κριτική;

Ρήξεις και μάχες

Σκεφτόμουν γιατί διάβολε αυτή η Κυβέρνηση είχε από την πρώτη στιγμή τέτοιο και τόσο μένος με τα ΜΜΕ, μολονότι σε αυτά είχε κι έχει ένα στρατό υποστηρικτών. Νομίζω στο φινάλε της προεκλογικής περιόδου (και μετά την περίφημη «μάχη του Σκάι») είναι πια εύκολο να καταλάβει κανείς το γιατί. Ο Τσίπρας και η κυβέρνησή του δεν ήρθαν για να λύσουν κανένα απολύτως πρόβλημα της χώρας: στην καλύτερη των περιπτώσεων, αν ένα σχέδιο είχαν, ήταν να πάρουν μέσω της άγριας φορομπηχτικής πολιτικής τους χρήματα από την μεσαία τάξη και να τα μοιράζουν σε ένα ακροατήριο ψηφοφόρων που θεωρούν δικούς τους. Τι είχαν εξ αρχής στο μυαλό τους; Να πουλήσουν ρήξεις και μάχες, για τις οποίες μάλιστα δεν ήταν καν προετοιμασμένοι. Στο κεφάλι τους η κυβέρνηση της χώρας θα ήταν μια σειρά από εκστρατείες (για αυτό και ο έρωτας με τον στρατηλάτη θαλασσοπόρο πλέον Πάνο Καμμένο π.χ που έλεγε τα ίδια). Θα γινόταν η εκστρατεία εναντίον των δανειστών, εναντίον του ΔΝΤ, εναντίον του ντόπιου κεφαλαίου, εναντίον του «παλιού», το οποίο θα το τελειώνανε, εναντίον του οποιουδήποτε τολμούσε να ασκήσει μια κάποια κριτική. Όπως όλοι οι στρατηλάτες που δίνουν μάχες, ο Τσίπρας είχε ανάγκη από υμνητές: αυτό το ρόλο έπρεπε στο μυαλό του να έχουν τα ΜΜΕ, που έπρεπε να είναι λίγα και ή δυνατόν απολύτως ελεγχόμενα. Ξέρετε ποιο είναι το αστείο; Ότι βρήκε και υμνητές και πρόθυμους, αλλά ξέμεινε γρήγορα από μάχες. Με τους δανειστές υπέγραψε μνημόνια, με τη μαντάμ Μέρκελ έγινε φίλος, με τον Τραμπ είναι αγκαλιά, στους περισσότερους εκπροσώπους του ντόπιου κεφαλαίου κατάντησε να κάνει διευκολύνσεις – με κάποιους κάνει και κρουαζιέρες. Τι απέμεινε; Η μάχη του Σκάι. Μια από αυτές που υπάρχουν μόνο στο μυαλό του.

Απολογία χωρίς προτάσεις

Ο κόσμος είδε φυσικά τη συνέντευξη γιατί ο κόσμος ψοφάει για τζέτρζελο, αλλά η πολιτική είναι κάτι άλλο – τουλάχιστον αυτό ελπίζω. Για να κέρδιζε τη «μάχη του Σκάι» ο Τσίπρας έπρεπε να εκμεταλλευτεί το παλκοσένικο και να πει τι θα κάνει αν κερδίσει τις εκλογές: να δέσει την γενναία αυτοκριτική του με την πρότασή του για το πως θα κυβερνήσει και να τα παρουσιάσει στον ψηφοφόρο. Δεν υπήρξε αυτοκριτική και δεν άκουσα καμία πρόταση. Είδα μόνο κάποιον που έμοιαζε να απολογείται διαρκώς: το τσαγανό του έφτανε μόνο για να θυμίσει ότι η Κοσιώνη είναι σύντροφος του Κώστα Μπακογιάννη – λες και δεν το ξέραμε. Κρατείστε την εικόνα αυτή και φανταστείτε τον να δίνει «μάχες» με το ΔΝΤ, τους δανειστές, την ολιγαρχία κτλ. Αν έφτασε να απολογείται στον Παππαχελά, σκεφτείτε τον ιδρώτα του απέναντι στον Σόιμπλε π.χ.

Υπάρχει και το Survivor

Οι δημοσιογράφοι δεν είναι εχθροί, τα κανάλια δεν είναι πεδίο μάχης, οι συνεντεύξεις δεν είναι τίποτα περισσότερο από συνεντεύξεις. Αν ο Τσίπρας θέλει να δίνει μάχες στο Σκάι, ας πάει του χρόνου στο Survivor. Θα κάνει ρεκόρ τηλεθέασης και ως τηλεστάρ μπορεί να είναι καλύτερος από πρωθυπουργός. Αλλά την Κυριακή ψηφίζουμε για να κυβερνηθεί ο τόπος και για να σταματήσει η Ελλάδα να σέρνεται. Όχι για μάχες που δεν υπάρχουν και άλλα κουραφέξαλα…