Ο φίλος Ευτύχης Βαρδουλάκης με μια ανάρτηση που έκανε τις προάλλες στο FΒ, μου θύμισε μια ιταλική ιστορία από τις πλέον σκληρές: αυτή του Τοτό Ρίινα, του μαφιόζου νονού από το Κορλεόνε, που πέθανε πρόσφατα στη φυλακή. Στη ζωή μου δεν έχω ακούσει πιο πολλές ιστορίες από όσες για αυτόν τον δαίμονα. Λένε ότι ο Ρίινα, που γεννήθηκε τον Νοέμβρη του 1930, έζησε από θαύμα μετά από ένα έντονο φλερτ με το θάνατο που είχε μόλις στα 13 του. Αυτός, ο πατέρας του και τα δυο του αδέρφια ξέθαψαν μια βόμβα από ένα κτήμα τους, η οποία εξερράγη. Ο πατέρας του και ο ένας αδερφός του πέθαναν αμέσως. Ο δεύτερος αδερφός του έχασε ένα χέρι. Ο ίδιος δεν έπαθε τίποτα απολύτως! Η ιστορία συγκίνησε τον τότε «νονό» της τοπικής μαφιόζικης οικογένειας Λουτσιάνο Λίτζιο, που έκρινε ότι το παιδί ήταν προστατευόμενο από το Θεό. Προστατευόμενο ήταν. Αλλά από το διάβολο.
Τρεις φορές μέχρι τα σαράντα
Μέχρι τα 40 του ο Ρίινα είχε μπει τρεις φορές στη φυλακή. Την πρώτη, όταν έγινε 19 χρονών: τότε πυροβόλησε και σκότωσε, μετά από ένα καυγά στην πλατεία του χωριού του, τον συνομήλικό του Ντομένικο Ντι Ματέο. Φυλακίστηκε, αλλά βγήκε μετά από έξι χρόνια. Και άρχισε τη δουλειά.
Ο Ρίινα δεν ήταν εκτελεστής, ήταν επιτελικός. Καθάρισαν μαζί με τον Λίτζιο τον μπος της Κόζα Νόστρα Μικέλε Ναβάρα. Μέχρι το 1963, ο Ρίινα είχε εξαφανίσει όλα τα ορφανά τσιράκια του Ναβάρα, δίνοντας στο αφεντικό την ευκαιρία να επεκτείνει τις δουλειές του μέχρι τη Νάπολι. Συνελήφθη για δεύτερη φορά το 1962 για παράνομη οπλοκατοχή και πλαστή ταυτότητα και για τρίτη φορά το 1970 ως ύποπτος για τις απαγωγές του Τζιοβάνι Πορκόρσο και του Τζιάκομο Βασάλο, που ήταν γιοί δυο γνωστών σιτσιλιάνων επιχειρηματιών. Ο δικαστής του επέβαλε να ζει σε ένα σπίτι στο Μπάρι υπό περιορισμό, μέχρι να ξεκαθαρίσει η υπόθεση – αυτός το έσκασε και γύρισε στο Κορλεόνε. Όχι μόνο τα είχε κάνει όλα, αλλά ένα χρόνο αργότερα επιχείρησε ανεπιτυχώς να απαγάγει και τον πάμπλουτο κόντε Αρτούρο Κασίνα – τον κατασκευαστή όλων σχεδόν των εθνικών οδών του ιταλικού νότου. Η κίνηση αυτή τον έκανε για πρώτη φορά πασίγνωστο.
Ο άνθρωπος του Δημάρχου
Από το 1971 κι έπειτα ο Ρίινα αρχίζει να χτίζει σχέσεις με πολιτικούς. Ο πρώτος του φίλος είναι ένας συγχωριανός του, που γίνεται δήμαρχος του Παλέρμο ο Βίτο Τζιαντσιμίνο. Αυτός ευλογεί το σχέδιο του να εξολοθρεύσει όλους τους Σικελούς αρχηγούς των «οικογενειών», αντικαθιστώντας το Κράτος που με αυτά δεν ανακατεύεται. Ο Ρίινα κι ο γερόλυκος μέντοράς του Λίτζιο, μέχρι το 1978 σπέρνουν τον πανικό στις μεγάλες μαφιόζικες οικογένειες. Απαγάγουν και εκτελούν τον μεγαλύτερο λαθρέμπορο τσιγάρων, τον Λουίτζι Κορλέο. Ανατινάζουν το σπίτι του Νίνο Σάλβο, ενώ αυτός κοιμάται. Μπλέκουν σε μια επτάχρονη διαμάχη με τους σκληρούς έμπορους ναρκωτικών Μπανταλαμέντι και Μποντάντε, που θεωρούνται οι δυνατότεροι ηγέτες της Κόζα Νόστρα. Το 1978 συλλαμβάνεται για χρέη στην εφορία ο Λίτζιο, αλλά ο Ρίινα είναι ασταμάτητος.
Ολοι για έναν
Αυτή τη χρονιά ενοποιεί τις τρεις μεγαλύτερες οργανώσεις του εγκλήματος: «παντρεύει» την σιτσιλιάνικη Μαφία, που σχεδόν ελέγχει, με το Ανντράγκετε (δηλαδή την οργάνωση της Σαρδηνίας που έχει ειδικότητα κυρίως στις απαγωγές), αλλάζοντας συμβολικά δαχτυλίδια (!) με τον αρχηγό της Μίκο Τριπόντο και δια μέσω της οικογένειας των Νουβολέτα αποκτά ηγετικό ρόλο και στην Κόζα Νόστρα, καταγγέλλοντας την ηγεσία της γιατί δεν μοιράζει στους φτωχούς ανθρώπους τα έσοδα από τα ναρκωτικά. Ένα χρόνο αργότερα τοποθετεί, ως τοποτηρητή του στη Σικελία αυτόν που το 1995 έχρισε από τη φυλακή διάδοχό, τον του Μικέλε Γκρέκο και χρίζει ως δεξί του χέρι τον Μπερνάρντο Προβερτσάνο, που πέθανε κι αυτός στη φυλακή πρόσφατα: οι δυο εκτελούν τους Ντε Κριστίνα, πατέρα και γιό, τους αποκαλούμενους «Τίγρεις» του Παλέρμο. Η δολοφονία των δυο με πυροβολισμούς στο κέντρο της πόλης, είναι πράξη αληθινής αλαζονείας, ενώ ο δήμαρχος του Παλέρμο μιλά για Θεία Δίκη! Το χρονικό όλων αυτών των δολοφονιών αποκαλείται «ο Πρώτος Εμφύλιος Πόλεμος της Μαφίας». Ο Ρίινα είναι ο νικητής.
«Ηθελε να είμαστε εχθροί…»
Το ιταλικό Κράτος παρακολουθεί τα πάντα εξ αποστάσεως κι όποιος δικαστής διατάζει έρευνες καταλήγει νεκρός: μόλις το 1971 η οργάνωση του Ρίινα εκτελεί τον εισαγγελέα Πιέτρο Σκαλιόνε. Ουδείς εισαγγελέας ξανασχολείται με τις δουλειές του, μετά από αυτό, για μια δεκαπενταετία τουλάχιστον. Στο μεταξύ πληθαίνουν οι φήμες ότι ο άνθρωπος από το Κορλεόνε κάνει ό,τι θέλει στη Σικελία (και όχι μόνο…) χάρη στις καλές του σχέσεις με τους Χριστιανοδημοκράτες και τον Τζούλιο Αντρεότι προσωπικά. Ο Ρίινα είναι αλήθεια ότι μέσω του φίλου του Τζινατσιμίνο, που είναι για μια δεκαετία Δήμαρχος του Παλέρμο, αποκτά σχέσεις με τον Σάλβο Λίμα, κομματάρχη των Χριστιανοδημοκρατών στο Παλέρμο. Όμως ο Ρίινα στους Χριστιανοδημοκράτες θέλει κυρίως να πουλήσει ψήφους και υπηρεσίες: όποιος δεν τις θέλει, βρίσκει το μπελά του. Τον Μάρτιο του ‘79 εκτελεί τον Μικέλε Ρέινα, Γραμματέα της τοπικής επιτροπής των Χρστιανοδημοκρατών γιατί, όπως θα πει χρόνια αργότερα, τον πρόσβαλε αρνούμενος ένα καφέ μαζί του. Τον Ιανουάριο του 1982 δολοφονεί τον Περσάντι Ματαρέλα, Επαρχο της Σικελίας, επίσης Χριστιανοδημοκράτη, αλλά εχθρό του δημάρχου του Παλέρμο. Τον Απρίλιο του 1982 ίδιο τέλος έχει και ο Πιέρο Λα Τόρε, επίσης Χριστιανοδημοκράτης κομματάρχης και υποψήφιος βουλευτής. «Ηθελε να είμαστε εχθροί, ενώ μπορούσαμε να είμαστε φίλοι» θα πει.
Ο νόμος για του Μετανιωμένους
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση Αντρεότι να θεσμοθετήσει τον περίφημο νόμο για τους Μετανιωμένους Μαφιόζους: πρακτικά δίνει την δυνατότητα σε όποιον «νονό» συνεργαστεί με την αστυνομία, δίνοντας ονόματα και στοιχεία για μαφιόζους, να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Ο διασημότερος όλων, ο Τομάζο Μπουσέτα, αποκαλύπτει την εγκληματική δραστηριότητα των Ρίινα, Γκρέκο και Προβερτσάνο, μιλά για σχέσεις με τον Αντρεότι και φεύγει για την Αμερική! Οι μαρτυρίες του βοηθάνε την αστυνομία να κάνει τις πρώτες μαζικές συλλήψεις μαφιόζων: το 1991 γίνεται η πρώτη μεγάλη δίκη τους – το ιστορικό Maxiprocceso με συνολικά 32 κατηγορούμενους. Ο Αντρεότι, όταν αργότερα θα δικαστεί για σχέσεις με τη Μαφία, υπενθυμίζει ότι οι διώξεις τους ξεκίνησαν από ένα δικό του νομοθέτημα. Και παρά τις φωτογραφίες με τα σταυρωτά φιλιά με τον Προβετσάνο, αθωώνεται.
Το Μaxiprocceso ενόχλησε το Ρίινα, που θυμωμένος εκτέλεσε τον συνομιλητή του Σάλβο Λίμα, τον αποκαλούμενο και «σιτσιλιάνο του Αντρεότι». Απο το 1986 υπάρχει πιά ένα αληθινό κυνηγητό της Μαφίας απο το Κράτος, με κορυφαία στιγμή την σύλληψη του Ρίινα το 1993 - κίνηση επιβεβλημένη αφού η πολιτική ζωή της Ιταλίας ζει μέρες διάλυσης και χρειάζεται μια πράξη που να δείχνει ότι το Κράτος υπάρχει και λειτουργεί. Σε αυτό το διάστημα έχουμε δολοφονίες αστυνομικών και δικαστών, οι διασημότερες εκ των οποίων είναι των εικονιζόμενων εισαγγελέων Μπορσελίνο και Φαλκόνε.
Ο Τζιοβάνι Μπορσελίνο εκτελείται στο Παλέρμο την ώρα που πάει να πάρει τα παιδιά του. Ο Τζιοβάνι Φαλκόνε, πεθαίνει, όταν ανατινάζεται το αυτοκίνητο του ενώ επιστρέφει στο Παλέρμο από το τοπικό αεροδρόμιο. Πάνω στη διαδρομή τοποθετήθηκε ένας τόνος εκρηκτικά. Η έκρηξη έγινε με τηλεχειριστήριο. Σκοτώθηκε και η γυναίκα του δικαστή και η προσωπική του φρουρά. Στο δρόμο άνοιξε κρατήρας βάθους δέκα μέτρων. Λέγεται ότι η εκτέλεση του δικαστή ήταν το δώρο του Ρίινα στην οικογένεια Γκρέκο, που πάντρευε το γιό της. Σύμφωνα με ένα ωραίο ιταλικό μύθο ο αρχηγός της διμοιρίας των Καραμπινιέρων που συνέλαβε τον Ρίινα, που κρυβόταν στο χωριό του (!) για πάνω από τριάντα χρόνια, ενώ ήταν ο νούμερο 1 καταζητούμενος, του είπε ότι τον συλλαμβάνει στο όνομα του Φαλκόνε, που έχει υπογράψει το ένταλμα.
Αμίλητος στη δίκη
Τον πέρασαν συνολικά από τέσσερις δίκες. Στην πρώτη, στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο στις φυλακές της Ρεμπίμπια, μαζί του υπήρχαν άλλοι δέκα μαφιόζοι: αυτός ήταν ο μόνος, που στη διάρκεια της Δίκης, καθόταν σε ένα ειδικά διαμορφωμένο κλουβί. Δεν είπε τίποτα και αποδέχτηκε όλες τις κατηγορίες. Θυμάμαι ότι είχα σοκαριστεί, όταν μετά από όσα είχα ακούσει, τον είδα. Περίμενα να δω τον Μπράντο και είδα ένα κοντόχοντρο που έμοιαζε με γελαδάρη, κοκκινοπρόσωπο σαν αλκοολικό, με ένα βλέμμα κουρασμένο που δεν είχε τίποτα το αστραφτερό. Διεύθυνε τα πάντα ζώντας σε μια τρύπα, είχε χρήματα που ποτέ δεν τα χάρηκε, είχε δεκατέσσερα χρόνια να δει την οικογένεια του πριν τον συλλάβουν! Έζησε και πέθανε ως ένα τζάνκι του μοναδικού πράγματος που δεν δημιουργεί κορεσμό και που είναι η εξουσία. Αυτός ήταν ο μεγαλύτερος μαφιόζος του καιρού μας: ένας άνθρωπος που χαιρόταν εξ αποστάσεως για τον τρόμο που προκαλούσε ο εξουσιαστικός του ρόλος. Σε όλους. Ακόμα και στους χειρότερους φονιάδες.
Παραδέχτηκε ότι εμπλέκεται σε πάνω από τριάντα απαγωγές και περισσότερους από ογδόντα φόνους. Μετά χέρια του, έλεγε, σκότωσε μόνο ένα άνθρωπο, τον Ντι Ματέο, όταν ήταν 19 χρονών. Για να δείξει ότι είναι άντρας. Και μπορεί να καταστρέψει τον κόσμο ολόκληρο…