Ο κλέφτης των αποδυτηρίων

Ο κλέφτης των αποδυτηρίων


Πριν λίγες μέρες μια σπάνια και παράξενη είδηση πυροδότησε του κόσμου τις συζητήσεις στον ήσυχο κόσμο του ελληνικού μπάσκετ. Εγινε γνωστό, χάρη σε αναρτήσεις πολλών ειδησιογραφικών site ότι ένας γνωστός Ελληνας μπασκετμπολίστας συνελήφθη να κλέβει χρήματα συμπαικτών του: το ενδιαφέρον στην ιστορία είναι ότι ο τύπος συνελήφθη από φακό κάμερας κι όχι από την αστυνομία.

Σε ένα βίντεο που κυκλοφόρησε ο παίκτης φαίνεται να ψάχνει το παντελόνι συμπαίκτη του στα αποδυτήρια και να επιχειρεί αυτό που στην αργκό του λωποδύτη αποκαλείται «ψείρισμα». Ο δράστης δεν παίρνει ένα πορτοφόλι, ούτε ξαφρίζει και βάζει στην τσέπη το σύνολο των χρημάτων που αυτό περιέχει. Παίρνει ένα χαρτονόμισμα αφήνοντας τα υπόλοιπα. Η τεχνική είναι δοκιμασμένη: την ακολουθεί συστηματικά όποιος μικροκλέφτης επιθυμεί να υπάρχουν αμφιβολίες για το αν η κλοπή έγινε. Ο παθών, όταν ανακαλύπτει ότι ένα χαρτονόμισμα λείπει από τις τσέπες ή το πορτοφόλι του (ενώ έχει κι άλλα χρήματα…) συχνά αναρωτιέται αν κάπου το χαρτονόμισμα του έπεσε, αν κάπου το ξέχασε ή αν είχε κάνει λάθος στον υπολογισμό των χρημάτων του. Τις πιο πολλές φορές δεν υποπτεύεται καν ότι τον κλέψανε: τα βάζει με τον εαυτό του. Δηλαδή με την αφηρημάδα του ή την επιπόλαιά του.

Δεν έγινε γνωστό  

Σε εποχές παχιών αγελάδων ο λωποδυτάκος ήρωας της ιστορίας μας δεν θα κινούσε υποψίες. Κανένας ακριβοπληρωμένος συμπαίκτης του δεν θα πρόσεχε ότι του έλειψαν από το πορτοφόλι είκοσι ή πενήντα ευρώ. Ισως να έκανε κι αστειάκια στα αποδυτήρια με τον ίδιο τον «ελαφροχέρη» – άλλωστε όσοι τον γνωρίζουν μιλούν για παιδί με χιούμορ. Τώρα όμως χρήματα στο ελληνικό μπάσκετ κυκλοφορούν ελάχιστα κι όταν τα χαρτονομίσματα των είκοσι ή των πενήντα ευρώ εξαφανίζονται όποιος τα χάνει ανησυχεί. Την πρώτη φορά ίσως να μην δώσει σημασία: τη δέκατη καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά.

Ετσι συνέβη και στην ιστορία αυτή. Αρχισε να γίνεται σούσουρο. Κι όποιος είχε δει το πορτοφόλι του συνεχώς να ελαφραίνει οργανώθηκε. Εβαλε μια κάμερα στην τσάντα, την έστησε, εξασφάλισε εικόνες αποκλειστικές από το ξάφρισμα, έπιασε τον κλέφτη και όπως μαθαίνω φρόντισε αυτό να το μάθει κι όλη η ομάδα. Στη συνέχεια έδωσε το βίντεο αφήνοντας στους δημοσιογράφους που το παρέλαβαν την ευθύνη και την απόφαση να κρίνουν αν πρέπει να γίνει γνωστό το όνομα και το πρόσωπο του δράση. Δεν έγινε γνωστό. Και καλύτερα λέω εγώ. Γιατί η πιο μεγάλη τιμωρία ενός αθλητή που δεν σέβεται συμπαίκτες κι αποδυτήρια είναι μια κακή φήμη που μπορεί να τον καταδιώκει. Στην προκειμένη περίπτωση η φήμη του κλέφτη.

Καριέρα και φήμη  

Η ζωή του αθλητή έχει δυο φάσεις. Η πρώτη είναι αυτή κατά τη διάρκεια της οποίας κάνει καριέρα. Χάρη σε αυτή γίνεται γνωστός χάρη στα κατορθώματα του – τα όσα επιτυχημένα ή όχι έχει κάνει ενώ είναι εν ενεργεία. Ο καλός αθλητής χτίζει τις μνήμες του κοινού του: όταν σταματά έχεις να θυμάσαι από αυτόν στιγμές που τον θαύμασες ή στιγμές που σε συγκίνησε. Θαυμασμός και συγκίνηση δεν έχουν να κάνουν πάντα με την τεχνική και την ποιότητα του αθλητή – καλά καλά δεν έχουν να κάνουν ούτε καν με τις επιτυχίες του, κι ευτυχώς. Μπορεί κάποιον να τον θαυμάσεις για την τόλμη του ή την αντοχή του ή τη σκληρότητα του ή την αγάπη του για την ομάδα. Και μπορεί να σε έχει συγκινήσει και μια ήττα του, ένας τραυματισμός του, μια αδικία που έχει υποστεί ή μια στιγμή που έδειξε την αδυναμία του: πόσους και πόσους δεν θυμόμαστε γιατί έκλαψαν;

Στη δεύτερη φάση της ζωής του ο αθλητής ζει κουβαλώντας τη φήμη του, αυτή που έχτισε. Δεν αγωνίζεται πια αλλά μπορεί να είναι στην επικαιρότητα ως σύμβολο. Μπορεί να είναι ένας παντοτινός αρχηγός κι ο λόγος του πάντα να μετράει. Η ένας παντοτινός «σοφός» κι αυτή του τη σοφία όλοι να την αναζητούν. Και μπορεί, αν αστέρας πρώτου μεγέθους δεν έχει υπάρξει, να είναι απλά αγαπητός από όλους στο χώρο του: να μιλάνε για την ξεροκεφαλιά του, ή την πίστη του, ή το χιούμορ του όσοι τον γνώρισαν στα γήπεδα και στις προπονήσεις και να το κάνουν τόσο κολακευτικά, ώστε ακόμα κι αν αυτός παραμένει σχεδόν άγνωστος στο μεγάλο κοινό, να είναι εν τούτοις ευτυχής και χαρούμενος γιατί η καριέρα του τον προίκισε με την αναγνώριση των ανθρώπων που για τον ίδιο μετράνε.

Τίτλοι τιμής και τίτλοι τέλους

Η δύναμη της φήμης, η ετικέτα που κουβαλάει ο αθλητής, επιβάλει στους οπαδούς να μην ξεχνούν τίποτα. Από τη στιγμή που ο αθλητής σταματά η φήμη που τον ακολουθεί δυναμώνει όλο και περισσότερο. Για να μείνω στο ελληνικό μπάσκετ κάποτε ένας συμπαίκτης του Νίκου Γκάλη μου είπε ότι πολλά από αυτά που λέγανε για τον επαγγελματισμό του μεγάλου Νικ ήταν υπερβολές: «δεν προπονούταν πιο πολύ από το Γιαννάκη» ανέφερε. Το άκουσα και το διέγραψα από το μυαλό μου: για μένα ο Γκάλης ήταν ο πρώτος Ελληνας επαγγελματίας και για αυτό έκανε «μαγικά». Επίσης ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν και θα είναι πάντα ο «ξανθός», που είχε τρέλα με τις νίκες και τα γούρια – αν υπήρξε και βουλευτής και Υπουργός με απασχολεί λιγότερο. Κι ο Γιάννακης είναι πάντα ο Δράκος της Νίκαιας που έπαιζε με κομμένο χιαστό.

https://magnesianews.gr/wp-content/uploads/2016/01/%CE%9A%CE%9B%CE%95%CE%99%CE%A3%CE%A4%CE%9F-%CE%A3%CE%9A%CE%99%CE%91%CE%98%CE%9F%CE%A5.jpg

Ο κάθε αθλητής κουβαλά τη φήμη που έχτισε με τα κατορθώματα του. Κι όπως είναι τίτλος τιμής η φήμη του μεγάλου σκόρερ ή του πανέξυπνου προπονητή ή του σπουδαίου χιουμορίστα, έτσι είναι και ετικέτα καταστροφής η φήμη του κλέφτη. Ο,τι και να έχεις κάνει στο γήπεδο, όσο ταλαντούχος κι αν υπήρξες, ένα βίντεο που σε δείχνει να «ψειρίζεις» τους συμπαίκτες σου σε κατατάσσει στους γελοίους. Άλλη τιμωρία δεν χρειάζεται, ούτε και είναι απαραίτητο να κυκλοφορήσουν ονόματα και διευθύνσεις. Ξέρουν ποιος είσαι αυτοί που χρειάζεται να το ξέρουν. Αυτή είναι η τιμωρία σου.

Κλάμα και απολογητές

Αν γινόταν γνωστό το όνομα ο ήρωας της ιστορίας μας θα άρχιζε να κλαίει. Θα μας έλεγε ότι έχει οικονομικά ή ψυχολογικά προβλήματα. Θα μας παρακαλούσε να τον καταλάβουμε γιατί είναι άρρωστος άνθρωπος ή κατεστραμμένος. Θα μας έπειθε πως κατάλαβε πως έσφαλε. Κι αν οι πολλοί δεν συγκινούμασταν από το όποιο δράμα του, σίγουρα κάποιοι θα τον πίστευαν και θα του έδειχναν κατανόηση: θα φταιγε η κοινωνία η άτιμη, η ανάγκη, η ριμάδα η ζωή. Κάποιος θα έθετε θέμα παράνομης βιντεοσκόπησης της ιδιωτικής του στιγμής, δηλαδή της στιγμής που «ψειρίζει». Δεν αποκλείω να έβρισκαν το μπελά τους όσοι συμπαίκτες του παραλίγο να τρελαθούν νομίζοντας ότι σπέρνουν εικοσάευρα και πενηντάευρα δεξιά κι αριστερά. Θα τους κατηγορούσαν γιατί τον παγίδεψαν, γιατί δεν πήγαν στην αστυνομία, γιατί του την έστησαν. Κάποιος θα ψέλλιζε πως τα αποδυτήρια έχουν μια ιερότητα που τέτοιες συμπεριφορές την βεβηλώνουν: ελάχιστοι έχουν περάσει από αυτά για να το καταλάβουν. Θα φτάνανε να απολογηθούν όσοι απλά δεν τον ανέχτηκαν μόνο και μόνο γιατί θα κυκλοφορούσε ένα όνομα.

Τώρα που όνομα δεν κυκλοφόρησε ο λωποδυτάκος τιμωρήθηκε: όποιος θέλει μπορεί να βλέπει το βίντεο με το θολωμένο του πρόσωπο και να γελάει μαζί του. Δεν υπάρχει χειρότερο…