Η Εθνική μπάσκετ ολοκλήρωσε τις εμφανίσεις της στο προολυμπιακό τουρνουά με μια σοκαριστική (για την έκτασή της…) ήττα από την Τσεχία. Η Εθνική μας δεν έχασε απλά από την ομάδα του Σατοράνκσκι και του Βέσελι, αλλά έχασε τη μπάλα! Αν οι Τσέχοι δεν σταματούσαν στο τέλος βάζοντας τους αναπληρωματικούς τους θα έφταναν για πλάκα τους 110 πόντους: δεν το έκαναν γιατί δεν χρειαζόταν να το κάνουν. Και με τους 97 που ματς έβαλαν μας θύμισαν ότι σε ένα ακόμα τουρνουά την εποχή του Γιώργου Βασιλακόπουλου απλά θερίσαμε ό,τι σπείραμε. Γιατί αυτή η στάνη αυτό το γάλα βγάζει.
Η γνωστή συνταγή αποτυχίας
Τρεις μέρες τώρα νόμιζα ότι η Εθνική μας όχι απλά προκρίθηκε στους Ολυμπιακού Αγώνες (και μάλιστα για πρώτη φορά στην ιστορία της παίζοντας το προολυμπιακό μακριά από την Ελλάδα…) αλλά ότι πήρε και μετάλλιο! Το μόνο που δεν γράφτηκε είναι η ώρα που θα πάει ο Βασιλακόπουλος στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να τον τιμήσουν για τις υπηρεσίες του και να του δώσουν όχι τα κλειδιά της ομοσπονδίας, αλλά της χώρας. Διάφοροι που έπαιζαν τα ρέστα τους στο «κατόρθωμα του Ρικ Πιτίνο» είχαν αρχίσει τις υμνολογίες για την «επιστροφή της επίσημης αγαπημένης», «το κερδισμένο στοίχημα του Βασιλοκόπουλου», την ομάδα «που τα κατάφερε κόντρα σε όλους και όλα» κτλ. Όλα αυτά γιατί η Εθνική μας κέρδισε τους Τούρκους που έπαιζαν χωρίς πλέι μέικερ της προκοπής και την Κίνα που στο τουρνουά δεν κέρδισε ούτε εσωτερικό διπλό: και μεταξύ τους όταν έπαιζαν οι Κινέζοι έχαναν!
Στο υπέροχο παιγνίδι της παραμόρφωσης της πραγματικότητας, που τόσο αγαπάει μια μερίδα καθοδηγητών της που θέλουν να μην αλλάξει τίποτα στην ομοσπονδία, τα προβλήματα της Εθνικής μας λύθηκαν ως δια μαγείας και όλα όσα γίνονται στην ΕΟΚ συνιστούσαν μέχρι και συνταγή επιτυχίας. Και μετά ήρθαν οι Τσέχοι για να αποδείξουν ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Τσίτσιδος πέρα για πέρα.
Διαζύγιο με την επιτυχία
Ο καλός Ρίκ Πιτίνο δεν φταίει φυσικά σε τίποτα: ίσα ίσα που κάποια πράγματα που είδαμε σε αυτά τα ματς ήταν αρκετά αισιόδοξα και μαρτυρούν ότι υπάρχει και προοπτική, αν ποτέ η ομάδα αυτή βρει το σωστό δρόμο, δηλαδή γίνει ομάδα μιας πραγματικής ομοσπονδίας. Οι «καρέκλες», το πρωτοδικείο και η στήριξη μιας θράκας διαιτητών που κατέστρεψαν το πρωτάθλημα καταδικάζοντας κάποιους καλούς παίκτες στη στασιμότητα δεν είναι συνταγή επιτυχίας: είναι παρακμή. Και τη παρακμή την πληρώνει η Εθνική που από το 2009 έχει πάρει διαζύγιο με οτιδήποτε μοιάζει με επιτυχία. Σιγά μην την έκανε τώρα!
Προϋποθέσεις υπήρχαν, αλλά όλα έγιναν, ως συνήθως, στα κουτουρού. Είχα γράψει στην εφημερίδα πριν μέρες ότι αρκεί να δεις ένα δεκάλεπτο της ομάδας του Πιτίνο για να καταλάβεις πως όχι απλά προσπαθεί να παίξει πιο γρήγορα από ότι συνήθως, αλλά - κι αυτό ήταν το σημαντικότερο – ότι προσπαθεί να πάρει τα ματς παίζοντας επίθεση της προκοπής. Στο πρώτο παιχνίδι, αυτό κόντρα στον Καναδά, ανάγκασε τους γηπεδούχους NBAers να τρέχουν και να μην την προλαβαίνουν κυρίως γιατί ο Πιτίνο τους αιφνιδίασε. Το τέμπο σε εκείνο το ματς ήταν πολύ υψηλό αλλά καθόλου ανεξέλεγκτο: αν η ομάδα πλήρωσε κάτι είναι ότι ο Σλούκας έφτασε τα τέσσερα φάουλ και έμεινε υποχρεωτικά στον πάγκο. Ακόμα και στο απολύτως ακατάλληλο για συμπεράσματα δεύτερο παιχνίδι, αυτό με την Κίνα, η Εθνική μας πήρε πολύ νωρίς ένα μεγάλο προβάδισμα και έλεγξε το παιγνίδι εύκολα, πάντα τρέχοντας και όχι φρενάροντας για να επιτεθεί πιο ορθολογικά, όπως χρόνια έκανε. Ο σκοπός ήταν η κατοστάρα. Και ήρθε. Κι αυτό ήταν ωραίο. Αλλά έχει να κάνει με τη διαχείριση ενός παιγνιδιού. Κι όχι με τη διαχείριση της Εθνικής που είναι κάτι άλλο.
Καλό κοουτσάρισμα αλλά…
Ο Πιτίνο είπε όταν έδωσε την τελευταία του συνέντευξη στην Αθήνα ότι αν η ομάδα δεν προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των καιρών θα χάσει όλα τα ματς με 30 πόντους: μπράβο του για την ειλικρίνεια. Εμμέσως πλην σαφώς ο Πιτίνο μας είπε κατάμουτρα ότι όλη αυτή η λατρεία του «σκεπτόμενου μπάσκετ» (όπως μάθαμε να αποκαλούμε το μπάσκετ της άμυνας και της φουστανέλας) είναι μια τελειωμένη ιστορία. Το μπάσκετ του Αμερικάνου κόουτς, αυτό που έπαιξε με την Τουρκία π.χ η Εθνική, είναι το απόλυτα μοντέρνο μπάσκετ. Στο ματς αυτό είδαμε εξαιρετικές προσχεδιασμένες φάσεις στην επίθεση, είδαμε ότι το κάθε σύστημα ήταν βασισμένο σε κάποιο συγκεκριμένο παίκτη (και για αυτό σκόραραν όλοι), είδαμε πολλή κίνηση και των πέντε παικτών στο σετ παιγνίδι, είδαμε ότι κανείς δεν φοβόταν να σουτάρει ακόμα και στα δέκα δευτερόλεπτα και ότι η άμυνα δεν γινόταν για να παίξει ο αντίπαλος αργά, αλλά για να κλέψει η ομάδα τη μπάλα και να βγάλει αιφνιδιασμούς. Μετά από καιρό είδαμε ότι το πώς θα σκοράρει η ομάδα ήταν το πρώτο και το βασικό ζητούμενο και είδαμε ότι τις αδυναμίες των Τούρκων στη θέση του πλέι μέικερ τις χτύπησαν οι παίκτες μας απόλυτα. Αλλά το εμπόδιο ήταν χαμηλό κι αυτό που είδαμε τελικά ήταν ένα καλό κοουτσάρισμα του Πιτίνο. Η δημιουργία μιας ομάδας προϋποθέτει πολλά περισσότερα.
Με δυο καλούς παίκτες
Το χέρι του μεγάλου Ρικ στον Καναδά φάνηκε. Δεν είναι παράξενο. Νομίζω για πρώτη φορά από την εποχή του Παναγιώτη Γιαννάκη στην Εθνική υπήρξε ένας προπονητής με όνομα, κύρος και βιογραφικό μεγαλύτερο από αυτό των παικτών του. Επαγγελματίας ήταν κι ο Καζλάουσκς, κι ο Κατσικάρης κι ο Τρινκέρι (που τον βγάλαμε άχρηστο πριν τον δούμε), αλλά ο Πιτίνο έχει άλλα κυβικά. Μόνο που δεν μπορεί ένας προπονητής που εμφανίστηκε στην Ελλάδα ένα μήνα πριν την έναρξη του τουρνουά και ουσιαστικά δούλεψε από υποχρέωση (γιατί κάποτε έδωσε το λόγω του ότι θα βοηθήσει) να αλλάξει τη λογική των πραγμάτων. Αν ήταν τόσο εύκολο θα είχαν όλες οι ομάδες μόνο επιτυχίες: αλλά δεν είναι. Μια Εθνική ομάδα πρέπει να φτάνει στα τελικά των μεγάλων τουρνουά έχοντας προηγουμένως δουλέψει για χρόνια κι όχι κάνοντας μια προετοιμασία τριάντα ημερών. Οι Τσέχοι που μας διέλυσαν έχουν τον ίδιο προπονητή από το 2013: ο Αμερικανοθρεμένος Ρόνεν Γκίνζμπουργκ διδάσκει σύγχρονο μπάσκετ και με δυο παίκτες όλους κι όλους, (τον Σατοράνσκι και τον Βέσελι που ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους), έβγαλε πέρυσι την Τσεχία έκτη στο Παγκόσμιο και φέτος την πάει στους Ολυμπιακούς.
Πόσο καλύτεροι θα ήταν
Οι Τσέχοι προγραμματίζουν, δουλεύουν, στηρίζουν την ομάδα τους. Εδώ ο προπονητής πχ είναι χρόνια τώρα κάτι σαν αναγκαίο κακό. Σκεφτείτε πόσο καλύτεροι θα ήταν ο Κασελάκης, ο Καβαδάς, ο Ρογκαβόπουλος, ο Γιαννόπουλος, ο μικρός Αντετοκούνμπο, ο Κατσίβελης κτλ αν είχαν τον Πιτίνο προπονητή στα ματς για «τα παράθυρα της FIBA» έστω. Σκεφτείτε πόσο καλύτερος και προσεχτικότερος θα ήταν ο ίδιος ο Πιτίνο, αν είχε τους βοηθούς που του ταιριάζουν, αν πληρωνόταν για να δουλεύει κανονικά (κι όχι part time) στην ομοσπονδία κι αν ήταν σε θέση να παρακολουθεί ακόμα πιο πολύ το πρωτάθλημά μας και τις αναπτυξιακές ομάδες. Σκεφτείτε τι θα έκανε η ομάδα αυτή, (έστω η γεμάτη ρολίστες ομάδα), αν υπήρχε πίσω από τον Πιτίνο αυτό που έπρεπε να υπάρχει: δηλαδή μια ομοσπονδία που να έχει την Εθνική ως προτεραιότητα, κι όχι μια ομοσπονδία που εμπιστεύθηκε το Γιάννη Αντετοκούνμπο στο Σκουρτόπουλο.
Οι Σλοβένοι πέρασαν γιατί έπεισαν τον Ντόνσιτς μετά από 60 ματς στο ΝΒΑ να πάει να παίξει στο προολυμπιακό τουρνουά. Οι δικοί μας κλειδοκράτορες της ομοσπονδίας δεν μπόρεσαν να πείσουν ούτε τον Ντόρσεϊ, ενώ ανάθεμα κι αν έχει ασχοληθεί κανείς με το Μήτρου Λονγκ, που με τον Πιτίνο προπονητή θα πετούσε: ο φόβος ήταν μην πάει στην Εθνική ο Αγραβάνης. Ο καλός Ρικ έβγαλε την υποχρέωση και χθες βράδυ ανακοίνωσε ότι φεύγει: θα τον θυμάμαι ως τον πρώτο προπονητή που προσπάθησε να παρουσιάσει μια Εθνική που έδειξε μπάσκετ κανονικό και μοντέρνο, χωρίς τσαρούχια και φουστανέλες. Και ότι το κανε σε μια εποχή που για το ελληνικό μπάσκετ, μετά τους διαιτητές, είναι σημαντικότερες και οι καρέκλες.
Κρίμα που δεν παίζουν μπάσκετ: αλλιώς με απόφαση του Πρωτοδικείου θα παίρναμε μέχρι και μετάλλιο...