Θα γράψω κάτι για τον Ολυμπιακό του μπάσκετ και υπόσχομαι να μην ξανασχοληθώ για καιρό με την ομάδα του Ντέιβιντ Μπλατ: τουλάχιστον μέχρι ν’ αλλάξει κάτι θεαματικά στη σεζόν της. Ένα πράγμα που δεν μου αρέσει καθόλου είναι να επαναλαμβάνω εδώ τα ίδια και τα ίδια. Στις εφημερίδες μπορεί να επανέρχομαι, υπενθυμίζοντας παλιότερες παρατηρήσεις: στο blog δεν έχει νόημα, αφού θέματα υπάρχουν κι ο σχολιασμός της επικαιρότητας δεν είναι υποχρεωτικός – μπορούμε να πούμε άλλα πολλά. Όχι δεν θέλω να γράψω κάτι για το ματς με την Μπαρτσελόνα, που ποτέ δεν υπήρξε, όπως δεν υπήρξε και ματς με την Φενέρ: αυτά ήταν παιγνίδια που χάθηκαν πριν αρχίσουν. Διότι μια ημιτελής ομάδα όπως ο Ολυμπιακός μπορεί να συγκινήσει με ηρωϊσμούς, όταν έχει ενέργεια για ξόδεμα. Όταν όμως δεν έχει, και βρίσκει απέναντί ομάδες με πολλές λύσεις, δεν γίνεται να αντέξει: οι ηρωισμοί είναι υπερβάσεις. Οι υπερβάσεις δεν γίνονται κατά παραγγελία.
Φορτίο που δύσκολα σηκώνεται
Ας ξαναθυμηθούμε πως άρχισε η σεζόν γιατί κάπου χαθήκαμε. Ο Ολυμπιακός μετά από μια χρονιά που έχασε τα πάντα, αποφάσισε να επενδύσει στον Ντέιβιντ Μπλατ. Ο σοφός Αμερικανός είχε πολλές αποστολές: όλες εξαιρετικά δύσκολες. Έπρεπε να φτιάξει μια ομάδα από την αρχή, αφού οι νεοφερμένοι παίκτες δεν ήταν και λίγοι. Έπρεπε να μάθει στον Ολυμπιακό να παίζει καλύτερα στην επίθεση – πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, αφού η ομάδα ερχόταν από πολλές χρονιές στις οποίες η άμυνα ήταν το βασικό ζητούμενο. Έπρεπε να διαχειριστεί την μετάβαση από τον «Ολυμπιακό του Σπανούλη» σε ένα «Ολυμπιακό με το Σπανούλη» - αυτό κι αν είναι δύσκολο. Όλα αυτά προϋπόθεταν δυο πράγματα: το πρώτο είναι ο χρόνος και το δεύτερο ένα ρόστερ ολοκληρωμένο, σαν αυτό που έχουν, όχι μόνο οι ομάδες που θέλουν να κερδίσουν την Ευρωλίγκα, αλλά κι αυτές που θέλουν να μπουν στα play off.
Ο Μπλατ είπε ωραία πράγματα το καλοκαίρι. Είπε ότι είναι πάντα προτιμότερο να σκοράρεις πολύ, διότι αν βάλεις 60 πόντους μπορεί να σε κερδίσει ο καθένας, ενώ αν βάλεις 90 λίγοι θα καταφέρουν κάτι ανάλογο. Μας έδειξε τον καλύτερο Μιλουντίνοφ, πήρε νίκες με τον Σπανούλη στον πάγκο στα τελευταία κρίσιμα λεπτά, μας έπεισε ότι μπορεί να βοηθήσει τον Ολυμπιακό να γυρίσει σελίδα και να γίνει μια ομάδα διαφορετική, λιγότερο προβλέψιμη, περισσότερο θεαματική και μοντέρνα. Αλλά όλα αυτά μοιάζουν για την ώρα περισσότερο με διαχείριση κρίσης παρα με κατασκευή ομάδας: η ομάδα του ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Δεν ξέρω αν αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχουν χρήματα για πολυτέλειες, αλλά χωρίς πολυτέλειες, δηλαδή χωρίς 14-15 παίκτες η σεζόν δεν βγαίνει. Πόσο μάλλον όταν οι δυο παίκτες με τα πιο μεγάλα συμβόλαια, δηλαδή ο Σπανούλης και ο Πρίντεζης είναι πια μεγάλα παιδιά, με παράσημα που τα χουν κερδίσει στο πεδίο της μάχης, αλλά και με ένα φορτίο στην πλάτη που δύσκολα πλέον σηκώνεται.
Να κάνει προσθήκες
Η δική μου εντύπωση είναι ότι το καλοκαίρι ο Μπλατ δεν ήθελε να βιαστεί. Ήθελε να δει επί τω έργω τον Μπόγρη, τον Βεζένκοφ, τον Μάντζαρη ίσως και τον τραυματία Αγραβάνη που κάποια στιγμή θα γυρνούσε. Ήθελε επίσης να δει αν θα ανταποκριθούν οι πρωτάρηδες Αμερικάνοι στο βάρος της αποστολής, ποιες είναι οι αντοχές του Σπανούλη και του Πρίντεζη και πόσο γρήγορα θα καταλάβουν το παιγνίδι του ο Παπανικολάου, ο Τίμα, ο Στρέλνιεκς με τους οποίους δεν είχε ξαναδουλέψει. Πίστευα ότι μετά από ένα αρχικό τρίμηνο δουλειάς θα μπορούσε να αξιολογήσει ό,τι παρέλαβε και να κάνει προσθήκες, που ήταν έτσι κι αλλιώς απαραίτητες. Ο Μπλάτ, νόμιζα πως θέλει να δει εν δράση τους γκαρντ του για να αποφασίσει τι είδους παίκτη χρειάζεται, και να δει φυσικά και τους ψηλούς του για να έχει μια εικόνα για το ποιος μπορεί να δώσει ανάσες στον Μιλουντίνοφ. Πολύ γρήγορα έγινε φανερό ότι ένας γκαρντ είναι απαραίτητος, ενώ χρήσιμος θα ήταν κι ένας αθλητικός ψηλός, ειδικά από τη στιγμή που ο Λε Ντέι φάνηκε πως μπορεί να βοηθήσει πιο πολύ στο «4». Μόνο που αυτό που είναι η διάγνωση λίγο πολύ όλων, δεν μοιάζει να είναι η διάγνωση του Μπλατ. Ο οποίος, όπως όλοι οι καλοί προπονητές, μετά από κάποιες σαφώς σπουδαίες νίκες, μοιάζει να πιστεύει πως αρκούν οι δικές του ιδέες για να ξεπεραστούν όλα τα προβλήματα.
Πήγε στην άκρη
Μετά από δυο – τρεις μήνες δουλειάς, (και μολονότι είχαν έρθει και κάποια στραπάτσα όπως οι ήττες από τον ΠΑΟ, την Αρμάνι και την Φενέρ στο ΣΕΦ) σχεδόν κάθε καλοκαιρινός στόχος πήγε στην άκρη. Ο Ολυμπιακός που θα σημείωνε 90 πόντους και θα έριχνε το βάρος στην επίθεση μοιάζει να έμεινε ένα σχέδιο στα χαρτιά. Σε χρόνο ρεκόρ αρχίσαμε πάλι να ακούμε για την άμυνα που είναι κάτι το καταπληκτικό, να παρακολουθούμε ματς γεμάτα από πράξεις αυτοθυσίας, να ψάχνουμε κάθε φορά τον ένα μεγάλο ήρωα που θα μπει μπροστά κτλ κτλ. Ο Μπλατ έχει σίγουρα ιδέες: αλλά οι παίκτες είναι αριθμητικά λίγοι: δε αρκούν. Τουλάχιστον για το δικό του μπάσκετ.
Ο κόουτς προσπαθεί να πάρει όσα περισσότερα μπορεί από αυτούς που έχει, σαν να μην περιμένει άλλους. Ο Μπόγρης άρχισε να γίνεται σημαντικός και να παίζει πολύ, ο Μάντζαρης ξαφνικά βγήκε από τη ναφθαλίνη, ο προβληματισμός του κόουτς είναι πως θα δεχτεί η ομάδα κάτω από 70 πόντους και το μόνο που μοιάζει να άλλαξε είναι ότι η επίθεση δεν μπορεί να στηρίζεται στον Σπανούλη – συμβαίνει απλά γιατί ο αρχηγός μεγάλωσε, αν ήταν δυο χρόνια μικρότερος θα έπαιζε πάλι 35 λεπτά και θα έπαιρνε όλες τις αποφάσεις. Όλα αυτά για ένα απλό λόγο: διότι το παζλ δεν ολοκληρώθηκε. Δεν ξέρω αν αυτό συμβαίνει γιατί ο Μπλατ δεν θέλει να φορτώσει στην ομάδα δυο ακόμα παίκτες, που με τα χρήματα που έχει για να χαλάσει, δύσκολα θα κάνουν την διαφορά. Αυτό που εγώ βλέπω είναι ότι όσοι ηρωισμοί κι αν υπάρξουν, όσες βουτιές κι αν γίνουν στο παρκέ, όσες κομπίνες κι αν σχεδιάσει ο κόουτς, όσο προσεχτικότερες κι αν είναι οι προπονήσεις ώστε να μην υπάρχουν οι περσινοί ολέθριοι τραυματισμοί και πάλι η σεζόν δεν βγαίνει. Διότι ο Μιλουντίνοφ δεν μπορεί να παίζει 37 λεπτά, διότι ο Σπανούλης είναι 37 χρονών, διότι ο Πρίντεζης δεν μπορεί πια να είναι στην επίθεση μισή ομάδα μόνος του, διότι οι καλοί εργάτες είναι πολλοί και οι πρωταγωνιστές λίγοι.
Τιμώ τον ιδρώτα της
Δεν απαξιώνω την ομάδα – ίσα ίσα που τιμώ τον ιδρώτα της. Αλλά μόνο με ιδρώτα δεν γίνεται τίποτα. Πολύ φοβάμαι ότι είναι πλέον αργά και για προσθήκες: ο χρόνος ενσωμάτωσης παικτών είναι ελάχιστος. Για να βγει η Ευρωλίγκα χρειάζονται παίκτες με σταθερή επιθετική προσφορά: ενέργεια στην άμυνα βρίσκεται, στην επίθεση θες πρωταγωνιστές. Ας αφήσουμε κατά μέρους της συγκρίσεις με την Ρεάλ, την ΤΣΣΚΑ, την Φενέρ την Εφές, την Μπαρτσελόνα: όλες αυτές έχουν πανάκριβα ρόστερ. Ας δούμε τι κάνουν οι άλλες: χτες ενώ ο Ολυμπιακός χωρίς τον Παπανικολάου χάθηκε η Μπασκόνια διέλυσε τη Μπακάμπι χωρίς τον Σενγκέλια και τον Γκρέιντζερ και η Χίμκι κέρδισε την Ζαλγκίρις χωρίς τον Σβεντ και τον Γκιλ. Θέλω να πω πως επειδή απώλειες πάντα υπάρχουν, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος να τις αντιμετωπίσεις, δηλαδή να είσαι πλήρης. Ο Ολυμπιακός δεν είναι. Και είναι κρίμα γιατί είναι μια ομάδα εργατική και τίμια – ο ιδρώτας της οποίας κινδυνεύει να πάει χαμένος…