Ο Γιώργος Μπαρτζώκας είπε στο τέλος ότι η νίκη του Ολυμπιακού με την Μπαρτσελόνα δεν αλλάζει σε κάτι την βαθμολογία και δεν ήταν από αυτές που ήταν απαραίτητες. Δεν είναι έτσι ακριβώς. Ο Ολυμπιακός τερματίζοντας τρίτος ή δεύτερος μπορεί (πλην θεαματικού απροόπτου) να βρει ένα αντίπαλο λιγότερο δυνατό από την πρωταθλήτρια Ευρώπης Εφές με την οποία έμοιαζε να έχει ραντεβού στα playoffs – κυρίως την στέλνει στη Ρεάλ ή στην Αρμάνι. Επίσης αν φτάσει στο Final 4 δεν θα ξαναβρεί την Μπαρτσελόνα, παρά μόνο στον τελικό. Είναι μακριά αυτό θα πει κάποιος. Μπορεί. Αλλά η ιστορία της Ευρωλίγκας λέει πως ότι καλό κάνεις το εισπράττεις. Και φυσικά σε αυτή την ιστορία ήταν απαραίτητο να υπάρχει μια μεγάλη νίκη του Ολυμπιακού με σχεδόν απόλυτο πρωταγωνιστή τον πιο παράξενο από τους παίκτες του. Τον Σακίλ ΜακΚίσικ που ζει στον υπέροχο κόσμο του.
Συχνά στις σχέσεις
Από το 1988 που άρχισαν να έρχονται σταθερά ξένοι παίκτες στο ελληνικό πρωτάθλημα αυτοί που ξεχώρισαν ανήκουν σε δυο κατηγορίες: στη μια υπάρχουν όσοι χάρη στην αδιαφιλονίκητη ποιότητα και κλάση τους λατρεύτηκαν και στη δεύτερη όσοι αγαπήθηκαν λίγο περισσότερο όταν έφυγαν – όταν δηλαδή έμεινε στον κόσμο η ανάμνηση των καλύτερων στιγμών τους, συμβαίνει συχνά στις σχέσεις. Ειδικά στον Ολυμπιακό στην πρώτη κατηγορία υπάρχουν μερικοί που όχι απλά λατρεύτηκαν, αλλά θεοποιήθηκαν: ο Εντι Τζόνσον, ο Πάσπαλιε, ο Ρίβερς (κι αρκετοί άλλοι, απλά αναφέρω τους εμβληματικότερους) είναι παίκτες που οι παλιοί μιλάνε για αυτούς δημιουργώντας την εντύπωση πως δεν έχαναν σουτ. Στη δεύτερη κατηγορία υπάρχουν σαφώς περισσότεροι. Ο Χάινς, ο Λο, ο Τέρνερ, ο Φόρντ, ο Τάρπλεϊ, ο Σκάρι, ο Μίντλετον κι άλλοι πολλοί δεν είναι ότι δεν αγαπήθηκαν: ίσα ίσα. Απλά η εικόνα τους ομόρφυνε λίγο περισσότερο μετά τη φυγή τους, είτε γιατί τους είδαν όλοι να κάνουν σπουδαία πράγματα στις νέες τους ομάδες, είτε γιατί τα όσα έκαναν αυτοί στον Ολυμπιακό δεν τα έκαναν όσοι τους αντικατέστησαν κι ας ήταν κι αυτοί καλοί παίκτες.
Ο Σακίλ ΜακΚίσικ είμαι βέβαιος ότι ανήκει σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία: όταν κάποτε φύγει (ελπίζω μετά από κάμποσα χρόνια) λίγοι θα στεναχωρηθούν αληθινά γιατί η προσδοκία πως ο αντικαταστάτης του θα είναι καλύτερος θα κυριαρχήσει – συμβαίνει σχεδόν πάντα. Όταν όμως θα περάσει ο καιρός ο «Σακ Attack» θα γίνει ο ήρωας πολλών ιστοριών που ο χρόνος θα φροντίσει να αποκτήσουν την ομορφιά που τους πρέπει. Θα ξεχαστούν πολλές από τις συχνά ακατανόητες επιλογές του, θα σβήσουν από τη μνήμη λάθη που καμιά φορά μοιάζουν ασυγχώρητα, θα μείνουν στην άκρη απορίες για του κόσμου τα απίθανα που κατά καιρούς χωρίς επιτυχία επιχειρεί. Και θα μείνει αυτό που του πρέπει: η βεβαιότητα ότι υπήρξε ένας καταπληκτικός ήρωας κόμικ που απλά συμβαίνει καμιά φορά να φεύγει από τον υπέροχο κόσμο του για να ρθει στο δικό μας. Όπως χθες βράδυ πχ.
Για να την καρφώσει
Στον υπέροχο κόσμο του Σακίλ ΜακΚίσικ δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που να μην μπορεί να συμβεί. Ο Σακίλ μπορεί να παίζει άνετα άμυνα για τρεις και συγχρόνως για την πάρτι του, δηλαδή για να κάνει αυτό το κλέψιμο που πάντα κάνει και να αρπάξει τη μπάλα για να την καρφώσει. Ο Σακίλ μπορεί να σουτάρει για τρίποντο, όχι με ένα αλλά με δυο αντιπάλους πάνω του, κι ας έχει δυο πάσες εύκολες να κάνει: αν το βάλει θα κάνει το ΣΕΦ να χοροπηδάει, αν δεν το βάλει θα πάρει φόρα για να πάει να πάρει το ριμπάουντ και να την καρφώσει. Ο Σακίλ μπορεί να περάσει όλη την αντίπαλη ομάδα κάνοντας τριπλούν απλά για να φτάσει να την καρφώσει: αν την καρφώσει στο σίδερο (όπως του συνέβη και πριν) η φάση θα διαγραφεί από το σκληρό του δίσκο και θα ακολουθήσει μια ακόμα ίδια αυτή τη φορά με το αποτέλεσμα που πρέπει: θα την καρφώσει. Το τι προηγείται δεν έχει ποτέ καμία σημασία για τον Σακίλ, όπως δεν έχει και για τον Σπάιντερμαν – ένα άλλο συνάδερφό του συνηθισμένο να τρώει ξύλο: σημασία έχει μόνο το τέλος και στο τέλος ο Σακίλ θα την καρφώσει. Ολο το παιγνίδι του Σακίλ είναι παιγνίδι, δηλαδή προσπάθεια, χαρά και ευτυχία. Προσωπική συνήθως – το είδος της ευτυχίας που του επιτρέπει να φεύγει από τον κόσμο του (όπου καρφώνει συνέχεια απέναντι σε οποιοδήποτε αντίπαλο και με όλους τους δυνατούς τρόπους) για να έρχεται στο δικό μας και να μας δείχνει γιατί είναι ικανός. Όχι συνέχεια κι όχι πάντα. Διότι είναι φανερό και κατανοητό ότι ο τύπος δεν θέλει να είναι προβλέψιμος: αν δεν σε αφήνει με την μικρή αγωνία για το αν θα τα καταφέρει η ιστορία κάθε φάσης που δημιουργεί δεν θα είναι το ενδιαφέρον που έχει.
Και στα μικρά και στα μεγάλα
Χθες ο ΜακΚίσικ έδωσε το σάλπισμα, αλλά δεν ξέρω αν το κατάλαβε – όχι ότι έχει καμία σημασία. Σημασία έχει ότι όλοι οι άλλοι τον ακολούθησαν και στα μικρά και στα μεγάλα. Ο Γουόκαπ την κατάλληλη στιγμή βρήκε ένα μεγάλο τρίποντο, σαν τα δικά του. Ο κοντός ψηλός Χασάν Μάρτιν άρχισε να παίζει την άμυνα στη μπάλα που παίζει αυτός και σταμάτησε να ψάχνει ασανσέρ για να ανεβεί στα υψηλά πατώματα του Σανλί και του Μίροτις. Ο Παπανικολάου (πραγματικός MVP ενός ματς που κρίθηκε στην άμυνα) είδε ότι τα 5 δίποντα του ΜακΚίσικ ήταν μέσα από το ζωγραφιστό και παίζοντας ένα πικ εν ρολ έβαλε το καλάθι του καθοριστικού +3. Στο θρίλερ του τέλους ο ΜακΚίσικ έκανε ένα λάθος, αλλά το διέγραψε όπως πάντα: με τέσσερις σερί βολές (σε μια βραδιά που αυτές είχαν γίνει δοκιμασία για όλους) έβαλε τέλος στο ματς επιτρέποντας στον κόσμο στο ΣΕΦ να ζήσει ένα μεγάλο πανηγύρι. Και να θυμάται για πάντα πως το βράδυ που έλειψαν ο Σλούκας κι ο Φαλ και που ο Ντόρσεϊ αποκαμωμένος κι αυτός από την ίωση που τον κράτησε δυο μέρες μακριά από προπονήσεις, ο Σακίλ μετέτρεψε ένα παιγνίδι σε σουπερηρωϊκό επεισόδιο στο σύμπαν της Marvel. Που είναι λιγάκι μικρότερο από το δικό του.
Ωραίο ταξίδι
Η Μπαρτσελόνα είχε κι αυτή απόντες: ο Ντέιβις, ο Χίγκινς, ο Γιακουμπάιτις είναι σημαντικοί παίκτες, αλλά παίκτες ο Γιασκεβίτσιους έχει συνολικά 16 ώστε πάντα να βρίσκει λύσεις. Η Μπάρτσα πήρε όλα τα ριμπάουντ, ανανέωσε του κόσμου τις επιθέσεις, στρατοπεδεύτε στιγμές στιγμές στη ρακέτα του Ολυμπιακού. Όλα αυτά ήταν απαραίτητα για τον ΜακΚίσικ: έκαναν τη δυσκολία μεγαλύτερη, άρα μεγαλύτερη και την ανάγκη του. Ισως είναι λάθος να λέω ότι για ένα βράδυ ΄έφυγε από τον κόσμο του για να ρθει στο δικό μας. Μάλλον στον κόσμο του μας πήγε όλους και το ταξίδι και διαμονή ήταν ωραία. Όπως και η εφετινή Ευρωλίγκα του Ολυμπιακού: ένα ταξίδι που δεν θες να τελειώσει…