Απομένει να δούμε σήμερα τα ματς του όγδοου ομίλου (Κολομβία – Ιαπωνία και Πολωνία – Σενεγάλη) για να ολοκληρωθεί η πρώτη αγωνιστική του παγκοσμίου κυπέλλου. Μου αρέσει σε κάθε μουντιάλ να κάνω μια σύγκριση με το προηγούμενο προσπαθώντας να καταλάβω και τι μας περιμένει.
Τέσσερα χρόνια πριν
Στη Βραζιλία είχαμε δει καλύτερη μπάλα στα ματς της πρώτης αγωνιστικής– για την ακρίβεια είχαμε δει κάμποσες παραστάσεις για ένα ρόλο και σίγουρα περισσότερα γκολ. Η εντυπωσιακότερη διαφορά είναι ότι τέσσερα χρόνια πριν στην πρεμιέρα τους τα φαβορί είχαν δείξει τα δόντια τους. Η Γερμανία είχε κερδίσει την Πορτογαλία με 4-0. Η Ολλανδία είχε σκορπίσει την Ισπανία κερδίζοντας με 5-1, δείχνοντας ότι θα πάει μακριά. Είχαν κερδίσει, χωρίς να ενθουσιάσουν και οι Βραζιλιάνοι (3-1 την Κροατία) και οι Αργεντίνοι (2-1 την Βοσνία). Είχαν δικαιολογήσει τα καλά λόγια που έλεγαν όλοι για αυτούς οι Γάλλοι (κερδίζοντας με 3-0 την Ονδούρα), οι Κολομβιανοί (που είχαν διαλύσει την Εθνική μας) και οι Χιλιάνοι (που είχαν βάλει κι αυτοί τρία γκολ στους Αυστραλούς). Είχαμε δει μια μεγάλη έκπληξη (την Κόστα Ρίκα να κερδίζει την Ουρουγουάη) και μετά το Ιταλία – Αγγλία (2-1) κανείς δεν περίμενε ότι θα αποκλειστούν από τον πρώτο γύρο και οι δυο. Τώρα δεν έχουμε δει τίποτα από αυτά: τα φαβορί είναι σαν να παίζουν κρυφτό.
Οσοι με μεγάλα σκορ κέρδισαν (οι Ρώσοι και οι Βέλγοι π.χ) το κατάφεραν μάλλον γιατί είχαν απέναντί τους ομάδες αδύναμες κι όσοι εκπλήξεις έκαναν (οι Ισλανδοί και οι Μεξικάνοι) σου δίνουν την εντύπωση ότι πέτυχαν σπουδαίους θριάμβους της μιας βραδιάς που δύσκολα θα έχουν κάποια θεαματική συνέχεια. Το βασικό χαρακτηριστικό του εφετινού μουντιάλ είναι ότι μετά την πρώτη αγωνιστική κανένα από τα φαβορί δεν εντυπωσίασε και η αβεβαιότητα για το ποιος θα είναι ο τελικός νικητής μεγάλωσε. Είναι παράξενο, αλλά οι δυο που έπαιξαν την πιο ωραίο μπάλα, η Ισπανία και η Πορτογαλία, αγωνίστηκαν μεταξύ τους και μας χάρισαν απλά μια χορταστική ισοπαλία (3-3), που έδειξε και τις αρετές, αλλά και τις αδυναμίες τους: κανείς δεν κέρδισε όμως. Κάποιος θα πει ότι αυτοί τουλάχιστον έδειξαν χαρίσματα, ενώ άλλοι απλά προβλημάτισαν: δεν διαφωνώ. Η εντύπωσή μου είναι ότι όσοι το μουντιάλ φιλοδοξούν να το κερδίσουν θα πρέπει να λύσουν ένα πρόβλημα που έχει να κάνει με μεγάλους εγωϊσμούς – και δεν θα είναι εύκολο.
Εσωτερικές αναταράξεις
Στη Γερμανία η ιστορία του Εμάνουελ Νόιερ είναι πιθανό να έχει δημιουργήσει εσωτερικές αναταράξεις. Ολοι λέμε πως είναι ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες του καιρού μας και πως δεν θα μπορούσε να λείπει από την αποστολή, όμως δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι αυτό το δέχονται όλοι οι συμπαίκτες του. Η κλήση αρχικά και στη συνέχεια η χρησιμοποίησή του στην βασική ενδεκάδα δεν αποκλείεται να έχουν δημιουργήσει απορίες, ίσως και γκρίνιες στο εσωτερικό της ομάδας: σε όλες τις ομάδες οι αποκλεισμένοι, αλλά και οι αναπληρωματικοί έχουν και φίλους. Ένα άλλο πρόβλημα, που συχνά πληρώνουν οι παγκόσμιοι πρωταθλητές, είναι ότι οι προπονητές τους δένονται με τους παλιούς παίκτες εξαιτίας της προηγούμενης μεγάλης επιτυχίας και ποντάρουν, όχι στους πιο φορμαρισμένους αλλά στους πιστούς στρατιώτες που, προ τετραετίας, έκαναν το θαύμα. Ακόμα χειρότερα, συχνά συμβαίνει η θέση στη βασική ενδεκάδα να γίνεται ιδιόκτητή: νομίζω ότι στο ματς με το Μεξικό η Γερμανία χρειαζόταν τον Γκουιντογκάν πιο πολύ από τον Κεντίρα και σίγουρα τον Ρόις στο γήπεδο, αλλά αυτοί δεν ήταν στη Βραζιλία κι έχουν από τους παλιούς λιγότερα παράσημα.
Ακόμα χειρότερο είναι βέβαια αυτό που είδαμε στα ματς της Αργεντινής και της Βραζιλίας, που από ένα σημείο κι έπειτα σταμάτησαν να παίζουν κανονικό ποδόσφαιρο: οι Βραζιλιάνοι σε όλο το δεύτερο ημίχρονο έψαχναν τον Νεϊμάρ και οι Αργεντίνοι σε όλο τον αγώνα τον Μέσι. Στο ματς της Βραζιλίας, κάποια στιγμή ο Πέκοβιτς, βλέποντας το μονοδιάστατο παιγνίδι των Βραζιλιάνων έβαλε ένα ψηλό μπακ, τον Ζακαρία, πάνω στον Νεϊμάρ – ο τύπος πρέπει να τον κυνηγούσε και στα ντουζ. Τον κούρασε όσο χρειαζόταν για να του μειώσει τις προσπάθειες – ο Νεϊμάρ, που είναι πανέξυπνος, τον έπαιρνε μαζί του βόλτα στην περιοχή, αλλά και πάλι δεν μπορούσε να γλυτώσει. Ο Μέσι έμπλεξε ακόμα πιο πολύ από το οργανωμένο κυνηγητό των Ισλανδών. Δυο και καμιά φορά τρεις παίκτες έπεφταν πάνω του, χωρίς το φόβο ότι η Αργεντινή θα προσπαθήσει να παίξει με κάποιο άλλο μέσο της. Το κυνηγητό του Μέσι, σε συνδυασμό με την κουταμάρα των συμπαικτών του να του δίνουν συνέχεια τη μπάλα, δημιούργησε μια αλλόκοτη συνθήκη παιγνιδιού: παρακολουθούσες ένα παίκτη να προσπαθεί συνεχώς να ντριπλάρει τρεις ή τέσσερις αντιπάλους του, ενώ όλοι οι συμπαίκτες του τον παρακολουθούσαν βιδωμένοι στις θέσεις τους. Και η Βραζιλία και η Αργεντινή θα μπορούσαν φυσικά να κερδίσουν, αλλά το τόσο προβλέψιμο παιγνίδι τους δεν θα τους πάει μακριά: κυρίως γιατί ούτε ο Μέσι, ούτε ο Νεϊμάρ μοιάζουν ικανοί να κερδίσουν αυτή την εποχή παιγνίδια μόνοι τους.
Ο μεγαλύτερος εγωιστής
Οι εθνικές ομάδες ήταν πάντα και το παλκοσένικο μιας μεγάλης ποδοσφαιρικής ιδιοφυίας, όμως ο Μαραντόνα, ο Ζιντάν, ο Μπάτζιο ή οι κατά καιρούς Βραζιλιάνοι σολίστες έκαναν απλά αυτό το κάτι παραπάνω που έκανε τη διαφορά – δεν έπαιζαν συνέχεια αυτοί με τη μπάλα επιδιώκοντας το χειροκρότημα της οικουμένης. Οι μεγάλοι του καιρού μας (όχι μόνο ο Μέσι κι ο Νεϊμάρ, αλλά και ο Γκριεζμάν, που επίσης σχεδόν μονοπώλησε τις τελικές επιθέσεις των Γάλλων και ο ελάχιστα ομαδικός αυτή τη φορά Μίλερ) έκαναν την τύχη τους γιατί βρέθηκαν σε οργανωμένες ομάδες: αν έχουν αποφασίσει ότι στις Εθνικές θα παίζουν μόνοι τους κακό του κεφαλιού τους. Το δικαίωμα αυτό το έχει μόνο ένας παίκτης: λέγεται Κριστιάνο Ρονάλντο και όχι τυχαία σε ένα μουντιάλ, όπου για την ώρα είδαμε κυρίως μεγάλους εγωιστές, αυτός που είναι ο πιο μεγάλος εγωιστής του κόσμου, στην πρεμιέρα εντυπωσίασε. Ο Ρονάλντο μπορεί πραγματικά να πετύχει τρία γκολ κάνοντας τρια σουτ προς την εστία, όπως με τους Ισπανούς και μπορεί πραγματικά να μεταμορφώσει σε επιθετική μηχανή μια ομάδα, απλά γιατί οι συμπαίκτες του τον ψάχνουν, αλλά η περίπτωση του είναι μοναδική. Δεν ξέρεις καν αν θα το ξανακάνει. Αν έχει αποφασίσει να τρελάνει τον κόσμο, μπορεί να πάει τους Πορτογάλους μακριά. Αν κρίνει πως αφού πήρε το χειροκρότημα, η παράστασή του ολοκληρώθηκε μπορεί τέτοιο παιγνίδι του να μην ξαναδούμε. Όμως προσοχή: η Πορτογαλία δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγάλων φαβορί για τον τίτλο για αυτό κυρίως το λόγο. Η εξάρτησή της από τον απίθανο αυτό παίκτη είναι απόλυτη: οι άλλοι μεγάλοι παίκτες του καιρού μας έπρεπε, στη θεωρία τουλάχιστον, να κάνουν τη διαφορά σε ομάδες με μεγαλύτερες δυνατότητες από όσες έχει η γέρικη Πορτογαλία του Σάντος.
Χωρίς σούπερ σταρ
Όχι τυχαία άρεσαν πιο πολύ ομάδες που δεν έχουν σούπερ σταρ. Η Ισπανία, που μπορεί να πληρώσει κι αυτή τον εγωϊσμό του πρώην προπονητή της, του Λοπετέγκι, έδειξε φρεσκάδα και ευκολία στο γκολ. Το Βέλγιο έχει πολλούς σολίστες και καμία πριμαντόνα – ή έστω πολλούς που αισθάνονται πριμαντόνες, πράγμα όχι κακό. Το Μεξικό τρέχει γιατί έχει νέα παιδιά. Η Κροατία έχει κάμποσους σοφούς που τα χουν δει όλα. Και η Αγγλία, χωρίς ένα Μπέκαμ ή ένα Ρούνεϊ με τον οποίο να ασχολείται όλος ο κόσμος, ήταν για ένα ημίχρονο, κόντρα τους Τυνήσιους, εξαιρετική.
Αρχίζω να πιστεύω ότι το μουντιάλ θα το κερδίσει όποιος πήγε στη Ρωσία να κάνει τη δουλειά του κι όχι για να δώσει παραστάσεις…