Το 1994 είχαμε πάει με το Νίκο Αναστόπουλο μια μεγάλη περιοδεία στην Ευρώπη για να δούμε ευρωπαίους προπονητές επί των έργω και να γίνουμε προπονητές κι εμείς – αυτός τα κατάφερε, εμένα με φάγανε τα κυκλώματα. Πίναμε ένα καφέ στο Cova στο Μιλάνο όταν του επισήμανα ότι ο νεαρός τότε Φίλιπο Ιντζάγκι παίζει υπερβολικά πολύ για το γκολ. Ο Αναστό ήπιε μια ρουφιξιά από το εσπρέσο του και μου απάντησε: «καλά κάνει, κι εγώ για το γκολ έπαιζα. Το γκολ είναι η πεμπτουσία του ποδοσφαίρου διότι αν δεν υπήρχε όλα τα ματς θα τελείωναν 0-0». Η ζωή τα έφερε έτσι, ώστε αυτή η φαινομενικά ασήμαντη για την ανθρωπότητα στιγμή, αναδεικνύεται σε χρονικό προφητείας: το τριήμερο 24 με 26 Σεπτεμβρίου οι τέσσερις διεκδικητές του τίτλου στην Ελλάδα, δηλαδή ο Ολυμπιακός, ο ΠΑΟ, η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ δεν κέρδισαν την ΑΕΛ, τον Παναιτωλικό, τον Ηρακλή και την Ξάνθη διότι δεν πέτυχαν κανένα γκολ. Ο Ολυμπιακός έχασε με 1-0, οι άλλοι έφεραν 0-0. Η στιγμή της δικαίωσης του προφήτη Αναστό πλησιάζει. Στον επόμενο καφέ στο Μιλάνο θα πει και πως θα βγούμε από την κρίση.
Ξανά Brexit
Χρόνια τώρα ως γραφικός Ρομπέν των χαζών κάνω ένα μοναχικό αγώνα κατά της νοοτροπίας των προπονητών αλλά και των οπαδών, που θεωρούν ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα σπορ στο οποίο βασικό και πρώτο μέλημα είναι το μηδέν στην άμυνα. Βλέποντας αυτό το ιστορικό κατόρθωμα του ελληνικού Big Four το τριήμερο ομολογώ το λάθος μου και ζητάω συγνώμη: δεν είχα καταλάβει πόσο αληθινά δύσκολο είναι ένα τέτοιο επίτευγμα και ειλικρινά χαίρομαι για το είδος της συγκίνησης, που πρόσφεραν οι ομάδες αυτές στους οπαδούς τους. Πρόκειται για κάτι αληθινά σπάνιο, που σε χώρες όπου τα πραγματικά επιτεύγματα αναγνωρίζονται θα κινούσε την ιστορία: πιστεύω ότι αν στην Αγγλία πχ σε μια αγωνιστική δεν είχαν σκοράρει η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Τσέλσι, η Λίβερπουλ και η Αρσεναλ οι Αγγλοι θα ξαναζητούσαν να φύγουν από την Ευρώπη, αλλά αυτή τη φορά από ντροπή. Αλλά τι ξέρουν οι Αγγλοι από μπάλα;
Η αλήθεια είναι μια: το μηδέν είναι λατρεία. Το μηδέν παράγει διανόηση, Τέχνη, φιλοσοφία. Ακουσα πχ πολύ προσεχτικά τον Μπέντο και τον Κετσπάγια στο τέλος των ματς: άνοιξαν νέους δρόμους στη σκέψη μου. Ο Μπέντο είπε ότι με λίγη προσοχή ο Ολυμπιακός θα έπαιρνε ένα βαθμό στη Λάρισα – ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα καταλάβει ότι πρόκειται για κατόρθωμα, αλλά είδες πόσα μαθαίνεις; Ο Κετσπάγια είπε ότι όταν οι αντίπαλοι παίζουν κλειστά υπάρχει πρόβλημα – να κάτι που αληθινά δεν είχε σκεφτεί κανείς. Φαίνεται ότι το μηδέν ανοίγει ορίζοντες για αληθινά σπάνιες προσεγγίσεις. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που υπάρχει, ως ρεύμα φιλοσοφικό ο «μηδενισμός», ενώ δεν υπάρχει ο «τριαμηδενισμός» και δεν πρόκειται να υπάρξει ο «τεσσεραδυομισμός». Σαν το Σπίρτζη, που ένα βράδυ κοιμήθηκε Πασοκάρα και το πρωί ξύπνησε ριζοσπάστης αριστερός, δηλώνω κι εγώ ότι είδα το φως. Αν αυτές οι ομάδες ξαναβάλουν γκολ θα κλαίω και θα θρηνώ.
Τα πάντα είναι το μηδέν
Το μηδέν στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι τα πάντα. Πέρυσι ο Ολυμπιακός έκανε 15 νίκες σε ένα γύρο, αν είχε κάνει δεκαπέντε 0-0 θα είχαν έρθει να μελετήσουν το φαινόμενο επιστήμονες από το Χάρβαρντ. Το γκολ είναι γενικά κακό πράγμα. Στο γκολ οι άνθρωποι που είναι στο γήπεδο πετάγονται και πανηγυρίζουν. Ξέρετε πόσο εύκολα μπορεί να γλιστρήσεις και να σπάσεις κανένα πόδι; Κόσμος που δεν αντέχει τις συγκινήσεις σε γκολ έχει πάθει καρδιά, ενώ στα ματς που λήγουν χωρίς γκολ τέτοιοι κίνδυνοι δεν υπάρχουν: η μάνα όποιου είδε ένα 0-0 δεν έκλαψε ποτέ – όπως δεν έκλαψε κι αυτή του χέστη. Κάπως έτσι το βλέπω το ποδόσφαιρο του μέλλοντός μας. Να μπαίνουν οι ομάδες στο γήπεδο, να ξαπλώνουν οι παίκτες κάτω σε 4-2-3-1, ν αρχίζουν να στρίβουν κανα τσιγάρο, ενώ χιλιάδες οπαδοί (και των δυο ομάδων το τονίζω) στην εξέδρα αγκαλιασμένοι μεταξύ τους θα τραγουδάνε «κάντε έρωτα, αλλά προς Θεού μη βάλετε κανα γκολ». Την ίδια στιγμή, προς τιμή μεγάλων διανοητών που την Τέχνη του μηδέν μας τη μάθανε, θα γίνεται περιφορά του πορτραίτου του Φερνάντο Σάντος από τον Ιβιτς, τον Κετσπάγια, τα τρία στόπερ του Στραματσόνι και το Ζαρντίμ, ενώ χιλιάδες άνθρωποι θα βγάζουν σέλφι και θα πετάνε λουλούδια.
Τι τα θέλουμε τα κωλογκόλ και τις κωλοφάσεις; Παίζοντας για το μηδέν οδηγούμε το ποδόσφαιρο σε νέους δρόμους. Ηδη πολλές ομάδες παίζουν το πρωτοποριακό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα 8-1-1: μπορούν και καλύτερα, πχ το 10-0-0. Όπως ο Γκουαρντιόλα (ή όποιος άλλος) έφτιαξε το ψευτοφόρ, οι δικοί μας θα φτιάξουν τα ψευτοχάφ, τα ψευτοδεκάρια, τα ψευτοεξτρέμ κτλ: ό,τι θέλουν αρκεί να μην μπαίνει γκολ. Γενικά όταν δεν μπαίνει γκολ, η εβδομάδα περνά ωραία. Παίζει πχ ο ΠΑΟ στη Λειβαδιά βάζει δυο γκολ στο τέταρτο και δεν του μετράει ένας επόπτης ένα γκολ γιατί κάνει λάθος: δεν τρέχει τίποτα κι όλοι λένε τι ωραία μπάλα έπαιξε. Παίζει στο Αγρίνιο, δεν κάνει φάση μετά το δέκα για ένα ημίχρονο, κάνει ένα λάθος ο επόπτης γίνεται χαμός – περνάμε ψώνιο! Αν είχε κερδίσει πάλι, ποιος θα ασχολούνταν; Κι αν δεν ασχολούνταν κανείς, τι δουλειά θα κάνανε οι δημοσιογράφοι, οι τηλεκριτικοί διαιτησίας και οι συγγραφείς ανακοινώσεων; Για αυτό το μηδέν είναι χρήσιμο: μικραίνει την ανεργία και πρέπει να το απαιτούμε. Βάζεις γκολ; Μπαίνουν η Μαρούπα με την Αυλωνίτου ντυμένες με πέτσινα και σε μαστιγώνουν στο κέντρο. Σηκώνεις σημαία για οφσάιντ; Κατεβαίνουν ο Βαρούχας με το Σπανέα και κάνετε το γύρο του θριάμβου! Είσαι ο Ιντέγιε, προσωρινά πρώτος σκόρερ; Σε ξυρίζουν γουλί και κυκλοφοράς σαν το Τζανετάκο με μια ταμπέλα που λέει, όχι είμαι τετιμπόις, αλλά έβαλα γκολ και δεν θα το ξανακάνω ποτέ. Το μηδέν είναι αρμονία, ευτυχία, ζεν. Υπάρχουν εκπομπές στην ΕΡΤ ή στο κανάλι της Βουλής (νομίζω είναι διαφορετικά…), που κάνουν 0% τηλεθέαση: κανείς κριτικός δεν έγραψε ποτέ κάτι κακό για αυτές, κανείς δεν στεναχωρήθηκε που υπάρχουν, κανείς δεν πίεσε κανένα να τις κάνει καλύτερες. Υπάρχουν ταινίες που γυρίστηκαν με κρατικό χρήμα κάποτε και δεν βγήκαν στα σινεμά ποτέ: κανείς δεν μας απαγορεύει να πιστεύουμε πως είναι αριστουργήματα. Υπάρχουν βιβλία που κανείς δεν διάβασε: αν βγήκαν από τη ΓΓΑ με χορηγία του ΟΠΑΠ, κακώς δεν κυκλοφόρησε και η συνέχεια τους. Εχουμε συμφωνήσει νομίζω ότι είμαστε κατά της αριστείας: αγαπάμε πλέον την αρμονία του μηδέν, τη βεβαιότητα που προσφέρει το τίποτα, το κενό – το να πετάς, μοιάζει πολύ με το να πέφτεις, απλά το τέλος είναι λιγάκι διαφορετικό.
Τι θέλεις να κάνω;
Νομίζετε ότι υπερβάλω. Λάθος σας. Το μηδέν, το τίποτα, είναι λύση - η λύση. Αν μια γυναίκα σε ρωτήσει τι θες από μένα, πες της (αν μπορείς να μην γελάσεις) «τίποτα, μου φτάνει που υπάρχεις». Θα κάνεις ένα άνθρωπο ευτυχισμένο. Αν της απαντήσεις κάτι συγκεκριμένο («να μη μουρμουράει η μάνα σου» ή «στοματικό το πρωί») μπορεί να σου κάνει μούτρα. Ομοίως αν πεις σε ένα προπονητή στην Ελλάδα «θέλω να μου κρατάς το μηδέν» θα χαρεί γιατί θα δει σε αυτό μια αποστολή ζωής. Κι εσύ θα δεις κάμποσα 0-0, και θα ζήσετε εσείς καλά κι εμείς καλύτερα, Χιονάτη μου…
Αντ. Καρπετόπουλος
www.karpetshow.gr