Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε ο συνεταιρισμός Ζαγοράς, αυτός που παράγει και εξάγει και στο εξωτερικό τα καλύτερα μήλα της χώρας, γιόρτασε εκατό χρόνια ασταμάτητης παρουσίας. Δεν ξέρω πόσες παραγωγικές μονάδες υπάρχουν στην Ελλάδα με μεγαλύτερη ιστορία – συνεταιριστική μονάδα άλλη υποθέτω πως δεν υπάρχει καμία, κι αν κάποια υπάρχει ζητώ συγνώμη για την άγνοια.
Εκατό χρόνια αγωνίας
Το 1916 η Ελλάδα ζούσε το μεγάλο διχασμό και η Ευρώπη τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Η Ζαγορά συνδεόταν με την υπόλοιπη Ελλάδα κυρίως χάρη στη θάλασσα και οι κάτοικοι εκεί μήλα δεν καλλιεργούσαν: άρχισαν να το κάνουν μετά το 1950. Κι όμως 199 άνθρωποι αποφάσισαν να προχωρήσουν σε μια κοινή επιχειρηματική δράση – πιθανότατα για να μοιραστούν τις ίδιες δυσκολίες κι όχι γιατί η προοπτική των κερδών, από την παραγωγή της πατάτας, ή το εμπόριο του κάστανου, ήταν εντυπωσιακή. Πολύ πριν η κρίση γεννήσει κινήματα του τύπου «όλοι μαζί μπορούμε» στο βουνό μου, οι άνθρωποι είχαν αυτού του τύπου την βεβαιότητα: κι όλοι μαζί φτάσανε εκατό χρόνια αργότερα να μοιράζονται την ίδια αγωνία για τη σοδιά, το σήμερα, το αύριο κυρίως. Πέρασαν εκατό χρόνια αγωνίας, αλλά τουλάχιστον όχι εκατό χρόνια μοναξιάς.
Στην Αμερική σε μια τέτοια επέτειο κάποιο πανεπιστήμιο θα παρουσίαζε μια τρομερή οικονομικοτεχνική και ιστορική μελέτη για το πώς οι άνθρωποι που ζουν στο συγκεκριμένο όμορφο, αλλά δύσκολο, σημείο πέτυχαν κάτι τέτοιο: θα ήταν μια μελέτη ακριβοδίκαιη, αφού θα φανέρωνε και λάθη και παραλείψεις που γίνονται όταν οι άνθρωποι δουλεύουν, αλλά θα ήταν από μόνη της ένας οδικός δρόμος για το αύριο. Στην Ελλάδα απλά οι άνθρωποι διοργάνωσαν στον τόπο τους μια γιορτή για να θυμίσουν στην πολιτική ηγεσία το κατόρθωμά τους: δεν φρόντισε η πολιτεία να ρωτήσει τι θέλουν, αυτοί της θύμισαν ότι υπάρχουν. Αυτή η μικρή λεπτομέρεια, που μαρτυρά την ανικανότητα της χώρας να προβάλει τις παραγωγικές της δομές, είναι για μένα η απόδειξη πως δεν θα υπάρξει ποτέ κανένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, ακριβώς γιατί η παραγωγή είναι το λιγότερο που ενδιαφέρει πολιτικούς, που ταυτίζουν τη δράση με την γραφειοκρατία.
Ταραταζούμ Ταρατατζούμ
Ετυχε να παρακολουθήσω τις ομιλίες και τις εκδηλώσεις που κορυφώθηκαν με την επίσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας – τιμή μεγάλη για τον τόπο. Ο πρόεδρος έγινε επίτιμος δημότης – τιμή μεγάλη για τον ίδιο. Μεταξύ τιμών και γιορτών διέκρινα κάμποση αμηχανία.
Οι κάτοικοι της περιοχής το δικό τους το ρόλο στα δρώμενα τον έπαιξαν άριστα. Τα αυτοκίνητα μαζεύτηκαν από τους δρόμους, ώστε οι επίσημοι να φτάσουν γρήγορα και να μην ταλαιπωρηθούν. Το δημαρχείο έλαμπε, ο κόσμος έβαλε τα καλά του για να δείξει και εμπράκτως ότι γιόρταζε κάτι σπουδαίο, η πλατεία ήταν γεμάτη, αλλά ομολογώ ότι έχω αμφιβολίες για το αν οι περισσότεροι από τους παρευρισκόμενους πολιτικούς κατάλαβαν τη σπανιότητα του γεγονότος και την αξία του – στην καλύτερη είπαν κάποια λόγια συμπάθειας, προσποιούμενοι κομμάτι άτσαλα ότι κατανοούν την αγωνία των απλών ανθρώπων: υπήρξαν και εξαιρέσεις ευτυχώς. Ο αρμόδιος πάντως υπουργός αγροτικής ταρατατζουμ ταρατατζούμ ανάπτυξης μοίρασε κάτι υποσχέσεις για προγράμματα που θα τρέξουν, ενώ περιφερειάρχες και αντιπεριφερειάρχες τόνισαν το πόσο δύσκολη είναι η διακίνηση των προϊόντων – λες κι ο κόσμος που ζει εκεί δε το ξέρει. Βουλευτές ορκίστηκαν αγάπη μόνο και ήταν συνταρακτική η διαφορά των τοποθετήσεων των ανθρώπων που εκεί ζουν με αυτές των καλεσμένων του Σαββατοκύριακου. Ο δήμαρχος της Ζαγοράς, ο φίλος μου ο Πατής Κουτσάφτης θύμισε ότι είναι η άλλο η αναγκαία γιορτή κι άλλο η πραγματικότητα και παρακάλεσε τους προσκεκλημένους να βρουν το κουράγιο να επισκεφτούν την περιοχή, όταν οι καθημερινές αγωνίες την πνίγουν. Οι άνθρωποι του συνεταιρισμού, όπως ο διευθυντής του Διονύσης Βαλασσάς μίλησαν για προβλήματα απτά και ουσιώδη: για το κόστος της παραγωγής που μεγαλώνει, την δυσκολία των φορτηγών στους ακατάλληλους δρόμους, το εισόδημα των συνεταιριστών που μικραίνει και ταυτόχρονα υπερφορολογείται, την ανάγκη για μια καλύτερη σχέση με το Κράτος. Αλλά η όλη διαδικασία έδειχνε πως ο δικός τους μεστός λόγος γινόταν κατανοητός μόνο από τους ίδιους τους συνεταιριστές: σαν το Σαββατοκύριακο, που γιόρταζαν, να έγιναν οι ίδιοι καλεσμένοι στον τόπο τους ή να μονολογούσαν στο κρεβάτι του ψυχαναλυτή.
Οι παράλληλες πραγματικότητες
Χρησιμοποιώ την συγκεκριμένη γιορτή ως παράδειγμα για να θεμελιώσω μια υποψία που καιρό τώρα με βαραίνει – και μακάρι να είναι άδικη. Εχω την εντύπωση ότι από το ξέσπασμα της κρίσης κι έπειτα υπάρχουν διάφορες πλέον παράλληλες πραγματικότητες σε αυτή τη χώρα: τη μεγαλύτερη παραλληλότητα τη συναντάς μεταξύ του πολιτικού κόσμου και του κόσμου που παράγει – οι δυο κόσμοι δεν συναντιούνται. Η παρούσα κυβέρνηση κοιτάζει από απόσταση ό,τι έχει απομείνει ζωντανό και όρθιο τα τελευταία χρόνια – μοιάζει στην καλύτερη των περιπτώσεων να απορεί πως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβαίνει. Παλιότερα, τον καιρό των δανεικών, είναι αλήθεια πως οι κυβερνήσεις βάφτιζαν ανάπτυξη το συνήθως άνευ σχεδίου τσοντάρισμα διάφορων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών - μοίραζαν για να εισπράττουν ψήφους. Σήμερα που αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει, ο πολιτικός κόσμος, αντί ν ακούσει την κοινωνία, προτιμά απλά να της πουλήσει τη δική του αντζέντα. Οσο η ανάγκη για συγκεκριμένες προτάσεις μεγαλώνει, τόσο πληθαίνουν τα λόγια του αέρα: αυτό είναι ένα από τα χειρότερα δράματα της χώρας – αν όχι και το χειρότερο. Όταν μάλιστα δεν γνωρίζει καλά και το ακροατήριο, ο πολιτικός ηγέτης του σήμερα προτιμά να απέχει. Στη Ζαγορά πχ μολονότι είχαν προσκληθεί δεν ήρθαν ούτε ο Μητσοτάκης, ούτε ο Θεοδωράκης, ούτε η Φώφη Γεννηματά, που έχασε και την ευκαιρία να θυμίσει στον κόσμο ότι ο πατέρας της ως μηχανικός είχε την επίβλεψη της κατασκευής των ψυγείων του συνεταιρισμού. Δεν απουσίασαν γιατί δεν ήθελαν να τιμήσουν την μεγαλύτερη και ιστορικότερη συνεταιριστική οργάνωση της χώρας: το έκαναν γιατί κατά πάσα πιθανότητα δεν ήξεραν τι διάβολο να πουν σε ανθρώπους που για τα δικά τους ζητήματα θέλουν ν ακούσουν συγκεκριμένα πράγματα κι όχι τις συνηθισμένες προεκλογικές γενικότητες, που οι ίδιοι απαγγέλουν στο βαριεστημένο τηλεοπτικό ακροατήριο. Η κυβέρνηση, ως γνωστόν, με τις γενικότητες είναι ερωτευμένη.
Σαν με κοιτάς από ψηλά
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε πολλά κολακευτικά για τον τόπο και την ιστορία του κι έκλεισε με το συμπέρασμα ότι «ενωμένοι οι έλληνες έχουμε πετύχει πολλά». Κανείς δεν διαφώνησε. Μπορεί ως πηλιορείτες να έχουμε λίγο σκληρό χιούμορ, κανείς, ωστόσο, δεν είπε «πρόεδρε ίσως αν τσακωνόμασταν μεταξύ μας, ίσως να κάναμε περισσότερα». Η ηθικοπλαστική διαπίστωση έγινε δεκτή με την ίδια συγκατάθεση με την οποία αντιμετωπίζουμε τον τουρίστα που μας λέει ότι «το χωριό συνδυάζει βουνό και θάλασσα»: κουνάμε το κεφάλι, αλλά ξέρουμε πως συνδυάζει πολλά περισσότερα. Ετσι κάναμε και με τον Πρόεδρο. Τον τιμήσαμε ενώ σκεφτόμασταν ότι έκανε το ταξίδι με ελικόπτερο για να αποφύγει την ταλαιπωρία των δρόμων, καμαρώνοντας την ομορφιά του βουνού από ψηλά και αποφεύγοντας, ωστόσο, να μπει στον κόπο να καταλάβει κάτι λίγο από την δική μας πραγματικότητα. Δεν πειράζει: τιμή μας και τιμή του. Στο φινάλε δεν θ αφήσουμε εκατό λεπτά πολιτικής αμηχανίας, να φανούν σημαντικότερα από εκατό χρόνια αφιερωμένα στην άγνωστη για τους πολιτικούς μας κοινωνική αρετή που λέγεται «παραγωγή»…