Η είσοδος στους ομίλους του Τσάμπιονς λιγκ για τις ελληνικές ομάδες δεν γίνεται πλέον χωρίς υπερβάσεις – το κατάλαβαν χθες όσοι είδαν το ματς του ΠΑΟΚ με τον Αγιαξ, θα το καταλάβουν και σήμερα όσοι θα δουν το παιγνίδι του Ολυμπιακού στην Πόλη με την Μπασακσεχίρ. Ο Ολυμπιακός δεν προκρίνεται στους ομίλους αν αποκλείσει τους Τούρκους: το ότι θα βρει στον επόμενο γύρο την Κρασνοντάρ ή την Πόρτο μειώνει έτσι κι αλλιώς τις πιθανότητές του. Αλλά στο μεταξύ, τα ματς με τους Τούρκους θα ναι χρήσιμα γιατί θα τεστάρει τις δυνατότητές του και κυρίως θα δει τις αδυναμίες του.
Μεγάλη με το «έτσι θέλω»
Πιο πολύ και από τις ελληνικές ομάδες, πριν γίνουν τα παιγνίδια τους, μου αρέσει να γράφω για τους αντιπάλους τους – ειδικά αν αυτές έχουν ενδιαφέρον. Η Μπασακσεχίρ είναι μια καταπληκτική ιστορία: η περίπτωσή της απαντάει στην ερώτηση αν μια ομάδα μπορεί να γίνει μεγάλη με το «έτσι θέλω»! Η ιστορία της Μπασακσεχίρ, που έχει και κάμποση πολιτική ίντριγκα, ξεκινάει το όχι και τόσο μακρινό 2011. Τότε, ενώ η συγκεκριμένη ομάδα αγωνίζεται στη δεύτερη κατηγορία, εγκαινιάζεται η ΤΤ Αρένα, το υπερσύγχρονο γήπεδο της Γαλατασαράι. Οι οπαδοί των Φενέρ και της Μπεσίκτας κατηγορούν τον Ρατζίπ Ερτογάν ότι έχει μάτια μόνο για την μεγάλη τους αντίπαλο κι αυτός αντιλαμβάνεται πως δεν χρειάζεται να μπλέκει στις αντιπαλότητες των μεγάλων ομάδων της Πόλης. Ετσι αρχίζει να δείχνει την συμπάθεια του σε μια μικρότερη ομάδα της, την φιλόδοξη Μπασακσεχίρ, που ανήκει σε δυο χρηματοδότες του κόμματός του.
Ενας τίτλος χαμένος στις κάλπες
Ο Ερτογάν βλέπει στις ποδοσφαιρικές ομάδες εταιρίες με δυναμική και θεωρεί το τουρκικό ποδόσφαιρο ακμάζουσα βιομηχανία. Δίνει κίνητρα για κατασκευή γηπέδων καθώς ονειρεύεται να δει να διεξάγονται στην Τουρκία τα τελικά του Euro ή του μουντιάλ: συνολικά 15 χτίζονται επί των ημερών του. Μια ομάδα που θα έμπαινε σφήνα στις παραδοσιακές δυνάμεις και θα ήταν και από την Πόλη θα ήταν ιδανική για να τον βοηθήσει να γλυτώσει τη μουρμούρα των παραδοσιακά «μεγάλων». Η Μπασακσεχίρ εμφανίζεται στην πρώτη κατηγορία το 2014 και σχεδόν με το καλημέρα κάνει πρωταθλητισμό: τερματίζει δυο φορές τέταρτη (το 2015 και το 2016), είναι δεύτερη το 2017, τρίτη το 2018 και πέρυσι χάνει το πρωτάθλημα, κατά πως λέγεται στην Τουρκία, εξαιτίας των δημοτικών εκλογών της Πόλης: σας είχα γράψει την ιστορία εδώ παλιότερα. Βρίσκεται οκτώ βαθμούς μπροστά από τη Γαλατά, αλλά, αντίθετα από την αντίπαλό της, δεν έχει κόσμο. Το μικρό γήπεδό της (17.800 χωρητικότητα), είναι συνήθως μισοάδειο, ενώ στο γήπεδο της Γαλατά επικρατεί πανικός. Ο Ερτογάν που κατηγορείται ότι «θέλει να βγάλει την Μπασάκ πρωταθλήτρια» διαπιστώνει ότι η συζήτηση του κάνει ζημιά. Τα σφυρίγματα των διαιτητών αλλάζουν και το πρωτάθλημα κρίνεται την προτελευταία αγωνιστική, όταν η Γαλατά κερδίζει με 2-1 και προσπερνά την πρωτοπόρο στην οποία αρκούσε και η ισοπαλία! Η Μπασάκ διαμαρτύρεται δικαίως για τη διαιτησία, αλλά όχι πολύ για να μην δυσαρεστήσει το Σουλτάνο, που άλλωστε δεν κρύβει ότι αγαπάει κανα δυο τρεις ομάδες περισσότερο!
Φέτος το καλοκαίρι η Μπασάκ επιχειρεί ένα νέο ξεκίνημα. Εφυγε ο άνθρωπος που σύνδεσε την παρουσία του με την πρόοδό της, ο προπονητής Αμπντουλάχ Αβτσί που μετακόμισε στην Μπεσίκτας και στη θέση του ήρθε ο νεαρός και επιτυχημένος στην Τουρκία, αλλά άπειρος στην Ευρώπη Οκάν Μπουρούκ, που υπόσχεται να παρουσιάσει μια ομάδα ελκυστικότερη και πιο δημιουργική, ικανή να εκμεταλλευτεί τους επιθετικούς της. Στο μεταξύ η Μπασάκ δυναμώνει κι άλλο. Προσθέτει στον Ρομπίνιο, στον Βιτσκα και στον Ντεμπά Μπα τον Κριβελί και τον Γκουλμπράτσεν, αποκτά τον Αρντά Τουράν, βρίσκει στο τουρκικό πρωτάθλημα δυο πολύ καλά στόπερ, τον Πόνκ και τον Σετζού. Από την Μπασάκ που έπαιξε με την ΑΕΚ έλειψαν τέσσερις παίκτες που αν τους αποκτούσαν ελληνικές ομάδες θα ήταν «μεταγραφές αεροδρομίου»: ο Ντεμπά Μπα, ο Αρντά, ο Κλισί και ο Ελία έχουν τεράστια συμβόλαια. Αλλά παρά τα χρήματα που ξοδεύονται και τις μεγάλες μεταγραφές, τα διαρκείας της Μπασάκ παραμένουν ελάχιστα (4,350 ήταν πέρυσι). Οι άνθρωπό της το γνωρίζουν πως αν δεν κάνουν κάτι σπουδαίο στην Ευρώπη δύσκολα θα κερδίσουν την προσοχή του κοινού κι ας παίζουν και ωραία μπάλα. Ο Ολυμπιακός για να αντέξει απόψε πρέπει να μην τους αφήσει πολύ τη μπάλα: αν αυτή φτάνει εύκολα μπροστά και στη μεσαία γραμμή δεν υπάρχει δύναμη και φίλτρο ο Ρομπίνιο και οι υπόλοιποι (όποιοι κι αν είναι) θα κάνουν πολλά και ωραία. Όχι απλά για να κερδίσουν τον Ολυμπιακό, αλλά για ένα στόχο σημαντικότερο: την προσοχή του κόσμου.
Μια χαμένη ευκαιρία
Την ευκαιρία να γίνει θέμα συζήτησης σε όλη την Ευρώπη έχασε χθες ο ΠΑΟΚ, κατά τη γνώμη εξαιτίας μιας τακτικής που αγγίζει τα όρια του ακατανόητου. Ας πούμε πως το δεύτερο ημίχρονο του ματς της Τούμπας είχε μια κάποια λογική: ήταν δεδομένο ότι μετά τη διακοπή του ημιχρόνου ο Αγιαξ κάτι περισσότερο θα προσπαθούσε να κάνει, έστω και κρατώντας απλά τη μπάλα.
Καταλαβαίνω επίσης ότι σε αυτό το διάστημα ο ΠΑΟΚ ήταν απαραίτητο να αμυνθεί λίγο περισσότερο: σε τελική ανάλυση ο τρόπος που αμύνθηκε είναι κι ένα είδος δοκιμής ενόψει της ρεβάνς. Αλλά δεν καταλαβαίνω πως γίνεται μια ομάδα που θέλει να κερδίσει, να μπαίνει στο γήπεδο τόσο φοβισμένα και παθητικά όπως ο ΠΑΟΚ στο ξεκίνημα του αγώνα. Αν παίζεις μπροστά στο κοινό σου, στο πρώτο ματς της σεζόν, κι έχεις απέναντί σου μια ομάδα που γνωρίζεις ότι έχει προβλήματα ομοιογένειας καθώς αποτελείται από παίκτες που έπαιξαν φέτος για πρώτη φορά μαζί, είναι απαραίτητο να την πιέσεις και πρέπει να παίξεις. Ο ΠΑΟΚ άρχισε να παίζει μετά το 20΄κι επειδή έχει καλούς παίκτες του αρκούσαν εικοσιπέντε λεπτά καλής απόδοσης για να ανατρέψει το εις βάρος του 0-1 – όμως το αυτογκόλ του Γιαννούλη του έκανε μεγάλη ζημιά. Πολλοί μιλάνε για το δεύτερο γκολ που ο ΠΑΟΚ δέχτηκε: για μένα το αληθινά καταστροφικό ήταν το πρώτο, διότι αυτό στην πραγματικότητα έδωσε στον Αγιαξ τη δυνατότητα να φύγει από την Τούμπα με το αποτέλεσμα που ήθελε. Ο Αγιαξ έπαιξε χθες με δυο μπακ (τον Μαζράουι και τον Μπλιντ) που παρίσταναν τα χαφ, με μια άμυνα που δεν είχε ξαναπαίξει μαζί κι έχασε στο μισάωρο τον Ντόλμπεργκ, πάνω στον οποίο ο Ντε Χαγκ έχει βασίσει όλη του την προετοιμασία: αν η απολύτως πειραματική αυτή ομάδα έκανε 70% κατοχή μπάλας αυτό οφείλεται στην παθητικότητα του αντιπάλου της – ίσως και στην έλλειψη βοήθειας από τον πάγκο, αφού όποιος μπήκε έκανε ελάχιστα. Ωστόσο αν η εικόνα του δεύτερου ημιχρόνου έχει εξηγήσεις, η έναρξη του ματς είναι ανεξήγητη. Αν ο ΠΑΟΚ τολμούσε να παίξει από την αρχή, όταν είχε ακόμα ενέργεια και δυνατότητα για τρέξιμο, θα είχαμε ένα τελείως διαφορετικό παιγνίδι.
Πρέπει να παίξεις
Το 2-2 δεν είναι καταδικαστικό: ο ΠΑΟΚ θα πάει να παίξει στο Αμστερνταμ ψάχνοντας μια νίκη, αποτέλεσμα εξίσου δύσκολο με την ισοπαλία που θα του έδινε την πρόκριση σε περίπτωση νίκης του στην Τούμπα. Αλλά το πρόβλημα για μια ακόμα φορά ήταν η αδυναμία του να εκμεταλλευτεί την έδρα του: τα ματς ευρωπαϊκά ματς στην Τούμπα χωρίς νίκη είναι πέντε στη σειρά – ευτυχώς για αυτόν εκτός έδρας έχει καλύτερα αποτελέσματα.
Ισχύει για τον ΠΑΟΚ, ισχύει και για τον Ολυμπιακό. Για να μπεις στους ομίλους του Τσάμπιονς λιγκ πρέπει να παίξεις. Καμιά φορά μπορεί να μην φτάσει ούτε αυτό γιατί ο αντίπαλος είναι καλύτερος. Αλλά χωρίς να παίξεις, και κάνοντας απλώς τα στοιχειώδη περιμένοντας και ελπίζοντας να χάσουν οι άλλοι τις ευκαιρίες μόνοι τους, δεν πας πουθενά.