Συνεχίζοντας την πορεία τους προς το ραντεβού τους στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ, η Λίβερπουλ και η Μάντσεστερ Σίτυ άφησαν πίσω τους τα προημιτελικά φέρνοντας δυο ισοπαλίες. H Λίβερπουλ έφερε ένα χορταστικό 3-3 με την Μπενφίκα στο Ανφιλντ χωρίς ποτέ να κινδυνέψει με αποκλεισμό χάρη στη νίκη της με 3-1 στο πρώτο ματς. Αλλά η Μάντσεστερ Σίτυ κόντρα στην Ατλέτικο στη Μαδρίτη υπέφερε πολύ: το τελικό 0-0 δεν αντικατοπτρίζει την εικόνα του αγώνα καθώς ειδικά στο δεύτερο ημίχρονο η ομάδα του Ντιέγκο Σιμεόνε ήταν πολύ πιεστική. Η Σίτυ προκρίθηκε δίκαια, (ακόμα και χθες είχε ένα δοκάρι με τον Γκουιντογκάν στο καλό πρώτο της ημίχρονο και μια τεράστια ευκαιρία με τον Στέρλινγκ στο τέλος), αλλά δεν την θυμάμαι ποτέ να υποφέρει τόσο. Το ενδιαφέρον της ιστορίας είναι ότι η σπουδαία εμφάνιση της Ατλέτικο ήρθε μετά τις περίφημες κατηγορίες του Πεπ Γκουαρντιόλα για το ποδόσφαιρο του Ντιέγκο Σιμεόνε και την τακτική του. Η Σίτυ προκρίθηκε αλλά ο Σιμεόνε ήταν σαν να απέδειξε χθες πως οι κατηγορίες ήταν άδικες.
Με λογικό ρίσκο
Η συζήτηση για το ποδόσφαιρο που παίζει η Ατλέτικο του Ντιέγκο Σιμεόνε είναι πιο ενδιαφέρουσα από το χθεσινό ματς: χθες η Ατλέτικο κυνήγησε παίρνοντας ένα λογικό ρίσκο στο τέλος τις ελπίδες που απέκτησε μετά την ήττα της με 1-0 στην Αγγλία – δεν υπάρχει σε αυτό τίποτα το παράξενο, καθώς μιλάμε για την πρωταθλήτρια Ισπανίας. Αν ο Σιμεόνε περνούσε στο ματς λίγο πιο νωρίς τους Σουάρεζ, Ντε Πολ και Ακούνια ίσως να είχε και περισσότερες πιθανότητες, αλλά αν στο τέλος γινόταν το 1-0 σε μια από τις ευκαιρίες που οι γηπεδούχοι δημιούργησαν αυτό δεν θα το συζητούσε κανείς. Το ποδόσφαιρο του Σιμεόνε από την άλλη συζητιέται πάντα. Φαίνεται αυτό και από το ότι μετά την παρατήρηση του Γκουαρντιόλα ότι ο Σιμεόνε χρησιμοποιεί το σύστημα «5-5-0» για να κάνει δύσκολη τη ζωή των αντιπάλων του βρέθηκαν και αρκετοί ουδέτεροι να πάρουν θέση σε ένα ζήτημα που μοιάζει περισσότερο ιδεολογικό, παρά απλά ποδοσφαιρικό. Ο Μάρκο φαν Μπάστεν είπε ότι από το να βλέπει την Ατλέτικο προτιμά να βλέπει σειρές στο NETFLIX, ενώ μέσα στη φασαρία πετάχτηκε κι ο Ολιβερ Καν για να κατηγορήσει και τον Ουνάι Εμερι για υπερβολικό κυνισμό στο ματς της Βιγιαρεάλ με την Μπάγερν Μονάχου.
Που το έμαθε αυτό;
Οι κατηγορίες στους προπονητές που λατρεύουν την άμυνα είναι εξίσου παλιές όσο και το ποδόσφαιρο. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει να αναρωτηθεί κανείς πως διάβολο ο Σιμεόνε έμαθε να αγαπά αυτό το ποδόσφαιρο. Διότι δεν είναι Ιταλός, για να πούμε ότι είναι άριστος μαθητής της σχολής του κατενάτσιο κι έχει παίξει και μπάλα σε χώρες που την επίθεση την αγαπούν πιο πολύ από την άμυνα, όπως η Αργεντινή και η Ισπανία. Το ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον στην περίπτωσή του είναι πως οι ομάδες του αν θέλουν μπορεί να παίξουν και μια χαρά επίθεση: το έδειξε και χθες. Η περίπτωσή του είναι σαφώς περισσότερο πολύπλοκη από αυτό που πιστεύουν πολλοί: σε τελική ανάλυση χωρίς επίθεση τίτλους δεν κερδίζεις κι ο Σιμεόνε έχει κάμποσους.
Εχω μια θεωρία που βασίζεται στην εμπειρική παρατήρηση: πιστεύω ότι οι πιο πολλοί ποδοσφαιριστές, που έχουν κάνει μεγάλη καριέρα (ανεξάρτητα από τη θέση στην οποία αγωνίστηκαν), όταν γίνονται προπονητές, προσπαθούν να μάθουν στις ομάδες που αναλαμβάνουν, το ποδόσφαιρο το οποίο θα ήθελαν να παίζουν οι ομάδες στις οποίες αυτοί ως παίκτες αγωνίστηκαν. Θα σας το εξηγήσω καλύτερα.
Χαρακτήρας και γούστα
Κάποτε υπήρχε η απλοϊκή θεωρία ότι οι παίκτες, όταν γίνονται προπονητές, δίνουν στις ομάδες το χαρακτήρα που είχαν οι ίδιοι ως ποδοσφαιριστές: οι επιθετικοί φτιάχνουν «επιθετικές» ομάδες, οι αμυντικοί ομάδες που δεν δέχονται γκολ κτλ. Δεν ισχύει. Ο Κάρλο Αντσελότι, που ήταν αμυντικά χαφ, έφτιαξε ομάδες με τρία «δεκάρια», πράγμα που ο Σιμόνε κι ο Πίπο Ιντζάγκι δεν έκαναν ποτέ. Ο Ζινεντίν Ζιντάν ήταν καταπληκτικό «δεκάρι», αλλά ως προπονητής στην άμυνα πάντα έδινε μεγάλη σημασία. Ο Καπέλο, αν και δεκάρι στο «μυαλά και στην ψυχή», δεν έφτιαξε κάποια ομάδα πιο επιθετική από αυτές που έφτιαχνε ο Ντίνο Τζόφ, που ήταν τερματοφύλακας. Ο Μπιάνκι, ένας φορ ασταμάτητος και με τη φανέλα της Αργεντινής και με αυτή της Ρασίνγκ, παρουσίασε τις πιο αμυντικές ομάδες που έχουν υπάρξει στη Λατινική Αμερική. Ο Λάζλο Μπόλονι ήταν σπουδαίος κυνηγός, αλλά οι ομάδες του έπαιζαν άμυνα και αντεπιθέσεις: ο Ρασβάν Λουτσέσκου, που ήταν τερματοφύλακας έφτιαξε ομάδες επιθετικότερες. Ο Μπιέλσα κι ο Τούχελ ήταν καλοί κεντρικοί αμυντικοί: όταν έγιναν προπονητές, όπου δούλεψαν, έφτιαξαν επιθετικές ομάδες – ο πρώτος αγαπά το ρίσκο πιο πολύ από τον δεύτερο. Παλιά υπήρχε και η λογική της «σχολής»: όποιος ήταν Ιταλός ή έκανε καριέρα στην Ιταλία έπρεπε να παρουσιάζει ομάδες που δεν δέχονται γκολ με τίποτα, όποιος ερχόταν από τη Γερμανία έπρεπε να φτιάχνει ομάδες που πρωταγωνιστούν σε ματς που τελειώνουν 4-3. Ηρθε ο Οττο Ρεχάγκελ για να καταλάβουμε πως αν το πρώτο ήταν ένα κλισέ στερεότυπο, το δεύτερο κουταμάρα.
Κόντρα στο ρεύμα
Στο ποδόσφαιρο οι σχολές έχουν σταματήσει να υπάρχουν χρόνια τώρα. Ο κάθε προπονητής ακολουθεί πια ένα δικό του δρόμο – καμιά φορά και κόντρα στο ρεύμα. Ο καθένας ωστόσο έχει τη νοοτροπία του κι αυτή νομίζω πως έχει διαμορφωθεί κυρίως από προσωπικά βιώματα. Αν κάποιος, όταν έπαιζε, ζούσε με το μαράζι ότι η ομάδα του δεν κρατά το μηδέν, είτε έπαιζε σέντερ φορ είτε στόπερ, τη δουλειά του προπονητή την είδε ως ευκαιρία για να φτιάξει μια ομάδα που δεν θα επέτρεπε χτυποκάρδια. Αν κάποιος διασκέδαζε όταν έπαιζε ποδόσφαιρο γιατί βρισκόταν σε μια ομάδα που σκόραρε κατά ρυπάς, όταν έγινε προπονητής μια τέτοια ομάδα (λογικά…) θα ήθελε να φτιάξει ακόμα κι αν ο ίδιος είχε αγωνιστεί ως τερματοφύλακας.
Τα προσωπικά ποδοσφαιρικά βιώματα του Ντιέγκο Σιμεόνε φαίνονται στην προπονητική του καριέρα. Η Ατλέτικο, το μεγάλο του αριστούργημα, δεν παίζει κατενάτσιο – δηλαδή δεν θέλει να περιμένει καλύπτοντας χώρους: ο σκοπός των παικτών της είναι να βγουν πρώτοι στη μπάλα, να δείξουν την δύναμη και την σκληρότητα τους, να καταλάβει ο αντίπαλος ότι απέναντί του έχει άντρες. Αυτό το ποδόσφαιρο έπαιζαν οι παίκτες του και χθες όταν στο δεύτερο ημίχρονο επιτέθηκαν: είναι ένα ποδόσφαιρο του οποίου το χαρακτηριστικό είναι η ένταση – απλά για τον Σιμεόνε η κατάθεση της έντασης στην άμυνα μοιάζει να είναι περισσότερο απαραίτητη. Νομίζω πως πιο πολύ και από το χαρακτήρα του Σιμεόνε αυτό που βλέπουμε στην Ατλέτικο είναι παίκτες που ο Αργεντινός θα ήθελε συμπαίκτες όταν αυτός ήταν ποδοσφαιριστής, διότι καταλαβαίνουν και σέβονται το παιγνίδι του.
Ο Σιμεόνε θα ήθελε να έχει συμπαίκτες κάποιους σκληρούς, δουλευταράδες, ασυμβίβαστους με την ήττα και μάγκες – δηλαδή ποδοσφαιριστές που θα ήταν ευχαριστημένοι να παίζουν μαζί του γιατί κι αυτός είχε τις ίδιες αντιλήψεις. Αν είχαν και λίγη παραπάνω αλητεία δεν θα τον χαλούσε καθόλου.
Το ίδιο και οι άλλοι
Το ίδιο ισχύει για πολλούς από τους μεγάλους προπονητές του καιρού μας: απλά οι αντιλήψεις είναι διαφορετικές. Ο Πεπ Γκουαρντιόλα πχ θα ήθελε ως παίκτης να παίζει σε μια ομάδα που όλοι εκτιμούν την κατοχή μπάλας, τη χρησιμοποίηση των μέσων, τη δημιουργία μέσω της ομάδικής δουλειάς: νομίζω τους Λάουντρουπ και τους Στόιτσκοφ που είχε συμπαίκτες στην Μπάρτσα πρέπει να τους υπέφερε και ως προσωπικότητες. Ομοίως ο Ζιντάν μάλλον θα ήθελε να παίζει σε μια Ρεάλ πιο οργανωμένη κι όχι σε μια Ρεάλ που ήταν ένας γαλαξίας αστεριών που έπαιζαν μόνο με τη μπάλα στα πόδια –όταν ανέλαβε τη «Βασίλισσα» πάντα εκτιμούσε τους εργατικούς Καζεμίρο, Ράμος, Ιτσκο, Μόντριτς κτλ. Από την άλλη ο Αντσελότι ίσως ως παίκτης ονειρευόταν να έχει συμπαίκτες όπως ο Ρουι Κόστα, ο Ζέντορφ, ο Κακά, ο Πίρλο που στη μπάλα «μιλούσαν»: αυτοί θα έκαναν τη διαφορά κι αυτός όλα τα υπόλοιπα και για αυτό όταν τους βρήκε κάποτε στη Μίλαν τους έβαζε όλους την ίδια ενδεκάδα. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι κακώς του κάνουν επιθέσεις του Σιμεόνε: άλλοι κάνουν το χόμπι τους επάγγελμα, αυτός έκανε επάγγελμα την ψυχοθεραπεία του! Γιατρεύει τα απωθημένα του.
Βρίσκω πολύ ενδιαφέρον ότι αυτή του την ανάγκη την καταλαβαίνει κυρίως το κοινό της Ατλέτικο: στο γήπεδο της ακούς κόσμο να πανηγυρίζει για ένα τάκλιν, βλέπεις οπαδούς να παθιάζονται γιατί κάποιος παίκτης κέρδισε τη μπάλα μετά από δυο κόντρες, τους χαίρεσαι όταν πετάγονται από τη θέση τους γιατί η ομάδα κέρδισε ένα κόρνερ κι ο Σιμεόνε πανηγύρισε σαν η ομάδα του να σκόραρε. Πολλοί λένε ότι θα θελαν να δουν τον Σιμεόνε σε μια άλλη ομάδα, με άλλους παίκτες κτλ. Εγώ πάλι λέω ότι μακάρι να μείνει για πάντα στην Ατλέτικο. Είναι τόσο περίπλοκη η ψυχοσύνθεση του που ακόμα κι αν φτιάξει κάπου μια καλύτερη ομάδα, είναι σχεδόν αδύνατο να βρει κάποιους να τον καταλάβουν όσο οι σκληρά εκπαιδευμένοι στο ποδόσφαιρο του οπαδοί της Ατλέτικο. Που χθες χειροκρότησαν μια ισοπαλία με 0-0 όπως άλλοι θα χειροκροτούσαν μια νίκη με 4-0. Αποτέλεσμα για τους ίδιους σχεδόν αδιάφορο…