Δεν θυμάμαι πότε είχα γράψει για τελευταία φορά ότι το περίφημο δικαστήριο για το Κοριόπολις θα αποδειχτεί ένα από τα μεγαλύτερα «πλυντήρια» όλων των εποχών: έχουν περάσει σίγουρα μήνες. Θυμάμαι, όμως, πότε το είχα γράψει για πρώτη φορά.
Δεν υπήρχε ποτέ τίποτα σοβαρό
Ηταν Σεπτέμβριος του 2011 και με είχε καλέσει για να συζητήσουμε και να μου πάρει κατάθεση ο πρώτος ανακριτής, που είχε πάρει την υπόθεση, ο επιμελής κ. Κασίμης. Φεύγοντας από το γραφείο του τσιμπιόμουνα. Μετά από όσα είχα ακούσει, είχα γράψει στην Sportday ότι με τα στοιχεία που είχε, δεν υπήρχε ουσιαστικά υπόθεση και ότι οι περίφημες συνομιλίες ήταν για το καλάθι των αχρήστων. Με φώναξαν μετά από εκείνο το δημοσίευμα η εισαγγελέας κ. Παπανδρέου, που είχε κάνει τη δίωξη και ο κ. Κορέας τότε αθλητικός εισαγγελέας. Όχι απλά δεν με έπεισαν, αλλά στο άγχος τους είχα δει και όλη την αγωνία τους: δεν ήθελαν καν να συζητάμε δημοσίως για τα ψεγάδια της υπόθεσης. Χθες, έπειτα από σχετικό αίτημα που κατέθεσε ο κ. Γιάγκος Λαμπίρης, δικηγόρος του κατηγορούμενου Βασίλη Καρακούλια, το A’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο οποίο εξελίσσεται η δίκη, έκρινε πως δεν πρέπει να ληφθούν υπόψιν οι συνομιλίες που καταγράφηκαν από τον περίφημο υπερκοριό της ΕΥΠ για την υπόθεση αυτή και να κηρυχτούν άκυρες όλες. Η έδρα έκανε δεκτή την εισήγηση της εισαγγελέως χωρίς αντίρρηση. Αυτό που έγραφα εγώ, πριν χρόνια, το βλέπω τώρα παντού γραμμένο: οδηγείται σε φιάσκο η μεγαλύτερη δίκη, που σχετίζεται με στημένους αγώνες στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ύστερα από αυτή την εξέλιξη, όλοι εκτιμούν πως οι περισσότεροι από τους 84 κατηγορούμενους, είτε θα απαλλαγούν είτε θα πέσουν στα πολύ μαλακά, αφού το κατηγορητήριο βασίστηκε κυρίως στις συνομιλίες που είχαν καταγραφεί, αλλά και σε κάποιες μαρτυρίες, που στην διάρκεια της δίκης ελάχιστοι εμφανίστηκαν για να υποστηρίξουν. Μάλιστα.
Χάθηκε μια τεράστια ευκαιρία
Κανείς από όσους αγαπάνε το ποδόσφαιρο δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος με αυτού του είδους την εξέλιξη. Σε λίγο και με τη βούλα θα έχει πιστοποιηθεί ότι χάθηκε μια τεράστια ευκαιρία να τιμωρηθούν πολλοί από όσους ευθύνονται για τα δεινά του ποδοσφαίρου μας – για την αναξιοπιστία του πρώτα από όλα. Αλλά η εξέλιξη ήταν απολύτως αναμενόμενη, όπως αναμενόμενο είναι να καταλήξει, αργά ή γρήγορα, στο ίδιο καλάθι των αχρήστων και η άλλη μεγάλη υπόθεση αυτή την περίφημης εγκληματικής οργάνωσης, γιατί κι αυτή χτίστηκε με την ίδια σαθρή και λανθασμένη μεθοδολογία. Και στις δυο υποθέσεις οι εισαγγελείς κάνουν το ίδιο λάθος: χτίζουν στο μυαλό τους μια θεωρεία, πιθανότατα και με την βοήθεια κάποιων που εμπιστεύονται, και προσπαθούν να την επιβεβαιώσουν καταφεύγοντας σε ερμηνείες γελοίων τηλεφωνικών συζητήσεων, εξαιτίας των οποίων δεν γίνεται κάποιος να καταδικαστεί. Η νομιμότητα των υποκλοπών ως αποδεικτικό υλικό πάντα αμφισβητείται – πόσο μάλλον όταν οι συνομιλίες δεν είναι σαφείς. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το δικαστήριο αποφάσισε πως η διαδικασία δεν είναι νόμιμη. Οσοι τις διαδικασίες κίνησαν δεν ήθελαν επ ουδενί να καθαρίσει το ποδόσφαιρό μας: απλά στοχοποίησαν ανθρώπους προσπαθώντας να δημιουργήσουν θόρυβο. Θα είναι τραγικό να μάθουμε κάποια μέρα ότι εκτελούσαν και εντολές.
Διάσταση αληθινής ντροπής
Πίσω από την τραγική αυτή εξέλιξη κρύβεται μια υποψία χειρότερη, που δίνει στις ιστορίες αυτές διαστάσεις ντροπής: η υποψία είναι ότι όλα έγιναν, όχι για να αποδοθεί δικαιοσύνη, αλλά για να υπάρξουν ηχογραφήσεις και να χρησιμοποιηθούν. Χρησιμοποιήθηκαν από διάφορους νοσηρούς εγκεφάλους, που βρήκαν πρόθυμους εισαγγελείς, μηχανισμοί και υπηρεσίες του Κράτους όπως η ΕΥΠ, για να προκύψει ένα ανακριτικό υλικό που έγινε αρχικά φέι βολάν και γέμισε σελίδες εφημερίδων, που διέσυραν ανθρώπους και στην συνέχεια έγινε αντικείμενο τηλεοπτικών εκπομπών, που δημιουργούσαν εντυπώσεις, ενώ, όπως το αρμόδιο δικαστήριο αποφάσισε, είναι άχρηστο ως αποδεικτικό υλικό και παράνομο. Για την ακρίβεια χρειάστηκε μόνο για να σπιλωθούν άνθρωποι και να κινδυνέψουν ομάδες. Και δεν είχε καμία άλλη χρησιμότητα τελικά: ήταν μια συρραφή από μπούρδες, που πολλοί συνηθίζουμε να λέμε όταν μιλάμε στα τηλέφωνα.
Υλικό υπήρχε άφθονο
Το χειρότερο στην ιστορία αυτή είναι ότι χάθηκε τότε μια πραγματική ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν πολλά στο δύστυχο ελληνικό ποδόσφαιρο. Υλικό για να στηριχθεί μια δικαστική έρευνα υπήρχε: ήταν οι περίφημοι φάκελοι της Radar. Σε ένα σοβαρό Κράτος, με βάση αυτές τις ενδείξεις, η εισαγγελία έπρεπε να ανοίξει τους τραπεζικούς λογαριασμούς των εμπλεκομένων και των συγγενών τους και να βρει χρήματα, να κάνει προσαγωγές διαιτητών, ποδοσφαιριστών και προπονητών, να στείλει προφυλακιστέους και κάμποσους από δαύτους, αφού ενδείξεις για συμμετοχή σε στημένα ματς υπήρχαν. Σε ένα σοβαρό Κράτος θα αρκούσε λίγη συστηματική παρακολούθηση για να πιαστούν ένοχοι με τα χρήματα στο χέρι. Σε ένα σοβαρό Κράτος η προσπάθεια θα ήταν να ομολογήσουν όσοι δεν έφταιγαν και να τιμωρηθούν τα λαμόγια. Να τιμωρηθούν χάρη σε «δεμένες» κατηγορίες, που θα στηρίζονταν στο πιο βασικό, δηλαδή στη αποκάλυψη αδήλωτου μαύρου χρήματος: με στόχο αυτό γίνονται στημένα παιγνίδια. Φυσικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και υποκλοπές, όχι όμως για να στηριχθούν οι διώξεις, αλλά για να προχωρήσουν οι έρευνες – όποιος πραγματικά ερευνά, επιβάλλεται να κάνει και τέτοιες. Αλλά στη συγκεκριμένη ιστορία – και σε αυτή της τάχα μου εγκληματικής οργάνωσης που ακολουθεί – υπάρχουν μόνο υποκλοπές και καθόλου έρευνες. Κι ευτυχώς που υπήρξαν στην πορεία και σοβαροί δικαστές, όπως ο κ. Πούλιος, που είχε με το βούλευμά του απαλλάξει αρκετούς από τους κατηγορούμενους: αυτός ήταν ο πρώτος που το σχέδιο υποβιβασμού του Ολυμπιακού π.χ το έκανε κουρελόχαρτο.
Γιγαντώνεται το κακό
Το ότι το πολυδιαφημισμένο Κοριόπολις κινδυνεύει να αποδειχτεί φιάσκο είναι λυπηρό: ακόμα χειρότερο, όμως, είναι ότι η Πολιτεία δεν μαθαίνει από τα λάθη της και δεν χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς της για να προλάβει καταστάσεις. Το ποδόσφαιρο είναι σημαντικότερο από τους παράγοντές του κι αυτό θα πρεπε από την Πολιτεία να προστατεύεται: ο έλεγχος και η εποπτεία είναι δική της δουλειά και η δικαιοσύνη πρέπει να φροντίζει, ώστε τα λαμόγια να μην τολμάνε να πλησιάσουν στο χώρο. Τις προάλλες άκουγα μια συνέντευξη του Υφυπουργού κ. Βασιλειάδη. Του κάνω συχνά κριτική του Υφυπουργού, αλλά βρήκα ορθότατη την δήλωσή του ότι «το θέμα δεν είναι πότε θα γίνουν εκλογές στην ΕΠΟ», αλλά το «να προλάβουμε πριν γεννηθούν άλλες προβληματικές καταστάσεις». Αυτό είπε επι λέξη και πρόσθεσε πως ο σκοπός του είναι «να μπουν κανόνες που θα ισχύον έναντι όλων για να μην επιτρέψουμε ούτε βαρονίες, ούτε χαλιφάτα, ούτε σκιές» γιατί «η σκιά είναι κάτι πολύ σημαντικό και πρέπει να εξαλειφθεί». «Μπορεί να μην υπάρχει τίποτα παρά μόνο μία σκιά, αλλά η ύπαρξη σκιών τινάζει τα πράγματα στον αέρα» είπε.
Συμφωνώ απόλυτα: το θέμα πάντα είναι να προλαβαίνουμε το κακό. Ας μας πει, όμως, και το πώς θα το προλάβουμε. Γιατί με τις μέχρι τώρα αστοχίες της, η Πολιτεία απλά το γιγαντώνει.