Πριν το ματς με την Μπαρτσελόνα στο ΣΕΦ υπήρχε μια απορία για το αν η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα διανύει κάποιο μικρό ντεφορμάρισμα: ο τρόπος που ο Ολυμπιακός κέρδισε τον Κολοσσό δημιουργούσε μια ανησυχία σε σχέση πάντα με την ήττα από την Αρμάνι. Ο Ολυμπιακός τρέχει από την αρχή πολύ, έχει τον Σλούκα και τον Πίτερς που επέστρεψαν από τραυματισμούς, έχει παίκτες που τελευταία φορτώθηκαν υπερβολικά με λεπτά συμμετοχής σε παιγνίδια ασταμάτητα – ο Παπανικολάου κι ο Φαλ είναι οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις, αλλά περισσότερο από το κανονικό έχει παίξει τελευταία κι ο Γουόκαπ. Η Μπαρτσελόνα ήταν ο κατάλληλος αντίπαλος για να υπάρξει μια απάντηση στον προβληματισμό: είναι φορμαρισμένη και σκληρή, ήθελε τη νίκη για να προσπεράσει τον πρωταθλητή Ελλάδος στη βαθμολογία, αλλά και για να του ανταποδώσει το χουνέρι που της έκανε στη Βαρκελώνη στην αρχή της σεζόν. Αλλά το ματς γινόταν στο ΣΕΦ. Και το ΣΕΦ φέτος είναι η αυλή των θαυμάτων του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Το τελικό 77-70 είναι κολακευτικό για τους Καταλανούς. Κι έδωσε στον Ολυμπιακό τη δυνατότητα να επιστρέψει στην πρώτη θέση.
Αλήθειες και ψέματα
Η στατιστική του ματς στην περίπτωση του Ολυμπιακού αυτή τη φορά λέει πολλές αλήθειες αλλά και κάμποσα ψέματα. Η στατιστική για παράδειγμα δεν απεικονίζει το τεράστιο παιγνίδι του Ταρίκ Μπλακ: ο Αμερικάνος φαίνεται ότι έχει 6 πόντους (με 2/3 δίποντα και 2/3 βολές) και 5 ριμπάουντ - όλα επιθετικά. Αλλά δεν σου επιτρέπει να καταλάβεις τις άμυνες στον Λαπροβίτολα στις «αλλαγές», την φοβερή του συγκέντρωση ακόμα και στο τελευταίο λεπτό του ματς που όλα είχαν κριθεί και κυρίως την κατάθεση ψυχής που έκανε πατώντας στο παρκέ νωρίς κι όταν ο Ολυμπιακός ήταν 9 πόντους πίσω και επιθετικά ειδικά δεν λειτουργούσε. Η στατιστική δεν επιτρέπει επίσης να γίνει κατανοητό ότι ο Ολυμπιακός γύρισε το ματς κι έβαλε θεμέλια νίκης στο δεύτερο δεκάλεπτο, όταν από τον πάγκο ήρθαν ο ΜακΚίσικ, ο Σλούκας, ο Πίτερς, ο Μπλακ και ο Λαρεντζάκης. Βλέπεις τους πόντους του ΜακΚίσικ και του Λαρεντζάκη και το υποπτεύεσαι, αλλά δεν είναι εύκολο να καταλάβεις πως το ματς το άλλαξαν όλοι αυτοί παίζοντας μαζί – το πιο πιθανό είναι να σου περάσει από το μυαλό ότι η επιθετική τους προσφορά είχε να κάνει με τα λεπτά της συμμετοχής τους (27 ο ΜακΚίσικ και 17 ο Λαρεντζάκης) παρά με το ταυτόχρονο της παρουσίας τους. Κυρίως η στατιστική δεν σου δίνει τη δυνατότητα να υποπτευθείς το ματ που κάνει στον Γιασκεβίτσιους ο Μπαρτζώκας κερδίζοντας τον με διαφορετικό τρόπο για δεύτερη φορά φέτος με μια ομάδα που κοστίζει το μισό από την δική του.
Ο διαβασμένος Σάρας
Για να γίνει κατανοητό το πώς ο Μπαρτζώκας πήρε το ματς, όντας αυτή τη φορά ο καλύτερος του Ολυμπιακού, πρέπει να έχεις δει πολύ προσεκτικά και με πολύ καθαρό μυαλό το παιγνίδι – πράγμα που δεν είναι και το πιο εύκολο γιατί ένα τόσο σκληρό ματς είναι δύσκολο να το δεις σαν παρτίδα σκάκι: αν αγαπάς το μπάσκετ σε σπρώχνει στα μονοπάτια της απόλαυσής του η αγωνία για την έκβασή του, αφού για πάνω από 38 λεπτά είναι ένα αληθινό μπρα ντε φερ. Για να καταλάβει κάποιος γιατί είναι ο Μπαρτζώκας ο MVP του Ολυμπιακού πρέπει να δει τι κάνει ο Γιασκεβίτσιους αρχικά – είναι από τα ματς που το τι θα κάνει ο αντίπαλος παίζει μεγάλο ρόλο γιατί οι λύσεις που η Μπαρτσελόνα μπορεί να έχει είναι αμέτρητες.
Εχοντας δει πως έχασε το πρώτο ματς (αλλά ίσως και το πώς η Αρμάνι κέρδισε τον Ολυμπιακό) ο Γιασκεβίτσιους βάζει από την αρχή δυο στόχους: ο πρώτος να περιορίσει τις ασίστ του Ολυμπιακού χαλώντας με κάθε τρόπο την κυκλοφορία της μπάλας κι ο δεύτερος να τον χτυπήσει τον Ολυμπιακό όσο γίνεται κοντά στο καλάθι εκεί που εκτιμά πως παίκτες όπως ο Μίροτιτς, ο Σανλι, ο Βέσελι, ο Ντα Σίλβα του δίνουν αβαντάζ. Ο Γιασκεβίτσιους έχει μελετήσει τη στατιστική του Ολυμπιακού κι έχει αποφασίσει πως αν περιορίσει τον Σλούκα και τον Γουόκαπ με τους δικούς του καλούς ψηλούς αμυντικούς (Σατοράνσκι, Κάλινιτς, Αμπρίνεζ κτλ) θα βγάλει από το ματς τον Βεζένκοφ και τον Παπανικολάου (και δευτερευόντως τον Πίτερς και τον Κάναν) που δεν θα έχουν την δυνατότητα να σουτάρουν τα καθαρά τρίποντα που παίρνουν σε κάθε ματς. Συγχρόνως πιστεύει πως ο συνωστισμός κάτω από το καλάθι του Ολυμπιακού θα δημιουργήσει καθαρές προϋποθέσεις στους δικούς του σουτέρ γιατί ο Γουόκαπ, ο Παπανικολάου κι ο ΜακΚισικ θα υποχρεωθούν εκ των πραγμάτων να πάνε σε βοήθειες. Ολο αυτό αποδίδει για δέκα λεπτά στην αρχή: βοηθά τον Γιασκεβίτσιους η αδυναμία του Κάναν να σκοράρει ακόμα κι εντελώς ελεύθερος, αλλά και η δυσκολία του Ολυμπιακού να τροφοδοτήσει τον Φαλ. Η Μπάρτσα φεύγει με ένα +9 κι αν ο Ολυμπιακός δεν έπαιζε άμυνα στην περίμετρο θα είχε βρεθεί πίσω και με 15. Αλλά κάπου εκεί πιάνει δουλειά ο Μπαρτζώκας.
Το ματ του Μπαρτζώκα
Ο Γιασκεβίτσιους προσπαθεί να περιορίσει τις πάσες του Ολυμπιακού όσο γίνεται και το κατορθώνει: ο Ολυμπιακός τελειώνει το ματς με μόλις 14 ασίστ, που πρέπει να είναι οι λιγότερες φέτος. Αλλά ποιος είπε πως δεν έχει άλλους τρόπους να σκοράρει; Ο Μπαρτζώκας ζητά διεισδύσεις και τέτοιες κάνουν όλοι. Ο Σλούκας μπαίνει και βγαίνει στην αντίπαλη ρακέτα κουβαλώντας πάντα δυο παίκτες μαζί του, ο Μπλακ σε κάθε περίπτωση θέλει τη μπάλα για να πάει κοντά, ο Γουόκαπ, όταν καταλαβαίνει τι θέλει ο προπονητής του στο συγκεκριμένο βράδυ αρχίζει κι αυτός στο δεύτερο ημίχρονο τα λέι απ. Κυρίως μπουκάρει ο ΜακΚισικ κι ο Γιασκεβίτσιους για να τον σταματήσει ζητά όποιος τον μαρκάρει να μείνει τρία βήματα μακριά του για να μην τους πάρει όλους αμπάριζα – πράγμα που σημαίνει πως ο Αμερικάνος θα έχει ελεύθερα σουτ: βάζει τρία τρίποντα και βραχυκυκλώνει τη Μπάρτσα όσο κανείς.
Όταν στο δεύτερο ημίχρονο ο Φαλ επιστρέφει, ο Μπαρτζώκας του ζητά για ένα βράδυ να μην πάει κοντά στο καλάθι, αλλά ν’ ανοίξει με το τεράστιο κορμί του διαδρόμους απογείωσης στους υπόλοιπους – όταν αυτό γίνει, όλα απλοποιούνται στην επίθεση κι όταν ειδικά κόντρα στην Μπάρτσα ο Ολυμπιακός σκοράρει χωρίς να αγκομαχεί (μετά το πρώτο δεκάλεπτο βάζει κοντά 70 πόντους), είναι αδύνατο να χάσει. Κυρίως γιατί στην άμυνα πέφτουν κορμιά: ο Ολυμπιακός διαβάζει τον συνεχώς επαναλαμβανόμενο επιθετικό μηχανισμό του Γιασκεβίτσιους, ο Μίροτις αποφασίζει πως δεν μπορεί να παριστάνει το σκιάχτρο και βγαίνει για να σουτάρει (καταστροφικά…), ο Λαπροβίτολα τρακάρει με τον Μπλακ, ο Κάλινιτς σουτάρει από όπου να ναι γιατί στο αργό τέμπο η μπάλα θα μείνει στα χέρια του κι ο Βέσελι με τον Σατοράνσκι αναρωτιούνται που έμπλεξαν.
Επειδή η βραδιά απαιτεί να υπάρχουν και ήρωες ο Λαρεντζάκης κάνοντας τα δικά του παίρνει τρία σουτ (τουλάχιστον) έξω από κάθε σύστημα και ο Βεζένκοφ βάζει τέλος στο ματς με δυο σουτ στο τελευταίο δίλεπτο που θυμίζουν στον Γιασκεβίτσιους πως στο μπάσκετ το ένστικτο του σκόρερ μετρά πιο πολύ από το πινακάκι του προπονητή. Αυτός έχει δίπλα του ένα τέτοιο παίκτη, που λέγεται Κούριτς, και δεν τον έβαλε δευτερόλεπτο για να μην χαλάσει το πλάνο. Που προβλέπει σταθερά ένα πράγμα: να τον κοιτάζουν οι παίκτες πριν σουτάρουν και σχεδόν να του ζητάνε την άδεια. Λυπήθηκα τον Χίγκινς, τον Αμπρίνεζ, τον Γιακουμπάιτις, τον Ντα Σίλβα – η μεγαλομανία του προπονητή τους δεν σέβεται το ταλέντο τους.
Όχι στο ΣΕΦ
Η Μπαρτσελόνα είναι πανάκριβη και αστραφτερή. Εχει πολυτέλειες που μπορεί να την βοηθήσουν να κατακτήσει (ή σωστότερα να αγοράσει…) την Ευρωλίγκα: δεν θα είναι παράξενο. Αλλά δεν τις αρκούν τα ακριβά συμβόλαια για να κερδίσει στο ΣΕΦ. Το ΣΕΦ είναι το άντρο του Λαρεντζάκη, του καπετάν ΜακΚίσικ, του Σάσα που σουτάρει και σκοράρει με τα μάτια δεμένα, του Μπλακ που θα μπορούσε να παίζει στο Creed – πάλι κόσμο θ έδερνε. Ολους αυτούς ίσως δεν θα τους αγόραζε ποτέ ο Γιασκεβίτσιους, ίσως και να μην χωράνε στα πινακάκια του. Το ΣΕΦ όμως το σηκώνουν στο πόδι. Για αυτό ζουν και με αυτό χαίρονται. Και κοιτάζουν τους πάντες από ψηλά, όχι από υπεροψία, αλλά γιατί έτσι απαιτεί η βαθμολογία. Και η θέληση να είσαι πρώτος.