Αν η πρόκριση της Ρεάλ Μαδρίτης αποδόθηκε κυρίως στην μαγική δύναμη της φανέλας της, ο αποκλεισμός της Μάντσεστερ Σίτυ είχε ένα κυρίως υπεύθυνο: τον Πεπ Γκουαρντιόλα. Βρίσκω και τις δυο εκτιμήσεις κομμάτι υπερβολικές. Η Ρεάλ Μαδρίτης φορούσε την ίδια φανέλα και τη σεζόν 2019-20 και είχε τους Μπενζεμά, Μόντριτς, Κρος, Καζεμίρο, Κουρτουά, Νάτσο δυο χρόνια νεότερους αλλά από την Σίτυ έχασε δυο φορές. Ο,τι έκανε η Ρεάλ την Τετάρτη θα παραμείνει ανεξήγητο. Η περίπτωση του Γκουαρντιόλα προσφέρεται για μια πιο ορθολογική προσέγγιση.
Κάθε φορά κάτι καινούργιο
Είναι αλήθεια ότι ο Πεπ δεν κερδίζει το Τσάμπιονς λιγκ χρόνια τώρα, μολονότι οι ομάδες του ξεκινάνε κάθε χρόνο ως φαβορί. Από την τελευταία του κατάκτηση (το αρκετά μακρινό πια 2011) έχει να επιδείξει μια παρουσία σε τελικό: τα κατάφερε πέρυσι. Ωστόσο τόσο με την Μπαρτσελόνα, όσο και με την Μπάγερν και με τη Μάντσεστερ Σίτυ οι παρουσίες του σε ημιτελικούς είναι συνεχείς: αυτό που χρόνια τώρα λείπει είναι το δύσκολο τελευταίο βήμα.
Θα πρέπει να καταλάβουμε κάτι: όλοι αυτοί οι αποκλεισμοί (που προκύπτουν συνήθως στα ημιτελικά) δεν είναι ίδιοι. Θα λεγα μάλιστα ότι είναι η διαφορετικότητα τους που κάνει το πράγμα περισσότερο ενδιαφέρον. Κάθε φορά που ο Πεπ αποκλείεται έχω την εντύπωση πως ανακαλύπτουμε ένα «γιατί», που εξηγεί την αποτυχία και που είναι κομμάτι διαφορετικό από τα προηγούμενα. Μπορώ αμέσως αμέσως να θυμηθώ τουλάχιστον τρία. Οι ομάδες του Γκουαρντιόλα έχουν πληρώσει πολλές φορές το γεγονός ότι φτάνουν στα ημιτελικά χωρίς ενέργεια – ξεζουμισμένες κομμάτι από την θέληση του προπονητή να κυνηγά όλους τους τίτλους με ένα σχετικά μικρό γκρουπ υποψήφιων βασικών: στη Μπαρτσελόνα κάποτε χρησιμοποιούσε μάξιμουμ 15 παίκτες. Σίγουρα έχει σε κάποιες περιπτώσεις παίξει ρόλο και ότι το ποδόσφαιρό του είναι μονοδιάστατο (αν και αποδοτικό) και κατά συνέπεια εύκολα αναγνώσιμο. Και δεν χωρά αμφιβολία πως αν ο ίδιος εμπιστευόταν κάποιους παίκτες με εμπειρίες Τσάμπιονς λιγκ θα είχε πετύχει κάτι παραπάνω: δεν το κάνει γιατί σε κάθε ομάδα του θέλει να είναι αυτός ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης.
Φέτος ωστόσο δεν εξηγείται η αποτυχία του με κάτι από όλα αυτά. Η Σίτι του παίζει πολύ πιο άμεσο και γρήγορο ποδόσφαιρο – δεν έχει σχέση το εφετινό της ποδόσφαιρο με αυτό που έπαιζαν όχι η Μπαρτσελόνα και η Μπάγερν Μονάχου, αλλά ούτε και η ίδια πριν τρία χρόνια. Σίγουρα στα ματς με τη Ρεάλ δεν της έλειψε η ενέργεια: αν είχε τέτοια προβλήματα δεν θα έβαζε του κόσμου τα γκολ τον Απρίλιο σε όλες τις διοργανώσεις που πήρε μέρος. Και χωρίς αμφιβολία έχει πια και παίκτες με τεράστιες εμπειρίες στο Τσάμπιονς λιγκ – όλοι άλλωστε ήταν παρόντες στον περσινό τελικό. Αν έχω εντοπίσει ένα καινούργιο προβληματάκι του αυτό είναι άλλο: πολύ φοβάμαι πως ο καλός Πεπ έχει αποκτήσει μόνος του ( πιεσμένος ίσως από όσα ακούγονται στα πέρατα της ποδοσφαιρικής οικουμένης) μια παράξενη πίεση: την πίεση να δικαιολογήσει τα χρήματα που ξοδεύει για την ομάδα του.
Τι είπε ο ίδιος
Το σκέφτομαι αυτό από τη στιγμή που διάβασα τις δηλώσεις που έκανε επιστρέφοντας στην Αγγλία. Τον ρώτησαν τι έφταιξε για τον αποκλεισμό και απάντησε τα εξής: «Είναι μία ερώτηση που δεν μπορώ να απαντήσω. Το ποδόσφαιρο είναι απρόβλεπτο. Οι ιδιοκτήτες δεν αγόρασαν την ομάδα και επένδυσαν στις εγκαταστάσεις μόνο για να κερδίσουν το Τσάμπιονς λιγκ. To έκαναν για να είναι παρούσα η ομάδα σε όλες τις διοργανώσεις, κάθε σεζόν» είπε αρχικά – κι έχει πλάκα ότι το ίδιο ακριβώς είπε και πέρυσι και πρόπερσι, πάλι μετά το τέλος της περιπέτειας. Φέτος πρόσθεσε τα εξής: «Θέλουμε ωστόσο να κερδίσουμε και το Τσάμπιονς λιγκ κι αν δεν το κατορθώνουμε είναι γιατί ίσως να μην είμαι αρκετά καλός ώστε να βοηθήσω την ομάδα να τα καταφέρει κάνοντας καλύτερες επιλογές. Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να συμβεί με άλλον προπονητή που θα αποκτήσει άλλους παίκτες» είπε και ολοκλήρωσε: «Ο κόσμος λέει πως αν το γκρουπ παικτών ή ο Γκουαρδιόλα δεν κερδίσουν τον τίτλο, τότε είναι αποτυχημένοι. Διαφωνώ εντελώς. Όλοι ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι. Πάντα είμαι πεινασμένος για τίτλους. Αλλά εάν κερδίζαμε το Τσάμπιονς λιγκ θα έλεγαν όλοι ότι αυτό το καταφέραμε χάρη στα λεφτά που ξοδέψαμε, κι όχι στο πώς δουλέψαμε». Κανονικά θα πρεπε να το κλείσει λέγοντας «και για να μην τα λέτε αυτά για αυτό δεν το κερδίζουμε». Αλλά δεν είναι τρελός.
Τρεις αναφορές σε λεφτά
Αν ξαναδιαβάσετε το λογίδριο του θα διαπιστώσετε κάτι: πως σε μια απλή ερώτηση που έχει να κάνει με ένα ματς και την αγωνιστική διαχείρισή του ο άνθρωπος αναφέρθηκε τρεις φορές στα χρήματα! Μίλησε για το γιατί τα ξοδεύουν οι ιδιοκτήτες, για το ότι πιθανότατα δεν είναι ο καλύτερος στο ξόδεμά τους και έκλεισε λέγοντας φόρα πατρίδα πως τον ενοχλεί που τον αντιμετωπίζουν ως κάποιον που ξοδεύει κι όχι ως κάποιον που δουλεύει. Κι αν αυτό το είπε μετά από ένα χαμένο ματς (στο οποίο δεν είδα και σοβαρές δικές του ευθύνες, αφού οι παίκτες του κυρίως φταίνε για ό,τι έγινε…) σκεφτείτε πόσο πολύ τον απασχολεί στη διάρκεια κάθε σεζόν του στο νησί.
Το παράξενο όνειρό του
Είναι δύσκολο να κουβαλάς την ετικέτα του πλούσιου; Καμιά φορά, όταν είσαι άνθρωπος με ιδέες, βιογραφικό, πίστη στη δουλειά σου και επιτυχίες που δεν είχαν να κάνουν με τα χρήματα), μοιάζει το να σε ταυτίζουν με αυτά να είναι κομμάτι πρόβλημα. Ο Γκουαρντιόλα υποφέρει το γεγονός ότι στην ιστορία της προόδου της ομάδας του τα χρήματα των σεΐχηδων θεωρούνται σημαντικότερα από τη δουλειά του και την παρουσία του. Με τον καιρό έχει ξεχάσει ότι κι αυτός για τα χρήματα πήγε εκεί και πολύ φοβάμαι πως έχει μπει στην παράξενη διαδικασία να αποδείξει ότι είναι όχι απλά σημαντικότερος από τους παίκτες του, αλλά και από τα ίδια τα χρήματα που έχει για ξόδεμα: το όνειρό του θα ήταν να κερδίσει κάτι και όλοι να πουν πως αυτό δεν έχει να κάνει με το πορτοφόλι των Αράβων, αλλά με τις ικανότητές του.
Αν αυτό ήταν ένα απωθημένο ή μια ψύχωση ή ένα παράπονο από τη ζωή που τον οδήγησε στη δυσάρεστη θέση να ξοδεύει όσα θέλει (πλάκα κάνω φυσικά…) θα έλυνε τα προβλήματα του στο κρεβάτι του ψυχαναλυτή του. Αλλά εδώ συμβαίνει κάτι άλλο: ο Πεπ προσπαθεί να κάνει πράγματα που να δείχνουν το απαραίτητο της παρουσίας του καταφεύγοντας συχνά σε τρικ που αυξάνουν το ρίσκο της αποτυχίας και που γίνονται μάλλον χωρίς λόγο, αφού λεφτά στα ταμεία της Σίτυ πάντα υπάρχουν.
Ετσι δεν αποκτά ένα κανονικό φορ επιπέδου Τσάμπιονς λιγκ – που του ήταν απαραίτητος μετά τη φυγή του Αγκουέρο. Ετσι δεν βγαίνει τον Ιανουάριο στο παζάρι να βρει ένα κανονικό δεξί μπακ που του χρειαζόταν μετά τις δικαστικές περιπέτειες του Μεντί. Ετσι δεν αποκτά ένα κανονικό αριστερό μπακ για αναπληρωματικό του Κανσέλο και ταλαιπωρεί στη θέση τον Ζιντσένκο που έπαιζε εντελώς διαφορετικά πριν βρεθεί στη Σίτυ. Ετσι βάζει το στοίχημα της μετάλλαξης του Γκρίλις σε κάτι άλλο από αυτό που ο τύπος είναι, δηλαδή ένας ωραίος φιγουρατζής με την μπάλα στα πόδια. Κι έτσι πιστεύει πως μεταλλάσσοντας παίκτες και μαθαίνοντας τους να κάνουν άλλα πράγματα από αυτά που μπορούν, θα φτιάξει μια ομάδα που όλοι θα πουν πως κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να φτιάξει ακόμα κι αν είχε τα χρήματα των Αράβων στην διάθεσή του. Ματαιοπονεί. Οσο περισσότερες είναι οι επιτυχλιθες της Σίτυ, τόσο πιο πολυ θα αποδίδονται στα χρήματα. Διότι σε αυτά στηρίζονται.
Τα άγχη του Πεπ για το ποιος είναι και τι κάνει στη σεζόν κρύβονται κάτω από το χαλί που προσφέρουν οι μεγάλες κι εύκολες συνήθως νίκες. Αλλά κάποια στιγμή προκύπτουν αυτά τα δύσκολα ματς που πρέπει να προετοιμάσει ένας προπονητής με καθαρό μυαλό. Του Πεπ το μυαλό είναι σπάνιο: ίσως είμαστε μπροστά σε μια ιδιοφυΐα. Αλλά καθαρό, καιρό τώρα, δεν είναι…