Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Ζοζέ Μουρίνιο κέρδισε το Γιουρόπα Λίγκ και χάρη σε αυτή της την επιτυχία θα παίξει του χρόνου στο Τσάμπιονς λιγκ. Ο τελικός της Στοκχόλμης ήταν κατώτερος των προσδοκιών, αλλά είχε ένα δίκαιο φινάλε.
Η μεγάλη ιδέα έλειψε
Ηταν ωραίο ότι ξαναείδαμε μετά από είκοσι δύο χρόνια τις φανέλες του Αγιαξ σε ένα τελικό κυπέλλου Ευρώπης: υπήρξαν χιλιάδες άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη που με αυτό συγκινήθηκαν. Ο Αγιαξ, όμως, που αγωνίστηκε κόντρα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν ημιτελής. Ηταν γεμάτος νέα παιδιά, είχε την γνωστή ολλανδική ταχυδύναμη, είχε στοιχεία του παιγνιδιού που τον έκαναν κάποτε όχι απλά πρωταθλητή Ευρώπης, αλλά και πρωτοπόρο, είχε, όπως πάντα, διάθεση για να παίξει ποδόσφαιρο, αλλά του έλειπε κάτι που στην ιστορία των ευρωπαϊκών του επιτυχιών είναι απαραίτητο, δηλαδή η μεγάλη προπονητική ιδέα. Οι μεγάλες επιτυχίες του Αγιαξ τη δεκαετία του ’70 αλλά και τη δεκαετία του ’90 ήρθαν, όταν μια σειρά από χαρισματικά πιτσιρίκια ακολούθησαν μέσα στο γήπεδο ένα τακτικό πλάνο πολύ ιδιαίτερο. Το ποδόσφαιρο του Μίχελς το 1970, αυτό που ονομάστηκε «ολοκληρωτικό», ήταν ένα ποδόσφαιρο που αρχικά έπαιζε μόνο ο Αγιαξ: το πρέσινγκ, η συνεχής κίνηση των παικτών χωρίς τη μπάλα, το πρωτόλειο αλλά πρωτοποριακό επιθετικό και αμυντικό transition, ήταν τακτικές διαβολιές, που οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές ομάδες έβαλαν στο παιγνίδι τους χρόνια αργότερα. Ο σύλλογος, και χάρη στον Κρόιφ, έκανε το ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας ένα είδος Εν Τούτω Νίκα και τη δεκαετία του ΄80 κέρδισε ένα Κύπελλο Κυπελλούχων παρουσιάζοντας μια ομάδα που κόντρα στο ρεύμα της εποχής δεν έπαιζε άμυνα και αντεπιθέσεις, αλλά έκανε κατοχή μπάλας που θα ζήλευε και η τωρινή Μπαρτσελόνα. Η αληθινή, ωστόσο επιστροφή της πρωτοπορίας ήταν λίγα χρόνια αργότερα ο Αγιαξ του Λουίς Φαν Γκαάλ, ένα αληθινό εργαστήρι.
Ο πρωτοπόρος Λουίς
Λάτρης ενός ποδοσφαίρου στο οποίο ο αντίπαλος δεν έπρεπε να πάρει τη μπάλα ποτέ, ο Φαν Γκααλ καθιέρωσε στη δεκαετία του 90 το 3-4-3, τη μοναδική ποδοσφαιρική διάταξη στην οποία η τοποθέτηση των παικτών δεν γινόταν κατά πλάτος, αλλά κατά μήκος του γηπέδου (τρεις αριστερά, τρεις δεξια και τέσσερις στο κέντρο). Η νεανική του ομάδα αποτελούνταν από παίκτες στους οποίους έκανε πάντα κατήχηση εξηγώντας τους μανιακά τι πρέπει να κάνουν με βάση το ρόλο τους. Οι παίκτες γνώριζαν τα μυστικά διάφορων θέσεων, δηλαδή το πώς πρέπει να κινηθούν ανάλογα με την τοποθέτησή τους στο σχήμα. Στις προπονήσεις ο Φαν Γκαάλ φώναζε σε κάθε παίκτη το νούμερο της θέσης και συνήθιζε ν αλλάζει ρόλους σε όλους, εκτός από τους δυο ακραίους, δηλαδή τον Οβερμαρς και τον Φίνιντι: το 1996 είχα περάσει μια εβδομάδα εκεί – κάθε προπόνηση ήταν σαν να παρακολουθείς γύρισμα ταινίας. Το να βλέπεις τότε τον Φαν Γκαάλ να φωνάζει αριθμούς στην προπόνηση (π.χ Ντάβιντς 8) και τους παίκτες να προσαρμόζονται όλοι ανάλογα σαν να εκτελούν χορογραφία, ήταν πιο θεαματικό και από τα ίδια τα ματς του Αγιαξ! Ο ίδιος μιλούσε τότε συχνά ακατανόητα, λέγοντας πράγματα όπως «ο Κανού μπορεί να παίζει 6, 8, 9, 10 και 4», που μόνο οι μυημένοι καταλάβαιναν και είχε ένα τετράδιο γεμάτο σχεδιαγράμματα για να δείχνει στους παίκτες κινήσεις και ρόλους.
Ενας τίμιος εργάτης
Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήγα στο Αμστερνταμ, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχα πάει να δω τις περίφημες Ακαδημίες του Ντε Μεερ, μυθοποιημένες σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο στην Ελλάδα. Τα γήπεδα ήταν ψιλοχάλια, το χόρτο κακοποιημένο, αλλά τα παιδάκια εκατοντάδες. Καταλάβαινες ότι οι Ολλανδοί θα έχουν πάντα πολλούς καλούς μαθητές, που θα αναζητούσαν ένα μεγάλο δάσκαλο. Αν ο δάσκαλος αποδειχτεί ιδιοφυής, μπορεί να φτιάξει μια ομάδα που να κάνει θαύματα. Ο τωρινός δάσκαλος, ο Πίτερ Μποζ, γνωρίζει το σύλλογο και σέβεται τις αρχές του, αλλά είναι ένας τίμιος εργάτης: ο Αγιαξ για να κερδίσει ευρωπαϊκό τρόπαιο έχει ανάγκη από μια ιδιοφυϊα, κάποιον που να πάει το ποδόσφαιρο μπροστά. Ο τωρινός Αγιαξ, εντυπωσιακά βελτιωμένος στο πέρασμα της χρονιάς, όπως όλες οι ομάδες που στηρίζονται σε πιτσιρίκια, είναι σε θέση να αποκλείσει την Σάλκε τιμωρώντας το αφελές της ποδόσφαιρο και σίγουρα μπορεί να προκριθεί κόντρα στη Λιόν, που τη δική του συνταγή κατασκευής ποδοσφαιριστών ακολουθεί με ευλάβεια. Αλλά χωρίς κάποιου τύπου τακτικό πλεονέκτημα απέναντι στην πιο δυνατή Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ λύγισε. Κι έχασε εύκολα, όπως συνήθως χάνουν τα μικρά παιδιά από τους άντρες.
Τα κυβικά φάνηκαν
Για την καλή εφετινή δουλειά του Μουρίνιο έχω γράψει πρόσφατα: η πρώτη του σεζόν παντού και πάντα είναι δύσκολη και ότι την κλείνει κατακτώντας δυο κύπελλα δείχνει ότι δούλεψε καλά. Ο ίδιος είχε να κερδίσει κάτι στην Ευρώπη επτά χρόνια, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ εννιά. Η ιδέα του στον τελικό ήταν απλή και αποδείχτηκε λειτουργική: η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αντιμετώπισε τους νεαρούς Ολλανδούς παίζοντας ένας προς ένα στη μεσαία γραμμή και τα κυβικά του Πογκμπά και του Φελαϊνί φάνηκαν κι έφταναν. Η ομάδα του επανέλαβε την ίδια ακριβώς στρατηγική και στα δυο ημίχρονα: μπήκε δυνατά και πίεσε στο πρώτο δεκαπεντάλεπτο, έτσι ώστε να μην δώσει στους μικρούς του Μποζ το δικαίωμα να «χτίσουν» το ματς στο μυαλό τους – τους υποχρέωσε από την αρχή να κυνηγούν, και μετά τους άφησε τη μπάλα γνωρίζοντας ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ του. Διάλεξε όπως πάντα τους δικούς του, εμπιστεύτηκε τον Μάτα, είδε την ομάδα του να κάνει σωστά τα απλά κι αυτό όταν είσαι καλύτερος αρκεί. Και το ήξερε ο Μουρίνιο ότι στους παίκτες του θα έδινε δύναμη κι ο θρήνος της πόλης του Μάντσεστερ: δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς.
Αποστολή ζωής
Πριν τον τελικό η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε μόνο ένα πρόβλημα: να μην καταλάβουν τα ακριβοπληρωμένα αστέρια της την αληθινή δυσκολία του ματς, να προσπαθήσουν να κερδίσουν κυνικά, κάνοντας σχετικά λίγα – όπως π.χ κόντρα στη Θέλτα στον δεύτερο ημιτελικό. Αυτός ο κίνδυνος έπαψε να υπάρχει μετά τη σφαγή των παιδιών στο Μάντσεστερ: ξαφνικά το ματς έγινε για όλους μια αποστολή ζωής. Ανεξάρτητα από τα χρήματα που κερδίζουν οι παίκτες, όλοι τους έχουν στο μυαλό τους ότι εκπροσωπούν ανθρώπους που τους αγαπούν και τους θαυμάζουν. Πριν το ματς η νίκη έγινε υποχρέωση: δεν αγωνίστηκαν απλά για ένα τρόπαιο, αλλά για να δώσουν λίγη παρηγοριά σε μια αιματοβαμμένη πόλη. Κατά βάθος όλοι χθες ήμασταν με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κι ας πρεσβεύει πάντα ο Αγιαξ μια γοητευτική ποδοσφαιρική ιστορία. Αυτός έστειλε στο γήπεδο τα χαρισματικά παιδιά του, η Γιουνάιτεντ, όμως, όφειλε να κερδίσει στο όνομα των αδικοχαμένων παιδιών. Ας είναι ελαφρύ το χώμα…