Τα κοντά ποδάρια...

Τα κοντά ποδάρια...


Ακούω πολλούς να συζητάνε από χθες το βράδυ για το αν το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών είναι η αρχή του τέλους του Αλέξη Τσίπρα – συγνώμη αλλά αυτό έχει μικρή σημασία. Οσο γρηγορότερα καταλάβουμε ότι η τύχη των πολιτικών αρχηγών είναι λιγότερο σημαντική από την πορεία της χώρας, τόσο ευκολότερα θα έχουμε κάνει ένα βήμα προς την ωριμότητα βοηθώντας την χώρα μας να αφήσει πίσω της τον πολιτικό ανορθολογισμό, που τόσο κακό της έχει κάνει. Ας κρατήσουμε από όλη αυτή την ιστορία απλά το πάθημά του Τσίπρα: το πάθημα ενός πρωθυπουργού που νόμιζε ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω του,  ότι δεν έχει αντίπαλο, ότι μπορεί να κυβερνάει μοιράζοντας επιδόματα και πρωταθλήματα και κάνοντας γενικώς την πλάκα του. Χθες νομίζω κατάλαβε ότι δεν έχει αυτό το δικαίωμα – κανείς δεν το έχει.     

Ένα προσωπικό σόου

Εγραφα πριν από λίγο καιρό στην εφημερίδα ότι αν έχει κάτι αποδείξει ως ο πρωθυπουργός ο Τσίπρας είναι ότι πρόκειται για πολιτικό αληθινά σκληρόπετσο. Δεν είχε κανένα πρόβλημα να κάνει κωλοτούμπα μετά το δημοψήφισμα και δεν ίδρωσε όταν είδε τα μισά ιστορικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να αποχωρούν το καλοκαίρι του 2015. Δεν απολογήθηκε ποτέ του για τη «σύσκεψη - παρωδία» τη βραδιά που δεκάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο Μάτι. Άφησε πανεύκολα στην άκρη συνεργάτες που τον στήριξαν με προσωπικό κόστος, όπως ο Πάνος Καμμένος και ο Νίκος Κοτζιάς: ίσως οι ασταμάτητοι καυγάδες τους τον διασκεδάζουν. Δεν είχε επίσης πρόβλημα να αναγνωρίσει το κρατίδιο των Σκοπίων με το όνομα «Μακεδονία» και την ίδια στιγμή να αποκαλέσει «Μίκρα» το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης. Δεν τον ενοχλεί να του θυμίζουν όλες τις τρελές του διακηρύξεις πριν γίνει πρωθυπουργός και μπορεί να αγκαλιάζει ταυτόχρονα τον Πούτιν, τον Πολάκη, τον Τραμπ, τη Μέρκελ και τον Πέτρο Κόκκαλη.

Ολα αυτά νομίζω ότι τον οδήγησαν στο να κάνει το μεγαλύτερό του λάθος: να πάει στις Ευρωεκλογές βάζοντας στο κέντρο της καμπάνιας του τον εαυτό του και μόνο. Από τη σύσταση του Ευρωψηφοδελτίου (που ξεκίνησε με την κωμική ιστορία της Μυρσίνης Λοϊζου), και τις τραγικές επιλογές στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέχρι την ίδια την απειλή ότι δεν θα εφαρμόσει τα μέτρα ελάφρυνσης, αν δεν τον ψηφίσουν, όλα ήταν Τσίπρας και μόνο: δεν υπήρχε κόμμα, δεν υπήρχε γραμμή, δεν υπήρχε καν μια στοιχειώδης παρουσία των υπολοίπων, παρά μόνο ο πρωθυπουργός και όσοι υποστήριζαν το σόου του. Μόνο που το one man show έχει κόστος: αν ο σόουμαν δεν είναι μεγάλος αρτίστας, αντί για χειροκρότημα, πέφτει γιούχα.

Η υποκριτική και η υποκρισία

Νομίζω ότι ο Τσίπρας είναι η περίπτωση του ανθρώπου που θεωρεί την πολιτική κάτι σαν πρώτη ξαδέρφη της υποκριτικής – φυσικά και της υποκρισίας. Μοιάζει να πιστεύει ότι ο πολιτικός δεν είναι τίποτα άλλο από ένα πωλητή, που κατεβαίνει στον πολιτικό στίβο για να ζητήσει από τον κόσμο να «αγοράσει» αυτό που του πουλάει. Τι «πουλάει» όμως ο Τσίπρας; Πλέον μόνο τον φτιασιδωμένο εαυτό του: πουλάει την εικόνα ενός πολιτικού που δηλώνει αριστερός, που κόπτεται ότι ανησυχεί για τον κοσμάκη, που δεν γεννήθηκε «με δαμόκλειο σπάθη να γίνει πρωθυπουργός», που είναι «διάτρητος στον έλεγχο» - για να θυμηθούμε και τις γνωστές ακαταλαβίστικες φράσεις, που έχει χρησιμοποιήσει ο ίδιος για να περιγράψει τον εαυτό του. Τον Τσίπρα αποδείχτηκε πως δεν τον ενοχλεί τίποτα που δεν χαλάει την εικόνα του λαϊκού παιδιού της διπλανής πόρτας: οι επισημάνσεις για τα απερίγραπτα αγγλικά του δεν τον πείραξαν ποτέ – οι λαϊκοί αγωνιστές μπορεί να μην μιλούν ξένες γλώσσες.  Ποτέ του δεν τον ενόχλησε όποιος τονίζει ότι δεν έχει να επιδείξει κάποιο σοβαρό βιογραφικό ή κάποιου είδους επαγγελματική ενασχόληση που να μην έχει σχέση με την πολιτική: ποτέ του δεν ψηφίστηκε για την επαγγελματική του εμπειρία. Οι μιμήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν σαν σκηνές από ταινία, όπου πρωταγωνιστούσε αυτός με την κάμερα πάνω του. Όμως η επιλογή να πουλάς απλά τον εαυτό σου έχει ένα πρόβλημα: μπορεί να δει ο άλλος ποιος πραγματικά είσαι. Κι αν δεν έχεις κάτι αληθινά σημαντικό να επιδείξεις, το ραντεβού με το μαύρισμα θα το έχεις στην κάλπη. Όχι στα κότερα.

Θα πουλήσει περισσότερο

Χωρίς πλέον τον ούριο άνεμο του αντιμνημονιακού αγώνα (που δημιουργήθηκε πανεύκολα με μια σειρά από λαϊκίστικες υποσχέσεις) ο Τσίπρας αποφάσισε να πάρει τα πάντα πάνω του σίγουρος ότι «θα πουλήσει περισσότερο» από τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον οποίο φρόντιζε απλά να δαιμονοποιεί με γελοίες υπερβολές. Αν ήταν «καλός παίκτης», όπως λένε οι υμνητές του, ο Τσίπρας θα έπρεπε να καταλάβει ότι χωρίς κάτι μεγάλο – όπως ήταν ο «αντιμνημονιακός αγώνας» π.χ που τον βοήθησε να κρυφτεί πίσω του, θα είχε πρόβλημα γιατί ο λόγος του δεν συνάδει με την συμπεριφορά του: δεν είναι όλα θέμα προφίλ – χρειάζεται και ουσία. Η ματαιοδοξία του τον οδήγησε στο να πιστέψει ότι το «καταπληκτικό προφίλ» του «λαϊκού αγωνιστή» και του «δικού μας παιδιού της διπλανής πόρτας» αρκεί γιατί το χει μόνο αυτός. Μόνο που το προφίλ είναι ψιλοκίβδηλο, κι έτσι άρχισε η ταχύτατη αποδόμησή του. Ο Τσίπρας έχει κάνει καταλήψεις π.χ αλλά οι καταλήψεις δεν είναι λαϊκοί αγώνες. Οταν μάλιστα γίνονται και από το γιο ενός εργολάβου που μια χαρά δουλίτσες έκανε επί χούντας, όπως ισχυρίζονται οι αντίπαλοί του, θυμίζουν τον στίχο του Νίκου Πορτοκάλογλου που περιέγραφε κάποτε «αντάρτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά». Από την άλλη, οι βόλτες με το κότερο μαρτυρούν απλά ότι η εξουσία έδωσε στον πρωθυπουργό μας τη δυνατότητα να εκπληρώσει μια σειρά από ματαιόδοξα όνειρα, που θυμίζουν μικροαστούλη.

Η εικόνα του κάποτε αντάρτη με τα λεφτά του μπαμπά, που μεγαλώνοντας βιοπορίζεται ως φίλος εφοπλιστών, δύσκολα θα συγκινούσε τα λαϊκά στρώματα. Το αποτέλεσμα καταγράφει κατά τη γνώμη μου αυτό ακριβώς: κάποιοι χιλιάδες ψηφοφόροι που του συγχωρέσαν ακόμα και την κωλοτούμπα στο δημοψήφισμα, βαρέθηκαν την διγλωσσία του, τιμώρησαν την ματαιοδοξία του, του θύμισαν ότι το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Ο Τσίπρας έψαχνε συνεχώς εχθρούς για να φαίνεται καλύτερος: στο πεδίο των προτάσεων πάντα υστερούσε. Βρήκε ένα εχθρό που χθες τον διέλυσε: τον ίδιο τον εαυτό του. Γιατί εκτός απο το ψέμα κοντά ποδάρια έχουν και η υποκρισία και ο καιροσκοπισμός. Και το είδαμε.

Η αλαζονεία δεν αντέχεται

Το τι θα γίνει από εδώ και πέρα είναι απλό. Θέλω να πιστεύω πως θα υπάρξει πολιτικός διάλογος για το αύριο της χώρας. Τα κόμματα θα μιλήσουν για τα προγράμματά τους και θα κάνουν τις προτάσεις τους. Ο πολίτης θα σταθμίσει τα πάντα και θα μετρήσει όσα προηγήθηκαν – κυρίως θα προβληματιστεί για το τι Ελλάδα θέλει. Θα κερδίσει όποιος πείσει ότι μπορεί να βοηθήσει τη χώρα να πάει μπροστά. Χθες ο κόσμος απλά έστειλε στον πρωθυπουργό ένα προσωπικό μήνυμα: ότι όταν λέει ότι δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση στο εκατομμύριο να χάσει, εκφράζει τόση αλαζονεία που δεν αντέχεται. Ούτε καν από τους ψηφοφόρους του…