Σε αυτή την αγωνιστική του πρωταθλήματος δεν υπήρχε κάποιο ντέρμπι και για την ώρα δεν υπήρξε και κάποια μεγάλη έκπληξη. O Ολυμπιακός έπαιζε με την φωτιά στο Αγρίνιο και παραλίγο να καεί. Ο,τι συνέβη είναι λογικό: και η κακή του εμφάνιση (για την οποία μίλησε χωρίς υπεκφυγές ο προπονητής του Πέδρο Μαρτίνς), αλλά και η νίκη του, που υπήρξε δίκαιη (και το παραδέχτηκε αυτό κι ο Τραϊανός Δέλλας). Αν και αντιφατικό αυτό είναι εξηγήσιμο. Ο Ολυμπιακός, χάρη στην ποιότητα και το εύρος του ρόστερ του, έχει την δυνατότητα στο ελληνικό πρωτάθλημα να κερδίζει ακόμα κι αν είναι χαλαρός κι ανέμπνευστος σε ματς εκτός έδρας. «Ανέμπνευστο» χαρακτήρισε τον Ολυμπιακό ο προπονητής του. Που όμως έλλειψη έμπνευσης είχε κι αυτός.
Πράγματα που δεν έχουν ξαναγίνει
Ο Πέδρο Μαρτίνς στα τρία χρόνια που είναι στην Ελλάδα δεν είχε ποτέ του αλλάξει σε ματς εκτός έδρας, που είναι τόσο νωρίς στο πρωτάθλημα, σχεδόν όλη την άμυνα της ομάδας απόντος του βασικού τερματοφύλακα. Ο Σα δηλώθηκε ως τραυματίας – αλλά έμεινε έξω προληπτικά. Ο Σεμέδο θα ήταν πιο λογικό να εκτίσει την ποινή στο εντός έδρας ματς με τον ΠΑΣ, στο οποίο θα ήταν αναμενόμενο να κάνει και ντεμπούτο ο Ρεάπτσιουκ. Μέχρι τώρα ο Μαρτίνς δεν χρησιμοποίησε ποτέ ως βασικό ένα παίκτη που προέρχεται από τραυματισμό, αν αυτός δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των έξι – επτά που δεν λείπουν ποτέ. Λογικά θα πρεπε να ξεκινήσουν στο Αγρίνιο οι Ραφίνια και Χολέμπας και να παίξουν ο Ντρέγκερ και ο Ριέμπτσουκ στο β΄ ημίχρονο: για αυτό υπάρχουν οι πέντε αλλαγές. Αλλά τα ματς των τριαπεντάρηδων είναι πολλά. Κι ο Μαρτίνς για να τους δώσει ανάσες και να ξαναδεί και το δίδυμο Σισέ – Μπα εμφάνισε μια ομάδα σχεδόν πειραματική.
Το γρήγορο γκολ του Φορτούνη (που στο Αγρίνιο σκοράρει σχεδόν κάθε χρόνο…) έκανε κακό στον Ολυμπιακό, που νόμιζε ότι η αποστολή του θα είναι εύκολη. Ο Παναιτωλικός, που στα χέρια του Δέλλα άλλαξε αρκετά, δεν κλείστηκε κι εκμεταλλεύτηκε το ότι ο Ολυμπιακός αγωνιζόταν με δυο μόνο μέσους – τον Εμβιλά και τον Καμαρά. Απόντος του Σεμέδο ο Εμβιλά έπαιξε λίγα μέτρα πιο πίσω για να βοηθά τον Σισέ και τον Μπα και στην άμυνα και στο build up. Ο Ολυμπιακός άδειασε στη μεσαία γραμμή. Ως εκ τούτου δεν μπορούσε ούτε κατοχή μπάλας να κάνει, ούτε να πιέσει ψηλά. Ο Μαρτίνς θα ήταν καλύτερο να χρησιμοποιήσει το 4-3-3 όπως στη Λαμία. Δεν το έκανε ποτέ.
Κι επιθετικά ο Ολυμπιακός ήταν μετριότατος. Ο Μαρτίνς στο ημίχρονο τιμώρησε την φλυαρία του Φορτούνη (μετά το 20΄) και την έλλειψη συμμετοχής στο ματς του Μπρουμα (γενικά) και τους αντικατέστησε με τον Βαλμπουενά και τον Ρατζέλοβιτς. Λίγο μετά την ισοφάριση του Ταχάρ στο 47΄ο Πορτογάλος άλλαξε και τον Μασούρα με τον Βρουσάι: ο Ολυμπιακός κέρδισε μέτρα και στο 68΄ο Ελ Αραμπί βρήκε τη μπάλα στρωμένη μπροστά του κι έκανε τη δουλειά του. Αλλά η σπουδαία ενέργεια στο ματς αυτό δεν ήταν το άψογο τελείωμα του Ελ Αραμπί: ήταν η περιπετειώδης ασίστ του Βαλμπουενά που προηγήθηκε.
Ο Γάλλος και το μαγικό του
Όσο και να βλέπω αυτή τη φάση τόσο περισσότερο απίστευτη μοιάζει. Ο Βαλμπουενά αρχικά βρίσκει τη μπάλα άσχημα και μετά γλιστράει. Πως βρίσκει τη μπάλα πέφτοντας και την στέλνει κάθετα μπροστά παραμένει μυστήριο. Εξηγείται εν μέρει από την μεγάλη αίσθηση του χώρου που έχει: η εμπειρία στην περίπτωσή του είναι όπλο. Ο ίδιος ο Ματιέ είπε ότι αυτή είναι η κορυφαία ασίστ, που έχει δώσει στην καριέρα του. Εγώ λέω ότι θα είναι η φάση που πιο πολύ θα θυμόμαστε από το πέρασμά του από τον Ολυμπιακό γιατί είναι ένα μείγμα επίδειξης τεχνικής, αίσθησης του χώρου, αλλά και μεγάλης θέλησης. Ο Βαλμπουενά κάνει καριέρα χάρη σε αυτή τη θέληση να κάνει τη διαφορά – μια θέληση που είχαν λίγοι από τους βετεράνους με μεγάλο όνομα που ήρθαν να κλείσουν την καριέρα τους στην Ελλάδα.
Όταν ήρθε ο Γάλλος ήμουν εξαιρετικά δύσπιστος για την δυνατότητα της προσφοράς του, μολονότι καταλάβαινα τους λόγους της απόκτησής του και τους είχα γράψει κι εδώ. Ομολογώ ότι με προβλημάτιζε ότι η Φενέρ με αυτόν παρόντα είχε κάνει ένα πολύ κακό πρωτάθλημα. Ωστόσο στις ανταποκρίσεις από την παρουσία του στην Τουρκία υπήρχε κάτι που δημιουργούσε αισιοδοξία: η αποθέωση που γνώρισε από τον κοινό όταν αποφάσισε να φύγει και το χαιρέτησε. Αυτό ήταν ένα καλό σημάδι και το γιατί συνέβη το καταλάβαμε: και οι Τούρκοι χειροκρότησαν τελικά τη συνέπεια, τη θέληση και το πάθος του. Τη διάθεση να κάνει τη διαφορά ακόμα και μπουσουλώντας.
Η νέα αποστολή του Μαρτίνς
Μπουσουλώντας και όχι περπατώντας πέρασε κι ο Ολυμπιακός από το Αγρίνιο. Η μεγάλη βαθμολογική διαφορά από τον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ σίγουρα θα δημιουργούσε ένα είδος χαλαρότητας. Σε όλα τα πρωταθλήματα που ο Ολυμπιακός κατακτούσε από τα Χριστούγεννα τα προηγούμενα χρόνια, υπήρχαν πάντα σημάδια χαλαρότητας στο β΄ γύρο. Οι παίκτες είναι άνθρωποι: αν κερδίζουν εύκολα και βλέπουν τους ανταγωνιστές τους να δεινοπαθούν με το Βόλο και τον Απόλλωνα και να μην κερδίζουν τον Ατρόμητο και την ΑΕΛ, λογικά χαλαρώνουν. Αλλά η εφετινή σεζόν είναι μεγάλη: υπάρχουν play off και υπάρχει κι ένα διπλό δύσκολο ματς με την PSV. Η νέα αποστολή του Μαρτίνς είναι να μην επιτρέψει στην ομάδα του να χαλαρώσει: δεν θα είναι απλό, γιατί και για τον ίδιο είναι κάτι πρωτόγνωρο να προπονεί ένα Ολυμπιακό που μπορεί να χαλαρώσει.
Την πρώτη χρονιά του Μαρτίνς στην Ελλάδα ο Ολυμπιακός κυνηγούσε τον ΠΑΟΚ. Πέρυσι δεχόταν την πίεση του ΠΑΟΚ μέχρι την προτελευταία αγωνιστική όταν και τον νίκησε στην Τούμπα. Φέτος όλα είναι διαφορετικά: πιο εύκολα και παραδόξως για αυτό πιο δύσκολα. Πολλοί λένε ότι σε ματς όπως αυτό στο Αγρίνιο εντέλει μετρά μόνο η νίκη: δεν συμφωνώ. Δεν είναι κακό να κερδίζεις, ακόμα κι αν δεν παίζεις καλά. Είναι κακό να όμως σου γίνει συνήθεια να μην παίζεις καλά. Γιατί αν αυτό συμβεί θα σταματήσεις και να κερδίζεις. Και η βαθμολογική διαφορά θα εξαφανιστεί.
Μια χρονιά σε ένα ματς
Ο Μαρτίνς είπε ότι το ματς της Τούμπας δίνει τους ίδιους βαθμούς με αυτό με τον Παναιτωλικό κι ότι αν οι παίκτες του είχαν το μυαλό τους στο παιγνίδι που ακολουθεί έκαναν λάθος. Στον ΠΑΟΚ με την άποψη αυτή θα διαφωνούσαν: είναι φανερό από την χθεσινές επιλογές του Πάμπλο Γκαρσία στο ματς με το Βόλο ότι ζουν για το παιγνίδι με τον Ολυμπιακό. Ο κόουτς του ΠΑΟΚ άφησε εκτός ενδεκάδας τον Βιερίνια, τον Ελ Καντουρί, τον Μούργκ, τον Βαρέλα, τον Ντούγκλας και τον Γιαννούλη. Οι τρεις πρώτοι μπήκαν στο δεύτερο ημίχρονο γιατί η ανομοιογένεια της ενδεκάδας του ΠΑΟΚ είχε ως αποτέλεσμα ένα κακό ημίχρονο: ειδικά η μεσαία γραμμή (με Εσίτι, Σβαπ και τον Γουάρντα σαν δεκάρι) δεν λειτουργούσε καθόλου. Ο Βόλος προηγήθηκε, ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε με το καθιερωμένο πέναλτι που είδε ο Τζήλος και η φάση της ισοφάρισης ήταν καθοριστική, γιατί οι γηπεδούχοι έδιωξαν γρήγορα κάθε άγχος. Με μεθοδικότητα και χώρους στη διάθεσή του ο ΠΑΟΚ πήρε τη νίκη σχετικά εύκολα στην επανάληψη: ο Ινγκασον (μετά από κόρνερ) έκανε το 2-1 κι ο νεοφερμένος Κρμέντσικ, που έδειξε καλά στοιχεία, έκανε το 3-1.
Ο ΠΑΟΚ υποδέχεται τον Ολυμπιακό όχι με τους βαθμούς που θα θελε, αλλά με ηθικό και χωρίς να έχει κουράσει πολλούς βασικούς του. Λίγο μπερδεμένος ίσως, αλλά αντίθετα με τον Ολυμπιακό καθόλου χαλαρός…