Ο Γιώργος Μπαρτζώκας, ο προπονητής του Ολυμπιακού στο μπάσκετ, ψηφίστηκε για δεύτερη χρονιά στη σειρά καλύτερος προπονητής στην Ευρωλίγκα: ο τελευταίος που πέτυχε κάτι ανάλογο είναι ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς τον καιρό των μεγάλων του κατορθωμάτων ως προπονητής του Παναθηναϊκού. Η συγκεκριμένη βράβευση γίνεται πάντοτε πριν το Final 4 και πολύ σωστά διότι το τι θα κάνει μια ομάδα σε αυτόν δεν έχει να κάνει τόσο με την όποια δουλειά προπονητή: σε αυτό μιλάνε συνήθως οι παίκτες. Τον τίτλο του καλύτερου προπονητή πρέπει να τον κερδίζει κάποιος για όσα κάνει στην διάρκεια της σεζόν και όχι για το πώς την ολοκληρώνει. Διότι στο Final 4 όλα μπορεί να κριθούν σε ένα σουτ – όπως πέρυσι πχ. Οι προπονητές υπάρχουν για να χτίζουν ομάδες, να τους δίνουν ταυτότητα, να επιλέγουν πρωταγωνιστές, να τις οδηγούν στην πρόοδο και στην αγωνιστική ωριμότητα. Ένα καλό ή ένα κακό ματς μπορεί να τύχει στον καθένα.
Γιατί τον ψήφισαν
Οι αναδείξεις πρωταγωνιστών στην Ευρωλίγκα έδειξαν για μια ακόμα φορά και ότι ένα από τα μυστικά των Ερυθρόλευκων είναι και ότι πρόκειται για ομάδα πραγματική παρέα. Το γεγονός ότι ο Τόμας Γουόκαπ δεν κέρδισε τον τίτλο του καλύτερου αμυντικού της σεζόν πχ προκάλεσε αντιδράσεις, αρχικά από τον Σλούκα και στην συνέχεια από τον Πίτερς που με τοποθετήσεις τους μίλησαν για αδικία. Ο Σλούκας χαρακτήρισε ως λάθος το γεγονός ότι δεν πήρε το σχετικό βραβείο ο συμπαίκτης του, παρόλο που αυτός είναι ένας Αμερικάνος (έστω με φρέσκο ελληνικό διαβατήριο…) κι όχι κάποιος Ελληνας με τον οποίο έχουν περάσει χρόνια μαζί. Ο Πίτερς, που του χρόνου δεν είναι καν βέβαιο ότι θα αγωνίζεται στον Ολυμπιακό, θεώρησε επίσης χρέος του να πάρει θέση υπέρ του συμπαίκτη του. Πρόκειται για λεπτομέρειες που δείχνουν όμως τι σημαίνει ομάδα. Πρέπει κι αυτό να το πιστώσουμε στον Μπαρτζώκα νομίζω: καλός προπονητής είναι κι αυτός που πέρα από το Spanish Pick n' Roll μαθαίνει και στους παίκτες του πόσο σημαντικό είναι να ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλο. Και φυσικά είναι αυτός που μπορεί να πει στον ΜακΚίσικ «σκάσε» κι ο Αμερικάνος να δηλώσει λίγο μετά πως ο κόουτς μπορεί να του λέει ό,τι θέλει γιατί είναι πατέρας του. Βέβαια δεν ψηφίστηκε για αυτά καλύτερος προπονητής ο Μπαρτζώκας: ψηφίστηκε γιατί ο Ολυμπιακός τερμάτισε πρώτος στην κανονική περίοδο κι έφτασε στο Final 4 χάρη στο παιγνίδι που αυτός διδάσκει και χωρίς το μπάτζετ της ομάδας να είναι τόσο μεγάλο ώστε να του επιτρέπει να έχει πανάκριβους ερμηνευτές των θέλω του. Αυτό είδαν όσοι τον ψήφισαν. Εμείς επειδή τον ζούμε μπορεί να ξέρουμε κι άλλα, κατά την γνώμη μου εξίσου σημαντικά, που να αφορούν τα αποδυτήρια, τους παίκτες και τις σχέσεις μαζί τους.
Η σιωπή είναι κατάρα
Πολλοί φίλοι κάθε φορά που ο Μπαρτζώκας έχει μια επιτυχία μου υπενθυμίζουν διάφορα που έχω γράψει για αυτόν κατά καιρούς και που δεν ήταν και πολύ κολακευτικά. Φυσικά έχω γράψει κι άλλα, που ήταν υπερβολικά ίσως κολακευτικά, αλλά αυτά δεν τα θυμούνται και είναι λογικό. Όταν για κάποιον δεν υπάρχει κριτική είναι λογικό όποιος κριτική κάνει να βλέπει την κριτική του να γίνεται αντικείμενο κριτικής: όλες αυτές οι κριτικές στις κατά καιρούς κριτικές μου είναι για μένα παράσημο – αλλά δεν έχω και κανένα πρόβλημα αν δεν το καταλαβαίνετε. Πρόβλημα έχω γενικά με την σιωπή, διότι η σιωπή όπου υπάρχει είτε οφείλεται σε φόβους, είτε σε ένα υπέρμετρα άρρωστο οπαδισμό, είτε είναι ένδειξη ότι κάποια δουλειά δεν γίνεται σωστά. Η σιωπή είναι επίσης ο ευκολότερος τρόπος προς την οπισθοδρόμηση – τουλάχιστον για μένα. Ειδικά στο ελληνικό μπάσκετ η κριτική δεν έκανε ποτέ κακό: κριτική και μάλιστα σφοδρότατη έχουν δεχτεί ο Γκάλης κι ο Γιαννάκης στα χρόνια που μεσουρανούσαν, ο γίγαντας Φασούλας τον καιρό που ήταν ο μοναδικός σέντερ που είχαμε στην Εθνική, ο μοναδικός Γιάννης Ιωαννίδης, ο μόνος Ελληνας προπονητής που έχει πάει σε Final 4 τρεις Ελληνικές ομάδες. Κριτική έχει γίνει στον τεράστιο δάσκαλο Ιβκοβιτς, που θύμωνε και με όσα διάβαζε και με όσα άκουγε. Δεν έπαθε κανείς κακό από την κριτική: ίσα ίσα πως αν γνωρίζει πως αυτή τον περιμένει γίνεται και καλύτερος.
Ιτούδης και Ζέλικο
Πολλοί μου στέλνουν κατά καιρούς το πιο σκληρό ίσως κομμάτι που έχω γράψει για τον Μπαρτζώκα μετά από μια ήττα από τον ΠΑΟ στο ΣΕΦ: όλοι σχεδόν ανήκουν στην κατηγορία αυτών που υπερηφανεύονται και δικαίως για τις 13 σερί νίκες που έχει ο Ολυμπιακός με τον Παναθηναϊκό στη συνέχεια και δεν θυμάμαι κανένα τους να λέει «τι ωραία ήταν τότε που στο ΣΕΦ χάσαμε». Θα τους καλούσα όλους να ξαναδιαβάσουν εκείνο το κομμάτι και να δουν πόσο επίκαιρο, είναι διότι δεν μιλά απλά για τον Μπαρτζώκα, αλλά για ένα ολόκληρο φόβο κριτικής που είναι στα όρια του γκροτέσκο. Θα φέρω δυο παραδείγματα: τις περιπτώσεις του Δημήτρη Ιτούδη και του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, δυο προπονητών που για διαφορετικούς λόγους θαυμάζω.
Ο Ιτούδης έκανε μια καταπληκτική δουλειά στα play off με την χωρίς Γουιλμπέκιν και Μπούκερ Φενέρ, αλλά στο κρίσιμο πέμπτο ματς η ομάδα του ήταν κατώτερη των προσδοκιών κι έχασε από τον Ολυμπιακό εύκολα. Ο Ομπράντοβιτς έκανε αληθινά θαυμαστά πράγματα με την Παρτιζάν από την αρχή της σεζόν, αλλά στο πέμπτο ματς στην Μαδρίτη είδε την ομάδα του να χάνει σε δέκα λεπτά μια διαφορά 15 πόντων. Ο Ιτούδης είναι προπονητής της Εθνικής κι όχι ένας ακόμα Ελληνας προπονητής που κάπου δουλεύει. Ο Ομπράντοβιτς είναι πιθανότατα ο καλύτερος Ευρωπαίος προπονητής της εποχής του. Οι ήττες και των δυο ήταν υπέροχες ευκαιρίες για κριτική ακριβώς επειδή ήταν καθοριστικές. Δεν γράφτηκε απολύτως τίποτα! Ο Ιτούδης είναι σαν να πήρε την πρόκριση ο ίδιος χάρη στην λειτουργική του άμυνα κι ο Ομπράντοβιτς παραμένει κάποιος που δεν κάνει ποτέ λάθος – αν διαβάσεις τι γράφτηκε νομίζεις ότι η Ρεάλ έπαιζε μόνη της για δέκα λεπτά. Που όντως έπαιζε. Αλλά το γιατί δεν το λέει κανένας. Όλα αυτά απλά δεν τα μπορώ. Κυρίως γιατί στην Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί, λόγω γνώσης του σπορ, να εξηγήσουν τα πάντα κι αν δεν το κάνουν είναι γιατί έχουν την στρεβλή αντίληψη ότι είμαστε όλοι εντός ενός θερμοκηπίου όπου δεν πρέπει να μιλάμε. Τα θερμοκήπια δεν τα αντέχω. Εμένα μου αρέσουν τα σπορ. Και η γιγάντωσή τους έχει πάντα να κάνει με δυο πράγματα: με την απόλαυση και τα πάθη. Και στα δυο η κριτική είναι απαραίτητη και δεν την κάνω για τους προπονητές ή τους παίκτες, αλλά για αυτά. Για την ανάγκη της απόλαυσης και από σεβασμό στο πάθος.
Μακάρι να πήγαινε στο ΝΒΑ
Τον Γιώργο Μπαρτζώκα ειδικά θα ήθελα πραγματικά να τον έβλεπα στο ΝΒΑ να διδάσκει αυτό το τίκι τάκα μπάσκετ του. Ο Μπαρτζώκας δεν έχει απλά ικανότητες, αλλά θεωρητική κατάρτηση κι άποψη για το τι είναι και τι δεν είναι μπάσκετ. Θα ήθελα να δω εκεί την εφαρμογή του παιγνιδιού του και κατά πόσο αυτή θα ήταν δυνατή κι αποτελεσματική στη χώρα των σταρ. Το λέω ως λάτρης του μπάσκετ: το ότι ο κόουτς του Ολυμπιακού έχει κατακτήσει την Ευρώπη είναι δεδομένο. Δεν νομίζω πως θα έχει την τύχη να βρεθεί σε μια αμερικάνικη ομάδα, όπου η διδαχή είναι συχνά σημαντικότερη από το αποτέλεσμα, αλλά θα το άξιζε. Δυστυχώς για αυτόν θα παραμείνει μαζί μας. Οπότε ας του ευχηθούμε να κερδίσει όσους περισσότερους τίτλους. Που απλά μεγαλώνουν το μέγεθός του. Και κανονικά και το μέγεθος της κριτικής διότι, μόνο όσοι δεν έχουν δυνατότητες είναι για την κριτική ασήμαντη. Οι σημαντικοί κριτικάρονται γιατί από αυτούς περιμένεις πολλά και μπορούν να τα δώσουν. Ετσι θα έπρεπε να συμβαίνει σε μια κανονική χώρα που αγαπάει τα σπορ και τους πρωταγωνιστές τους, πιο πολύ από τις ομάδες και τις όποιες νίκες τους.