Το λέω εδώ και πολλά χρόνια πως στο ποδόσφαιρο (και στον αθλητισμό γενικά) δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για ένα αθλητή από το να γίνεται θέμα συζήτησης, ο ίδιος πιο πολύ και από τα κατορθώματά του. Όταν όλοι αρχίζουν να μιλάνε πολύ για κάποιον νομοτελειακά κάτι κακό συμβαίνει. Αν ο παίκτης γίνεται αντικείμενο σκληρής κριτικής από όλους αρχίζει να νοιώθει ότι δίνει συνεχώς εξετάσεις, παγιδεύεται στη συζήτηση, αργά ή γρήγορα κουράζεται από αυτή. Αν ο παίκτης διχάζει αρχίζει να βλέπει παντού εχθρούς και φίλους, χάνει την ηρεμία του και συχνά την ψυχραιμία του. Κι αν συζητάνε για αυτόν όλοι, έστω θετικά, και πάλι συνήθως κάτι κακό συμβαίνει: ή τα μυαλά του παίκτη παίρνουν αέρα ή η μοίρα του στήνει ένα κακό παιγνίδι για να του θυμίσει ότι η ζωή είναι σκληρή και τίποτα ποτέ δεν είναι εύκολο. Αυτό το τελευταίο συνέβη στον Κώστα Φορτούνη. Είχε συμβεί πριν ελάχιστα χρόνια και στον Κώστα Μήτρογλου: κι εκείνος, το 2014, μετά από μια καταπληκτική σεζόν και μια μεταγραφή εκατομμυρίων ευρώ στη Φούλαμ, είχε τον πρώτο του σοβαρό τραυματισμό. Δεν είχε ρήξη χιαστού, αλλά και σε εκείνον τη ζημιά την είχε κάνει το ίδιο πάντα «κακό μάτι».
Ολες οι συζητήσεις τον αφορούσαν
Ολες οι συζητήσεις που είχαν να κάνουν με τον Ολυμπιακό φέτος το καλοκαίρι περιστρέφονταν γύρω από τον Φορτούνη. Δεν συζητήθηκε πολύ μόνο το αν θα ανανεώσει ή όχι το συμβόλαιό του, αλλά και αν θα πουληθεί ή όχι, παρά την ανανέωση. Σκόραρε ο Φορτούνης ένα τρομερό γκολ κόντρα στους Αρμένιους και αντί να ακούς μπράβο για το πώς το κατάφερε, άκουγες ότι αν το είχε βάλει με τους Ιταλούς θα ανέβαινε η τιμή του στα 20 εκατ ευρώ. Ανανέωνε το συμβόλαιό του και την ίδια στιγμή ακουγόταν ότι παρόλα αυτά, αν μέχρι το τέλος του καλοκαιριού έρθει πρόταση, μπορεί να τον πουλήσουν. Αποκτούσε ο Ολυμπιακός τον Βαλμπουενά ή τον Μπρούνο και όλοι ρωτούσαν αν αυτό σημαίνει πως θα φύγει ο Φορτούνης. Τον Ιούνιο είχαν γραφτεί και ονόματα παικτών που θα τον αντικαταστήσουν – χωρίς καν να ξέρει κανείς αν ο παίκτης έχει ζητήσει από το μάνατζέρ του να του βρει ομάδα. Ακόμα και η συζήτηση «για τον Ολυμπιακό που δεν πρέπει φέτος να αλλάξει πολύ» κατά βάθος αφορούσε τον αρχηγό του – για κανένα άλλο, που μπορεί να φύγει, δεν υπήρχε προβληματισμός.
Κι επειδή «η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει», ο Φορτούνης τελικά και έμεινε και θα λείψει: μια ρήξη χιαστών θα τον κρατήσει εκτός γηπέδων τουλάχιστον μέχρι τον Ιανουάριο. Ο ίδιος μπαίνει σε μια σπάνια κατηγορία ποδοσφαιριστών που στο απόγειο της καριέρας τους και της απόδοσής τους έχουν το μεγαλύτερο τραυματισμό τους. Ας του ευχηθούμε περαστικά – το μόνο καλό είναι ότι θα ησυχάσει από όλες αυτές τις συζητήσεις μας που τον είχαν στο κέντρο τους, δίκαια ή άδικα.
Προσεχώς μια δεύτερη καριέρα
Είχα γράψει πριν από λίγο καιρό ότι η απόφασή του να ανανεώσει το συμβόλαιό του στον Ολυμπιακό είναι μια πράξη ωριμότητας – η πιο δύσκολη ίσως απόφαση που πήρε μέχρι τώρα. Ο τραυματισμός του θα τον σκληρύνει κι άλλο – αλλά θα μπορούσε και να λείπει. Λένε πολλοί πως στη ζωή όλα γίνονται για κάποιο λόγο: συμφωνώ, αλλά ο λόγος αυτός δεν είναι πάντα καλός. Για τον Φορτούνη, όπως εγώ τον παρακολουθώ χρόνια τώρα, ο τραυματισμός και το συμβόλαιο σημαδεύουν το ξεκίνημα μιας δεύτερης καριέρας – η πρώτη είναι σαν να ολοκληρώθηκε με αυτό το καταπληκτικό γκολ κόντρα στους Αρμένιους – γκολ που δεν μπορεί να πετύχει κανένας άλλος Ελληνας ποδοσφαιριστής αναμφίβολα. Σε αυτή την πρώτη καριέρα ο Φορτούνης υπήρξε καλοαναθρεμένος, χαρισματικός, αρτίστας και κομμάτι τυχερός, αφού βρέθηκε στην ομάδα που έπρεπε τη στιγμή που έπρεπε. Όλα πήγαιναν πολύ καλά για να μην ανησυχεί – πιο πολύ και από τον τραυματισμό θα είναι μια δοκιμασία η ίδια η επιστροφή του. Οποιος αγαπάει το ποδόσφαιρο δεν μπορεί παρά να του εύχεται «περαστικά». Και να τον περιμένει ελπίζοντας πως η προσωπική του περιπέτεια θα μεγαλώσει την θέλησή του να παίζει ποδόσφαιρο που αρέσει στον κόσμο. Αυτό ήταν πάντα το χαρακτηριστικό του.
Πέρυσι απλά δεν υπήρχε
Κι ο Ολυμπιακός; Ο Ολυμπιακός πέρυσι χωρίς τον Φορτούνη απλά δεν υπήρχε. Σε ολόκληρη τη σεζόν, σε Ελλάδα και Ευρώπη, ο Ολυμπιακός έκανε και άσχημα παιγνίδια με τον ίδιο παρόντα στο γήπεδο – αν αυτός δεν ήταν καλός, δεν ήταν καλός και ο Ολυμπιακός. Αλλά χωρίς αυτόν η ομάδα δεν έκανε κανένα καλό ματς – κι αυτό λέει πολλά για την εξάρτησή της από τον αρχηγό της. Ο Ολυμπιακός πέρυσι χωρίς τον Φορτούνη έχασε από τον ΟΦΗ και δεν μπορούσε να βάλει γκολ στη Λαμία: όλα τριγύριζαν γύρω από αυτόν καθώς στο μηχανισμό της επίθεσης ήταν απαραίτητος. Όμως αυτή η εξάρτηση ήταν κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητη από τον προπονητή του, που πιθανότατα χάρηκε μερικά μεγάλα ματς του Φορτούνη, πλην όμως έδειξε με τις μεταγραφικές του εισηγήσεις να ανησυχεί και για αυτό. Ετσι αποκτήθηκαν ο Βαλμπουενά και ο Μπρούνο (που μπορεί να παίξουν στη θέση του), ενώ έμεινε για το τέλος (;) των μεταγραφών η προσθήκη ενός μέσου που θα πάρει τη θέση του Νάτχο. Αυτός ο παίκτης, που έπρεπε να ρθει να πλαισιώσει τους Γκιγιέρμε, Μπουχαλάκη και Καμαρά, πλέον θα πρέπει να έχει και οργανωτικές ικανότητες – χωρίς να είναι απαραίτητα «δεκάρι».
Παρατηρούσα στα λεπτά των φιλικών που είδα ότι ο Μαρτίνς δοκίμαζε και ένα Ολυμπιακό ικανό να παίξει 4-3-3 (με μέσα δεξιά τον Μπρούνο και μέσα αριστερά τον Γκιγιέρμε), αλλά και ένα Ολυμπιακό που να παίζει 4-4-1-1 – και στις δυο περιπτώσεις τα πειράματα έγιναν χωρίς τον Φορτούνη που αν προσέξετε στα φιλικά είχε παίξει ελάχιστα: γνωρίζοντας πλέον το κακό που τον βρήκε καλύτερα να μην είχε παίξει και καθόλου. Υποθέτω ότι αν ο παίκτης είχε μείνει έξω, αυτό συνέβη και γιατί το φινάλε της σεζόν του, εξαιτίας των ερασιτεχνισμών που γίνονται στην Εθνική, υπήρξε άκρως επικίνδυνο: θυμίζω ότι κι αυτός, όπως και όλοι οι διεθνείς του ελληνικού πρωταθλήματος, τελείωσε τις αγωνιστικές του υποχρεώσεις, πήγε διακοπές, γύρισε και τον έτρεχαν στην Ολλανδία για μίνι προετοιμασία και στην Τουρκιά για ανόητα φιλικά, και μετά αφού έπαιξε δυο ματς, ξαναπήγε διακοπές – μιλάμε για εγκληματικά πράγματα.
Θα υπάρχει κόστος
Θα ναι δύσκολο ο Ολυμπιακός χωρίς τον Φορτούνη να μην έχει πρόβλημα: η δουλειά του προπονητή του γίνεται ιδιαίτερα δύσκολη. Το μόνο παρήγορο για την ομάδα είναι ότι ο Ολυμπιακός συνηθίζει να αρχίζει από την αρχή – δεν φοβάται τα restart. Τα οποία ωστόσο έχουν πάντα κόστος και το ποιο ακριβώς θα είναι θα το δούμε. Θα είναι μικρό ή μεγάλο. Όχι πάντως ανύπαρκτο.