Με την επικείμενη πρόκριση του ΠΑΟΚ είναι δεδομένο ότι η χώρα μας θα έχει δυο ομάδες σίγουρα στην τελική φάση του Europa League και πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα κάνει και ο ΠΑΟ με την Λανς την Πέμπτη και αν θα τα καταφέρει να προκριθεί στο Conference League. Με τον Ολυμπιακό να έχει εξασφαλίσει την θέση στο Europa League χωρίς συμμετοχή σε προκριματικά έμοιαζε βέβαιο πως ο ΠΑΟΚ θα τον ακολουθούσε: ο πρωταθλητής ήταν στο γκρουπ των ισχυρών, είχε ρεαλιστικές πιθανότητες να βρεθεί τουλάχιστον στα play off του Τσάμπιονς λιγκ και έμοιαζε βέβαιο ότι θα αγωνιζόταν τουλάχιστον στο Europa League. Την Ευρώπη την εξασφάλισε κι αυτός πολύ νωρίς: θα έλεγα από την κλήρωση με την Μπάνια Λούκα. Είναι παράξενο αλλά ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ δηλαδή οι δύο ομάδες που γνώριζαν νωρίς πως θα έχουν σίγουρα ευρωπαϊκές υποχρεώσεις από τον Σεπτέμβριο έχουν τις μεγαλύτερες μεταγραφικές εκκρεμότητες αυτή τη στιγμή. Λογικά θα έπρεπε η σιγουριά των ευρωπαϊκών αγώνων μετά τον Αύγουστο να τους έχει επιτρέψει να κινηθούν πιο γρήγορα. Αλλά δεν είναι έτσι ακριβώς. Διότι το να ξέρεις τι σε περιμένει μπορεί να σημαίνει πολλά, μπορεί και όχι. Μεταγραφές κάνεις ευκολότερα όταν ξέρεις τις υποχρεώσεις σου, αλλά το πράγμα πάντα προϋποθέτει κάτι δύσκολο: να ξοδέψεις τα σωστά χρήματα και να μην σε πιάσουν κορόιδο.
Τα χρήματα είναι το πιο βασικό. Πολύ συχνά, όταν μια ελληνική ομάδα στην Ευρώπη αποκλείεται καλοκαιριάτικα, μιλάμε για το κόστος της αποτυχίας με τρόπους δραματικούς. Αλλά συνήθως κόστος έχει και η επιτυχία. Μεγάλο κόστος.
Δανεικοί βάση σχεδίου
Ο ΠΑΟΚ κέρδισε πέρσι το πρωτάθλημα Ελλάδος. Ο Ολυμπιακός κατέκτησε το Europa Conference League. Οι επιτυχίες αυτές, έφεραν πανηγύρια, αλλά είχαν και άμεσες συνέπειες. Η πρώτη ήταν ότι οι ποδοσφαιριστές των δυο ομάδων, των οποίων τα συμβόλαια έληξαν, κάθισαν τον Ιούλιο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως απολύτως επιτυχημένοι διεκδικώντας περισσότερα. Ο Ολυμπιακός πλήρωσε πάρα πολλά για να κρατήσει τον Ελ Kαμπί, διπλασίασε σχεδόν τις αποδοχές του Τζολάκη, τα βρήκε με τον Μασούρα κάνοντας του μια σημαντική αύξηση, πράγμα που συνέβη και με τον Ρέτσο και τον Ντόι, αλλά βρέθηκε μπροστά και σε σημαντικές δυσκολίες. Οι μεγαλύτερες από αυτές είχαν να κάνουν με τις περιπτώσεις των δανεικών του.
Πέρσι τον Ιανουάριο η Πόρτο δάνεισε στον Ολυμπιακό τον Κάρμο που δεν έβρισκε θέση στην εντεκάδα της. Τον περασμένο Ιούνιο η πορτογαλική ομάδα πήρε πίσω ένα ποδοσφαιριστή που κατέκτησε το UEFA Conference League και που είχε ρήτρα αγοράς 18 εκατομμυρίων στο συμβόλαιό του. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με την Γουλβς και τον Ποντενσε και την Μπράγκα και τον Ορτα. Οι ομάδες αυτές δεν χάρισαν παίκτες στον Oλυμπιακό: τους έστειλαν στην Ελλάδα ποντάροντάς στην πρόοδο τους ώστε να ανέβει η αξία τους, πράγμα που δεν θα συνέβαινε ποτέ αν τους παίκτες τους κρατούσαν. Αν οι παίκτες αυτοί δεν παραχωρούνταν δανεικοί και έμεναν ως αναπληρωματικοί πολυτελείας στις ομάδες που ανήκουν σήμερα η αξία τους θα ήταν μικρότερη.
Η Γουλβς δεν έβαλε ρήτρα στο συμβόλαιο του Πόντενσε διότι ήξερε ότι σε ένα περιβάλλον που ο ποδοσφαιριστής γνωρίζει καλά θα μπορούσε και να αναγεννηθεί - πράγμα που συνέβη. Σήμερα ζητά πολλά. Ο,τι έκανε ήταν προγραμματισμένο. Χωρίς ρίσκο.
Η επιτυχία τα αλλάζει όλα
Η περσινή επιτυχία του ΠΑΟΚ και του Ολυμπιακού δεν άλλαξε μόνο τις αξιώσεις των ομάδων - άλλαξε και τις αξιώσεις των ποδοσφαιριστών. Ο Μεϊτέ ήρθε στον ΠΑΟΚ ως δανεικός από την Μπενφίκα πέρυσι τον Αύγουστο και κατάφερε να ολοκληρώσει την σεζόν του ως πρωταθλητής - μένοντας μάλιστα ελεύθερος. Ήρθε στον ΠΑΟΚ για να αποδείξει την αξία του και τα κατάφερε: είναι τελείως λογικό να ψάχνει φέτος το καλοκαίρι ένα μεγάλο συμβόλαιο. Ο Ποντένσε για να έρθει πέρσι στον Ολυμπιακό δέχτηκε την παράταση συμβολαίου του για ένα χρόνο που του ζήτησε η Γουλβς, ώστε να δώσει στην αγγλική ομάδα την δυνατότητα να τον πουλήσει φέτος το καλοκαίρι. Πιθανότητα να πίστευε πέρυσι ότι θα πάνε όλα καλά στον Ολυμπιακό και ότι η ελληνική ομάδα θα τον αποκτήσει στην πορεία της χρονιάς. Αμφιβάλλω όμως αν ο Πορτογάλος εξτρέμ περίμενε ότι στη λήξη της σεζόν θα είχε κερδίσει ευρωπαϊκό τρόπαιο με τον Ολυμπιακό. Πράγμα που προφανώς αλλάζει πολύ και τις απαιτήσεις του, αλλά και τις προσδοκίες της Γουλβς. Που ήταν έτσι κι αλλιώς μεγάλες γιατί τον αγόρασε κάποτε 15 εκατ ευρώ.
Ανανεώσεις την κατάλληλη στιγμή
Ανεξάρτητα με το πως θα ολοκληρωθούν αυτές οι ιστορίες είναι διδακτικές. Ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός θα έπρεπε να επιδιώξουν ο πρώτος την ανανέωση του συμβολαίου του Μεϊτέ και ο δεύτερος την αγορά του Ποντένσε μήνες πριν – για την ακρίβεια τον περασμένο Ιανουάριο. Οι παίκτες είχαν δείξει πόσο καλοί είναι και οι δυο ομάδες ήξεραν τι μπορούν να περιμένουν από αυτούς. Γιατί δεν το έκαναν; Γιατί και οι δύο τον Ιανουάριο δεν μπορούσα να φανταστούν πως ακριβώς θα τελειώσει η χρονιά τους. Προφανώς αν ο ΠΑΟΚ δεν κατακτούσε το πρωτάθλημα και αν ο Ολυμπιακός δεν σήκωνε το UEFA Conference League οι συζητήσεις με τον Μεϊτέ και τον Ποντενσε θα ήταν ολότελα διαφορετικές. Αλλά τα αν και τα ίσως δεν έχουν νόημα. Σημασία έχει να μαθαίνεις. Το συμπέρασμα των ιστοριών αυτών είναι ότι αν θες να κρατήσεις ένα δανεικό παίκτη πρέπει να το κάνεις πριν λήξει ο δανεισμός του. Γιατί μετά θα τον πληρώσεις πολλά περισσότερα, αν δεν θες να τον χάσεις.
Κέρδος χωρίς κέρδος
Ισως ο Ολυμπιακός αποκτήσει τον Ποντένσε κάνοντας μια θεαματική κίνηση όπως αυτή που προανήγγειλε για τον Κάρμο που επιστρέφει. Ο Ολυμπιακός εκμεταλλεύτηκε φέτος το γεγονός ότι δεν είχε να δώσει καλοκαιρινά προκριματικά: αν είχε, θα είχε πολύ λιγότερο χρόνο να διαπραγματευτεί με την Πόρτο, την Γούλβς (αλλά και την Μπράγκα στην οποία έφτασε σε μια συμφωνία για τον Ορτα που απλά δεν ολοκληρώθηκε). Χωρίς τον χρόνο που είχε στην διάθεσή του οι περιπτώσεις αυτές θα ήταν ακόμα πιο δύσκολες. Ισως ο ΠΑΟΚ δώσει στον Μεϊτε στο παρά πέντε το συμβόλαιο που θέλει: οι δυο ομάδες πρέπει με τις ιστορίες αυτές να τελειώνουν για να μην εγκλωβιστούν. Αλλά και να καταλάβουν πως είναι απαραίτητο συμφωνίες ανανέωσης με καλούς παίκτες να κλείνεις πριν τα συμβόλαια τους ολοκληρωθούν. Γιατί μετά θα ακριβύνουν.
Ενα πρόβλημα των ελληνικών ομάδων είναι ότι όταν κατακτούν το πρωτάθλημα δεν παίρνουν παραπάνω χρήματα από μπόνους που υπάρχουν στα τηλεοπτικά τους η στα χορηγικά τους συμβόλαια, όπως συμβαίνει με τις πρωταθλήτριες των μεγάλων πρωταθλημάτων στην Ευρώπη. Επίσης σπανίως θα ξεπουλήσει η μπουτίκ τους γιατί όλοι θέλουν την φανέλα του πρωταθλητή. Οι ομάδες που τα καταφέρνουν πληρώνουν στους παίκτες πριμ και το μόνο άμεσο σοβαρό κέρδος τους είναι η αύξηση της αξίας των παικτών τους: κάπως έτσι ο Κουλιεράκης έφερε στον ΠΑΟΚ 12 εκατ ευρώ και για τον Κωνσταντέλια από την Σάλτσουμπουργκ 15. Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά. Ο Μεϊτέ πχ ζητάει τρία. Ενώ τον Δεκέμβρη θα ήταν ικανοποιημένος με λιγότερα.
Δύσκολο να ρίξεις τιμές
Το ποδόσφαιρο ως προς τα οικονομικά του γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο: είναι πλέον ευκολότερο να ανεβάσεις τιμές παρά να τις ρίξεις. Τις τιμές τις ανεβάζουν οι επιτυχίες: η Λάνς έδινε στην ΑΕΚ πέρυσι 25 εκατ για τον Λιβάι Γκαρσία γιατί η ΑΕΚ έπαιζε στα προκριματικά του Τσάμπιονς λιγκ – φέτος ανάλογη πρόταση δεν υπήρξε. Το βέβαιο είναι ότι όταν είσαι ελληνική ομάδα δεν πρέπει να πετάς ευκαιρίες για να κερδίσεις χρήματα: ο ΠΑΟΚ πχ έπρεπε να φτάσει στα play off του Τσάμπιονς λιγκ γιατί θα έβαζε 7 εκατ στο ταμείο του. Τα χρήματα είναι απαραίτητα γιατί όλες οι ελληνικές ομάδες γνωρίζουν ότι το κόστος των παικτών είναι για τις δυνατότητές τους τεράστιο. Οι δε τιμές σπανίως πέφτουν. Ο ΠΑΟΚ πήρε από την Βολφσμπουργκ για τον Κουλιερακη όσα δίνει ο Ολυμπιακός στην Πόρτο για τον Κάρμο. Οι καλοί παίκτες μοιάζουν σε ένα μόνο πράγματα: κοστίζουν πολλά.