Το La La Land, ενα ταξίδι

Το La La Land, ενα ταξίδι


Είναι σύμπτωση, αλλά όπως οι περισσότερες συμπτώσεις έχει κι αυτή διαβολικό ενδιαφέρον. Τη βραδιά που το La La Λand θα κερδίσει του κόσμου τα Οσκαρ συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την ηχογράφηση του πρώτου τζαζ άλμπουμ στην ιστορία. Η ηχογράφηση έγινε τέτοια μέρα το 1917 στο Σικάγο, στο Schiller’s Café, στο οποίο μια εβδομάδα πριν είχε αρχίσει τις εμφανίσεις της μια μπάντα από τη Νέα Ορλεάνη - ονομαζόταν «Original Dixieland Jass Band» (το γράφανε με δυο ss και κανείς ποτέ δεν τους διόρθωσε). Είχαν στα κρουστά τον Johnny Stein, που ήταν και ο αρχηγός τους. Επαιζε κορνέτα ο Dominic James για τους φίλους «Nick the Rock». Κλαρινέτο έπαιζε ο μόνος λευκός της παρέας, ένας γιός καναδών μεταναστών με το περίεργο όνομα Alcide Nunez, που οι υπόλοιποι τον φώναζαν «Yellow». Τρομπόνι έπαιζε ο Eddie Edwards, ο πιο επαγγελματίας από όλους και στο πιάνο μεγαλουργούσε ο Henry Ragas, που πέθανε τρία χρόνια αργότερα στη Νέα Υόρκη. Χρειάστηκε να πάρει μέτρα η αστυνομία, για να γίνει η ηχογράφηση, αφού ήταν πολλοί αυτοί που ήθελαν να μπουν στο μαγαζί, αλλά και κάμποσοι αυτοί που θεωρούσαν ότι δεν είναι δυνατόν να ηχογραφηθεί και να φτάσει και να πωλείται ένα άλμπουμ με μουσική που ακούν οι μαύροι στη Νέα Ορλεάνη. Η ιστορία είναι αρκετά γνωστή και δεν αποκλείω κι αυτή να την κάνει ταινία ο Ντάμιεν Σαζέλ που πριν το La La Land μας είχε δώσει το πολύ ενδιαφέρον «Χωρίς Μέτρο», όπου επίσης η τζαζ, που τόσο του αρέσει, κρατά πρωταγωνιστικό ρόλο.

 

Αξίζει να το δεις;

 

Φέτος το χειμώνα η ερώτηση που μου έγινε πιο πολύ από φίλους και γνωστούς είναι αν αξίζει να δει κανείς το La La Land – με ρωτούσαν πολύ πριν προταθεί να κερδίσει ένα σωρό Οσκαρ. Ομολογώ ότι είχα μια δυσκολία να πω οτιδήποτε για ένα παράξενο λόγο: γιατί μου άρεσε πάρα πολύ χωρίς να μπορώ να τεκμηριώσω το γιατί. Μου συμβαίνει πολλές φορές να μου αρέσουν πολλά – όχι μόνο ταινίες, αλλά και βιβλία, τραγούδια, θεατρικές παραστάσεις, ακόμα και ματς ποδοσφαιρικά – χωρίς να μπορώ απαραίτητα να εξηγήσω το γιατί: με τον καιρό κατάλαβα πως αυτά είναι που τελικώς μου αρέσουν πραγματικά κι όχι όλα τα άλλα, που το γιατί μου αρέσουν μπορώ να το εξηγήσω. Η λογική, η ανάλυση, η αξιολόγηση, αποτελούν συχνά ένα φίλτρο: ό,τι φιλτράρεται πάντα σε οδηγεί στο να αφήνεις στην άκρη την αίσθηση της απόλαυσης – για να φιλτράρεις σωστά κάτι πρέπει συγχρόνως να το αποδομήσεις, αλλιώς δεν μπορείς να το κριτικάρεις, δεν σου επιτρέπει η ίδια η απόλαυση να είσαι αποστασιοποιημένος και δίκαιος όπως η περίσταση απαιτεί. Εμένα μου αρέσουν τα μιούζικαλ. Μου αρέσει επίσης η τζαζ ως μουσική επένδυση –  κυρίως αυτή η κουλ τζαζ που έπαιζε ο Σεμπάστιαν της ταινίας και που θύμιζε λίγο το μακαρίτη Τσετ Μπέικερ. Μου αρέσουν επίσης τα μεγάλα γαλάζια μάτια της Εμα Στόουν: μια ταινία που τα είχε όλα αυτά δεν ήταν δυνατόν να μην μου αρέσει, αλλά όλα αυτά δεν είναι το La La Land, είναι μόνο ένα μικρό μέρος του. Και σίγουρα δεν φτάνουν για να πω σε κάποιο να πάει να το δει.

 

Μην το δεις λοιπόν

 

Αφησα να περάσουν δυο μήνες και πήγα και το ξαναείδα, με άλλη παρέα – καμιά φορά το με ποια θα δεις κάτι μπορεί να κάνει μια ταινία καλύτερη ή χειρότερη. Η ίδια ακριβώς απόλαυση. Πήρα το cd και το ακούω συχνά, όχι μόνο για τη μουσική, αλλά προσπαθώντας να ξαναθυμηθώ τις εικόνες. Αν μπορούσα θα έβλεπα μια δυο σκηνές κάθε μέρα. Το La La Land, δεν είναι ταινία: είναι καταπραϋντικό: είναι χρήσιμο αρκεί να έχεις διάφορα βασανάκια στην καρδιά σου που να θες λιγάκι να τα ανακουφίσεις. Αν τέτοια δεν έχεις, μην το δεις, δεν έχει νόημα. Μην δεις το La La Land επίσης αν θες όλα να τα εξηγείς με το μυαλό: ελάχιστα εξηγούνται έτσι. Μην το δεις αν δεν έχεις όρεξη να χωθείς σε μια ταινία αφήνοντας στην άκρη για δυο ώρες κάθε σκοτούρα: αν δεν το αφήσεις να σε παρασύρει στην εσωτερική του μελωδία (που είναι διαφορετικό πράγμα από τη μουσική της ταινίας), δεν έχει νόημα να το δεις. Μην δεις το La La Land αν σε χαλάει ότι ο έρωτας έχει κάμποσα κλισέ: έχει ναι, αλλά τι να κάνουμε; Μην το δεις αν μπερδεύεις την επιτυχία με την ευτυχία – είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα. Μην το δεις αν δεν σε αφορούν ιστορίες που είναι αδύνατο να ζήσεις και που δεν θα ήθελες και ποτέ σου να ζήσεις: αν είσαι ευχαριστημένος με τον κόσμο σου και δεν χωράει σε αυτόν λίγη μαγεία, μην το δεις. Αν δεν σε ενδιαφέρει η ιδέα να παρακολουθήσεις δυο ηθοποιούς που μοιάζουν να περπατάνε στις νότες της μουσικής της ταινίας, καμιά φορά άτσαλα και καμιά φορά τέλεια, μην το δεις. Αν δεν θες να δεις ένα φινάλε στο οποίο το όνειρο μας μετράει πιο πολύ από τους συμβιβασμούς μας, μην το δεις. Κι αν νομίζεις ότι η αγάπη είναι ικανή για όλα, επίσης μην το δεις. Και ας είναι μια ταινία φτιαγμένη με αγάπη τεράστια για το μιούζικαλ, την τζαζ και τους κολλημένους με την Τέχνη τους: όλα αυτά μπορεί να μην σε ενδιαφέρουν. Αλλά δεν σ ενδιαφέρει να θυμηθείς ότι ένα βλέμμα λίγο ένοχο μπορεί να είναι ένα εξαιρετικό φινάλε; Δεν το πιστεύω…

 

Κι όμως δεν είναι εύκολο

 

Είναι εύκολο το La La Land; Εξαρτάται από ποια γωνιά το βλέπεις. Για μένα εύκολο πια είναι να γυρίζεις μια ταινία με τριάντα πτώματα κι ένα φινάλε, όπου όλα διαδραματίζονται νύχτα σε μια τεράστια αποθήκη: πρέπει αυτό ειδικά να το έχω δει διακόσιες πενήντα φορές. Ακόμα κι αν το La La Land εχει όλες τις εικόνες που μπορεί να περιμένεις σε μια ταινία όπου ένα κορίτσι κι ένα αγόρι ερωτεύονται, εύκολο δεν είναι. Πρώτα από όλα γιατί η φροντίδα των εικόνων είναι συναρπαστική: τα χρώματα, τα χορευτικά, η φωτογραφία, το μοντάζ είναι εξωπραγματικά τέλεια. Κι έπειτα γιατί η ίδια η πρόταση είναι τόσο ντεμοντέ, που απορείς με το κουράγιο του ιδιοφυούς Σαζέλ. Σε μια εποχή που κανείς δεν θέλει να βλέπει τέτοιες ιστορίες, γιατί νομίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο να δει, αυτός τόλμησε να πει την πιο προβλέψιμη. Αλλά την είπε τόσο όμορφα που αν το δεις το La La Land θα σου αρέσει ακόμα κι αν δεν το παραδεχτείς. Όχι γιατί θα ήθελες να είσαι ο Σεμπάστιαν ή γιατί θα ήθελες να έχεις γνωρίσει τη Μία, αλλά γιατί αυτό το ταξίδι μουσικής, χρωμάτων, εικόνων και στιγμών που ζεις σε πάει για δυο ώρες στο κέντρο ενός κόσμου στον οποίο όλα γίνονται – ναι ο κόσμος αυτός δεν υπάρχει και το ξέρεις, αλλά το ταξίδι είναι που πάντα μετράει. Κι αυτό το ταξίδι μπορείς τελικά να το κάνεις μόνο στο σινεμά, και για αυτό το σινεμά υπάρχει ακόμα…