Το μάθημα του καθηγητή Λούκα Μόντριτς

Το μάθημα του καθηγητή Λούκα Μόντριτς


H απίστευτη Κροατία επαναλαμβάνοντας τον άθλο του 2018 έγινε η πρώτη ομάδα που φτάνει στα ημιτελικά αποκλείοντας την Βραζιλία στα πέναλτι. Στα μάτια μου είναι η μεγαλύτερη έκπληξη στην ιστορία του εφετινού παγκοσμίου κυπέλλου και μια από τις μεγαλύτερες όλων των εποχών. Ισως και η απόδειξη πως το ψυχολογικό πρόβλημα που απέκτησαν οι Βραζιλιάνοι απέναντι στις ευρωπαϊκές ομάδες μετά τη νύχτα εκείνη του Ιούλη του 2014, που οι Γερμανοί τους διέλυσαν στο Μπελ Οριζόντε, παραμένει αδύνατο να γιατρευτεί.

Καθηγητές ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου  

Η Βραζιλία έφτασε στο ματς με την Κροατία με τον ενθουσιασμό μιας νίκης με 4-1 απέναντι στην Νότιο Κορέα και με σκοπό να κρατήσουν οι χοροί. Αλλά αυτό τον ενθουσιασμό δεν τον εκμεταλλεύτηκε. Και χοροί δεν υπήρξαν. Η Βραζιλία όφειλε να μπει στο ματς δυνατά, να επιβάλει το θέλω της, να στηριχτεί στην κεκτημένη της ταχύτητα, να προηγηθεί, πριν επιστρέψει το άγχος του δύσκολου γκολ, που είχαμε δει στα ματς του ομίλου. Δεν το έκανε: ειδικά το πρώτο ημίχρονο κύλησε χωρίς φάσεις. Και το ματς έγινε ένα ακόμα παιγνίδι από αυτά στα οποία οι Βραζιλιάνοι δυσκολεύονται: η Βραζιλία του Τίτε ξέρει αναμφίβολα να παίζει ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, αλλά οι Κροάτες του Ντάλιτς σε αυτό είναι καθηγητές.

Στο δεύτερο ημίχρονο υπήρξε μια κάποια πίεση από την πλευρά των Βραζιλιάνων αλλά αυτή δεν απέδωσε τίποτα για δυο λόγους. Ο πρώτος γιατί οι Βραζιλιάνοι παίζοντας επί της ουσίας με τέσσερα στόπερ στην άμυνα (Μιλιτάο, Ντανίλο, Μαρκίνιος και Τιάγκο Σίλβα) δεν είχαν παιγνίδι στο πλάι, όπου αρχικά ο Ραφίνια και ο Βινίσιους και στη συνέχεια ο Ροντρίγκο και κυρίως ο Αντονι έψαχναν μάταια συμπαίκτες για να συνεργαστούν. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τις αρετές της Κροατίας: τις είδαμε πάλι όλες. Ο Λιβάκοβιτς είναι ένας εξαιρετικός τερματοφύλακας παρόλο που το στυλ του δεν είναι το καλύτερο. Η άμυνά της μαεστρικά καθοδηγούμενη από τον 20χρονο μασκοφόρο Γκβάρντιολ ήταν σχεδόν άψογη και στη μεσαία γραμμή υπήρχαν παίκτες που μπορούσαν να κρατήσουν τη μπάλα και να δώσουν στην ομάδα αναπνοές για να συνεχίσει να παίζει άμυνα. Και κάπως έτσι η Βραζιλία έμπλεξε.

Τι δεν πρέπει να κάνεις

Το παιγνίδι είναι ένα μάθημα για το τι δεν πρέπει να κάνει μια ομάδα ποιοτικά ανώτερη: είναι μέγιστη κουταμάρα να μετατρέψει ένα τέτοιο ματς σε παιγνίδι σκάκι μειώνοντας οποιοδήποτε ρίσκο. Όπως αποδείχτηκε, σε ένα ματς χαμηλού ρυθμού, ο κόουτς Ντάλιτς είχε στο μυαλό του όλες τις πιθανές εναλλακτικές εξελίξει του παιγνιδιού. Όταν είδε την ομάδα του να υποφέρει στα χαφ πέρασε στο ματς τον Βλάσιτς αντί του Κράμαριτς χωρίς δισταγμό γιατί ήθελε ένα φρέσκο παίκτη να τρέξει. Όταν είδε ότι το ματς πάει στην παράταση έριξε τον Πέτκοβις αντί του Πασάλιτς για να έχει ένα φορ που θα μπορούσε χάρη στη φρεσκάδα του να εκμεταλλευτεί αυτή τη μια ευκαιρία που η ομάδα του πιθανότατα θα είχε. Όταν η Κροατία βρέθηκε πίσω στο σκορ έριξε τον δεξιό εξτρέμ Ορσιτς (αντί του κόφτη Μπρόζοβιτς) και τον φορ Μπούντιμιρ (αντί του αριστερού μπακ Σόζα). Κυρίως ήξερε ότι ο Μόντρις θα του έφτιαχνε αυτή την πολυπόθητη φάση που η ομάδα του είχε ανάγκη: στο ματς με τους Γιαπωνέζους τον έκανε αλλαγή, χθες ούτε που το σκέφτηκε. Ο Ντάλιτς παρέσυρε τον Τίτε να παίξουν ένα ματς στο οποίο όποιος θα έβαζε πρώτος γκολ θα κέρδιζε. Ο Βραζιλιάνος νόμιζε πως αυτό και μόνο ήταν το σενάριο του παιγνιδιού: αποδείχτηκε ότι δεν ήταν έτσι. Η Βραζιλία δεν ξέρει να παίζει για να κερδίζει με 1-0. Η Κροατία αντιθέτως ξέρει να παίζει ματς για να μην χάνει. Στα νοκ άουτ στα οποία έχει προκριθεί αυτή είναι που συνήθως ισοφαρίζει. Γιατί για το ενδεχόμενο να κυνηγάει είναι σχεδόν πάντα προετοιμασμένη. Ενώ προπονητές όπως ο Τίτε δυστυχώς για τους Βραζιλιάνους πιστεύουν πως ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο είναι η καλή αμυντική συμπεριφορά μιας ομάδας χωρίς τη μπάλα σε ματς που δεν δέχεται μεγάλη πίεση. Δεν είναι έτσι φυσικά: κάθε καλή ευρωπαϊκή ομάδα ξέρει πρώτα από όλα πως για να κρατήσει ένα αποτέλεσμα πρέπει να παίξει. Να κρατήσει πχ στοιχειωδώς σωστά τη μπάλα, να ψάξει αντεπιθέσεις, να μην σκέφτεται μόνο το χρονόμετρο. Γιατί είναι τόσο δύσκολα αυτά για τη Βραζιλία; Γιατί πιθανότατα εκείνη η βραδιά στο Μπελ Ορίζοντε της άφησε ένα τραύμα: έκτοτε ζει με το φόβο της άμυνας – δεν πιστεύει πως σε νοκ άουτ ματς με τους Ευρωπαίους μπορεί να κρατήσει το μηδέν, αν δεν παίξει αποκλειστικά έχοντας αυτό το στόχο. Ένα στόχο που τελικά ακυρώνει εντελώς το παιγνίδι της.

Το γκολ του Νεϊμάρ

Από τη στιγμή που η Βραζιλία βρέθηκε να παίζει ένα παιγνίδι χαμηλού ρυθμού και μετρημένων φάσεων ο Μόντρις και ο Νεϊμάρ ήταν δεδομένο πως θα αναλάμβαναν πρωταγωνιστικούς ρόλους. Οι δυο είναι «δεκάρια» με τελείως διαφορετική αντίληψη του ρόλου. Ο Νεϊμάρ παίζει κυρίως για το γκολ, απολαμβάνοντας ένα είδος ελευθερίας που για τον Τίτε είναι ο μόνος τρόπος για να είναι ο παίκτης του δημιουργικός. Ο Νεϊμάρ προσπάθησε πολύ σε αυτό το μουντιάλ να κάνει το βήμα μπροστά που η χώρα περιμένει. Εκλαψε τη βραδιά του τραυματισμού του στον αστράγαλο, δούλεψε όμως σκληρά κι επέστρεψε σε χρόνο ρεκόρ. Χρειαζόταν ένα γκολ για να ξεπεράσει τα γκολ του Πελέ στην Εθνική κι αυτό το γκολ έπρεπε να είναι αυτό που θα έδινε στη Βραζιλία μια πρόκριση που ενώ έπρεπε να είναι μια απλή διαδικασία αποδείχτηκε σε γρίφος δύσκολος. Δεν ήταν καλός ο Νεϊμάρ, του έλειπαν ιδέες, αλλά ποτέ του δεν κρύφτηκε και στο πρώτο ημίχρονο της παράτασης το γκολ της αποθέωσης το βρήκε: η συνεργασία του με τον Ροντρίγκο αρχικά και τον Παλέτα στη συνέχεια έγινε σε ελάχιστα τετραγωνικά, η κίνησή του με τη μπάλα ήταν υποδειγματική, όπως και το τελείωμα της φάσης από μια γωνία δύσκολη. Και το ματς θα είχε τελειώσει αν δεν υπήρχε ο Μόντριτς.

Ο Μόντριτς παραδίδει μαθήματα

Ο Μόντριτς φορά τη φανέλα με το 10 ερμηνεύοντας το ρόλο ολότελα διαφορετικά. Για αυτόν το «δεκάρι» δεν περιορίζεται στο να ψάχνει γκολ, αλλά γίνεται στήριγμα για τους συμπαίκτες του: για το Μόντριτς το «δεκάρι» δεν βρίσκει το λεπτό που κρίνει ένα ματς, αλλά υπάρχει στο γήπεδο για να μπορεί σε κάθε λεπτό να καθοδηγεί την ομάδα με την ποιότητα του. Στο γκολ της Κροατίας την μπάλα στον σκόρερ Πέτκοβιτς την δίνει ο Ορσιτς – οι δυο παίκτες αγωνίζονται στη Δυναμό Ζάγκρεπ, όχι κάπου στο εξωτερικό. Αλλά η φάση είναι όλη του Μόντριτς, όπως του Μόντριτς είναι κι όλη η σκηνοθεσία του επιθετικού παιγνιδιού της Κροατίας στο δεύτερο ημίχρονο της παράτασης: γυρίζοντας λίγο πιο πίσω ο Μόντριτς τους κινεί όλους σαν στρατιωτάκια. Ο Ορσιτς ανοίγεται για να πάρει τη μπάλα και να μπει κατά μέτωπο, ο Πέτκοβιτς ακολουθεί για να πάρει τη μπάλα: το σουτ του είναι το μοναδικό της Κροατίας εντός εστίας του Αλισον. Αλλά αυτές οι χωρίς τη μπάλα κινήσεις βασίζονται στο ότι ο Μόντριτς θα φέρει τη μπάλα κοντά στην περιοχή, όπως κάνει πάντα.

Κι εδώ αρχίζει ένα δεύτερο δράμα μέσα στο δράμα: στο σουτ του Πέτκοβιτς ακουμπά τη μπάλα όσο χρειάζεται για να της αλλάξει πορεία ο Μαρκίνιος – ο Αλισον δεν την φτάνει ποτέ. Λίγο αργότερα ο ίδιος παίκτης αστοχεί στο τελευταίο πέναλτι της Βραζιλίας. Ο Νεϊμάρ θα χτυπούσε το πέμπτο, αυτό που δεν χτυπήθηκε ποτέ γιατί ο Λιβάκοβιτς είχε κάνει τη δουλειά του νωρίς: η δουλειά του ήταν να πιάσει ένα πέναλτι και να οδηγήσει σε αποκλεισμό το φαβορί για το μουντιάλ, αν το ματς κατέληγε στη διαδικασία των πέναλτι. Η Βραζιλία άδοξα και πικρά, αποκλείστηκε. Πάλι από μια ευρωπαϊκή ομάδα. Πάλι από την ανασφάλειά της. Πάλι μόνη της.