Περιμένοντας το παιγνίδι της Μάντσεστερ Σίτυ με την πεισματάρα Λειψία είχα γράψει στην εφημερίδα ότι η ομάδα του Πεπ Γκουαρντιόλα έχει ένα από τους πιο παράξενους ρόλους τα τελευταία χρόνια στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο: θεωρείται κάθε χρόνο εδώ και μια γεμάτη πενταετία (ίσως και περισσότερο) μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του Τσάμπιονς λιγκ, χωρίς να το έχει κερδίσει ποτέ κι όμως οι αποτυχίες της δεν μειώνουν τις πιθανότητές της! Ένα ανάλογο ρόλο έχει και η Παρί Σεν Ζερμέν με μια διαφορά: η σχεδόν μόνιμη πρωταθλήτρια Γαλλίας αλλάζει τόσο συχνά προπονητές, ώστε αυτό το γεγονός από μόνο του εξηγεί και λίγο τις αποτυχίες της. Ενώ η Σίτυ, όχι μόνο έχει τον ίδιο προπονητή, αλλά αυτός είναι κι ένας από τους καλύτερους του καιρού μας – και για αυτό τις δίνουμε σταθερά μεγάλες πιθανότητες πως θα τα καταφέρει. Βέβαια, αν το δεις ψυχρά και αποστασιοποιημένα το συμπέρασμά μας είναι πάντα κομμάτι υπερφίαλο: μια ομάδα που δεν έχει κερδίσει ποτέ μια διοργάνωση δεν μπορεί και να χαίρει τέτοιας εκτίμησης – κι όμως την ετικέτα του φαβορί η Σίτυ την αξίζει. Εδώ και χρόνια χάρη στα χρήματα των Αράβων κάνει συλλογές από τίτλους στην Αγγλία, (όπου υπάρχει εδώ και μια εικοσαετία τουλάχιστον το ακριβότερο πρωτάθλημα του κόσμου…), έχει ένα από τους καλύτερους προπονητές του καιρού μας (τον Πεπ Γκουαρντιόλα που το Τσάμπιονς λιγκ το έχει κατακτήσει με τη Μπαρτσελόνα), είναι μια ομάδα πληρέστατη και αυτό το καταλαβαίνεις διαβάζοντας τα ονόματα των παικτών της: θεωρείται δίκαια φαβορί, πλην όμως αυτό δεν σημαίνει και τίποτα. Ματς όπως αυτό που έκανε με την Λειψία υπενθυμίζουν απλά ότι κάθε πρόβλεψη στο Τσάμπιονς λιγκ είναι δύσκολη. Αλλά και ότι η Σίτυ εξελίσσεται από φαβορί σε μεγάλο μυστήριο.
Μπασκετικό τάιμ άουτ
Πριν το ματς με τους Γερμανούς ο Γκουαρντιόλα είπε πολλά που δεν έχουν μεγάλη λογική. Η φράση του «ακόμα και αν η Σίτυ κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ, παραμένω ένας αποτυχημένος για όσα έχω κάνει μέχρι τώρα στην διοργάνωση» μαρτυρά κυρίως το άγχος του: προσπαθεί, καθώς φαίνεται, να πείσει τους παίκτες του ότι για τις προηγούμενες αποτυχίες αυτός και μόνο είναι υπεύθυνος, αλλά είναι δύσκολο να το καταφέρει διότι δεν το πιστεύει. Χθες δεν έκανε ούτε μια αλλαγή, μολονότι η Σίτυ στο δεύτερο ημίχρονο υπέφερε την πίεση της γηπεδούχου κι ενώ δίπλα του στον πάγκο είχε παίκτες όπως ο Φίλιπς, ο Φόντεν κι ο Αλβαρεζ που σαφώς και θα μπορούσαν να βοηθήσουν. Το παιγνίδι τελείωσε με τον ίδιο να μαζεύει την ομάδα σαν να έχει πάρει ένα μπασκετικό τάιμ άουτ και να κατσαδιάζει τους πάντες. Και μετά είπε πως σε γενικές γραμμές το τελικό αποτέλεσμα (1-1) δεν είναι κακό, διότι η ομάδα του έχει τη ρεβάνς στην έδρα της. Ακατανόητο δεν είναι τίποτα, παράξενο όμως είναι σίγουρα.
Οι δυσκολίες που έχει η Σίτυ φέτος (και στην Πρέμιερ λιγκ και στη σεζόν γενικότερα) δεν είναι ανεξήγητες: σε κάποια πράγματα ό,τι της συμβαίνει μοιάζει με ό,τι συμβαίνει και στην Λίβερπουλ. Οι δυο ομάδες πέρυσι είχαν μια τρομερή σεζόν στην Αγγλία και στην Ευρώπη κυνηγώντας για μήνες η μια με την άλλη σε μια από τις θεαματικότερες μονομαχίες που είχαμε ποτέ στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο: διεκδίκησαν τα πάντα τερματίζοντας το κοντέρ – η Σίτυ έκανε στην Αγγλία 93 βαθμούς και η Λίβερπουλ ένα λιγότερο! Ο,τι θα πλήρωναν αυτή την περσινή υπερπροσπάθεια με ένα άδειασμα ήταν δεδομένο, απλά η Σίτυ που έχει πιο πολλούς σούπερ σταρ (και πρόσθεσε στο ρόστερ της και τον Χάαλαντ) διαχειρίστηκε το βάρος που κουβαλάει λίγο καλύτερα – και χάρη στον Γκουαρντιόλα. Όμως ένα πρόβλημα υπάρχει και φαίνεται: η Σίτυ δυσκολεύεται αρκετά φέτος, όχι μόνο να κερδίσει ματς του χεριού της (όπως το χθεσινοβραδινό στο οποίο προηγήθηκε με τον Μαχρέζ στο πρώτο σουτ που έκανε στην αντίπαλη εστία), αλλά κυρίως να παίξει το ποδόσφαιρο που θέλει ο προπονητής της. Η πιο μεγάλη της νίκη, αυτή απέναντι στην Αρσεναλ με 1-3 χάρη στην οποία διατηρεί τις ελπίδες της για κατάκτηση του πρωταθλήματος και φέτος, ήρθε σε ένα ματς που έκανε μόλις 35% κατοχή μπάλας – κέρδισε δηλαδή χωρίς να παίξει το ποδόσφαιρο που θέλει ο προπονητής της κι αυτό κάτι σημαίνει. Κάτι σημαίνει επίσης πως ενώ πέρυσι για να φτάσει τους 93 βαθμούς στην Πρέμιερ λιγκ δεν κέρδισε σε μόλις εννέα ματς, φέτος δεν έχει κερδίσει ήδη οκτώ από όσα έχει παίξει – κι έπεται συνέχεια. Εχει σχέση το τι κάνει στην Αγγλία με ό,τι κάνει στο Τσάμπιονς λιγκ; Ναι έχει. Διότι κάθε ομάδα του Γκουαρντιόλα, από τότε που τον γνωρίσαμε στην Μπαρτσελόνα, μεταφέρει στην Ευρώπη αρετές και προβλήματα που έχει στο πρωτάθλημά της και συνήθως αυτούσια. Διότι αυτό που κάνει είναι να επαναλαμβάνει σε κάθε περίπτωση το ίδιο ματς – ο αντίπαλος μικρή σημασία έχει.
Το άγχος των μεταγραφών
Μπορεί να κάνω λάθος αλλά αυτό που διακρίνω στην Σίτυ τα δυο τελευταία χρόνια είναι ένα άγχος του Γκουαρντιόλα να βγουν οι μεταγραφές που γίνονται και που είναι βέβαια πάντα εντυπωσιακές. Μου φαίνεται πως αυτός ο κάποτε σκληρός κόουτς που έβαζε ως απόλυτο στόχο την κατασκευή μιας ομάδας που να παίζει το παιγνίδι του (και που μπορούσε να τσακωθεί και με τον Ιμπραϊμοβιτς, αν αυτός δεν ακολουθούσε τα θέλω του) τελευταία παλεύει για να εντάξει στο μηχανισμό παίκτες χωρίς αυτοί απαραίτητα να κάνουν τα προβλεπόμενα. Τι δουλειά έχει με το πιεστικό ποδόσφαιρο του Γκουαρντιόλα ο Γκρίλις; Μόνο εγώ βλέπω ότι το πρέσινγκ τον κατά τα άλλα απολύτως προικισμένο Χάαλαντ τον απασχολεί ελάχιστα; Είναι η δεν είναι παραδοξότητα ο Ακε σαν αριστερό μπακ; Κι όλη αυτή η προσπάθεια σχεδόν να καταργηθεί το πλάτος του γηπέδου, τι σχέση έχει με το παραδοσιακό παιγνίδι κατοχής και δημιουργίας των ομάδων του Πεπ;
Βλέπει τα ματς της Ρεάλ
Ομολογώ πως δυσκολεύομαι να καταλάβω την συνέχεια. Η Σίτυ δεν αποκλείεται να κερδίσει τα πάντα, αλλά μπορεί και να μην κερδίσει τίποτα – δεν είναι αυτή όμως η απορία μου: η απορία μου είναι αν θα την δούμε να παίζει φέτος το ποδόσφαιρο που ο Πεπ δεδομένα αγαπάει. Χωρίς να το κάνει αυτό δεν ξέρω αν μπορεί να τα καταφέρει ειδικά στο Τσάμπιονς λιγκ. Το μόνο που μπορώ να καταλάβω είναι ότι ο προπονητής της, υποφέροντας κομμάτι τις αποτυχίες σε μια διοργάνωση που η ομάδα του είναι φαβορί χωρίς να την κερδίζει, αποφάσισε να ενθαρρύνει λίγο περισσότερο την ατομική πρωτοβουλία ελπίζοντας πως αυτό είναι συνταγή επιτυχίας: έχω μια υποψία ότι βλέπει και λίγο πιο πολύ τα ματς της Ρεάλ Μαδρίτης από όσο παλιότερα.
Δύσκολο να το πεις
Θα τα καταφέρει να κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ φέτος με μια τέτοια προσέγγιση, ενώ το έχασε τα προηγούμενα χρόνια όταν επέμενε στην γλυκιά εμμονή του; Δύσκολο να το πεις. Το γεγονός ότι στην Πρέμιερ λιγκ δεν κάνει περίπατο, όπως άλλες χρονιές, αλλά κυνηγάει την Αρσεναλ μήνες τώρα δυσκολεύει γενικά τη χρονιά του: μετά την ισοπαλία της με την σκληροτράχηλη Νότιγχαμ τη Σίτυ την πλησίασε και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πλέον. Επιπλέον τα προβλήματα που έχει η Σίτυ με τις αγγλικές φορολογικές αρχές για δόλιες παρατυπίες στους ισολογισμούς της προφανώς και δημιουργούν ανασφάλειες– η Γιουβέντους για αυτό στην Ιταλία τιμωρήθηκε. Ο Γκουαρντιόλα σε δηλώσεις του έχει προεξοφλήσει και την τιμωρία της Σίτυ: την περιμένει. Ισως για αυτό να ρίξει και το βάρος στο Τσάμπιονς λιγκ στη συνέχεια. Αν δεν το κερδίσει φέτος, μπορεί, εξαιτίας μιας ευρωπαϊκής τιμωρίας να μην μπορεί του χρόνου να το διεκδικήσει. Αλλά μπορεί να το κερδίσει παίζοντας χειρότερα από τις προηγούμενες χρονιές; Μέγα μυστήριο…