Η τελευταία μόδα στην Ελλάδα, όταν έχουμε να κάνουμε με διαμαρτυρίες για τη διαιτησία, είναι η αναζήτηση φάσεων σε ματς του εξωτερικού που να μπορούν να στηρίξουν κάποιο επιχείρημα υπέρ κάποιας ομάδας. Το γεγονός έχει πλάκα κυρίως γιατί μεταδίδονται τόσα πολλά ματς που είναι απίθανο να μην βρεις μια φάση που να μοιάζει με κάποια που συζητιέται πολύ μετά από κάθε αγωνιστική. Υπάρχει τέτοια προσφορά φάσεων, που το μόνο που λειτουργεί για μένα υπέρ μιας άποψης που καταδεικνύει λάθος διαιτητή είναι το αντίθετο: να μην βρεις δηλαδή μια φάση ανάλογη. Αν δεν την βρεις, σημαίνει πως στο ελληνικό πρωτάθλημα έχει συμβεί κάτι πρωτοφανές – όλα τα υπόλοιπα είναι για να συντηρούνται συζητήσεις. Κατά κανόνα χωρίς νόημα αφού ό,τι γράφει δεν ξεγράφει.
Το γνωστό κόλπο
Οσοι με διαβάζουν χρόνια, κι όχι τώρα που βρίσκουν κείμενα στο Internet, γνωρίζουν καλά ότι η συζήτηση φάσεων, όχι απλά δεν είναι του γούστου μου, αλλά την θεωρώ και εντελώς αποπροσανατολιστική και άχρηστη. Εχει μόνο ένα αποτέλεσμα που βολεύει τα λαμόγια: υποχρεώνει τους οπαδούς μιας ομάδας κατά περίσταση να υπερασπίζονται την απόφαση ενός διαιτητή χωρίς να καταλαβαίνουν πως όταν το κάνουν υπερασπίζονται τα λαμόγια. Νιώθουν επίσης οι οπαδοί ότι η ομάδα τους δέχεται επίθεση, ότι αμαυρώνονται οι νίκες της, ότι στοχοποιείται, ενώ έχει παικταράδες κι άλλα τέτοια. Ενας λόγος που δεν μου αρέσουν αυτές οι συζητήσεις είναι κι αυτός. Ετσι, όταν κάποια φάση σχολιάζω, σπανίως σχολιάζω την απόφαση του διαιτητή, αλλά στέκομαι σε άλλα πράγματα που έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μένα, όπως είναι η οπαδική υποκρισία, η μεροληπτική γκρίνια των ομάδων, η συμπεριφορά ενός διαιτητή – ιδίως όταν μοιάζει ανεξήγητη. Ποτέ στην ιστορία του ελληνικού (κι όχι μόνο…) ποδοσφαίρου τα σφυρίγματα δεν είχαν μεγάλη σημασία, διότι δεν ήταν ποτέ αυτά το βασικό στο γενικότερο παιγνίδι που λέγεται διαιτησία: είναι το σύμπτωμα και όχι το πρόβλημα.
Πάντα το κόλπο ήταν οι ορισμοί των διαιτητών. Διότι κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι θα γίνει σε ένα ματς, αν δηλαδή θα προκύψουν φάσεις που μπορεί να κρίνουν την έκβασή του, αρκετοί, όμως, μπορούν να γνωρίζουν τι θα κάνει ένας διαιτητής αν τέτοιες φάσεις προκύψουν. Αυτό συμβαίνει γιατί όσοι ασχολούνται ξέρουν ποιος τον βοήθησε τον διαιτητή να ανεβεί κατηγορίες, ποιος είναι ο μέντοράς του, ποιον «ακούει» όπως λένε και οι διαιτητές στην ιδιότυπη γλώσσα τους. Οπότε το ποιος διαιτητής τοποθετείται είχε πάντα μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις αποφάσεις του.
Πάρτε για παράδειγμα το ματς Ολυμπιακός – ΠΑΟ. Αν ο Κανός ήταν προσεχτικός και το ματς ήταν 2-0 δεν θα είχε καμία σημασία η φάση του 90’ – είτε το γκολ δεν μετρούσε, είτε μετρούσε θα ήταν μια υποσημείωση στην ιστορία του ματς. Όμως αυτό δεν θα σήμαινε επ’ ουδενί πως η τοποθέτηση του συγκεκριμένου διαιτητή στο ματς ήταν σωστή: αν υπήρχαν στην Ελλάδα εισαγγελικές αρχές που πραγματικά ασχολούνται με το ποδόσφαιρο θα είχαν μαζέψει όσους την κάνανε. Χθες.
Ηρθε να αποδείξει
Προσέξτε τι έχει γίνει στην συγκεκριμένη περίπτωση για να καταλάβετε πως μπορείς να πιλοτάρεις ένα πρωτάθλημα ή να το βουλιάξεις στην καχυποψία. Ο διαιτητής Πινέιρο ήταν διαιτητής VAR στο εφετινό ματς Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ (1-2), και ήταν αυτός που συμβούλεψε τον διαιτητή Τρεϊμάνις να πάρει πίσω ένα πέναλτι που έδωσε για φάουλ του Μπα στον Ολιβέιρα. Αυτό το θυμούνται όλοι διότι χρησιμοποιήθηκε για να γίνει φασαρία πριν το ματς. Αυτό που κανείς δεν θυμήθηκε από όσους ασχολούνται (γιατί το παιγνίδι λίγοι το ξέρουν…) είναι ότι μετά από εκείνο το ματς ο ΠΑΟΚ κατήγγειλε, όχι μόνο τον Τρεϊμάνις, αλλά και τον Πινέιρο στην UEFA και μέσω της ΕΠΟ και στην ομοσπονδία της Πορτογαλίας: ο ΠΑΟΚ μάλιστα έστειλε και το βίντεο με το ματς και το περίφημο λάθος του. Καλά έκανε ο ΠΑΟΚ – δικαίωμά του. Αλλά είναι δυνατόν κάποιος διαιτητής, που βρήκε τον μπελά του για μια απόφασή του σε ματς του Ολυμπιακού να ορίζεται πάλι σε ματς του Ολυμπιακού και μάλιστα σε ντέρμπι; Πως είναι δυνατόν ο άνθρωπος αυτός να αποφασίσει σε μια αμφιβολία του κάτι υπέρ του Ολυμπιακού χωρίς να δημιουργήσει υποψίες για την ακεραιότητά του; Κι αν το έκανε, δεν θα φώναζε ο ΠΑΟ υπενθυμίζοντας το προηγούμενό του; Και δεν θα έφτανε κι αυτός στην UEFA κτλ;
Επαναλαμβάνω πως δεν αναφέρομαι στο γκολ για μένα δεν τίθεται θέμα πως ο Ελ Αραμπί συμμετέχει στη φάση ξεκινώντας ακάλυπτος – ακούω την αντίθετη γνώμη, αλλά μένω στην δική μου, η οποία δεν έχει και καμία σημασία. Στην προκειμένη περίπτωση το πραγματικά απαράδεκτο είναι ο ορισμός του διαιτητή διότι τοποθετήθηκε κάποιος που ήταν δεδομένο πως δεν θα έπαιρνε υπέρ του Ολυμπιακού καμία απόφαση από αυτές που απαιτούν κρίση κι όχι απλά εφαρμογή του κανονισμού. Ο άνθρωπος δεν ήρθε να διευθύνει ένα ματς: ήρθε να δείξει πως με τον Ολυμπιακό δεν έχει σχέση και πως κακώς κατηγορήθηκε. Και το απέδειξε.
Μόνο δευτεράντζες
Για το ματς αυτό ο Ολυμπιακός ζήτησε διαιτητή του Τσάμπιονς λιγκ. Το αίτημα του δεν έγινε δεκτό. Αυτό σημαίνει πως για την ΚΕΔ υπήρχαν διαθέσιμοι 100 και βάλε διεθνείς διαιτητές που μπορούσαν να ρθούν να παίξουν το ματς: επέλεξαν ένα που είχε προηγούμενα! Αυτό είναι κάτι που κάνει τη μεθόδευση πραγματικά άξια διερεύνησης από εισαγγελικές αρχές. Μιλάμε για ξένο διαιτητή. Αν δεν έρχονταν στην Ελλάδα ξένοι διαιτητές, αν τον Πινέιρο τον έλεγαν Πανωραία και ήταν ένας από τους διεθνείς διαιτητές μας και πάλι με ένα τέτοιο προηγούμενο (όχι «λάθους» του, αλλά καταγγελίας του) η τοποθέτησή του θα ήταν απαράδεκτη, αλλά κάποιος θα μπορούσε να πει ότι «αυτούς τους διαιτητές έχουμε και τι να κάνουμε» κι άλλα τέτοια που ακούγαμε χρόνια. Αλλά εδώ μιλάμε για σκάνδαλο: από όλους τους διαιτητές της Ευρώπης βρέθηκε ένας, τον οποίο έχει καταγγείλει ελληνική ομάδα στην UEFA και στην ομοσπονδία του για λάθη υπέρ του Ολυμπιακού, λες και δεν υπήρχε άλλος!
Κάποιος μπορεί να πει ότι έγινε ένα λάθος από την ΚΕΔ. Μόνο που μιλάμε για την ΚΕΔ που όρισε το Σιδηρόπουλο στο Παναθηναϊκός – ΑΕΚ και την ΚΕΔ που εδώ και δυο μήνες φέρνει Σκανδιναβούς που έχουν να διευθύνουν ματς εδώ και τρεις μήνες. Και μιλάμε για την ΚΕΔ που ανήκει σε μια ομοσπονδία που έκοψε τις αμοιβές των ξένων διαιτητών ώστε να παίρνουν σχεδόν τα μισά από πέρυσι – πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να έρχονται δευτεράντζες. Και μιλάμε για την ομοσπονδία της οποίας ο πρόεδρος δήλωσε πως δεν έρχονται Αγγλοι διαιτητές γιατί δεν θέλουν να τους βρίζουν. Λες και οι Αγγλοι έχουν ποτέ αρνηθεί στην UEFA να ρθουν εδώ να παίξουν έχοντας ως μικροί λόρδοι δηλώσει αηδιασμένοι με το μεγάλο πρόβλημα της βωμολοχίας των ελληνικών γηπέδων.
Ούτε του περνούσε από το μυαλό
Βλέπω και κάτι άλλο τον τελευταίο καιρό. Ειδικά ο Ολυμπιακός έχει στα παιγνίδια του μεγαλύτερα προβλήματα με τους ξένους από όσα έχει με τους Ελληνες διαιτητές. Μπορεί να είναι σύμπτωση, μπορεί αυτό να συμβαίνει γιατί τα ματς του Ολυμπιακού που διευθύνουν Έλληνες διαιτητές είναι σαφώς πιο εύκολα. Η δική μου ωστόσο υποψία είναι ότι αυτό γίνεται για ένα απλό λόγο: για να οδηγήσουν τον Βαγγέλη Μαρινάκη να πάρει θέση υπέρ της τοποθέτησης Ελλήνων διαιτητών στα ντέρμπι. Πιστεύω μάλιστα πως θα είχαν καταφέρει και να το πετύχουν, αλλά οι άρχοντες των αγώνων, (οι Ελληνες διαιτητές δηλαδή, διότι η φράση είναι δικοί μας, όπως και τα «κοράκια»), έχουν τόσο μεγάλο άγχος με ματς άλλων ομάδων θυμίζουν πως μπορεί να κάνουν ακόμα χειρότερα πράγματα κι από τον κάθε Πινέιρο: δεν μπορούν τα παιδιά να κρατηθούν από το να δείχνουν δουλικότητα ούτε στα στα παιγνίδια του Ολυμπιακού Β’!.
Λογικά κάποιος θα ρωτήσει τι μπορεί να κάνει ο Ολυμπιακός πχ ή ο ΠΑΟΚ που επίσης τελευταία διαμαρτύρεται ή αύριο ο ΠΑΟ που η πρόβλεψή μου είναι πως κάποιον «περίεργο» θα βρει κι αυτός μπροστά του ή η ΑΕΚ που τα βάζει με τους ξένους διαιτητές αποκλειστικά από τη μέρα που ήρθανε. Οι περιπτώσεις δεν είναι ίδιες: δεν έχουν όλοι τους κοινό πρόβλημα και το παιγνίδι της διαιτησίας είναι πολύπλοκο και αν δεν συντηρείς λαμόγια πάντα σε αυτό θα υστερείς. Ειδικά ο Ολυμπιακός έπρεπε να ζητήσει να μην ξαναπατήσει το πόδι του στην Ελλάδα ο Πινέιρο κι όποιος άλλος διαιτητής έχει προκαλέσει. Επρεπε να το έχει κάνει μετά το ματς με τον ΠΑΟΚ, όταν είδε το τυρί, αλλά όχι τη φάκα.
Σε δεύτερη σκέψη έπρεπε να το έχει ζητήσει πέντε χρόνια πριν όταν άρχισαν να έρχονται οι ξένοι διαιτητές: τότε έπρεπε να βάλει ως προϋπόθεση πως όποιος εμπλέκεται σε ιστορίες λαθών δεν πρέπει να ρθει ξανά. Αλλά τότε ήταν τόσο ανακουφισμένος που στα ντέρμπι θα γλύτωνε τον Σιδηρόπουλο, τον Φωτιά, τον Βάτσιο και τον Ευαγγέλου που ούτε του περνούσε από το μυαλό πως ακόμα και με τους ξένους θα γινόταν «πιλοτάρισμα»…