Οταν έγινε η κλήρωση του Ολυμπιακού με την Αταλάντα και του ΠΑΟΚ με τη Μίντιλαντ αν έλεγες ότι οι δυο ομάδες θα χάσουν τα πρώτα ματς, στην Ιταλία και στη Δανία, με ένα γκολ διαφορά δεν νομίζω ότι θα υπήρχε δυσφορία: για ευρωπαϊκές διοργανώσεις μιλάμε, δηλαδή για διοργανώσεις που για να προχωρήσεις πρέπει να μπορείς να γυρίσεις στην έδρα σου το σε βάρος σου σκορ στο πρώτο ματς. Η ήττα με ένα γκολ είναι η πιο μικρή από τις ζημιές που μπορεί να πάθεις. Ωστόσο ήταν η εικόνα των δυο πριν μια εβδομάδα που δεν επιτρέπει τίποτα πιο πολύ από συγκρατημένη (οπαδική…) αισιοδοξία.
Η λογική λέει πως οι πιθανότητες για αυτές τις ανατροπές είναι μικρές. Γιατί; Γιατί ο Πέδρο Μαρτίνς και ο Ρασβάν Λουτσέσκου είναι δύσκολο να διορθώσουν τα μεγάλα προβλήματα που έδειξαν να έχουν οι δυο ομάδες τους στα πρώτα ματς. Και που μάλιστα συμβαίνει να είναι προβλήματα ολότελα διαφορετικά. Το πρόβλημα του Ολυμπιακού ήταν ότι δεν μπορούσε να κάνει στοιχειώδης σωστά κατοχή μπάλας, ενώ του ΠΑΟΚ ότι δεν μπορούσε να δημιουργήσει τίποτα, μολονότι οι Δανοί τη μπάλα του την άφησαν αρκετά, από τη στιγμή που προηγήθηκαν. Θυμίζω ότι ο ΠΑΟΚ είχε χάσει την καλύτερη ευκαιρία του με τον Ζίφκοβιτς στο 0-0.
Εσφιξαν απλά τη θηλειά
Ακούω διαρκώς καθώς πλησιάζει το ματς του Ολυμπιακού με την Αταλάντα κόσμο να μιλάει για άμυνα και επίθεση: υπάρχουν αυτοί που αναρωτιούνται πως ο Ολυμπιακός δεν θα δεχτεί γκολ κι αυτοί που αναρωτιούνται πως θα βρει μια νίκη με δυο γκολ διαφορά όταν μια τέτοια στο Καραϊσκάκη δεν βρήκε στα ματς του ομίλου. Όμως στο Μπέργκαμο το μεγάλο του πρόβλημα του Ολυμπιακού δεν ήταν ούτε στην άμυνα, ούτε στην επίθεση: ήταν στη μεσαία γραμμή. Η Αταλάντα με τέσσερις πραγματικούς χαφ (τον Ντε Ρούν και τον Πεσίνα ως κεντρικούς μέσους και τους Μαλινόφκσι και Πάσαλιτς να παριστάνουν τα εξτρέμ, αλλά να κινούνται πολύ στην πλάτη του Μουριέλ) πίεσε τον Ολυμπιακό γιατί δεν του άφηνε τη μπάλα. Στο ματς αυτό, οι δυο ακραίοι αμυντικοί των Ιταλών (ο Μέλε και ο Πετσέλα) κινήθηκαν όπως ο Μαρτίνς θέλει να παίζουν οι δικοί του ακραίοι μπακ – κι όχι μόνο όταν ο Ολυμπιακός παίζει με τρια στόπερ. Κυρίως όμως το πρόβλημα του το δημιουργούσε η τετράδα των χαφ του Γκασπερίνι που ήταν παραταγμένη σε ρόμβο – με τον Ντε Ρουν μπροστά από τα τρία στόπερ, τους Μαλινόφσκι και Πεσίνα «έμβολα» και τον Πάσαλιτσς κάτι σαν «δεκάρι».
Οι Ιταλοί έσφιξαν τη θηλειά μετά το μισάωρο γιατί απέναντι στην πίεση συχνά έξι (!) παικτών ο Εμβιλά και ο Αγκιμπού Καμαρά ήταν δύσκολο να βρουν συμπαίκτες: ο Γάλλος νευρίασε μάλιστα. Ο Ολυμπιακός που ήταν πολύ διαβασμένος, για να αποφύγει το πρέσινγκ δεν έκανε ούτε build up όπως συνηθίζει, ενώ ο Μασούρας και κυρίως ο Ονιεκούρου δεν έμειναν στο πλάι παρά ελάχιστα. Όμως μετά το μισάωρο η συνοχή χάθηκε. Και χωρίς συνοχή ο Ολυμπιακός έμοιαζε να παίζει με λιγότερους παίκτες.
Ο Γκασπερίνι βλέποντας την δυσκολία του στη μεσαία γραμμή έκανε την υποχρεωτική αλλαγή του Μουριέλ βάζοντας τον Μπογκά (που δεν είναι φορ αλλά είναι τρεχαλιτζής κι αυτός) και κάλυψε τη θέση του φορ κυρίως με τον Πάσαλιστς. Ηταν ωστόσο τόσο σίγουρος πως όλα θα κριθούν από την ένταση του παιγνιδιού των μέσων του που άλλαξε και τους άλλους τρεις! Εβγαλε τον Πεσίνα για να βάλει τον Κουπμάινερς στο 46΄, τον Μαλινόφκσκι για να βάλει τον Μιχάιλα στο 66΄και τον Ντε Ρούν για να βάλει τον Φρόιλερ στο 73΄. Επειδή έβλεπε ότι ο Ολυμπιακός δεν έχει αναπνοές έδωσε χρόνο συμμετοχής σε επτά (!) μέσους χωρίς καν να στέκεται στην ατομική τους απόδοση. Ο Μαλινόφσκι πχ με την μπάλα στα πόδια ήταν καλός – κι έβγανε και σαν εξτρέμ. Όταν ο κόουτς είδε ότι σταμάτησε να κινείται χωρίς τη μπάλα τον άλλαξε!
Πίστη για νίκη
Ακούω συνέχεια κόσμο να λέει ότι «ο Ολυμπιακός δεν είχε κάποιον να κρατήσει μπάλα στο Μπέργκαμο»: είναι ωραία η έκφραση γιατί μου θυμίζει τα νιάτα μου. Στο μοντέρνο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει «κράτημα της μπάλας»: υπάρχει δημιουργία με τη μπάλα, κυκλοφορία της μπάλας, εκμετάλλευση καταστάσεων χάρη στην κατοχή της μπάλας. Αν κρατάς τη μπάλα, απέναντι σε τέσσερις χαφ της Αταλάντα που θα σε κυνηγάνε αδιάκοπα, σίγουρα θα τη χάσεις κι αν τη χάσεις θα φτάσουν στην περιοχή σου με δυο μεταβιβάσεις. Αν η Αταλάντα σκοράρει πιο πολύ εκτός έδρας, αυτό συμβαίνει γιατί το πρέσινγκ των Ντε Ρουν, Μαλινόφσκι, Πάσαλιτς και Φρόιλερ αποδίδει. Αυτό το πρέσινγκ πρέπει να βρει τρόπο να σπάσει απόψε ο Ολυμπιακός, αλλά όχι τρεις φορές όπως έκανε στο Μπέργκαμο: χρειάζεται να το κάνει πολύ περισσότερο. Και δεν ξέρω αν μπορεί να το κάνει, διότι δεν είναι συνηθισμένος να αντιμετωπίζει στην Ελλάδα ομάδες που παίζουν έτσι. Στο ελληνικό πρωτάθλημα κατά βάση όλες οι ομάδες τον περιμένουν αφήνοντάς του τη μπάλα.
Μπορεί να κάνει πάλι κάποια έκπληξη ο κόουτς; Η μόνη θα ήταν να μην παίξει με τρια στόπερ: από τη στιγμή που εκτός του Ζαπάτα λείπει και ο Μουριέλ σίγουρα το σκέφτεται. Αλλά δεν θέλει να «ανοίξει» το παιγνίδι κι έλεγε μάλιστα στο Ρέντη πως σκορ πρόκρισης είναι το 2-0 κι όχι το 1-0 ή το 2-1 που οδηγεί στην παράταση. Ο Μαρτίνς πιστεύει πως όλα μπορεί να κριθούν σε 90 λεπτά και απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόκριση είναι να μην δεχτεί η ομάδα γκολ. Την παρουσία του Μαντί Καμαρά στο αρχικό σχήμα δεν την θεωρώ έκπληξη, αλλά λογική επιλογή.
Ανάγκη για γκολ
Στην περίπτωση του ΠΑΟΚ το πράγμα είναι ολότελα διαφορετικό. Εδώ όντως μπορούμε να μιλήσουμε για την ανάγκη καλύτερης άμυνας και επίθεσης. Στη Δανία ο ΠΑΟΚ πλήρωσε τη μέτρια εμφάνιση των ακραίων του αμυντικών και την δυσκολία των πολλών επιθετικών και μεσοεπιθετικών που χρησιμοποιήθηκαν στη δημιουργία εξαιτίας της μέτριας απόδοσής τους. Η δυσκολίες της άμυνας εκείνο το βράδυ είχαν να κάνει κυρίως με αδυναμίες ατομικές: η πίεση της ανέτοιμης Μίντιλαντ ήταν μικρή αλλά από όλους τους αμυντικούς που έχει σήμερα ο ΠΑΟΚ αληθινά αξιοζήλευτος είναι μόνο ο Ινγκασον – οι άλλοι δεν είναι καλύτεροι από αυτούς που είχε την χρονιά που έκανε το νταμπλ - ίσα ίσα. Ο Βιερίνια κι ο Κρέσπο μεγάλωσαν, Βαρέλα δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει και Μάτος. Στην επίθεση αντιθέτως το πρόβλημα ήταν το σχέδιο: η ιδέα να βγαίνει ο Ακπομ μακριά από την περιοχή για να πάρει μαζί του τον αντίπαλο στόπερ δεν απέδωσε τίποτα γιατί η Μίντιλαντ στόπερ είχε στο γήπεδο τρία. Και ο Μίτριτσα με τον Ζίφκοβιτς δεν έφταναν ποτέ ανενόχλητοι στην αντίπαλοι περιοχή γιατί οι Δανοί με τους πέντε αμυντικούς τους είχαν διάθεση να παίξουν άμυνα. Αυτό ήταν το μόνο που κι αυτοί έκαναν καλά γιατί ήταν συγκεντρωμένοι: στο πρώτο ματς του πρωταθλήματος που ακολούθησε, αυτό με την Αλμποργκ, κουρασμένοι από το ματς της Πέμπτης έχασαν με 2-0.
Καλύτερα ο Τσόλακ
Η Μίντιλαντ είναι δύσκολο να είναι καλύτερη από ό,τι ήταν στη Δανία: δεν έχει αγωνιστικό ρυθμό και το τρίτο ματς σε μια εβδομάδα μετά από μια τεράστια περίοδο απραξίας θα της είναι ακόμα πιο δύσκολο: ο ΠΑΟΚ μπορεί να περάσει – από αυτόν εξαρτάται. Απόψε θα του λείψει ο Ακπομ: ίσως είναι και καλύτερα. Ο Τσόλακ είναι φορ περιοχής, που για να έχει χρησιμότητα πρέπει να τον «ταϊσουν» δηλαδή να πάνε πολύ και συχνά τη μπάλα στην περιοχή: από αυτό θα κριθούν όλα. Ο ΠΑΟΚ θέλει να ξαναπαίξει ευρωπαϊκό ματς Μάρτη μήνα: νομίζω θα τα καταφέρει. Το περιμένει 48 χρόνια. Πάρα πολλά…