Ελπίζω στο σημερινό μεγάλο ματς της Αργεντινής με τη Γαλλία οι Ρώσοι τηλεσκηνοθέτες να μην μας βομβαρδίσουν πάλι με πλάνα του Ντιέγκο Μαραντόνα, που θα βρίσκεται σίγουρα στις εξέδρες του Σταδίου του Καζάν. Το ελπίζω, αλλά ξέρω ότι δεν θα γίνει γιατί είναι τεράστιος ο πειρασμός της προβολής του μεγάλου παλιάτσου, που σήμερα δυσφημεί ακόμα και την ανάμνηση των κατορθωμάτων του σπουδαίου Ντιέγκο σε παγκόσμια τηλεοπτική μετάδοση – δύσκολα μπορεί ν αντισταθεί σε αυτόν τον πειρασμό, όποιος δεν τον λυπάται.
Τι θα πει λατρεία
Είναι πολλοί λίγοι οι άνθρωποι στην Ελλάδα που έχουν αγαπήσει τον Μαραντόνα πιο πολύ από μένα, γιατί λίγοι έχουν ζήσει από κοντά και τις στιγμές του μεγαλείου του και τις στιγμές του άδοξου τέλους του. Τον έχω δει με τα μάτια μου (κι όχι μόνο στην τηλεόραση…) να μεγαλουργεί με τη φανέλα της Νάπολι. Ήμουν στην πόλη, που έχει για πάντα κατακτήσει, όταν κέρδισε το δεύτερό του πρωτάθλημα κι έχω νοιώσει τι θα πει αληθινή λατρεία για ποδοσφαιριστή. Απόλαυσα το 1990 τον τρόπο που προκάλεσε υστερία στους Ιταλούς, παίζοντας με τα νεύρα τους, πριν τους αποκλείσει στο Σαν Πάολο. Έζησα τις μέρες της περιπετειώδους φυγής του, έγραψα τις ιστορίες του – τα πιο πολλά από αυτά που στην Ελλάδα έμαθε ο κόσμος για τον Μαραντόνα στηρίχθηκαν και σε δικά μου γραπτά. Το πρώτο κομμάτι που δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα με την υπογραφή μου ήταν ένα κείμενο για αυτόν – έχουν περάσει πάνω από εικοσιπέντε χρόνια πια. Εγραψα για την μεταγραφή του στη Σεβίλλη, για την θεαματική επιστροφή του στην Εθνική Αργεντινής πριν το μουντιάλ του 1994, έψαχνα για χρόνια ένα εκδότη να βγάλουμε στα ελληνικά το βιβλίο του Πάολο Παολέτι «Ο δικός μου βασιλιάς» - σίγουρα το καλύτερο που γράφτηκε για αυτόν ποτέ. Κάλυψα την περιπέτεια της τελευταίας του τιμωρίας του και το πρωτοσέλιδο με τον τίτλο «Θεοκτονία» που είχε βάλει ο «Φίλαθλος», όταν τον πιάσανε στην Αμερική ντοπέ, είχε βασιστεί σε ένα δικό μου κείμενο.
Εγραψα πολλά ακόμα και για τις αποτυχημένες του περιπέτειες να γίνει προπονητής – κανείς πια δεν τις θυμάται. Ένοιωθα για χρόνια ότι ο Μαραντόνα με μεγάλωσε γιατί από το 1978 μέχρι το 1994 όταν έφτανε το μουντιάλ για αυτόν συζητούσα κι αυτόν περίμενα να δω. Όταν το 2010 τον είδα προπονητή της Εθνικής Αργεντινής δάκρυσα από χαρά κι ας καταλάβαινα ότι δεν είχε καμία πιθανότητα να κερδίσει το τρόπαιο με όσα έκανε. Τα λέω όλα αυτά στον εαυτό μου για να δικαιολογηθώ γιατί δεν τον αντέχω πια. Για την ακρίβεια δεν αντέχω αυτό το προβληματικό ανθρωπάκι που κάνει ματαιόδοξα ό,τι μπορεί για να τραβήξει την προσοχή της οικουμένης.
Σαν σύμβολο πίστης
Πόσο από τον Μαραντόνα υπάρχει στον τωρινό Μαραντόνα; Εγώ λέω ότι δεν υπάρχει τίποτα από αυτόν πια. Το βάρος του θρύλου του, η συγκίνηση που κάποτε προκαλούσε η ανάμνηση της ποδοσφαιρικής του ευφυίας, η ιερότητα του ονόματος «Ντιέγκο» που το προφέραμε κάποτε σαν σύμβολο πίστης στο ποδόσφαιρο, έχουν διαλυθεί από την εικόνα ενός Μαραντόνα, που τραβά τα τηλεοπτικά πλάνα για να μας δείξει τη φθορά του μύθου του. Τα πλάνα σε κάθε ματς της Αργεντινή είναι περισσότερα από αυτά που ο σκηνοθέτης προσφέρει στους παίκτες που αγωνίζονται. Ο Μαραντόνα που χειρονομεί. Ο Μαραντόνα που πανηγυρίζει. Ο Μαραντόνα που φουσκώνει τα μάγουλα. Ο Μαραντόνα που σταυρώνει τα χέρια από απόγνωση. Ο Μαραντόνα που κλείνει τα μάτια. Ο Μαραντόνα που τρικλίζει και φεύγει από το γήπεδο. Ο Μαραντόνα που βρίζει. Υπάρχει παντού είναι ένας Μαραντόνα που μας καταδιώκει προσπαθώντας να μας κάνει να ξεχάσουμε τον παίκτη που αγαπήσαμε και που από αυτόν δεν έχει πιά τίποτα.
Αυτός ο βουλιμικός για προβολή ανθρωπάκος μοιάζει ολοένα και περισσότερο αλλού, ολοένα και περισσότερο κουρασμένος, ολοένα και περισσότερο κουραστικός. Ακόμα και η προσπάθειά του να στηρίξει το Μέσι π.χ μοιάζει να γίνεται για να συνεχίζεται η σύγκριση του παίκτη της Μπαρτσελόνα μαζί του – νομίζω ότι τροφοδοτεί τις συζητήσεις που τσακίζουν τον Μέσι γνωρίζοντας ότι το συμπέρασμα σε όλες αυτές θα είναι πως αυτός υπήρξε καλύτερός του. Ας του πει κάποιος ότι ο Ντιέγκο που χόρευε τους Αγγλους ίσως ήταν όντως καλύτερος απο τον Λίο με τον ευαίσθητο ψυχισμό, αλλά ο τωρινός Μαραντόνα δεν έχει τίποτα που ο Μέσι θα ζήλευε. Όπως μου λεγε ένας φίλος μοιάζει με μια μαϊμού που έχει ανεβεί στον ώμο του Μέσι και που ο Λιο πρέπει να την κουβαλά μαζί του βασανιστικά. Κόντρα στη Νιγηρία π.χ ο Μέσι πέτυχε ένα από τα πιο όμορφα γκολ του μουντιάλ, όμως, οι κάμερες ήταν πάντα επικεντρωμένες στις υστερίες του Μαραντόνα: η γελοιότητα κερδίζει ευκολότερα την προσοχή του κόσμου από την επίδειξη τεχνικής.
Μια πραγματική ματριόσκα
Επειδή όλα διαδραματίζονται στη Ρωσία καταλαβαίνει κανείς τι συμβαίνει με τον Μαραντόνα: είναι μια πραγματική ματριόσκα. Υπάρχει ο μεγάλος, απίστευτος, απλησίαστος ποδοσφαιριστής που κουβαλάει μέσα του ένα σωρό άλλους Μαραντόνα, που εξαιτίας του σουλατσάρουν χρόνια τώρα. Υπάρχει ο Μαραντόνα που κατηγορεί τους προπονητές της Εθνικής Αργεντινής, ενώ η δική του αποτυχία ως προπονητής υπήρξε απόλυτη, υπάρχει ο Μαραντόνα που δηλώνει φίλος του Κάστρο, ενώ παριστάνει τον πρόεδρο μιας ομάδας από τη Λευκορωσία για μια χούφτα πετροδόλλαρα, υπάρχει ο Μαραντόνα που τα βάζει με τη FIFA ενώ παρακολουθεί τα ματς του μουντιάλ από ειδικές θέσεις, υπάρχει ο Μαραντόνα που μιλάει για το λαό, ενώ έκλεβε την εφορία σε τρεις χώρες, υπάρχει ο Μαραντόνα με τα γουρλωμένα μάτια που σου δίνει την εντύπωση ότι είναι πάντα φτιαγμένος. Ολοι αυτοί οι Μαραντόνα κάνουν ό,τι μπορούν για να ξεχάσουμε τον μεγάλο Ντιέγκο και μάλλον τα έχουν καταφέρει: πώς να πείσεις ένα παιδί που βλέπει αυτό τον άρρωστο άνθρωπο που χειρονομεί εναντίον της ανθρωπότητας στις εξέδρες, ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής στην ιστορία; Πώς να του εξηγήσεις το είδος της ευτυχίας που πρόσφερε σε εκατομμύρια πιστούς του, όταν σήμερα εμφανίζεται σε τέτοιο χάλι; Ο Μαραντόνα έχει προφανώς αποφασίσει να δολοφονήσει σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση τον Θεό Ντιέγκο. Το κάνει αργά αργά και το χαίρεται. Αλλά εμείς άραγε τι του φταίμε;
Αυτό με το χέρι
Κάποιοι φίλοι μου λένε πως όλες αυτές οι φτηνές θεατρικές παραστάσεις που μας χαρίζει την ώρα των αγώνων της Αργεντινής αποτελούν αποδείξεις μιας αντισυμβατικότητας, που κάποτε λατρέψαμε: μου θυμίζουν ότι όλοι είχαμε πάντα την υποψία πως από το δεύτερό του γκολ εναντίον των Αγγλων, αυτός πάντα προτιμούσε το πρώτο – αυτό με το χέρι. Μου λένε επίσης ότι στο φινάλε όλη αυτή η μαστουροσυμπεριφορά σε παγκόσμια τηλεοπτική μετάδοση είναι ο τρόπος του να διασκεδάζει – ίσως και να παίζει με τα νεύρα της συντηρητικής ανθρωπότητας που σκανδαλίζεται. Αν υποθέσουμε ότι αυτά ισχύουν, τότε το πράγμα είναι ακόμα χειρότερο: όλο αυτό το αξιολύπητο θέαμα είναι η απόδειξη πως ο άνθρωπος που κάποτε διασκέδασε και ευχαρίστησε τους πιστούς του, κατάντησε ένας άρρωστος εγωιστάκος που χαίρεται μόνος του, προδίδοντας πρώτα από όλα όσους τον είδαν κάποτε σοβαρά, (έστω) ως ποδοσφαιριστή.
Βρε τον Ντιέγκο…
Αυτή η αυτάρεσκη και ματαιόδοξη επίδειξη της κατηφόρας του προκαλεί συχνά γέλια συμπάθειας από ένα πλήθος που απλά περιμένει τον επόμενο εξευτελισμό του: «βρε τον κακομοίρη τον Ντιέγκο» λέει όποιος γελάει. Και μου κάνει την καρδιά κομμάτια…