Θα είναι το παιχνίδι του Ολυμπιακού με τον Παναιτωλικό το τελευταίο παιχνίδι του Μίτσελ; Την Πέμπτη το βράδυ μετά την ήττα από την ΑΕΚ και την ανακοίνωση της Θύρας7, που ποτέ δεν κάνει τυχαίες παρεμβάσεις, είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ο Ισπανός δεν θα πάει ούτε στου Ρέντη την επόμενη. Αλλά κατά τη γνώμη μου το ζήτημα στον Ολυμπιακό δεν είναι ποιο θα είναι το μέλλον του Μίτσελ, αλλά το πως θα καταφέρει η διοίκηση να αποκαταστήσει εντός του οργανογράμματος το ρόλο του προπονητή. Ο Ολυμπιακός μοιάζει από το καλοκαίρι να μην έχει προπονητή. Όχι γιατί όποιος έχει καθίσει στον πάγκο του είναι κακός, αλλά γιατί μοιάζει να μην έχει μια κάποια εξουσία εντός της ομάδας. Τρέχει για να εξυπηρετεί ένα σχέδιο ασθμαίνοντας. Αυτό έχει συμβεί με τον Κορμπεράν, αυτό συμβαίνει τώρα και με τον Μίτσελ. Νομίζεις πως οι προτεραιότητες που τρέχουν να εξυπηρετήσουν δεν είναι ακριβώς δικές τους. Διαχειρίζονται. Δεν δημιουργούν.
Ο Ολυμπιακός το καλοκαίρι αποφάσισε να διώξει τον Πέδρο Μάρτινς μετά τον αποκλεισμό της ομάδας από την Μακάμπι Χάιφα. Επικράτησε αυτό που λέμε «φωνή λαού οργή θεού». Ο Πορτογάλος είχε κάνει καταπληκτικά πράγματα στον Ολυμπιακό στα τέσσερα χρόνια της παρουσίας του. Είναι αλήθεια πως η περσινή χρονιά, παρά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ήταν η μετριότερη. Όταν, όμως, ένας προπονητής που έχει πετύχει όσα ο Μάρτινς φεύγει, αυτό που τελικά συμβαίνει είναι ότι ο ρόλος του προπονητή να μοιάζει στα μάτια των παικτών ελάχιστα σημαντικός. Όταν σε κάποιον δεν πιστώνονται οι επιτυχίες κι όταν κι αυτές ακόμα δεν λειτουργούν ως ένα είδος προστασίας, πως είναι δυνατόν να αντέξει στη θέση του οποιοσδήποτε αντικαταστάτης που επιτυχίες δεν έχει; Η μόνη του ελπίδα είναι να κερδίζει συνέχεια. Αλλά αυτό φυσικά δεν γίνεται. Κι από τη στιγμή που δεν γίνεται είναι κι αδύνατον να αντέξει προπονητής. Κανείς δεν μπορεί να πετύχει το παραμικρό σε μια ομάδα χωρίς τον απαραίτητο χρόνο.
Όταν οι νέοι παίκτες είναι εντός της ομάδας πολλοί και βλέπουν σε χρόνο ρεκόρ να απολύεται και ο αντικαταστάτης του Μάρτινς ( ο Κορμπεραν που παρεμπιπτόντως μια χαρά τα πάει στην Αγγλία) η υποψία των ποδοσφαιριστών ότι στην ομάδα οι προπονητές δε μετράνε γίνεται βεβαιότητα. Πολύ φοβάμαι πως οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού πιστεύουν πως για κάθε στραβό αποτέλεσμα ο μοναδικός υπεύθυνος θα είναι ο προπονητής κι όταν αυτό υπάρχει ως νοοτροπία σε μια ομάδα είναι δύσκολο να προκύψει κάποιου είδους πρόοδο. Δεν υπάρχει διαφορά με αυτό που συμβαίνει στον εφετινό Ολυμπιακό από αυτό που συνέβη στον Παναθηναϊκό τη σεζόν που ξεκίνησε με τον Πογιάτος και συνέχισε με τον Μπόλονι, που ούτε καν τελείωσε τη σεζόν, ή με αυτό που συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια στην ΑΕΚ που άλλαζε επίσης τρεις προπονητές το χρόνο: πέρυσι πχ είχε βγάλει κι ανακοίνωση ότι ανανέωσε το συμβόλαιο του Αργύρη Γιαννίκη. Η μόνη διαφορά είναι ότι στον Ολυμπιακό, μετά την απόλυση του Μαρτίνς, έμοιαζε δεδομένο το τι θα ακολουθήσει.
Το λάθος κατά τη γνώμη μου έγινε τότε, δηλαδή το περασμένο καλοκαίρι. Η ομάδα του Μαρτίνς δεν χρειαζόταν 20 παίκτες: με πέντε παίκτες πρώτης γραμμής θα ήταν αξιοπρεπέστατη. Θα κέρδιζε το πρωτάθλημα; Πιθανότατα όχι. Υπήρχε ένας κορεσμός γενικότερος και εναντίον του Μαρτίνς είχε συσπειρωθεί πολύς κόσμος: ο Πορτογάλος θα ήταν μάλλον εύκολος στόχος. Αλλά οι ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό δεν έχουν ισόβιο συμβόλαιο με την επιτυχία: ο Κλοπ φέτος περνά δύσκολες μέρες στη Λίβερπουλ κι ο Αντσελότι χάνει το πρωτάθλημα με την Ρεάλ Μαδρίτης μετά από μια χρονιά που κέρδισε τα πάντα Ο Αλέγκρι έχασε τους στόχους νωρίς – αλλά όλοι είναι στις θέσεις τους. Γιατί; Γιατί η ιεραρχία είναι σημαντικότερη από μια καλή ή μια κακή χρονιά. Μπορείς ως ομάδα να έχεις μια κακή χρονιά: δεν χρειάζεται όμως να βγάλεις τα μάτια σου. Διωχνεις ενα προπονητή μόνο στο τελος της σεζόν για να δείξεις ότι κατανοείς την ανάγκη της παρουσιας του, ότι σέβεσαι το ρόλο του.Εδω βέβαια είναι Ελλάδα. Ο προπονητής υπάρχει για να φταίει.
Βοηθούσαν όλοι
Ο Ολυμπιακός με τον Μίτσελ έχει χάσει όλα κι όλα δυο ματς. Ο αποκλεισμός από το κύπελλο δεν είναι καμιά καταστροφή – το πρωτάθλημα κυνηγάει, υποτίθεται. Η κριτική που του γίνεται είναι ότι δεν υπάρχει πρόοδος. Πρόοδος, όμως, ως προς τι; Εδώ δεν συζητάμε πια για την δημιουργία μιας κανονικής ομάδας, αλλά για το πώς θα ικανοποιηθεί ένας κόσμος που θέλει να δει την Εθνική Βραζιλίας του Ριβάλντο, του Ρονάλντίνιο και του Ρονάλντο ή τη Μπαρτσελόνα του Μέσι, του Σουάρες και του Νεϊμάρ. Πιστεύει δε ότι όλα αυτά είναι απλά θέμα μεταγραφών ή αποχωρήσεων – για πολλούς η λύση είναι να φύγει ο Ρέαπτσουκ πχ και να αποκτηθεί ο Ρόμπερτσον κι όλα θα φτιάξουν ως δια μαγείας: αν δεν θυμηθεί ο κόσμος πρώτα τι ακριβώς σημαίνει ποδοσφαιρική ομάδα θα ρθούν ακόμα πιο δύσκολες μέρες, γιατί η διοίκηση του Ολυμπιακού τον κόσμο αφουγκράζεται. Κι αν έρχονται και φεύγουν τριάντα παίκτες (7-8 ακραίοι πχ από το περασμένο καλοκαίρι) είναι γιατί αναζητούνται ζογκλέρ και μάγοι. Που θα κερδίζουν μόνοι τους.
Ο Ολυμπιακός μπορεί να διώξει το Μίτσελ. Μπορεί να βρει και να φέρει ένα σπουδαίο προπονητή ή να πορευτεί μέχρι το τέλος χρονιάς με ένα υπηρεσιακό. Σε κάθε περίπτωση το πρόβλημά του μοιάζει να είναι να εμπιστευθεί ένα κανονικό προπονητή που να φτιάξει μια κανονική ομάδα χωρίς προτεραιότητες τις ντρίπλες, τα τακουνάκια και τις σαραντάρες μπαλιές που ανήκουν σε ένα ποδόσφαιρο που έχει πεθάνει. Κανονικές ομάδες φτιάχνουν οι κανονικοί προπονητές όταν τους ακούς και παίρνεις τους Σεμέδο, τους Γκιγιέρμε, τους Ποντένσε κι άλλους πολλούς που ακόμα κι αν δεν ελαμψαν κακό δεν κάνανε, γιατι βοηθούσαν να νοιώθει ο προπονητής σημαντικός, τόσο ώστε χάρη στην εμπιστοσύνη που του δείχνουν, ακόμα και στα λάθη του, να φτιάξει μια ομάδα. Οπως κάποτε ο Μάρτινς. Ο τελευταίος που δούλεψε ως προπονητής στον Ολυμπιακό.